ΕΚΤΥΠΩΣΗ
Εκτύπωση αυτής της σελίδας

«Μαύρη» επέτειος με δύο ανεξήγητες αποφάσεις

12:27 - 28 Ιουν 2021
Αυτές τις ημέρες συμπληρώνονται έξι (6) χρόνια από το δημοψήφισμα του 2015. Τα γεγονότα είναι γνωστά. Ο τότε πρωθυπουργός Α. Τσίπρας στις 27 Ιουνίου με τηλεοπτικό διάγγελμα προκήρυξε δημοψήφισμα. Η απόφαση του πρωθυπουργού εγκρίθηκε στις 28 Ιουνίου από την Βουλή. Το ερώτημα του δημοψηφίσματος ήταν αν θα έπρεπε να γίνει δεκτό (ΝΑΙ) ή να απορριφθεί (ΟΧΙ) το σχέδιο οικονομικής συμφωνίας που είχαν προτείνει στην Ελλάδα στις 25 Ιουνίου, οι εκπρόσωποι των δανειστών, η περιβόητη τρόικα (Ε.Ε-Δ.Ν.Τ-Ε.Κ.Τ).

 

Αφορμή για την όντως επιθετική στάση της τρόικα απέναντι στην χώρα μας ήταν η αποτυχία των διαπραγματεύσεων Ελληνικής κυβέρνησης-δανειστών σχετικά με το περιεχόμενο των οικονομικών μέτρων που έπρεπε να υιοθετήσει η Ελλάδα ώστε να ολοκληρωθεί το πρόγραμμα διάσωσης (1ο και 2Ο μνημόνιο)  αλλά και για να εγκριθεί νέο οικονομικό πακέτο διάσωσης. Το δημοψήφισμα διεξήχθη στις 5 Ιουλίου και με 61,41 % απέρριψε την πρόταση των δανειστών. 

 

Την επόμενη ημέρα (6 Ιουνίου) ο τότε υπουργός οικονομίας Γ. Βαρουφάκης παραιτήθηκε. Οι δημόσιοι λόγοι της παραίτησης που ανακοινώθηκαν εκείνη την ημέρα δεν ήταν πολιτικά κατανοητοί και σαφείς. Στην εξέλιξη των γεγονότων και με την πάροδο του χρόνου η πλειοψηφία της κοινής γνώμης υιοθέτησε την άποψη ότι αυτή η παραίτηση ήταν αποτέλεσμα της διαφωνίας του Γ. Βαρουφάκη με την επικείμενη διαπραγματευτική οπισθοχώρηση του Α. Τσίπρα. 

 

Η κυβέρνηση του Α. Τσίπρα ξεκίνησε σχεδόν αμέσως διαπραγματεύσεις με τους δανειστές που κατέληξαν στις 13 Ιουλίου σε συμφωνία (3ο μνημόνιο) με όρους σχεδόν ίδιους με αυτούς που προέβλεπε η πρόταση των δανειστών που απορρίφθηκε από το δημοψήφισμα. 

 

Η συμφωνία εγκρίθηκε από την Βουλή στις 13 Αυγούστου με 222 ψήφους (διακομματική συναίνεση) προκαλώντας την διάσπαση του ΣΥΡΙΖΑ αφού περισσότεροι από 40 βουλευτές της τότε κυβερνητικής πλειοψηφίας αρνήθηκαν να την ψηφίσουν. Στις 20 Αυγούστου ο πρωθυπουργός Α. Τσίπρας ανακοίνωσε την παραίτηση της κυβέρνησης του. Ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας στις 21 Αυγούστου έκανε αποδεκτή την παραίτηση. Μετά την αποτυχία να σχηματισθεί κυβέρνηση μέσω της συνταγματικής διαδικασίας των διερευνητικών εντολών προκηρύχθηκαν εκλογές για τις 20 Σεπτεμβρίου στις οποίες συμμετείχε και το νέο αντι-μνημονιακό κόμμα Λαϊκή Ενότητα που είχε δημιουργηθεί από τους βουλευτές και τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ που διαφωνούσαν με το 3ο μνημόνιο. 

 

Έχουν γίνει πάρα πολλές αναφορές για τα πεπραγμένα του Α. Τσίπρα εκείνη την δύσκολη περίοδο. Κεντρικός πυρήνας αυτών των αναφορών είναι η απεμπόληση του αποτελέσματος του δημοψηφίσματος και η αποδοχή του 3ου μνημονίου, δηλαδή της πρότασης των δανειστών που είχε απορρίψει το δημοψήφισμα. Όμως η ανταπάντηση του ΣΥΡΙΖΑ είναι άκρως πειστική και τεκμηριωμένη. Στις εκλογές που έγιναν στις 20 Σεπτεμβρίου οι πολίτες δικαιολόγησαν την στάση μας μας έδωσαν την νίκη και την εντολή να συνεχίσουμε. 

 

Πολύ σωστά, οι εκλογές της 20ης Σεπτεμβρίου ήταν η κολυμπήθρα του Σιλωάμ που ξέπλυνε όλες τις αμαρτίες της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ (ατελέσφορη διαπραγμάτευση, προκήρυξη δημοψηφίσματος, Capital Control, 3ο μνημόνιο, αύξηση του χρέους της χώρας λόγω όλων αυτών των γεγονότων ). Και την ευκαιρία του εξαγνισμού την έδωσαν εκείνες τις ημέρες οι τότε ηγέτες της ΝΔ (Ε. Μεϊμαράκης) και του ΠΑΣΟΚ (Φ. Γεννηματά) που ενώ σωστά πρόσφεραν διακομματική συναίνεση για βρεθεί διέξοδος από την δύσκολη κατάσταση που βρίσκονταν η χώρα λόγω ακριβώς των χειρισμών της ηγεσίας του ΣΥΡΙΖΑ, ταυτόχρονα δεν είχαν την προνοητικότητα να επιβάλουν διακομματική συμφωνία για σχηματισμό κυβέρνησης συνασπισμού μακράς πνοής που θα εφάρμοζε το επερχόμενο 3ο  μνημόνιο. 

 

Έδωσαν έτσι στον Α. Τσίπρα την ευκαιρία να ξεφύγει από το μνημονιακό άγος με διενέργεια πρόωρων εκλογών. Σε εκείνη την προεκλογική περίοδο ο Α. Τσίπρας παρ’ ότι είχε υπερψηφίσει το 3ο μνημόνιο παραπλάνησε για ακόμη μία φορά τους ψηφοφόρους  κραδαίνοντας την αντι-μνημονιακή σημαία. 

 

Ας αναλογιστούμε ποια θα ήταν τα εκλογικά αποτελέσματα και πως θα είχε διαμορφωθεί το πολιτικό σκηνικό αν οι εκλογές είχαν διεξαχθεί πχ ένα χρόνο μετά και αφού πρώτα είχαν ψηφισθεί και είχαν αρχίσει να εφαρμόζονται τα μετρά του 3ου μνημονίου από μία συμμαχική κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΝΔ-ΠΑΣΟΚ, δηλαδή την κοινοβουλευτική πλειοψηφία που είχε ψηφίσει το 3ο μνημόνιο στην ιστορική συνεδρίαση της 13ης Αυγούστου. 

 

Το ίδιο περίπου ιστορικό ερώτημα ισχύει και για τον Γ. Παπανδρέου που αποφάσισε να μην ζητήσει την ψήφιση του 1ου μνημονίου από αυξημένη πλειοψηφία 180 βουλευτών, όπως προβλέπει το Σύνταγμα και ο κανονισμός της Βουλής για την ψήφιση κρίσιμων νομοσχεδίων και όπως είχε πολιτικό και ηθικό δικαίωμα αφού η κυβέρνηση Κ. Καραμανλή ήταν η τελική υπεύθυνη για τον δημοσιονομικό εκτροχιασμό της χώρας. Αρκέστηκε τότε στην ψήφιση του 1ου μνημονίου από την κοινοβουλευτική πλειοψηφία των 160 βουλευτών του ΠΑΣΟΚ ενώ αν ζητούσε υπερψήφιση του 1ου μνημονίου από 180 βουλευτές θα υποχρέωνε τον Α. Σαμαρά είτε να ψηφίσει την μνημονιακή συμφωνία είτε να πάρει την ευθύνη να προκαλέσει πρόωρες εκλογές που θα σηματοδοτούσαν την πολιτική και εκλογική συντριβή της Νέας Δημοκρατίας.  Αυτή η ακριβώς η ακατανόητη απόφαση του Γ. Παπανδρέου που παραχώρησε αμαχητί την μνημονιακή αθωότητα στον Α. Σαμαρά και την πολιτική δυνατότητα  να κηρύττει ανενόχλητος από το Ζάππειο ανένδοτο αγώνα εναντίον των μνημονίων και των δανειστών και ταυτόχρονα να χρεώνει εξ ολοκλήρου στο ΠΑΣΟΚ και τον Γ. Παπανδρέου το μνημονιακό αμάρτημα. 

 

Βέβαια και ο Α. Σαμαράς και ο Α. Τσίπρας τραυματίστηκαν ηθικά και πολιτικά αφού ως μνημονιακοί πρωθυπουργοί απεμπόλησαν το αντι-μνημονιακό τους παρελθόν και εφάρμοσαν σκληρές μνημονιακές πολιτικές αλλά στο ρεαλιστικό πολιτικό ισοζύγιο κατέγραψαν θετικό πρόσημο αφού κατάφεραν να διασώσουν από τον εκλογικό καταποντισμό τα κόμματα τους, σε αντίθεση με το ΠΑΣΟΚ που έχει καταβαραθρωθεί γιατί στην συνείδηση των πολιτών έχει ταυτισθεί με τα μνημόνια. 

 

‘Άλλο ένα ολέθριο αποτέλεσμα της μνημονιακής περιόδου. Στο Ελληνικό πολιτικό σύστημα δεν καταγράφεται αξιοσημείωτη εκλογικά, άρα και πολιτικά, παρουσία κεντρώων σοσιαλδημοκρατικών δυνάμεων που αποδέχονται και προωθούν το πλειοψηφικά αποδεκτό στην ευρωπαϊκή ήπειρο αστικό-δημοκρατικό πολιτικό πλαίσιο και φιλελεύθερο τρόπο ζωής. Συνεπώς δεν μπορούν να προκύψουν κοινοβουλευτικές συμμαχικές πλειοψηφίες και κυβερνήσεις αφού τον ρόλο της αξιωματικής αντιπολίτευσης και εν δυνάμει μελλοντικής κυβέρνησης της χώρας ασκεί ένα κόμμα της λαϊκίστικης αριστεράς (ΣΥΡΙΖΑ) στο οποίο δεσπόζουσα θέση έχουν οι αρνητές του εμβολισμού (Π. Πολάκης). 

 

Τα γεγονότα που αναφέραμε είναι πρόσφατα και σίγουρα δεν έχει επικρατήσει ακόμα η απαραίτητη ψυχραιμία και νηφαλιότητα που θα επιτρέψει την δίκαιη ιστορική κρίση, οπότε οι απαντήσεις αργούν . Προς το παρόν έχουμε την «μαύρη» επέτειο του δημοψηφίσματος και δύο ανεξήγητες αποφάσεις. 

Copyright © 1999-2024 Premium S.A. All rights reserved.