ΕΚΤΥΠΩΣΗ
Εκτύπωση αυτής της σελίδας

«Πιστωτική συστολή» καταγράφει το Προσχέδιο προϋπολογισμού-Σε πτώση οι καταθέσεις νοικοκυριών

07:48 - 04 Οκτ 2017 | Οικονομία
«Πιστωτική συστολή» καταγράφει το Προσχέδιο προϋπολογισμού-Σε πτώση οι καταθέσεις νοικοκυριών
Μείωση των καταθέσεων των νοικοκυριών στις τράπεζες, μεγάλες διαφορές μεταξύ επιτοκίων καταθέσεων και χορηγήσεων, απροθυμία για λήψη δανείων τόσο από επιχειρήσεις όσο και νοικοκυριά καταγράφει το προσχέδιο του προϋπολιγισμού για το 2018. Παράλληλα στο κείμενο επισημαίνεται η αρνητική επίδραση που έχει το θέμα των κόκκινων δανείων στην τροφοδότηση με ρευστότητα της αγοράς. Όπως αναφέρεται:

«Οι τραπεζικές καταθέσεις των μη χρηματοπιστωτικών επιχειρήσεων αυξήθηκαν συνολικά τους πρώτους επτά μήνες του τρέχοντος έτους περίπου κατά 570 εκατ. ευρώ (έναντι μείωσης 620 εκατ. ευρώ την ίδια περίοδο του 2016) εν αντιθέσει με τις καταθέσεις των νοικοκυριών οι οποίες υποχώρησαν περίπου κατά 500 εκατ. ευρώ (έναντι μείωσης 48 εκατ. ευρώ την ίδια πε-ρίοδο του 2016). Η διαφορετική εξέλιξη στη ροή των καταθέσεων μεταξύ των τομέων αιτιολογείται μεταξύ άλλων λόγω του εντονότερου ρυθμού πιστωτικής συστολής που παρατηρείται στα νοικοκυριά, κυρίως ως προς τα στεγαστικά δάνεια. Συνολικά, από το τέλος του 2016 οι καταθέσεις του ιδιωτικού μη χρηματοπιστωτικού τομέα δεν μεταβλήθηκαν σημαντικά.

Χρηματοδοτήσεις

Όσον αφορά την τραπεζική χρηματοδότηση του ιδιωτικού μη χρηματοπιστωτικού τομέα της οικονομίας, ο ετήσιος ρυθμός μείωσης των τραπεζικών πιστώσεων προς τα νοικοκυριά, αφού παρέμεινε σχεδόν αμετάβλητος το 2016, περιορίστηκε κατά τους πρώτους επτά μήνες του 2017 και διαμορφώθηκε σε -2,4% τον Ιούλιο (έναντι -2,8% το Δεκέμβριο του 2016). Ο ετήσιος ρυθμός μεταβολής των τραπεζικών πιστώσεων προς τις μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις εμφάνισε διακυμάνσεις το α΄ επτάμηνο του 2017 μεταξύ χαμηλών αρνητικών και θετικών τιμών και τον Ιούλιο του 2017 ήταν -0,5% (Δεκέμβριος 2016:0%). Αξίζει να σημειωθεί ότι για πρώτη φορά μετά το α΄ τρίμηνο του 2011 καταγράφονται θετικοί ετήσιοι ρυθμοί όσον αφορά την εξέλιξη του μεγέθους αυτού για δύο ή τρείς συνεχόμενους μήνες.

Αναλυτικότερα, όσον αφορά τις συνθήκες προσφοράς και ζήτησης τραπεζικών πιστώσεων, η μεν άνοδος της οικονομικής δραστηριότητας το α΄ εξάμηνο του 2017 είχε αυξητική επίδραση στη ζήτηση για τραπεζικά δάνεια, το δε κλίμα αβεβαιότητας λόγω της παράτασης των συνομιλιών με τους θεσμούς, κατά το διάστημα που μεσολάβησε μέχρι την ολοκλήρωση της δεύτερης αξιολόγησης του προγράμματος τον Ιούνιο, περιόρισε τουλάχιστον προσωρινά την τάση του ιδιωτικού τομέα για τη λήψη νέων δανείων. Από την πλευρά της προσφοράς, η συνέχιση της πιστωτικής συρρίκνωσης την επισκοπούμενη περίοδο συνδέεται με τη συνεχιζόμενη συμπίεση της ρευστότητας των τραπεζών, λόγω των υψηλών μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων τα οποία τις στερούν πόρους προς αναδανεισμό στον ιδιωτικό τομέα. Θετική επίδραση στη δυνατότητα παροχής τραπεζικών δανείων εξακολούθησαν να ασκούν η συμμετοχή των ελληνικών τραπεζών στη διασυνοριακή διατραπεζική αγορά – η οποία ωστόσο επηρεάστηκε δυσμενώς από την όξυνση της αβεβαιότητας – οι στοχευμένες πράξεις πιο μακροπρόθεσμης αναχρηματοδότησης της ΕΚΤ, καθώς και η πρόσβασή τους σε έκτακτη χρηματοδότηση. Σε ότι αφορά το διάστημα 2017-2019, αναμένεται σημαντική θετική επίδραση στην πιστωτική επέκταση από την εφαρμογή της πολιτικής μείωσης των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων από τις τράπεζες, σύμφωνα με τους συμφωνηθέντες στόχους για το διάστημα αυτό.

Τα επιτόκια και τα spread

Τα επιτόκια των νέων τραπεζικών καταθέσεων στην Ελλάδα ακολούθησαν ήπια καθοδική πορεία μετά την απότομη αποκλιμάκωση στα μέσα του 2015. Κατά συνέπεια, το επιτόκιο στη σημαντικότερη κατηγορία καταθέσεων, δηλ. εκείνων με συμφωνημένη διάρκεια έως 1 έτος από τα νοικοκυριά, κατέγραψε συνολικά μείωση στη διάρκεια της εξεταζόμενης περιόδου και το επτάμηνο Ιανουαρίου-Ιουλίου του 2017 διαμορφώθηκε κατά μέσο όρο σε 0,66%, δηλ. κα-τά 18 μονάδες βάσης χαμηλότερα έναντι του μέσου επιτοκίου του 2016. Το επιτόκιο αυτό παρέμεινε υψηλότερο έναντι του αντίστοιχου επιτοκίου της ζώνης του ευρώ, ωστόσο η μεταξύ τους διαφορά έχει περιοριστεί σημαντικά, από 102 μονάδες βάσης τον Ιούνιο του 2015, οπότε και επιβλήθηκαν οι περιορισμοί στις αναλήψεις τραπεζικών καταθέσεων, σε 24 μονάδες βάσης τον Ιούλιο του τρέχοντος έτους.

Τα επιτόκια των νέων τραπεζικών δανείων προς τις μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις δια-τήρησαν το τρέχον έτος την πολυετή πτωτική τάση τους. Αντίθετα, τα επιτόκια τραπεζικού δανεισμού προς τα νοικοκυριά από τα μέσα του 2013 καταγράφουν αυξήσεις όσον αφορά τα δάνεια καταναλωτικού σκοπού και σταθεροποίηση όσον αφορά τα στεγαστικά δάνεια. Η διαφορετική εξέλιξη στα επιτόκια τραπεζικού δανεισμού μεταξύ των τομέων κατέστησε από τις αρχές του τρέχοντος έτους φθηνότερο το μεσοσταθμικό κόστος δανεισμού των μη χρηματο-πιστωτικών επιχειρήσεων έναντι του αντίστοιχου των νοικοκυριών και κατά συνέπεια συνέ-βαλε στην επιθυμητή παραγωγική αναδιάρθρωση της οικονομίας. Ειδικότερα, τον Ιούλιο του 2017 το μεσοσταθμικό επιτόκιο των δανείων προς τις μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις διαμορφώθηκε σε 4,49%, κατά 41 μονάδες βάσης χαμηλότερα έναντι του μέσου επιτοκίου του 2016. Αντίθετα, το μεσοσταθμικό επιτόκιο των δανείων προς τα νοικοκυριά διαμορφώθηκε κατά μέσο όρο το επτάμηνο Ιανουαρίου-Ιουλίου του 2017 σε 4,77%, δηλαδή σχεδόν στο ίδιο επίπεδο (μόλις, κατά 3 μονάδες βάσης υψηλότερα) με το αντίστοιχο μέσο επιτόκιο του 2016.

Την ίδια περίοδο, τα ex post πραγματικά επιτόκια των τραπεζικών δανείων κατά μέσο όρο εμφάνισαν αξιοσημείωτη μείωση, ιδίως στις μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις. Αναλυτικότερα, το πραγματικό επιτόκιο των δανείων προς μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις διαμορ-φώθηκε κατά μέσο όρο την περίοδο Ιανουαρίου-Ιουλίου του 2017 σε 3,09%, δηλαδή κατά 180 μονάδες βάσης χαμηλότερα έναντι του μέσου όρου του 2016. Το αντίστοιχο επιτόκιο προς τα νοικοκυριά μειώθηκε κατά 132 μονάδες βάσης, σε 3,41%.»

Copyright © 1999-2024 Premium S.A. All rights reserved.