ΕΚΤΥΠΩΣΗ
Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Εμπιστοσύνη, ώρα μηδέν

15:42 - 28 Μαϊ 2017
Στέλιος Χριστόπουλος

Γράφει ο Στέλιος Χριστόπουλος

ΕΜΕΙΣ: Τελικά, έχουμε συμφωνία για την εκταμίευση της δόσης ή δεν έχουμε; Και τι θα γίνει με το χρέος; Την κολοκυθιά θα παίζουμε; Θα δεχθούν να μας το ανακουφίσουν επιτέλους, πότε και πόσο; Τι ρόλο παίζει το ΔΝΤ και τι θέλουν οι Ευρωπαίοι; Θα βάλουν πλάτη άραγε οι Αμερικανοί για το χρέος;

Έχει αριστερό πρόσημο η Κυβέρνηση μας; Αν ναι, τότε γιατί δεν σκίζει τα παλιά μνημόνια, όπως είχε υποσχεθεί, αλλά φέρνει συνεχώς και νέα; Γιατί δεν υπερασπίζεται τα δίκαια των εργαζομένων και των συνταξιούχων; 

 

Και αφού, όπως ισχυρίζεται, στόχος της είναι να καταπολεμήσει τις ανισότητες γιατί δεν κάνει τίποτε για να περιορίσει την ανεργία; Και το ασφαλιστικό; Θα έχουν  τα παιδιά μας και τα εγγόνια μας σύνταξη και μέχρι πότε θα πρέπει να εργάζονται; 

 

Πότε επιτέλους θα σκάσει μύτη η ανάπτυξη; Είναι αρκετά ασφαλής χώρα η Ελλάδα για να προσελκύσει επενδύσεις; 

 

Θα μπορέσουμε άραγε κάποτε να βγούμε στις αγορές και να τελειώσουμε με τα μνημόνια και πότε; Τι θα γίνει με την ποσοτική χαλάρωση; 

 

Γιατί οι χώρες της ζώνης Ευρώ και ο ESM πιστεύουν ότι το χρέος μας είναι βιώσιμο ενώ το ΔΝΤ ισχυρίζεται το αντίθετο;

 

Τι θα γίνει με τα capital controls; Πρέπει να παραμείνουμε στην ΕΕ και στη ζώνη Ευρώ ή μήπως είναι τελικά καλύτερα να αποχωρήσουμε; 

 

ΑΥΤΟΙ: Γιατί αντί να εισαγάγουν τις αναγκαίες για την ανάπτυξη μεταρρυθμίσεις, επιμένουν να αυξάνουν τους φόρους; 

 

Πως είναι δυνατό μετά από τόσο καιρό να μην έχουν ακόμη καταλάβει πως αυτό που μετρά για να μειωθεί το χρέος είναι η επανεκκίνηση της οικονομίας τους, δηλαδή οι άμεσες ξένες επενδύσεις  και οι εξαγωγές, ώστε να αναπτυχθεί η χώρα και το ΑΕΠ της; 

 

Πως όμως να επενδύσεις σε μία χώρα με capital controls,  με αβάσταχτους φόρους, με Τράπεζες ζόμπι που δεν χορηγούν δάνεια και με κυβέρνηση που είναι ορκισμένος εχθρός του ανταγωνισμού και του ιδιωτικού τομέα; Και πόσο ασφαλής είναι η χώρα ως επενδυτικός προορισμός, όταν η κυβέρνησή τους κλείνει τα μάτια στην τρομοκρατία και ο θεσμός της Δικαιοσύνης υπολειτουργεί;

 

Πως θα πούμε στους ψηφοφόρους μας ότι προχωράμε στο πρόγραμμα, χωρίς το ΔΝΤ, όταν είναι γνωστό ότι μόνο αυτό έχει τεχνογνωσία για τέτοιου είδους  προγράμματα διάσωσης; Πως όμως να προχωρήσουμε μαζί του, όταν επιμένει, (το άτιμο!) ότι το χρέος τους δεν είναι βιώσιμο και πρέπει οι φορολογούμενοί μας να δεχθούν εδώ και τώρα νέο κούρεμα; Πως να τους πεις κάτι τέτοιο, όταν το προηγούμενο, του 2012, αποδείχθηκε μία τρύπα στο νερό, ακριβώς επειδή οι κυβερνήσεις τους δεν προχώρησαν στις μεταρρυθμίσεις που είχαν δεσμευθεί να εισαγάγουν;

 

Τα παραπάνω είναι κάποια από τα ερωτήματα που, αν δεν απαντηθούν τώρα με τρόπο πειστικό και ομόθυμο και από τις δύο πλευρές, η χώρα μας θα  συνεχίσει να παρασύρεται ολοένα και μακρύτερα από το στενό πυρήνα της ΕΕ, μέχρι ν’ αναγκαστούμε να πατήσουμε εμείς οι ίδιοι το κουμπί του Grexit. 

 

Κάποια από αυτά είναι κοινά ερωτήματα και των δύο πλευρών, εύστοχα και εύλογα. Για όσο χρόνο ακόμη παραμένουν αναπάντητα, το χάσμα της αξιοπιστίας ανάμεσα σε μας και σ’ αυτούς θα συνεχίσει να διευρύνεται.

 

Μετά το Eurogroup της 22 Μαΐου, οι δυο πλευρές βρίσκονται τώρα στην «ώρα μηδέν». Ο μόνος τρόπος ν’ αρχίσει ν’ ανακτάται ένα μέρος της βαθειά κλονισμένης εμπιστοσύνης ανάμεσα στα δύο μέρη είναι να καθίσουν σε ένα τραπέζι με τη διάθεση να αποφασίσουν ποιά από τα ερωτήματα αυτά είναι ουσιαστικά και εύλογα και θα έπρεπε, επομένως, να απαντηθούν άμεσα και με ειλικρίνεια. 

 

Κάποια άλλα, αντίθετα, είναι άστοχα και παραπλανητικά. Η συζήτησή τους μπορεί να φέρνει ψήφους σ’ εμάς ή σ’ αυτούς αλλά δεν πρόκειται να συμβάλει στην επίλυση του προβλήματος.

 

Μήπως μας συμφέρει  ν’ αρχίζαμε πρώτοι εμείς τη συζήτηση για κάποια από τα θέματα που τα θεωρούμε ως δεδομένα ή αυτονόητα; Για παράδειγμα, πόσο σημαντική θα ήταν στ’ αλήθεια η θετική επίπτωση στο ΑΕΠ ακόμη και μιας σημαντικής διαγραφής του χρέους μας; Κάποιοι έγκυροι αναλυτές πιστεύουν ότι δεν θα υπερέβαινε το 1%. Μήπως αν θέσουμε ως στόχο να αποκαταστήσουμε το επιχειρηματικό κλίμα και να αυξήσουμε τις εξαγωγές θα κερδίσουμε περισσότερα;

 

Ή ακόμη, ποιός ο λόγος και η φούρια να βγούμε  στις αγορές, όταν τα επιτόκια δανεισμού μας τώρα είναι γύρω στο 2%; Αν τυχόν βγαίναμε στις αγορές, το ελάχιστο επιτόκιο που θα έπρεπε να είμαστε διατεθειμένοι να καταβάλουμε θα ήταν γύρω στο 5%! Ποιές θα ήταν οι επιπτώσεις;

 

Μήπως τώρα είναι η ώρα να αποσύρουμε από το τραπέζι τα παραπλανητικά ερωτήματα και να φέρουμε στο προσκήνιο τα  αυθεντικά, τα οποία παραμένουν κρυμμένα κάτω από το χαλί;

Copyright © 1999-2024 Premium S.A. All rights reserved.