ΕΚΤΥΠΩΣΗ
Εκτύπωση αυτής της σελίδας
Αποποινικοποίηση του ποινικού κώδικα

Αποποινικοποίηση του ποινικού κώδικα

12:54 - 11 Οκτ 2020
Σπύρος Πολυχρονόπουλος

Γράφει ο Σπύρος Πολυχρονόπουλος

Ο νέος ποινικός κώδικας χρησιμοποιείται εδώ και πολύ καιρό από όλα τα κόμματα ως εργαλείο για πολιτικές αντιπαραθέσεις, αδιαφορώντας για το γεγονός ότι πρόκειται για αποτέλεσμα σκληρής εργασίας των κορυφαίων νομικών της χώρας. Με αφορμή την υπόθεση της Χρυσής Αυγής και κυρίως με αφορμή την παρέμβαση του πρώην υπουργού Δικαιοσύνης, κ. Σταύρου Κοντονή, το θέμα επανήλθε στο προσκήνιο.

Κυρίως η συζήτηση αφορά δύο ζητήματα. Το ότι έχει μειωθεί η ποινή που προβλέπεται για ένταξη εγκληματικής οργάνωσης και το ότι δεν προβλέπεται άρση των εκλογικών δικαιωμάτων των καταδικασθέντων, αν πρώτα δεν τελεσιδικήσει η υπόθεση. Αυτό το τελευταίο το ξεχνάνε οι επικριτές του ποινικού κώδικα.

Η κυβέρνηση βρήκε ευκαιρία να κατηγορήσει τον ΣΥΡΙΖΑ για υπόγειες σχέσεις με τη Χρυσή Αυγή, ενώ οι πιο ακραίοι θεωρούν ότι ο ΣΥΡΙΖΑ εξυπηρέτησε με το νέο ποινικό κώδικα γενικά τον υπόκοσμο. Ο ΣΥΡΙΖΑ αντέδρασε με ανάλογες επιθέσεις για ξεπλύματα των φασιστών κλπ. ΟΚ, τη "δουλειά" τους κάνουν οι πολιτικοί, ωστόσο, επιτρέψτε μας να θεωρούμε πως αυτή τους η αντιπαράθεση είναι δευτερεύον ζήτημα. Κυρίως αυτό που ενδιαφέρει τους πολίτες είναι αν τελικά ο ποινικός κώδικας είναι αυτός που χρειάζεται η ελληνική κοινωνία.

Όπως για τον κορονοϊό «ακούμε» τους γιατρούς και τους επιστήμονες, έτσι και για το θέμα του ποινικού κώδικα είναι προτιμότερο να «ακούμε» τους νομικούς. Ο νομικός κόσμος της χώρας «μίλησε» τις προηγούμενες ημέρες για το θέμα που έχει προκύψει με αφορμή την υπόθεση της Χρυσής Αυγής και αξίζει να δούμε τι έχει να πει.

Ο Ευάγγελος Βενιζέλος, που ΣΥΡΙΖΑ δεν τον λες, τοποθετήθηκε ξεκάθαρα στον ΣΚΑΪ, λέγοντας πως δεν υπάρχει ζήτημα να πέσει στα «μαλακά» η Χρυσή Αυγή λόγω του νέου κώδικα:

«Δεν νομίζω ότι οι τροποποιήσεις αυτές επηρεάζουν την ποινική μεταχείριση των καταδικασθέντων ήδη επί της ενοχής. Δηλαδή η επιμέτρηση των ποινών μπορεί να γίνει με έναν τρόπο που να οδηγεί στο αποτέλεσμα που θέλει το Δικαστήριο εν πάση περιπτώσει και που το κρίνει δίκαιο και ανάλογο και σύμφωνο με το Σύνταγμα και τον ποινικό νόμο. Δεν πρέπει να έχουμε μία ποινική νομοθεσία η οποία είναι δρακόντεια, ούτε μπορούμε να διαμορφώνουμε τους νόμους με βάση μία υπόθεση, όσο σημαντική και εάν είναι αυτή.

Δεν είμαι υπέρ της δρακόντειας ποινικής νομοθεσίας, είμαι υπέρ μίας ποινικής νομοθεσίας η οποία τηρεί το εύλογο μέτρο και η οποία εφαρμόζεται με ίσο τρόπο και δίκαιο τρόπο και διαφανή τρόπο σε όλους, ανώνυμους, επώνυμους, με τον ίδιο τρόπο. Εν πάση περιπτώσει, δεν νομίζω ότι θα πέσει κανείς στα μαλακά με βάση την αποδεικτική διαδικασία η οποία έχει προηγηθεί».

Για τα πολιτικά δικαιώματα είπε: «Ειναι μία συζήτηση ερασιτεχνικού χαρακτήρα, σε σχέση με τα πολιτικά δικαιώματα και τη στέρησή τους. Το Σύνταγμα προβλέπει, στο άρθρο 51 παράγραφος 3, ότι ο νόμος μπορεί να προβλέψει περιορισμούς στην άσκηση του εκλογικού δικαιώματος εάν δεν έχεις την κατάλληλη ηλικία, δηλαδή εάν είσαι εκλογικά ανήλικος, εάν είσαι ανίκανος προς δικαιοπραξία ή εάν έχεις καταδικασθεί αμετάκλητα για μία ορισμένη κατηγορία αδικημάτων που θα καθορίσει ο νόμος. Άρα ο εκλογικός νόμος μπορεί να προβλέψει ότι για τους αμετακλήτως καταδικασθέντες για κάποιες κατηγορίες εγκλημάτων υπάρχει περιορισμός του εκλογικού δικαιώματος, που σημαίνει ταυτόχρονα και περιορισμό του δικαιώματος του εκλέγεσθαι».

Μια δεύτερη, νομική και πολιτική, απάντηση δίνει και ο Χάρης Καστανίδης, βουλευτής του Κινήματος Αλλαγής:

«Και με τον παλιό Ποινικό Κώδικα», έγραψε, «δεν μπορεί να επιβληθεί στέρηση πολιτικών δικαιωμάτων, αν δεν είναι αμετάκλητη η απόφαση.  2ον: Η κυβέρνηση δύο φορές τροποποίησε τον Π.Κ και δεν άλλαξε τη ρύθμιση του 2019.  3ον: Οι σχετικές προβλέψεις να γίνουν στην εκλογική νομοθεσία. Όχι στον Ποινικό Κώδικα».

Ο πρώην Υπουργός σημειώνει πώς στέρηση πολιτικών δικαιωμάτων δεν μπορεί να επιβληθεί αν πρώτα δεν υπάρχει αμετάκλητη καταδικαστική απόφαση. Μάλιστα η συγκεκριμένη σύνδεση αποτελεί και συνταγματική πρόνοια.

Επίσης, η δικηγόρος της οικογένειας Φύσσα, Ελευθερία Τομπαζόγλου, που έζησε τη δίκη από πρώτο χέρι και ασφαλώς «καίγεται» για τις ποινές που θα επιβληθούν σχολίασε σχετικά: 

 «Το πλαίσιο του Ποινικού Κώδικα για διεύθυνση εγκληματικής οργάνωσης είναι 5 έως 15 χρόνια. Δεν θεωρώ ότι 15 χρόνια είναι ευνοϊκή μεταχείριση, για οποιονδήποτε άνθρωπο», είπε σε ό,τι αφορά τις ποινές.

Όσο για την στέρηση των πολιτικών δικαιωμάτων, έδειξε απ’ ευθείας τους έχοντες την πραγματική ευθύνη: «Είναι μια συζήτηση απόλυτα προσχηματική», είπε, «γιατί το ζητούμενο δεν είναι το δικαίωμα του εκλέγειν και εκλέγεσθαι, αλλά κατά πόσο το πολιτικό σύστημα του παρέχει κάλυψη. Δηλαδή, αυτοί ακόμη κι αν ξανακατέβουν σε εκλογές με έναν άλλον σχηματισμό, τα ίδια πρόσωπα, δεν νοείται ότι θα υπάρξει θεσμικός παράγοντας που δεν θα βγει να καταγγείλει αυτή την κίνηση».

Ο Ηλίας Αναγνωστόπουλος, καθηγητής Ποινικού Δικαίου στη Νομική Σχολή Αθηνών, και εκ των μελών της νομοπαρασκευαστικής επιτροπής για τον Ποινικό Κώδικα είπε στο Protagon για τις ποινές πως μειώθηκαν αλλά παραμένουν μεγάλες και δεν εξισώνουν τη διεύθυνση εγκληματικής οργάνωσης με την ένταξη σε αυτήν:

«Βάσει του άρθρου 187, η ένταξη επισύρει ποινή κάθειρξης έως 10 ετών, ενώ η διεύθυνση έως 15 ετών – τιμωρείται με κάθειρξη έως 15 ετών. Η ποινή των 15 ετών είναι μια βαριά ποινή για τον διευθύνοντα – «πού μπορεί να φθάσει (το ύψος της ποινής), όταν κάποιος δεν έχει εγκληματίσει προσωπικά;», διερωτάται.

Επίσης για τα πολιτικά δικαιώματα σημειώνει πως δεν έχει υπάρξει αλλαγή και πως η στέρηση πολιτικών δικαιωμάτων προκύπτει ως παρεπόμενη ποινή, όταν η υπόθεση τελεσιδικήσει»..

Τέλος, ο καθηγητής Συνταγματικού Δικαίου, Αντώνης Μανιτάκης για το θέμα της διάρκειας των ποινών και το θέμα της στέρησης, επισήμανε: «Το θέμα της διάρκειας των ποινών για μένα δεν είναι τόσο πολύ σημαντικό, τι 15 τι 20. Άλλωστε μετά από 15 -20 χρόνια ζητούσαν διάφορα ελαφρυντικά λόγω καλής διαγωγής πήγαιναν και ελευθερωνόντουσαν και η ουσία της καταδίκης και της ποινικής τιμωρίας είχε ολοκληρωθεί. Δεν είναι το προβλημα μου τα 15 ή 20 το πρόβλημα είναι της στέρησης των πολιτικών δικαιωμάτων. Δεν βλέπω ότι σε αυτό μπορεί αν γίνει κάτι πρώτον διότι το σύνταγμά λεει και το έλεγε από το 1975 ότι για να στερηθεί κάποιος τα πολιτικά του δικαιώματα θα πρέπει να έχει εκδοθεί αμετάκλητη καταδίκη άρα θα πρέπει να είναι καταδίκη και σε δεύτερο βαθμό, να καταστεί η απόφαση αυτή αμετάκλητη. Επομένως με την αναγγελία της απόφασης αν υποθέσουμε ότι γινόντουσαν αμέσως εκλογές αυτοί τυπικά είχαν το δικαίωμα να είναι υποψήφιοι είτε άλλαζε ο νόμος είτε όχι. Και με τον παλιό νόμο θα έπρεπε να καταστεί η απόφαση αυτή τελεσίδικη για να μπορέσουν να στερηθούν τα πολιτικά τους δικαιώματα».

Νομίζω τα παραπάνω πρέπει να είναι αρκετά για να λήξει αυτή η συζτήση εδώ, να αφήσουμε τον Ποινικό Κώδικα στην ησυχία του, να χαρούμε με την καταδίκη της Χρυσής Αυγής και να προχωρήσουμε ως χώρα παρακάτω.

Έχουμε τόσα προβλήματα να λύσουμε, ας μην «κολλάμε» στα λυμένα...

Τελευταία τροποποίηση στις 10:26 - 13 Οκτ 2020
Copyright © 1999-2024 Premium S.A. All rights reserved.