ΕΚΤΥΠΩΣΗ
Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Ψήφος αγανάκτησης ή ανασυγκρότησης;

12:41 - 28 Φεβ 2017
Στέλιος Χριστόπουλος

Γράφει ο Στέλιος Χριστόπουλος

Στις εκλογές που είχαμε από το ξέσπασμα της κρίσης το 2007 και μετά, οι ψηφοφόροι κλήθηκαν να εκφράσουν την αγανάκτησή τους πάνω σε διάφορες αποχρώσεις από φρούδες υποσχέσεις εκ μέρους των διαφόρων κομμάτων περί απαλλαγής της χώρας από τα μνημόνια. Ποτέ όμως πάνω σε προγράμματα ανασυγκρότησης και εξόδου βασισμένα σε συγκεκριμένους, ρεαλιστικούς και μετρήσιμους στόχους. Τα αποτελέσματα τα γνωρίζουμε.

Οι μεγάλοι ηγέτες της Ελλάδος υπήρξαν, ωστόσο, και μεγάλοι παιδαγωγοί, που υπεράσπισαν με σθένος τις θέσεις τους. Για να μείνουμε στην μεταπολεμική περίοδο, η μεγάλη πλειοψηφία των Ελλήνων κατανόησε  και υποστήριξε το «ανήκομεν στη Δύση» του Κωνσταντίνου Καραμανλή και την ανάγκη προσχώρησης της χώρας μας στην ΕΟΚ και νυν ΕΕ: «θα ρίξω τους Έλληνες στη θάλασσα και αν δεν θέλουν να πνιγούν θα μάθουν να κολυμπούν». Όλοι κατανοήσαμε την πάγια θέση του ότι ανάπτυξη χωρίς σταθερό νόμισμα και υποδομές δεν θα δούμε ποτέ. Το ίδιο ισχύει και για την καθιέρωση της Δημοτικής για την οποία είχε δηλώσει πως ήταν πρόβλημα πολιτικό.

 

Το ίδιο ισχύει και για τον Αντρέα Παπανδρέου, ο οποίος υποστήριξε, θέσπισε, και εκλαΐκευσε με μοναδικό τρόπο θεσμικές αλλαγές, όπως, μεταξύ άλλων, την αναγνώριση της Εθνικής Αντίστασης, τη νομιμοποίηση του πολιτικού γάμου, την εξίσωση των δυο φύλων, την ψήφο στα 18 και την καθιέρωση του μονοτονικού.

 

Ο Αντρέας στήριξε την γαιοπολιτική του τοποθέτηση περί ανεξαρτησίας της χώρας μας από τα περίφημα μητροπολιτικά κέντρα εξουσίας πάνω ιδίως στη ψυχροπολεμική περίοδο και στο Κυπριακό. Σε δύσκολες για τον κόσμο και τη Βαλκανική περιόδους, ακολούθησε μία πολιτική λεπτών διεθνών ισορροπιών και καλής γειτονίας. Κατόρθωσε, ωστόσο, να κάνει εύληπτη και κατανοητή από όλους αυτή του την ανάλυση.

 

Επαναδιαπραγματεύτηκε και εκλαΐκευσε με ακόμη μεγαλύτερη επιτυχία τους όρους ένταξης της χώρας μας στην τότε ΕΟΚ.

 

Ο γράφων θα ήθελε να μπορούσε να πει τα ίδια και για την οικονομική του πολιτική. Κρίνοντας όμως από τα διαρκώς αυξανόμενα ελλείμματα με τα οποία επιβάρυνε τον κρατικό προϋπολογισμό για να ακολουθήσει τις πολιτικές του για ενίσχυση της κατανάλωσης που δεν συνοδεύονταν όμως από αντίστοιχη αύξηση της παραγωγής και της παραγωγικότητας, δεν αποκλείεται ο ιστορικός του μέλλοντος να αποδώσει στον Αντρέα και όχι στον γιο του την de facto πατρότητα του περίφημου «λεφτά υπάρχουν». 

 

Σήμερα τι παρατηρούμε; Ό,τι και αν πιστεύουν για την ορθότητα ή μη των οικονομικών και δημοσιονομικών επιλογών  του, κανείς σχεδόν από τους σοβαρούς πολιτικούς της Δεξιάς ή της Αριστεράς δεν τολμά να πολιτευτεί ρισκάροντας το γαιοπολιτικό δόγμα-κληρονομιά του Αντρέα Παπανδρέου.

΄Εστω και αν είναι πλέον προφανές ότι χρειάζεται το λιγότερο κάποια επικαιροποίηση, στη μεγάλη του πλειοψηφία, ο λαός εξακολουθεί να πιστεύει ότι το δόγμα αυτό είναι ακλόνητο.

 

Μπορεί να ανήκουμε στη Δύση...αλλά όχι εντελώς. Ακόμη και η θέση μας μέσα στην ΕΕ συχνά αποκαλείται στάση «απέναντι» στην ΕΕ και όχι εντός της ΕΕ. Λες και πρόκειται για κάτι έξω από μας. Τι και αν «αυτοί» μας συγχρηματοδοτούν σε ποσοστό που τελευταία πλέον προσεγγίζει το 100% όλα τα σημαντικά έργα υποδομής.

 

«Αυτοί» πάλι μας χορηγούν τα διάφορα δάνεια, με μηδενικά σχεδόν επιτόκια, τα οποία χρειαζόμαστε για να μην χρεοκοπήσουμε. Εμείς όμως δεν βλέπουμε τα χρήματα, αλλά τα μνημόνια που τα συνοδεύουν και η εφαρμογή των οποίων θα μας επέτρεπε, κανονικά, να ξαναδούμε το φως στην άκρη του τούνελ.

 

Πολλές φωνές ακούγονται τελευταία, και δικαίως, για την ανάγκη βελτίωσης, έγκαιρης εισαγωγής και γενίκευσης μαθημάτων βασικών αρχών πολιτικής οικονομίας στα σχολεία, ώστε να έχουν οι μαθητές τα εφόδια να κρίνουν τα διακυβεύματα και να αναλύουν καλύτερα τις διάφορες επιλογές, απαλλαγμένοι από δόγματα και ιδεοληψίες.

 

Ο γράφων, ωστόσο, πιστεύει πως το γεγονός ότι είχαμε τόσες πολλές κυβερνήσεις σε  τόσο βραχύ διάστημα αποτελεί μία ένδειξη ότι δεν είχαμε μέχρι τώρα κάποιον ηγέτη που να δείξει στους Έλληνες το δρόμο της εξόδου. Και αυτό προηγείται οποιασδήποτε ανάγκης σχολικού προγράμματος οικονομικής αγωγής.

 

Έχουμε, δηλαδή, ανάγκη από ένα ηγέτη και ένα κόμμα που θα μπορέσουν να αντιμετωπίσουν με σθένος την πρόκληση να μας πείσουν ότι κανείς, είτε άτομα είτε κράτος, δεν μπορεί να ξοδεύει περισσότερα από όσα κερδίζει .

 

Ένα ηγέτη που θα μπορέσει να πείσει τόσο τους ξένους όσο και τους Έλληνες επενδυτές ότι η χώρα μας είναι ανταγωνιστικότερη από άλλες και ότι το συμφέρον τους είναι να επενδύσουν εδώ. Που θα μπορέσει να πείσει τους νέους ότι το συμφέρον τους είναι να παραμείνουν στην Ελλάδα και να μην ξενιτευτούν.

 

Με δυο λόγια, ένα ηγέτη που θα μπορέσει να εξηγήσει με ποιό τρόπο θα μάθουμε-έστω και με καθυστέρηση δεκαετιών-να κολυμπάμε, δηλαδή με ποιό σχέδιο θα εισαχθούν οι μεταρρυθμίσεις εκείνες που θα έχουν ως αποτέλεσμα να μειωθούν τα έξοδα του κράτους, να αυξηθούν τα έσοδά του και να έχουμε ανάπτυξη.

 

Ένα ηγέτη που θα έχει, δηλαδή, και την ικανότητα να εκλαϊκεύσει με επιτυχία αυτό το σχέδιο ανασυγκρότησης της χώρας, να μας οδηγήσει να το θεωρήσουμε ιδιοκτησία μας και να αναγνωρίσουμε τον εαυτό μας μέσα σ’αυτό. Διαφορετικά, η επικράτησή του θα είναι εφήμερη.

Copyright © 1999-2024 Premium S.A. All rights reserved.