ΕΚΤΥΠΩΣΗ
Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Στρατηγικές διαχείρισης του χρέους στην Ευρώπη και στην Ελλάδα

09:57 - 28 Σεπ 2015 | ck
Mε δεδομένη την αναμενόμενη συρρίκνωση του ΑΕΠ για τα επόμενα δυο χρόνια (2015 και 2016), η σχέση χρέους προς ΑΕΠ αναμένεται να διαμορφωθεί κοντά στο 200% το 2017, από 177% το 2014, αναδεικνύοντας την Ελλάδα ως την πιό χρεωμένη χώρα στην Ευρώπη. Η πρόσφατη αναγνώριση εκ μέρους του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου (ΔΝΤ) ότι το ελληνικό χρέος δεν είναι βιώσιμο "ως έχει" θα μπορούσε να αποδειχθεί κομβική στιγμή για το παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό σύστημα. Αυτό, δυνητικά, συνεπάγεται την επαναφορά παλαιότερων προτάσεων του ΔΝΤ για ένα μηχανισμό κρατικών πτωχεύσεων, ή την εξεύρεση τρόπων ώστε να θεσμοποιηθεί η πρόσφατη στάση του Ταμείου ως προς το ζήτημα του ελληνικού χρέους.

Από τη στιγμή που ξέσπασε η ελληνική κρίση, υπήρξαν κατά βάση οι παρακάτω τρεις σχολές σκέψης:

 

(α) Πρώτον, υπάρχει η άποψη της λεγόμενης τρόϊκας (και του τωρινού κουαρτέτου), η οποία υποστηρίζει ότι η επιβαρυμένη με χρέος περιφέρεια της ευρωζώνης - Ελλάδα, Ιρλανδία, Πορτογαλία και Ισπανία - απαιτεί ισχυρή πολιτική πειθαρχία προκειμένου να αποτραπεί ο μετασχηματισμός μιας βραχυπρόθεσμης κρίσης ρευστότητας σε ένα μακροπρόθεσμο πρόβλημα αφερεγγυότητας. Η ορθόδοξη πολιτική συνταγή ήταν να δοθεί παράταση στα συμβατικά δάνεια-γέφυρες προς τις χώρες αυτές, κι έτσι να τους δοθεί και ο χρόνος να διορθώσουν προβλήματα του προϋπολογισμού τους και να αναλάβουν διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις που στόχο είχαν την ενίσχυση των μακροπρόθεσμων δυνατοτήτων ανάπτυξής τους. Αυτή η προσέγγιση έχει λειτουργήσει στην Ισπανία, την Ιρλανδία και την Πορτογαλία, αλλά το τίμημα ήταν επικής κλίμακας υφέσεις. Επιπλέον, υπάρχει υψηλός κίνδυνος υποτροπής σε περίπτωση μιας σημαντικής επιβράδυνσης της παγκόσμιας οικονομίας. Η πολιτική "των θεσμών" έχει, ωστόσο, αποτύχει να σταθεροποιήσει την οικονομία της Ελλάδας.

 

(β) Μια δεύτερη σχολή σκέψης απεικονίζει επίσης την κρίση ως καθαρό πρόβλημα ρευστότητας, αλλά θεωρεί τη μακροπρόθεσμη αφερεγγυότητα ως εξωτερικό κίνδυνο, στη χειρότερη περίπτωση. Το πρόβλημα δεν είναι ότι το χρέος των χωρών στην περιφέρεια της ευρωζώνης είναι υπερβολικά υψηλό, αλλά ότι δεν επιτρέπεται να ανέλθει σε τέτοια επίπεδα. Αυτό το αντίθετο στη λιτότητα στρατόπεδο πιστεύει πως ακόμα κι όταν οι ιδιωτικές αγορές έχασαν πλήρως την εμπιστοσύνη τους στην περιφέρεια της Ευρώπης, η Βόρεια Ευρώπη θα μπορούσε εύκολα να έχει λύσει το πρόβλημα, συνυπογράφοντας το χρέος της περιφέρειας - ενδεχομένως υπό την ομπρέλα ευρωομολόγων που υποστηρίζονται εν τέλει από όλους τους ευρωπαίους φορολογούμενους. Οι χώρες της περιφέρειας θα έπρεπε στη συνέχεια να έχουν τη δυνατότητα όχι μόνο να επανακυλίσουν το χρέος τους, αλλά και να υιοθετήσουν πλήρους κλίμακας αντικυκλική δημοσιονομική πολιτική για όσο διάστημα οι εθνικές κυβερνήσεις τους το κρίνουν απαραίτητο.

 

(γ) Μια τρίτη άποψη είναι ότι, δεδομένης της τεράστιας χρηματοπιστωτικής κρίσης, το πρόβλημα χρέους της Ευρώπης θα έπρεπε να έχει διαγνωσθεί ως πρόβλημα αφερεγγυότητας από την αρχή, και να έχει αντιμετωπιστεί με αναδιάρθρωση και συγχώρεση χρέους, με τη βοήθεια του μετρίως αυξημένου πληθωρισμού και των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων. Στην Ιρλανδία και την Ισπανία, αυτοί που θα έπρεπε να έχουν δεχτεί το πλήγμα από τις πτωχεύσεις τραπεζών ήταν οι ιδιώτες ομολογιούχοι, όχι οι Ιρλανδοί και Ισπανοί φορολογούμενοι. Στην Ελλάδα, θα έπρεπε να έχουν υπάρξει ταχύτερες και μεγαλύτερες μειώσεις χρέους. Φυσικά, οι εθνικές κυβερνήσεις θα είχαν υποχρεωθεί να χρησιμοποιήσουν τα κεφάλαια των φορολογούμενων για την ανακεφαλαιοποίηση των βορειοευρωπαϊκών τραπεζών, οι οποίες δάνεισαν υπερβολικά ποσά στην περιφέρεια. Και θα είχαν χρειαστεί μεταβιβάσεις για την ανακεφαλαιοποίηση των τραπεζών της περιφέρειας. Αλλά, τουλάχιστον, τότε το κοινό θα είχε κατανοήσει την πραγματικότητα της κατάστασης, ενώ οι αναδιαρθρωμένες και ανακεφαλαιοποιημένες τράπεζες θα ήταν σε θέση να αρχίσουν να επαναδανείζουν.

 

Υπάρχουν χώρες παρόμοιου μεγέθους με την Ελλάδα, με μεγαλύτερο χρέος από το Ελληνικό, χωρίς όμως πρόβλημα στην εξυπηρέτηση του, γιατί απλά το ΑΕΠ είναι αρκετά μεγάλο. Άρα, το απόλυτο νούμερο του χρέους δεν είναι το κρίσιμο ζήτημα. Tο ζητούμενο είναι να αυξηθεί το ΑΕΠ, χωρίς να αυξηθεί το χρέος, μέσω δημιουργίας -μικρών έστω- πλεονασμάτων. Έτσι, ο λόγος χρέους προς ΑΕΠ θα μειώνεται διαχρονικά και το Ελληνικό χρέος θα καταστεί βιώσιμο. Το χρέος δεν είναι βιώσιμο μόνο εάν υποθέτουμε αρνητικούς ρυθμούς ανάπτυξης και ελλείμματα. Η λύση σε αυτό το πρόβλημα είναι ένα μοντέλο ανάπτυξης με ιδιωτικές επενδύσεις και απελευθέρωση της επιχειρηματικότητας, χωρίς τον χρόνιο ελληνικό κρατισμό. Υπάρχει όμως επιπρόσθετα και η αναδιάρθρωση του χρέους χωρίς αυτό να μειωθεί ως απόλυτος αριθμός, καθώς κάτι τέτοιο δεν μπορεί -μέχρι στιγμής τουλάχιστον- να εγκριθεί από τα κοινοβούλια των Ευρωπαϊκών κρατών, γιατί έρχεται σε αντίθεση με το "λαϊκό" αίσθημα ("αριθμητική μείωση χρέους δεν είναι δυνατόν να επιτευχθεί εντός του ευρώ", όπως συχνά υποστηρίζει κι ο "φίλος" μας ο Σόϊμπλε).

 

Έτσι λοιπόν θα μπορούσε να γίνει μια συμφωνία αναδιάρθρωσης, με την οποία: 1) Tο χρέος θα επιμηκυνθεί και θα μετατραπεί σε χρέος π.χ. πενήντα ετών, όταν σήμερα οι διάρκειες για τα δύο μεγάλα Ευρωπαϊκά δάνεια είναι 16 χρόνια (για τα 52.9 δις των διμερών δανείων) και 26 χρόνια (για τα 141.9 δις του EFSF). 2) Θα παραμείνουν τα σημερινά χαμηλά επιτόκια, ίσως μάλιστα να μπορεί να επιτευχθεί και κάποια περαιτέρω μικρή μείωση τους - υπενθυμίζουμε ότι τα σημερινά επιτόκια είναι 1.8% και 0.6% για τα δύο μεγάλα Ευρωπαϊκά δάνεια. 3) Θα επεκταθεί η περίοδος χάριτος και στα άλλα Ευρωπαϊκά δάνεια, πέραν των 145 δις που έχουν ήδη περίοδο χάριτος μέχρι το 2022. Με βάση αυτή την αναδιάρθρωση, τα χρεολύσια θα μειωθούν ακόμα περισσότερο και θα γίνει ευκολότερη η εξυπηρέτηση του χρέους και η παροχή ρευστότητας σε αναπτυξιακά έργα. Ας θυμηθούμε ότι το ετήσιο κόστος εξυπηρέτησης του χρέους είναι σήμερα περίπου 5 δις ευρώ, σε σύγκριση με 15 δις πριν το PSI και τη χρηματοδότηση από τους Ευρωπαϊκούς μηχανισμούς. Ταυτόχρονα, το χρέος -σε όρους παρούσας αξίας (PV)- θα μειωθεί λόγω μακράς διάρκειας και χαμηλών επιτοκίων.

 

Επίσης, η ελληνική κυβέρνηση έχει αναφέρει εγγράφως ότι το χρέος σε παρούσα αξία αποτελεί στην πραγματικότητα σήμερα το 135% του ΑΕΠ, αντί του 177% του ΑΕΠ που αναφέρεται θεωρητικά. Η επίτευξη μιας τέτοιας συμφωνίας αναδιάρθρωσης θα λειτουργήσει τέλος θετικά για τις αγορές, καθώς ισοδυναμεί με ελάφρυνση χρέους. Αυτό μπορεί να οδηγήσει -μαζί με μέτρα οικοδόμησης επενδυτικής εμπιστοσύνης- στη δυνατότητα της χώρας να βγει στις αγορές, που είναι άλλωστε και το ζητούμενο για την απεξάρτησή της από τον υπάρχοντα δανεισμό. H ρύθμιση του χρέους (η αναδιάρθρωση-ελάφρυνση χρέους και όχι αναγκαστικά η μείωση χρέους σε απόλυτους αριθμούς) θα βοηθούσε μέσω της ελάφρυνσης της ελληνικής οικονομίας από ένα βαρύ φορτίο, αλλά θα συνέβαλε και στην αποκατάσταση της εμπιστοσύνης μεταξύ των Ελλήνων και των πιστωτών τους. Επιπροσθέτως, η ρύθμιση χρέους θα προσέφερε και ένα πρόσθετο σημαντικό κίνητρο για την συνεχή και συνεπή εφαρμογή των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων, που θα αποτελούσαν τον καταλύτη για το άνοιγμα του δρόμου προς την οικονομική ανάπτυξη της χώρας.

 

Ποιά λοιπόν πρέπει να είναι η ευρωπαϊκή οδός προς τα εμπρός; Η βαθύτερη  ολοκλήρωση, οι αυστηρότερες απαιτήσεις σε ότι αφορά στα ίδια κεφάλαια για τις τράπεζες, καθώς και οι βαθύτερες αλλά "ντόπιες" διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις (περιστολή και εκσυγχρονισμό του δημόσιου τομέα, επιτάχυνση αποκρατικοποιήσεων, ενίσχυση ανταγωνισμού και καινοτομίας στον ιδιωτικό τομέα, ταχύτερη απονομή δικαιοσύνης, πάταξη φοροδιαφυγής, διεύρυνση φορολογικής βάσης, εφαρμογή απαιτούμενων δομικών αλλαγών στην αγορά εργασίας, εκλογίκευση του ασφαλιστικού συστήματος της χώρας, επανασχεδιασμό και ανακεφαλαιοποίηση του τραπεζικού συστήματος) είναι σίγουρα απαραίτητα στοιχεία οποιασδήποτε λύσης. Αλλά και η περαιτέρω βοήθεια προς την ευρωπαϊκή περιφέρεια εξακολουθεί να αποτελεί επιτακτική ανάγκη. Ωστόσο, πέραν αυτών, η εμπειρία της Ευρώπης οφείλει να δώσει τροφή για μία πλήρη αναθεώρηση του παγκόσμιου συστήματος διαχείρισης κρατικών πτωχεύσεων. Δεν υπάρχει δωρεάν γεύμα στην Ευρώπη -και ποτέ δεν υπήρξε στην EE- αλλά, τουλάχιστον στο μέλλον, πρέπει να υπάρξουν καλύτεροι τρόποι διαχείρισης του μη εξυπηρετήσιμου χρέους, ειδικά αν επιθυμούμε να ζήσουμε την ενηλικίωση του ευρώ.

Copyright © 1999-2024 Premium S.A. All rights reserved.