ΕΚΤΥΠΩΣΗ
Εκτύπωση αυτής της σελίδας
Απλά Μαθήματα Πολιτικής Οικονομίας-Μαθ. 9: Αναδυόμενες Οικονομίες 

Απλά Μαθήματα Πολιτικής Οικονομίας-Μαθ. 9: Αναδυόμενες Οικονομίες 

11:21 - 23 Αυγ 2022
Στις 27 Ιουλίου η FED αύξησε τα βασικά επιτόκια κατά 75 μ.β. Το σκεπτικό της απόφασης ανέφερε: «Οι πρόσφατοι δείκτες δαπανών και παραγωγής έχουν επιβραδυνθεί. Ωστόσο η δημιουργία θέσεων εργασίας παραμένει ισχυρή του τελευταίους μήνες και το ποσοστό ανεργίας εξακολουθεί να είναι χαμηλό». .

Ήταν η 4η διαδοχική αύξηση επιτοκίων από την FED το 2022. Είχαν προηγηθεί τρείς ακόμα αυξήσεις, τον Μάρτιο (+25 μ.β), τον Μάιο (+50 μ.β) και τον Ιούνιο (+75 μ.β). Συνολικά, η FED έχει αυξήσει τα επιτόκια το 2022 κατά 225 μ.β (2,5%). Στην αρχή του χρόνου μία παρόμοια εξέλιξη που θεωρούνταν επιτακτική για τον έλεγχο του πληθωρισμού φάνταζε εφιαλτική για την οικονομική ανάπτυξη, την απασχόληση και τις χρηματαγορές. Σήμερα, όπως αναφέρει η FED παρ’ ότι οι δείκτες δαπανών και παραγωγής έχουν επιβραδυνθεί άρα η διαδικασία ελέγχου του πληθωρισμού λειτουργεί η ανεργία εξακολουθεί να παραμένει χαμηλή, δηλαδή η οικονομία συνεχίζει να αναπτύσσεται.

 

Στις 21 Ιουλίου 2021 η ΕΚΤ ανακοίνωσε την πρώτη (μετά από 11 χρόνια) αύξηση επιτοκίων κατά 50 μ.β. Η απόφαση της ΕΚΤ θεωρήθηκε επιθετική παρ’ ότι υπολείπεται των αυξήσεων που έχει ανακοινώσει η FED. Λίγες ημέρες αργότερα η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ανακοίνωσε τα απολογιστικά στοιχεία για την ανεργία και την οικονομική ανάπτυξη στα κράτη-μέλη της   Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε)  και τις χώρες του Ευρώ (Eurozone). Αναλυτικά: Τον Ιούνιο 2022 η ανεργία στην Ε.Ε ήταν 6% (Ιούνιο 2021-7,2%) και στην Eurozone  6,6 % (Ιούνιο 2021-7,9%). Η οικονομική ανάπτυξη β’ τριμήνου στην Ε.Ε ήταν 0,6% (α’ τρίμηνο 0,6%) και στην Eurozone 0,7% (α’ τρίμηνο 0,5%). Βάσει των παραπάνω προβλέπεται ετήσια ανάπτυξη στην  Ε.Ε 2,7% και στην Eurozone 2, 6 %.

Ας θυμηθούμε τις δυσοίωνες απόψεις για το μέλλον της ευρωπαϊκής οικονομίας που διατυπώθηκαν κατά κόρον στην αρχή του έτους και τις τρομερές και ζοφερές προβλέψεις ακόμα και για την συνοχή της Ε.Ε και το μέλλον του Euro που ακούστηκαν μετά την Ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και τις ευρωπαϊκές κυρώσεις εναντίον της Ρωσίας που προκάλεσαν τα αναμενόμενα ενεργειακά αντίποινα του V.Putin. Τίποτε απ’ όλα αυτά δεν έχει συμβεί. Τα επίσημα απολογιστικά στοιχεία διαψεύδουν για μία ακόμα φορά τις Κασσάνδρες αφού δείχνουν ότι εν μέσω πολέμου και σύσφιγξης της νομισματικής πολιτικής η ευρωπαϊκή οικονομία συνεχίζει να αναπτύσσεται και η ανεργία να μειώνεται.

 

Πως όμως είναι δυνατόν να παρατηρείται αυτό το φαινόμενο;

Ιστορικά η πρώτη μεγάλη οικονομική κρίση μετά το Κραχ 1929 και την Μεγάλη Ύφεση του Μεσοπολέμου είναι η Κρίση Χρέους της Λατινικής Αμερικής την δεκαετία ΄80. Οι χώρες της Λατινικής Αμερικής στην δεκαετία ’70 επιτυγχάνουν και διατηρούν υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης που χρηματοδοτούνται με δανεισμό σε ξένο νόμισμα (εμφάνιση και ανάπτυξη του συστήματος ελεύθερης διακίνησης κεφαλαίων και συναλλαγών σε αμερικανικά δολάρια εκτός ΗΠΑ) και κυμαινόμενο διατραπεζικό επιτόκιο που βασίζεται στο σύστημα LIBOR.

 

Οι πετρελαϊκές κρίσεις 1973 και 1978 προκαλούν αύξηση των ελλειμάτων (εμπορικό ισοζύγιο). Αρκετές χώρες θεωρούν την άνοδο της τιμής του πετρελαίου μακροχρόνιο φαινόμενο και προχωρούν σε διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις για να θωρακίσουν την οικονομία τους. Οι περισσότερες όμως προσχωρούν στην άποψη ότι οι υψηλές τιμές ενέργειας σύντομα θα υποχωρήσουν οπότε υιοθετούν την εύκολη λύση, αυξάνουν τον δανεισμό για να χρηματοδοτήσουν τα υψηλά ελλείμματα. Σε αυτήν την «εύκολη» άποψη προσχωρούν και οι χώρες της Λατινικής Αμερικής. Το χρονικό διάστημα 1979-1982 το εξωτερικό χρέος αυτών των χωρών σχεδόν διπλασιάζεται και φθάνει από 159 δισ. USD σε 327 δισ. USD.

 

Οι αλλεπάλληλες πετρελαϊκές κρίσεις προκαλούν πληθωριστικές πιέσεις οι οποίες στην Δύση είναι παρ’ ότι είναι μεγάλες (πχ στις ΗΠΑ ο πληθωρισμός φθάνει το 1980 στο 13,5%) ελέγχονται τελικά με μεγάλες αυξήσεις επιτοκίων (πχ στις ΗΠΑ οι παρεμβάσεις της FED ανεβάσουν τα επιτόκια στο 20% στα μέσα 1982). Άμεσες επιπτώσεις, η ισχυροποίηση του δολαρίου και η άνοδος των επιτοκίων στο σύστημα LIBOR παράμετροι που αυξάνουν καθοριστικά  το κόστος δανεισμού και διαχείρισης χρέους.

 

Στις χώρες της Λατινικής Αμερικής ο συνδυασμός υψηλών τιμών πετρελαίου και αύξησης του κόστους δανεισμού και διαχείρισης του δημόσιου χρέους προκαλεί πληθωριστικό σοκ, που ωθεί τους μεγαλο-καταθέτες (εγχώριες ελίτ και πολυεθνικές) σε μαζική έξοδο από το εγχώριο τοπικό τραπεζικό σύστημα. Για όσο καιρό επιτρέπονται ακόμα οι ελεύθερες συναλλαγές με συνάλλαγμα και η απρόσκοπτη μεταφορά κεφαλαίων, οι καταθέσεις σε τοπικό νόμισμά που υφίστανται σημαντικές απώλειες από τον πληθωρισμό μετατρέπονται σε δολάρια και μεταφέρονται στο εξωτερικό. Προορισμός η μητροπολιτική δύση όπου αναζητούν  εναγωνίως νέες επιχειρηματικές ευκαιρίες που θα ισοσκελίσουν τις μεγάλες ζημιές που έχουν ήδη υποστεί από το πληθωριστικό σοκ της Λατινικής Αμερικής.

 

Η συνεχής αιμορραγία συναλλάγματος προδιαγράφει και την χρεοκοπία των λατινοαμερικάνικων κρατών που τελικά ξεσπά το 1982 όταν η κυβέρνηση του Μεξικού ανακοινώνει ότι δεν μπορεί να αποπληρώσει μία δόση του δημόσιου χρέους της χώρας που έχει φθάσει πλέον τα 80 δισ. USD. Σύντομα η κρίση επεκτείνεται και σε άλλες 27 χώρες (16 στην Λατινική Αμερική) με συνολικό χρέος 239 δισ. USD εκ των οποίων τα 176 δισ. USD χρωστούν το Μεξικό, η Βενεζουέλα, η Βραζιλία και η Αργεντινή. Μία τεράστια σε έκταση κρίση χρέους που τελειώνει στις αρχές της δεκαετίας ’90 όταν οι πιστωτές (κυρίως αμερικανικές εμπορικές τράπεζες) αποδέχθηκαν γενναία προγράμματα αναδιάρθρωσης (κούρεμα) του δημόσιου χρέους των χρεοκοπημένων χωρών.

 

Παρ’ ότι η κρίση χρέους της Λατινικής Αμερικής προκαλεί βραχυπρόθεσμα στους πολίτες επώδυνα και ίσως ανεπανόρθωτα οικονομικά και κοινωνικά τραύματα τα κράτη (συνεπώς και οι νεότερες γενιές) βγαίνουν σε μέσο-μακρό πρόθεσμο χρονικό ορίζοντα σαφώς ωφελημένα. Το δημόσιο χρέος μειώνεται δραστικά (κούρεμα) συνεπώς η ανάπτυξη θεμελιώνεται σε υγιέστερες δημοσιονομικά βάσεις ενώ τα δραματικά διδάγματα της κρίσης εμπεδώνουν στην κοινωνία την αποταμιευτική (και όχι δανειοληπτική) αντίληψη στην οικονομική διαχείριση. Σήμερα με εξαίρεση την Αργεντινή που συνεχίζει να ταλαιπωρείται από νομισματικές κρίσεις συνέπεια της κυρίαρχης παρουσίας των λαϊκιστών περονιστών στον δημόσιο βίο της χώρας οι υπόλοιπες χώρες της Νοτίου Αμερικής έχουν υγιείς οικονομίες ενώ η Βραζιλία και το Μεξικό προβάλουν στο παγκόσμιο οικονομικό γίγνεσθαι ως οικονομικές δυνάμεις που διατηρούν πολύ μεγάλα συναλλαγματικά αποθέματα.   

 

Είδαμε λοιπόν πως την δεκαετία ΄80 η μητροπολιτική καπιταλιστική Δύση παρ’ ότι είναι υποχρεωμένη να υλοποιεί αντί-πληθωριστικές νομισματικές πολιτικές (σύσφιγξη) βρίσκει την επί πλέον ρευστότητα (δηλ. τα κεφάλαια που αποχώρισαν εξ αιτίας του υψηλού πληθωρισμού  από την Λατινική Αμερική) για να χρηματοδοτήσει την ανάπτυξη και πώς το πληθωριστικό σοκ επιδρά τελικά θετικά (εξυγιαντικά) και στις οικονομίες των χωρών της Λατινικής Αμερικής. 

 

Πολλοί θεωρούν ότι η παρούσα διεθνής οικονομική συγκυρία είναι όμοια με την περίοδο ’80 με μοναδική όμως διαφορά ότι στην θέση των κρατών της Λατινικής Αμερικής βρίσκονται σήμερα κράτη των αναδυόμενων οικονομιών. Όντως υπάρχουν πολλές ομοιότητες. Ανοδικός κύκλος επιτοκίων, ενεργειακή κρίση, εμφάνιση πληθωριστικών πιέσεων και το κυριότερο υψηλό χρέος σε κρατικές οικονομίες που οδεύουν (όπως και οι λατινοαμερικάνικες) προς την χρεοκοπία. Ήδη τα ομόλογα 19 κρατών συνολικού ύψους 240 δισ. USD έχουν ξεπεράσει το κοινά αποδεκτό όριο χρεοκοπίας (Απόδοση μεγαλύτερη κατά 10% της απόδοσης των αντίστοιχων χρονικά αμερικανικών ομολόγων). Χώρες όπως η Σρι Λάνκα και ο Λίβανος έχουν ήδη κηρύξει πτώχευση ενώ στην κατηγορία των υποψήφιων προς πτώχευση χωρών εντάσσονται από τις χρηματαγορές και χώρες όπως η Αίγυπτος. το Πακιστάν, η κρίση χρέους των αναδυόμενων οικονομιών προ των πυλών. Για την στήλη είναι μία ακόμα λάθος πρόβλεψη επειδή παραβλέπει το γεωπολιτικό κριτήριο που είναι κυρίαρχο στην σύγχρονη πολιτικό-οικονομική συγκυρία.

 

Παρ’ ότι η Συλλογική Δύση (ΗΠΑ, G7, ΝΑΤΟ, Ε.Ε) δείχνει απορροφημένη αφενός στην μετωπική γεωπολιτική σύγκρουση με την Ρωσία αφετέρου στην καταπολέμηση του πληθωρισμού είναι βέβαιο ότι δεν αδιαφορεί για την παρέμβαση της Κίνας στο παγκόσμιο γίγνεσθαι. Όλοι γνωρίζουμε ότι η Κίνα δίνει ιδιαίτερη σημασία στις χώρες της Κεντρικής Ασίας και της Μεσογειακής Αφρικής τις οποίες φιλοδοξεί να προσεταιρισθεί γεωπολιτικά μέσω του επενδυτικού προγράμματος Belt and Road που χρηματοδοτεί κατασκευή έργων υποδομής. Πρόσφατα (Ιούνιος 2022) οι G7 ανακοίνωσαν ένα χρηματοδοτικό πρόγραμμα 600 δισ. USD για την κατασκευή έργων υποδομής στην Κεντρική Ασία και την Αφρική. Είναι ένα ιδιαίτερα φιλόδοξο επενδυτικό πρόγραμμα σαφώς μεγαλύτερο και σαφώς πιο ανταγωνιστικό από την επενδυτική παρέμβαση της Κίνας (Belt and Road) στις ίδιες περιοχές.

 

Είναι οφθαλμοφανές η Συλλογική Δύση δεν προτίθεται να αφήσει χώρες κρίσιμες για την ασφάλεια της Δύσης όπως η Αίγυπτος και το Πακιστάν απροστάτευτες στην χρεοκοπία. Αντίθετα θα χρηματοδοτήσει την ανάπτυξη τους άρα και την βιωσιμότητα του χρέους ενώ αν προκύψει η «δύσκολη στιγμή» το παγκόσμιο δίκτυο οικονομικής προστασίας που σχεδιάστηκε μετά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο (ΔΝΤ, Παγκόσμια Τράπεζα) θα κληθεί να αντιμετωπίσει τις χρόνιες συστημικές ασθένειες που ταλαιπωρούν τις οικονομίες αυτών των κρατών.

 

Το επενδυτικό πρόγραμμα Belt and Road προβλέπει ότι Κινέζικες εταιρείες θα κατασκευάσουν τα έργα υποδομής. Αντίστοιχη συλλογιστική έχει και το επενδυτικό πρόγραμμα που ανακοίνωσε η G7. Δυτικές εταιρείες θα υλοποιήσουν τα αναπτυξιακά έργα. Δηλαδή τα κεφάλαια που αφαιρούνται αυτή την περίοδο μέσω των αντί-πληθωριστικών πολιτικών σύσφιγξης από το δυτικό χρηματοπιστωτικό σύστημα και κατευθύνονται με το συγκεκριμένο επενδυτικό πρόγραμμα προς τις αναδυόμενες οικονομίες, θα επιστρέψουν (μέσω των δυτικών εταιρειών που θα υλοποιήσουν τα αναπτυξιακά έργα) μετά  από 3-4 χρόνια (όταν θα έχει τιθασευτεί ο πληθωρισμός) στην Δύση για να επανά-χρηματοδοτήσουν την ανάπτυξη. Θεωρητικά ένας τέλεια σχεδιασμένος καπιταλιστικός κύκλος.  

 

Στην Λατινική Αμερική την δεκαετία ‘80 οι τοπικές ελίτ διαχειρίστηκαν τον καπιταλιστικό κύκλο με άθλιο ηθικά, πολιτικά και οικονομικά τρόπο. Στην παρούσα συγκυρία την δυτική βοήθεια και τον καπιταλιστικό κύκλο των αναδυόμενων οικονομιών θα τον διαχειριστούν κύρια οι διεθνείς θεσμοί συλλογικής οικονομικής ασφάλειας (ΔΝΤ, Παγκόσμια Τράπεζα). Αρχικός ελάχιστος στόχος να μην επαναληφθούν οι ακραίες σκηνές κοινωνικής και οικονομικής φρίκης που έζησαν οι λαοί της Λατινικής Αμερικής την μαύρη δεκαετία ’80.

Copyright © 1999-2024 Premium S.A. All rights reserved.