ΕΚΤΥΠΩΣΗ
Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Με αφορμή τον αποκλεισμό της Β. Παπαχρήστου

23:02 - 29 Ιουλ 2012
Γιώργος Kοντογιάννης

Γράφει ο Γιώργος Kοντογιάννης

Με αφορμή τα πολλά που γράφτηκαν τις τελευταίες μέρες για τον αποκλεισμό της αθλήτριας Βούλας Παπαχρήστου από τους Ολυμπιακούς Αγώνες, νομίζω ότι αξίζει να αναφερθούμε σε κάποια άλλα, παράπλευρα μεν ουσιαστικά, όμως, κατά τη γνώμη του γράφοντος, ζητήματα.

Το πρώτο μεγάλο θέμα είναι το θέμα του σεβασμού νόμων και κανόνων στην Ελλάδα των τελευταίων δεκαετιών. Και βεβαίως η επιβολή και εκτέλεση των όποιων ποινών. Για την περίπτωση της Παπαχρήστου διατυπώθηκαν εκατέρωθεν επιχειρήματα για το αν ήταν άδικος ή δίκαιος ο αποκλεισμός. Όμως στη χώρα που ζούμε και στην κατάσταση που είμαστε έχω την εντύπωση ότι δεν έχει τόση σημασία ή γνώμη του καθενός για το αν είναι δίκαιο ή άδικο κάτι. Σημασία έχει να εφαρμόζουμε όσα έχουμε θεσπίσει. Στο θέμα της αθλήτριας δεν γνωρίζω αν είναι σύννομη η απόφαση του αποκλεισμού. Αλλά πιστεύω ότι πλέον αυτό πρέπει να – μάθουμε να – εξετάζουμε.

 

 

Η πεποίθηση που έχω σχηματίσει – το διαπιστώνουν και το ομολογούν άλλωστε και πολλοί «αρμόδιοι» τον τελευταίο καιρό – είναι ότι η εφαρμογή των νόμων και των κανόνων στην Ελλάδα, επαφίεται στην διακριτική ευχέρεια του καθενός. Εδώ και κάμποσον καιρό, λόγου χάρη, οι πρυτάνεις των ανωτάτων εκπαιδευτικών ιδρυμάτων δεν εφάρμοζαν το νόμο Διαμαντοπούλου επειδή λέει δεν ήταν σωστός. Το γεγονός ότι τον ψήφισε με όλους τους κανόνες της δημοκρατίας η Βουλή (και μάλιστα με πρωτοφανή πλειοψηφία) δεν τους έλεγε τίποτα. Και βεβαίως καμμιά ποινή δεν τους επιβλήθηκε.

 

Ακόμη, ακούμε και διαβάζουμε τις τελευταίες μέρες για εκατοντάδες χιλιάδες ανεκτέλεστες αποφάσεις δικαστηρίων (η χθεσινή Καθημερινή κάνει λόγο για 320.000, μόνο στα ποινικά), για βαρυποινίτες που είναι εκτός φυλακής, για επίορκους δημόσιους υπαλλήλους που ξαναγυρίζουν στη δουλειά τους, για κάθε είδους παρανομίες που δεν τιμωρούνται. Και τέλος συναντάμε στην καθημερινότητά μας πολίτες που υπερασπίζονται το «δίκιο» τους, όσο κι αν είναι προφανές ότι έχουν κάνει μεγάλες ή μικρές παρανομίες. Αυτή είναι η κατάσταση. Σε μεγάλο βαθμό, δεν εφαρμόζεται και δεν επιβάλλεται τίποτα.

 

Το δεύτερο μεγάλο ζήτημα είναι ή έλλειψη πληροφόρησης που υπάρχει σε πολύ μεγάλα κομμάτια του ελληνικού πληθυσμού. Επίσης η παραπληροφόρηση στην οποία συμβάλλει το Ίντερνετ. Και τέλος η άγνοια πολλών, πως ό,τι αναρτάται στο διαδύκτιο είναι δημοσίευση, παρόμοια με μια δημοσίευση στον Τύπο και στα ΜΜΕ.             

Το «ατόπημα» της Παπαχρήστου, που αναδημοσίευσε ένα ρατσιστικό ανέκδοτο σε κάποιο χώρο κοινωνικής δικτύωσης, το προσπερνάω γιατί όπως υποστήριξα πιο πάνω, είναι θέμα των αρμοδίων να εξετάσουν αν εφαρμόστηκαν ή όχι οι κανονισμοί.

 

Υπάρχει όμως κάτι ευρύτερο. Υπάρχει το μεγάλο και υπαρκτό ζήτημα της λαθρομετανάστευσης, υπάρχει η εμπλοκή της «Χρυσής Αυγής» που κυνηγώντας τους λαθρομετανάστες και προβάλλοντας τον τσαμπουκά και το νταηλίκι ως αρετές της φυλής κατάφερε να πείσει σχεδόν 450.000 ψηφοφόρους στις τελευταίες εκλογές. Οι πολίτες που την ψήφισαν ξέρουν τι είναι η «Χρυσή Αυγή»; Ξέρουν τι ήταν οι Ναζί; Ξέρουν τι ήταν ή χούντα της 21ης Απριλίου και πώς κρατήθηκε στην εξουσία με τον τρόμο και τα βασανιστήρια; Ξέρουν τι σημαίνει απολυταρχικό και δικτατορικό καθεστώς; Αν γίνει κάποτε μια ποιοτική και εξειδικευμένη έρευνα για τους ψηφοφόρους αυτούς πιστεύω ότι θα δείξει ογκώδη άγνοια για πάρα πολλά τέτοια ζητήματα.

 

Το παράδειγμα με τους λαθρομετανάστες και τη «Χρυσή Αυγή» είναι πιστεύω μόνο ένα μικρό παράδειγμα. Γιατί η έλλειψη πληροφόρησης εκτείνεται και σε πάρα πολλούς ψηφοφόρους όλων των κομμάτων. Και βέβαια πρέπει να παραδεχτεί κανείς ότι στη σημερινή εποχή είναι πολύ δύσκολο να έχει κανείς όλες τις πληροφορίες., επίσης είναι δύσκολο να ξεχωρίσει ποιες είναι έγκυρες και ποιες όχι. Όμως, από την άλλη, κοντεύει η Ελλάδα να γίνει η χώρα της συνομμωσιοθεωρίας. Ό,τι περίεργο και «ύποπτο», υιοθετείται ευκολότερα και αναπαράγεται από μεγάλες μερίδες πολιτών. Ιδίως στο Ίντερνετ, το τι ανευθυνότητα και τι σαχλαμάρα κυκλοφορεί είναι να τρομάζει κανείς.

 

Εν τέλει και για να μην μακρυγορώ περισσότερο, θα έλεγα ότι λίγη σοβαρότητα στο τι υιοθετούμε και στο τι λέμε, θα ήταν μια χρήσιμη αρχή για να δούμε έτσι κατάματα τα προβλήματά μας. Και – ποιος ξέρει! – ίσως να τα λύσουμε κάποτε.

Copyright © 1999-2024 Premium S.A. All rights reserved.