ΕΚΤΥΠΩΣΗ
Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Η μεγάλη ευκαιρία της κινητικότητας

21:03 - 01 Σεπ 2013
Νικηφόρος Μαλεβίτης

Γράφει ο Νικηφόρος Μαλεβίτης

Μετά τη ραστώνη του Αυγούστου, το ελληνικό κράτος προσπαθεί να ολοκληρώσει μία πρωτοφανή στα χρονικά επιχείρηση: να αξιολογήσει τους υπαλλήλους του, να προβεί σε ανακατατάξεις στη δομή και τη στελέχωση της διοικητικής μηχανής, να βγάλει οργανογράμματα και να απολύσει μερικές χιλιάδες από τα «δικά του παιδιά», τα οποία είχαν μπει στο σύστημα εκτός ΑΣΕΠ.

Διαβάζω ότι η κυβέρνηση προσπαθεί να διασφαλίσει νέα αναβολή από την Τρόικα στην κινητικότητα γιατί «δεν προλαβαίνει». Δεν με εκπλήσσει. Αυτό που με εξέπληξε είναι ότι τελικά υπέκυψε στις πιέσεις και ξεκίνησε το πρόγραμμα. Να πω τη μαύρη αλήθεια μου, πίστευα ότι η προστασία του δημοσίου τομέα θα ήταν η μοναδική «κόκκινη γραμμή» που θα υπερασπιζόταν το ελληνικό πολιτικό σύστημα και ότι θα προτιμούσε να μας πάει στη δραχμή, παρά να στραφεί εναντίον των πελατών του. Έκανα λάθος. Κουτσά-στραβά, η κινητικότητα προχωράει. Αν εφαρμοστεί σωστά και όχι τσάτρα-πάτρα και αν η αξιολόγηση, η κινητικότητα και η απειλή των απολύσεων παραμείνουν μόνιμο χαρακτηριστικό της λειτουργίας του δημοσίου τομέα ακόμη και όταν φύγει η Τρόικα, τότε θα έχουμε κάνει ένα μεγάλο βήμα για την υπέρβαση της κρίσης.

Γιατί το λέω αυτό; Δεν έχω φυσικά καμία κάψα να μείνει κόσμος στο δρόμο, όταν η ανεργία φτάνει το 28%. Όμως, η αλήθεια είναι ότι ακόμη και προ κρίσης, όταν στο δημόσιο δούλευαν 100.000 άτομα περισσότερα από όσα δουλεύουν σήμερα και οι μισθοί ήταν μεγαλύτεροι και οι παροχές περισσότερες και γενικώς, «σέρναμε τα σκυλιά με λουκάνικα», το ελληνικό κράτος δυσκόλευε τη ζωή των πολιτών, δεν τη διευκόλυνε. Καταδυνάστευε τους Έλληνες, δεν τους υπηρετούσε. Δυσχέρανε την πραγματοποίηση επενδύσεων στη χώρα, δεν βοηθούσε την οικονομία. Όλοι όσοι συναλλασσόμαστε και σήμερα και προ κρίσης με το κράτος τα ξέραμε αυτά. Η αλλαγή του τρόπου λειτουργίας του λοιπόν αποτελεί αναγκαία (αλλά όχι φυσικά ικανή από μόνη της) προϋπόθεση για να ανακάμψει η οικονομία.

Γιατί δεν δούλευε και δεν δουλεύει το κράτος; Πρώτον, γιατί οι ανθρώπινοι και υλικοί πόροι του δεν κατανέμονταν σε υπηρεσίες αιχμής, σύμφωνα με ένα συντονισμένο σχέδιο, αλλά σε άχρηστους οργανισμούς και φορείς, οι οποίοι σήμερα καταργούνται, χάρη στις πιέσεις της Τρόικας και το πρόγραμμα αναδιοργάνωσης του δημοσίου. Δεύτερον, όλοι όσοι δουλεύουμε στον ιδιωτικό τομέα, γνωρίζουμε ότι κανένας οργανισμός δεν θα επιβίωνε αν οι υπάλληλοι του γνωρίζουν πως ανεξαρτήτως απόδοσης και συμπεριφοράς, αποκλείεται να απολυθούν. Αυτό δεν συμβαίνει σε καμία ανεπτυγμένη χώρα του κόσμου, παρά μόνο στην Ελλάδα. Η απειλή της απόλυσης, σε περίπτωση κακής αξιολόγησης, ανάρμοστης συμπεριφοράς, τέλεσης αδικημάτων, ή κατάργησης του αντικειμένου της εργασίας, πρέπει να υπάρχει. Είναι απολύτως αναγκαία, ώστε να αντιλαμβάνονται όλοι οι δημόσιοι υπάλληλοι ότι πρέπει να κάνουν τη δουλειά τους και να μην επαφίεται η εξυπηρέτηση πολιτών και επενδυτών στον πατριωτισμό ενός εκάστου.

Αυτό που λείπει όμως από το πρόγραμμα της Τρόικας και της κυβέρνησης είναι η δεύτερη προϋπόθεση για να κάνουν καλά τη δουλειά τους οι υπάλληλοι: η παροχή κινήτρων, μισθολογικών, βαθμολογικών και άλλων. Δεν χρειάζεται δηλαδή μόνο το μαστίγιο της απόλυσης, αλλά και το καρότο της ανταμοιβής, όπως και στον ιδιωτικό τομέα. 

Φίλος Νεοζηλανδός μου εξηγούσε ότι στη χώρα του, όπως και στις περισσότερες χώρες της Δύσης, ο μισθός όλων των δημοσίων υπαλλήλων δεν εξαρτάται από τα χρόνια προϋπηρεσίας, αλλά από το αντικείμενο για το οποίο έχουν προσληφθεί. Επίσης, έπειτα από αξιολόγηση των τμηματαρχών, κάθε Σεπτέμβριο, δίνονται μπόνους και αυξήσεις στους υπαλλήλους που κάνουν καλά τη δουλειά τους. Φυσικά, μου εξήγησε, ο προσωπικός παράγοντας υπεισέρχεται στη διαδικασία της αξιολόγησης, καθώς ο τμηματάρχης μπορεί να έχει συμπάθεια με έναν υπάλληλο, ή πολιτική/προσωπική αντιπάθεια για άλλον. Ωστόσο, υπάρχουν ασφαλιστικές δικλείδες: οι τμηματάρχες και διευθυντές επίσης ελέγχονται για τις επιδόσεις τους από τους ανώτερούς τους, ενώ οι εκθέσεις αξιολόγησης που υποβάλλουν, συγκρίνονται με την αξιολόγηση υπαλλήλων σε άλλα παρόμοια τμήματα από άλλους τμηματάρχες πριν δοθούν μπόνους. Δεύτερον, μου εξήγησε ο φίλος, ο προσωπικός παράγοντας στην αξιολόγηση είναι ένα ρίσκο που υπάρχει και στον ιδιωτικό τομέα, και το Νεοζηλανδικό κράτος έχει αποφασίσει ότι αξίζει να το πάρει, προκειμένου να αυξήσει την παραγωγικότητα στο δημόσιο. Έτσι, στη χώρα αυτή, όπως και σε πολλές άλλες, ένας διπλωμάτης του υπουργείοτ εξωτερικών μπορεί να γίνει πρέσβης στα 40 του, αντί να περιμένει την «επετηρίδα» στα 60 του, και κάποιος 35χρονος ταλαντούχος δημόσιος υπάλληλος, που εργάζεται σε αντικείμενο αιχμής (π.χ. στο Γενικό Λογιστήριο του Κράτους), αμοίβεται πολύ περισσότερο από έναν 60χρονο δημοτικό υπάλληλο, επίσης πανεπιστημιακής εκπαίδευσης, ο οποίος όμως εργάζεται σε αντικείμενο χωρίς απαιτήσεις. Και η κινητικότητα διασφαλίζει ότι όλοι έχουν την ευκαιρία (αν έχουν καλές αξιολογήσεις) να μετατεθούν σε υπηρεσίες αιχμής και να διαπρέψουν, εξασφαλίζοντας και την ανάλογη, αντίστοιχη του ιδιωτικού τομέα, αμοιβή. Αν γινόταν κάτι αντίστοιχο, ως συμπλήρωμα της κινητικότητας, στην Ελλάδα, τότε θα μιλούσαμε για τη μεγαλύτερη μεταρρύθμιση από συστάσεως ελληνικού κράτους.

Θα μου πείτε, «αυτά τα πράγματα δεν γίνονται στην Ελλάδα». Ε, τότε, αν δεν γίνονται, ας μείνουμε με ένα δημόσιο-βαρίδι για την οικονομία, με δυστυχισμένους και κακοπληρωμένους δημοσίους υπαλλήλους, που θα συνεχίσει να μας βασανίζει ακόμη και όταν φύγει η Τρόικα. Τουλάχιστον θα υπάρχει η απειλή της απόλυσης, που θα τους αναγκάζει να κρατάνε τα προσχήματα... 

Copyright © 1999-2024 Premium S.A. All rights reserved.