ΕΚΤΥΠΩΣΗ
Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Φθηνά ποτά

15:55 - 29 Μαρ 2013
Νικηφόρος Μαλεβίτης

Γράφει ο Νικηφόρος Μαλεβίτης

Λόγω επαγγέλματος επισκέφθηκα πρόσφατα το Δουβλίνο και τη Μαδρίτη, «σημεία μηδέν» της ευρωπαϊκής κρίσης χρέους. Η Ιρλανδία βρίσκεται στον έκτο χρόνο λιτότητας, το δημόσιο χρέος της έχει εκτιναχθεί από 40% σε 120% του ΑΕΠ, η ανεργία βρίσκεται «μόλις» στο 15%, μόνο και μόνο επειδή η πρώτη γλώσσα του εργατικού της δυναμικού είναι τ’ αγγλικά κι έτσι μπορούν οι καταρτισμένοι εργαζόμενοί της να μεταναστεύσουν εύκολα οπουδήποτε στον κόσμο.

Για την Ισπανία δεν χρειάζεται να πει κανείς πολλά. Η γενική ανεργία βρίσκεται στο 27% και η ανεργία στους νέους στο 60%. Κάθε μήνα, συναγωνίζεται με την Ελλάδα για το ποιος θα έχει τη θλιβερή πρωτιά στους ανέργους. Και στις δύο χώρες, κτίρια-φαντάσματα, άδεια κουφάρια οικοδομών που δεν τελείωσαν ποτέ κι έμειναν στα τσιμέντα, υπενθυμίζουν το τεράστιο πάρτι της φούσκας ακινήτων που τελείωσε. Αμφότερες, ζουν τις συνέπειες του «hangover» της επόμενης μέρας.

Υπάρχει όμως μία ουσιώδης διαφορά ανάμεσα στην Αθήνα και τις υπόλοιπες ζώνες καταστροφής. Πουθενά αλλού οι κάτοικοι δεν έβγαλαν τα απωθημένα στην πόλη τους, στο δημόσιο χώρο. Τα κτίρια του Δουβλίνου και της Μαδρίτης δεν έχουν βανδαλιστεί, τα πεζοδρόμια και τα πλακόστρωτα δεν έχουν ξεριζωθεί, τα νεοκλασικά δεν έχουν καεί, τα πανεπιστήμια παραμένουν αλώβητα. Αντιθέτως, η Αθήνα θυμίζει Καμπούλ. Λες και η «Τριλογία» της Πανεπιστημίου φταίει για την κρίση, λες και να καταστρέψουμε το «Αττικόν» και τον «Απόλλωνα», θα εκλείψουν τα δεινά μας.

Ακόμη και αν υποθέσουμε ότι η Μέρκελ φταίει για όλα, τι πετυχαίνουμε με την καταστροφή του δημόσιου χώρου; Την τιμωρούμε; Νομίζουμε ότι βάζει τα κλάματα το βράδυ επειδή η ελληνική πρωτεύουσα γίνεται όλο και πιο άσχημη, όλο και πιο κακοποιημένη; Τι περισσότερο κάνουμε από το να υποβαθμίζουμε το δικό μας βιοτικό επίπεδο;

Να υπενθυμίσω ότι και πριν την κρίση η Αθήνα ήταν μια προβληματική πόλη που έκανε δύσκολη τη ζωή των κατοίκων της. Δεν είχε ελεύθερους χώρους, δεν είχε πάρκα, δεν είχε πράγματα να κάνει κάποιος δωρεάν. Ακόμη και το μικρό παρκάκι στην παλιά γειτονιά μου, στο Μετς, έχει γίνει παρκινγκ, το ίδιο κοντεύει να καταντήσει και ο Εθνικός Κήπος. Στο Λονδίνο, αντιθέτως, όλες οι μόνιμες εκθέσεις στα μουσεία είναι δωρεάν. Τις Τρίτες στο Θέατρο μπορείς να δίνεις όσο θέλεις για εισιτήριο, ώστε να μπορούν να πηγαίνουν και οι φτωχοί. Εδώ έχουμε θέατρα που κοστίζουν ακόμη 25 ευρώ, λες και θα δούμε αριστουργήματα του Μπρόαντγουεΐ. Φυσικά, ούτε λόγος δεν γίνεται για πάρκα και ελεύθερους χώρους. Ακόμη και τα ποτά στην Ελλάδα είναι απίστευτα ακριβά. Ένα κοκτέιλ στην Πλατεία Καρύτση κοστίζει 10 με 14 ευρώ, περισσότερο από το «Τρομπαντούρ» του Λονδίνου, όπου έκανε συναυλίες κι έπινε τα ποτά του ο Μπομπ Ντίλαν, περισσότερο ακόμη και από όσο σε ένα μπαρ κατω από το άγαλμα του Έρωτα στο Λονδίνο που πληρώνει απίστευτα ενοίκια. Ένα ποτηράκι κρασί σε κεντρικό μπαρ της Μαδρίτης κοστίζει λιγότερο από ενάμιση ευρώ, το φαγητό είναι σχεδόν τζάμπα. Εξ ου και στις δύο το βράδυ υπάρχει τόσος πολύς κόσμος στους δρόμους που νομίζει κανείς ότι γίνεται διαδήλωση. Φυσικά υπάρχει φτώχεια και δυστυχία, αλλά ο κόσμος διασκεδάζει, χορεύει, ζει.

Εδώ αντιθέτως, η ασχημη, ακριβή, κακοποιημένη, εχθρική προς τον πολίτη Αθήνα απλώς μας κάνει το βίο αβίωτο. Και αυτή τη φορά, δεν έχουμε τη δικαιολογία ότι μας φταίνε οι ξένοι... 

Copyright © 1999-2024 Premium S.A. All rights reserved.