ΕΚΤΥΠΩΣΗ
Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Ανατολική Ευρώπη και Μέση Ανατολή– Ένα γεωπολιτικό σκηνικό για Ρωσία και Τουρκία;

11:37 - 23 Σεπ 2014
Οι πρώτες βόμβες κατά του ISIS δεν είναι μια μονοσήμαντη επιχείρηση μέσα στο γεωπολιτικό σκηνικό που ξεκινά από την Ουκρανία και καλύπτει όλη τη Μέση Ανατολή. Ιδιαίτερη σημασία έχει η ανάγνωση του ρόλου του Πούτιν και του Ερντογάν σε μια περιοχή με πολλές περιφερειακές συγκρούσεις και έντονο ενεργειακό ενδιαφέρον.

Η ιστορία από τις 9/11 έχει δείξει ότι κάθε φορά που οι ΗΠΑ εμπλέκονται σε μια σύγκρουση στη Μέση Ανατολή, η Ρωσία και η Κίνα ωφελούνται καθώς μένουν ελέυθερες να υλοποιήσουν στρατηγικούς σχεδιασμούς τους.
Αυτό συνέβη παλαιότερα και ενδεχομένως να συμβεί και αυτή τη φορά καθώς ξεκίνησαν οι βομβαρδισμοί των θέσεων του ISIS στη Συρία και το Ουκρανικό ζήτημα προς όφελος της Ρωσίας πέφτει σε δεύτερη μοίρα, ενώ ο Πούτιν μπορεί να συνεχίσει την πολιτική ηγεμονίας στην κεντρική και ανατολική Ευρώπη. Η Κίνα από την πλευρά της έχει στρατηγικό σχεδιασμό την επικυριαρχία στον δυτικό Ειρηνικό.
Τη δεκαετία μετά την 9/11 οι Ηνωμένες Πολιτείες ήταν απορροφημένες με το Αφγανιστάν και το Ιράκ, ενώ οι κινεζικές ναυτικές δυνάμεις αναδείχθηκαν σε σημαντικό γεωπολιτικό παράγοντα στην Ανατολική Ασία.
Αυτή τη συγκυρία, πολλές διαφορετικές συγκρούσεις συμβαίνουν σε διάφορα σημεία και ενώ πρέπει, δεν είναι εύκολο να αντιμετωπιστούν.
Για ορισμένους αμερικανούς αναλυτές, η ρωσική επιθετικότητα στην Ευρώπη, καθώς και η στρατιωτική άνοδος της Κίνας στην Ασία μπορεί να είναι μακροπρόθεσμα ανάλογης σημασίας με το ισλαμικό κράτος στη Μέση Ανατολή.
Σε κάθε περίπτωση αναμένουν ότι ο Ρώσος πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν θα συνεχίσει να πιέζει προς τα δυτικά μέχρι να σταματήσει για διάφορους λόγους. Στόχος του Πούτιν, όπως αναφέρουν οι αναλυτές, δεν είναι η ψυχαγωγία του Συμφώνου της Βαρσοβίας. Είναι για τους ίδιους μια προσπάθεια να ενδυναμώσει την ισχύ της η Ρωσία στην Ευρώπη.
Το Stratfor υποστηρίζει καιρό ότι οι Ρώσοι, εκμεταλλευόμενοι τα δημοσιονομικά δεινά της Ευρώπης, προσπαθούσαν να αγοράσουν τις τράπεζες και τα δίκτυα μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας, τα διυλιστήρια πετρελαίου, και τα δίκτυα μεταφοράς φυσικού αερίου, πέραν των άλλων υποδομών. Η Ρωσία επίσης ακολουθούσε πολιτική εντονότερης προσέγγισης των δορυφόρων της. Μια οικονομικά εξασθενημένη Ευρώπη είχε λιγότερο πολιτικό κεφάλαιο για να ελέγξει χώρες όπως η Μολδαβία, η Σερβία, η Βουλγαρία και η Ουκρανία.
Στην πραγματικότητα, ο Πούτιν έχει μια σειρά από δεδομένα υπέρ του. Η Ρωσία μπορεί να κάνει περισσότερο κακό στην Ουκρανία από ότι η Δύση μπορεί να προσφέρει καλό για τη χώρα. Παρά τις κυρώσεις, η εμπλοκή των οικονομιών μπορεί εύκολα να αποδείξει τον παραπάνω ισχυρισμό ενώ η Ευρώπη ταλανίζεται από την οικονομική κρίση.
Όσο για το ΝΑΤΟ ο Πούτιν γνωρίζει ότι παρά την ενίσχυση της μονάδας ταχείας αντίδρασης στην ανατολική Ευρώπη, εντούτοις η ισχύς αυτής της μονάδας δεν απέχει και πολύ από το κακό χάλι των οικονομιών των κρατών που την συναπαρτίζουν, οι οποίες διαθέτουν μόλις το 2% του προϋπολογισμού τους. Συνεπώς η Ευρώπη δεν είναι απειλή για τη Ρωσία.
Από την πλευρά του, ο αμερικανός πρόεδρος δεν έχει εκδηλώσει διάθεση για εμπλοκή ενώ τα ξημερώματα της Τρίτης 23/9 ενεπλάκη στη Συρία. Το αμερικανικό κοινό επίσης είναι λιγότερο πρόθυμο να υπερασπιστεί την Ευρώπη ενάντια στη Ρωσία από ότι ήταν έτοιμο να υπερασπιστεί την Ευρώπη εναντίον της παλιάς Σοβιετικής Ένωσης.
Υπολογίζεται ως εκ τούτου ότι ο Πούτιν θα συνεχίσει να υποστηρίζει τους αυτονομιστές στην ανατολική Ουκρανία. Θα συνεχίσει να χρησιμοποιεί διάφορα μέσα προσεταιρισμού σε αδύναμες χώρες όπως η Σερβία και η Βουλγαρία.
Υπό αυτές τις συνθήκες ο Βλαντιμίρ Πούτιν παρακολουθεί από τη νύχτα της Τρίτης τις πολεμικές επιχειρήσεις στη Συρία εναντίον των τζιχαντιστών.

Οι τουρκικές φιλοδοξίες

Μέσα σε αυτό το γεωπολιτικό σκηνικό ένας ακόμη παίκτης είναι η Τουρκία. Ειδικώς οι φιλοδοξίες της.
Σε μια εποχή όπου η Ευρώπη και άλλα μέρη του κόσμου διοικούνται από μετριότητες, όπως υποστηριζει το Stratfor, o Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, δείχνει ηγέτης μιας μεγάλης παγκόσμιας δύναμης. Όπως και ο Πούτιν, κατανοεί την γεωπολιτική. Ο Ερντογάν γνωρίζει ότι η Τουρκία πρέπει να γίνει μια σημαντική δύναμη στην Εγγύς Ανατολή, προκειμένου να του δώσει δύναμη στην Ευρώπη. Το πρόβλημα του Ερντογάν είναι ότι η γεωγραφία της Τουρκίας μεταξύ Ανατολής και Δύσης περιέχει αδυναμίες.
Σε αντίθεση με τις λογικές του παρελθόντος και τη στρατιωτική ισχύ επί Ατατούρκ ο Ερντογάν, όπως και παλαιότερα ο Οζάλ, έχει τονίσει την ήπια δύναμη των πολιτιστικών και οικονομικών συνδέσεων για να αναδημιουργήσουν με αυτές τις μεθόδους μια εκδοχή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας, από τη Βόρεια Αφρική και το ιρανικό οροπέδιο έως και την Κεντρική Ασία.
Αυτήν την πολιτική την αποτύπωνε ο Marshall GS Hodgson του Πανεπιστημίου του Σικάγου, στη φράση: «η ισλαμική πίστη ήταν αρχικά θρησκεία εμπόρων».
Ο Ερντογάν κάνοντας επίδειξη της διπλωματικής του ικανότητας απελευθέρωσε ομήρους από τους τζιχαντιστές, κάτι που δεν κατάφεραν οι δυτικοί. Εμπορικά είναι δυνατή η ενίσχυση της εμπορικής διασύνδεσης της χώρας του με τους άλλους γείτονες αλλά δεν έχει προόδους στην Ευρώπη και λόγω της οικονομικής κρίσης στη γηραιά Ήπειρο.
Στην περιοχή του Καυκάσου και της Κεντρικής Ασίας, η Τουρκία απαιτεί επιρροή με βάση τη γεωγραφική και γλωσσική συγγένεια. Ωστόσο, η Ρωσία του Πούτιν συνεχίζει να ασκεί σημαντική επιρροή στις χώρες της Κεντρικής Ασίας και, μέσα από την εισβολή και την επακόλουθη πολιτική ελιγμών στη Γεωργία ενώ έχει θέσει το Αζερμπαϊτζάν σε μια εξαιρετικά δυσάρεστη θέση.
Στη Συρία, ο Ερντογάν και ο Αχμέτ Νταβούτογλου, επεχείρησαν χωρίς αποτέλεσμα να διαμορφώσουν μια μετριοπαθή ισλαμική αντιπολίτευση σουνιτών για να αντικαταστήσουν τους Αλεβίτες. Το αντίτιμο για την προσήλωση στα ισλαμικά κράτη της περιοχής μέσα από την αντιισραηλινή στάση του ήταν η ενδυνάμωση της σχέσης του Τελ Αβίβ με την Αθήνα και την Λευκωσία που συνεργάζονται στην Ανατολική Μεσόγειο στον τομέα των υδρογονανθράκων.
Ασφαλώς η τουρκική γλώσσα δεν έχει το πλεονέκτημα της αραβικής γλώσσας, η οποία θα μπορούσε να δώσει μεγαλύτερη πολιτιστική επιρροή σε άλλα σημεία της Ανατολής. Επίσης η μονότονη ενασχόληση της στο παρελθόν με το κουρδικό περιέπλεκε τις προσπάθειές της για να ασκήσει επιρροή σε γειτονικά κράτη της Μέσης Ανατολής.
Σε αυτή τη χρονική στιγμή η τυχόν διάλυση της Συρίας θα δημιουργήσει μεγαλύτερο κουρδικό ζήτημα. Η de facto διάλυση του Ιράκ έχει αναγκάσει την Τουρκία να ακολουθήσει μια πολιτική εποικοδομητικής συγκράτησης με το κουρδικό βόρειο Ιράκ, αλλά έχει υπονομεύσει την επιρροή της Τουρκίας στην υπόλοιπη χώρα και κατά συνέπεια αυτό υπονομεύει τις προσπάθειες της Τουρκίας να επηρεάσει το Ιράν.
Με άλλα λόγια οι επιλογές του Ερντογάν το επόμενο διάστημα είναι άξιες προσοχής, όπως λένε οι αμερικανοί αναλυτές δεδομένης της κατάστασης στις γειτονικές χώρες.

Copyright © 1999-2024 Premium S.A. All rights reserved.