ΕΚΤΥΠΩΣΗ
Εκτύπωση αυτής της σελίδας

H ενοποιημένη ευρωπαϊκή αγορά ενέργειας ως καταλύτης ανάπτυξης για την Ελλάδα

09:51 - 21 Νοε 2015 | ck
Με τη διετία (2015-2016) έστω και ηπιότερης του αναμενομένου συρρίκνωσης του πραγματικού ΑΕΠ να είναι μπροστά μας, η χώρα θα συμπληρώσει οκτώ χρόνια ύφεσης τα τελευταία εννέα χρόνια (+0,7% το 2014), στα οποία σωρευτικά, αν συνυπολογιστεί και ο αποπληθωρισμός, χάθηκε σχεδόν το 30% του ΑΕΠ.

Η παρατεταμένη ύφεση οδήγησε στην κατάρρευση της ακαθάριστης εθνικής αποταμίευσης σε 8,4% του ΑΕΠ (έναντι 21% στην ΕΕ) και των επενδύσεων σε 11,6% του ΑΕΠ από 25,7% το 2007, ενώ, όπως εκτιμάται πια ευρέως, χρειάζονται πάνω από 100 δισ. ευρώ επενδύσεις την επόμενη πενταετία -κυρίως από το εξωτερικό- για να διατηρηθεί η Ελλάδα σε θετική αναπτυξιακή πορεία.

 

Στο σημερινό παγκοσμιοποιημένο οικονομικό περιβάλλον, καμία επιχείρηση δεν μπορεί να ελπίζει ότι θα επιβιώσει, αν δεν είναι σε θέση να αναμετρηθεί στα επίπεδα που θέτουν οι ηγέτες του κλάδου σε παγκόσμιο επίπεδο. Οι τυπικές θερμοδυναμικές αποδόσεις μονάδων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας από άνθρακες στις δυτικές οικονομίες βρίσκονται κοντά στο 40%, ενώ οι τυπικές αποδόσεις των λιγνιτικών μονάδων της ΔΕΗ βρίσκονται γύρω στο 30%.

 

Κάθε ευρώ δαπάνης για επιλεκτικές παρεμβάσεις σύγκλισης των αποδόσεων με αυτές των δυτικών οικονομιών μειώνει το κόστος παραγωγής, εξοικονομεί αποθέματα, ελαχιστοποιεί τις περιβαλλοντικές επιπτώσεις, δημιουργεί και διασφαλίζει θέσεις εργασίας, καθιστά την οικονομία ανταγωνιστικότερη και παράγει μεγαλύτερη ποσότητα συνολικού Ακαθάριστου Εθνικού Προϊόντος (ΑΕΠ).


Από την άλλη μεριά, η λειτουργία της ελληνικής αγοράς ενέργειας δεν είναι επιτυχημένη, διότι: (1) Οι τιμές που διαμορφώνονται είναι αναποτελεσματικές και μη δίκαιες. (2) Είναι πολύπλοκη και αδιαφανής. (3) Δεν παρέχει τα αναμενόμενα κίνητρα για την ανάπτυξη μιας δυναμικής και ορθολογικής επενδυτικής συμπεριφοράς. (4) Το κόστος διαχείρισης -λόγω των χρησιμοποιούμενων πολύπλοκων λογισμικών προγραμμάτων και του αλγορίθμου ΗΕΠ- είναι υψηλό για το μέγεθος της ελληνικής αγοράς.

 

Είναι γνωστό ότι οι παράγοντες που επηρεάζουν την ανάπτυξη ανταγωνισμού στην αγορά ηλεκτρικής ενέργειας είναι το μοντέλο οργάνωσής της, η δομή του ιδιοκτησιακού καθεστώτος και το μέγεθος του βιομηχανικού κλάδου. H μέχρι σήμερα λειτουργία της εγχώριας αγοράς ενέργειας δεν οδήγησε στην ανάπτυξη ανταγωνισμού επειδή: α) H ελληνική αγορά είναι μικρή και απομακρυσμένη από τα μεγάλα ευρωπαϊκά κέντρα παραγωγής και κατανάλωσης ηλεκτρισμού. β) Oι διασυνδέσεις δεν έχουν μεγάλη ισχύ. γ) Tο κόστος μεταφοράς μαζί με τις απώλειες ισχύος και ενέργειας από και προς τα κέντρα αυτά είναι απαγορευτικό.

 

Oι κυβερνήσεις μας, εδώ και δεκαετίες, φλυαρούσαν μόνο πάνω στο ενεργειακό πρόβλημα, δίχως να κάνουν τίποτε το ουσιαστικό. H ανακολουθία, η επιφανειακή διερεύνηση και η αστάθεια υπήρξαν τα χαρακτηριστικά γνωρίσματα της πολιτικής προσέγγισης όσον αφορά τα θέματα ενέργειας. Παράλληλα, σωστά λέγεται από πολλούς ότι η Ελλάδα δεν παράγει σχεδόν τίποτα. H ηλεκτρική ενέργεια όμως -παρ' όλα τα διαρθρωτικά προβλήματα της εσωτερικής ελληνικής αγοράς- είναι ένα περιζήτητο και εξαγώγιμο αγαθό, που μπορεί να παραχθεί σε αφθονία από ντόπιους πόρους στη χώρα μας, με πολύ ευδιάκριτες θετικές προοπτικές ανάπτυξης για την χειμάζουσα ελληνική οικονομία.

 

Η ήδη εξαγγελθείσα ευρωπαϊκή ενεργειακή ένωση -και η ως εκ τούτου επικείμενη δημιουργία μίας νέας δομής (ενιαίας) ευρωπαϊκής αγοράς ενέργειας- είναι ένα βήμα μεγάλης πολιτικής, οικονομικής και περιβαλλοντικής σημασίας. Αν και προωθείται κυρίως από βορειοευρωπαϊκές χώρες, εν τούτοις συμπλέει παράλληλα και προς την ίδια κατεύθυνση με ελληνικά στρατηγικά συμφέροντα. Η παραγωγή και χρήση της ενέργειας με συνετό τρόπο μειώνει την απειλή της κλιματικής αλλαγής που απειλεί το μέλλον. Παράλληλα όμως, είναι επένδυση που δημιουργεί νέες θέσεις εργασίας, ενεργειακή ασφάλεια και τεχνολογική υπεροχή.

 

Χωρίς καμία αμφιβολία, η Ευρώπη προετοιμάζεται πολύ συστηματικά γι' αυτό το σημαντικό βήμα. Ήδη έχουν μελετηθεί επαρκώς οι κοινοί ευρωπαϊκοί ενεργειακοί στόχοι και έχει χαραχθεί ένα πλαίσιο ενεργειακής πολιτικής για την επόμενη δεκαετία, ενώ η δημιουργία μιας ολοκληρωμένης αγοράς ενέργειας -που θα περιλαμβάνει όλες τις χώρες της Ευρωπαϊκής Ενωσης (ΕΕ)- βρίσκεται σε κοντινή απόσταση.

 

Η κατασκευή διευρωπαϊκών ηλεκτρικών δικτύων υψηλής ισχύος θα καταργήσει τα ευρωπαϊκά ενεργειακά σύνορα, επιτρέποντας την απρόσκοπτη ροή ενέργειας και τον ασφαλή εφοδιασμό κάθε χώρας-μέλους της ΕΕ. Κατά πολύ αξιόπιστους υπολογισμούς ειδικών του κλάδου, μια κατάλληλη διασύνδεση δικτύων θα έφερνε ετήσια εξοικονόμηση μεγέθους 35-45 δισ. ευρώ (κατά προσέγγιση) για τους ευρωπαίους καταναλωτές.

 

Προπάντων όμως, η Ευρώπη έχει ισχυρό συμφέρον να αναπτύξει όλες τις ανανεώσιμες πηγές ενέργειας της ηπείρου -ηλιακή, αιολική, παλιρροϊκή, υδροηλεκτρική, κυματική, βιομάζα και γεωθερμική-, διότι έτσι λύνει οριστικά το ζήτημα της ενεργειακής της εξάρτησης (που αποτελεί θέμα μεγάλης γεωπολιτικής σημασίας), ενώ μέσα σε ένα παγκοσμιοποιημένο οικονομικό περιβάλλον εξασφαλίζει την τεχνολογική πρωτοπορία σε έναν κρίσιμο τομέα.

 

Mεταξύ των χωρών της Ευρωπαϊκής Ενωσης, η Ελλάδα θα ήταν από τις πιό ωφελημένες από μια ευρωπαϊκή ενεργειακή ένωση και τη δημιουργία μιας νέας δομής και μεγέθους -ενιαίας- ευρωπαϊκής αγοράς ενέργειας, για τρείς συγκεκριμένους λόγους:

  • Πρώτον, το αιολικό δυναμικό της, ιδιαίτερα στη θάλασσα, είναι από τα υψηλότερα στην Ευρώπη, ενώ είναι ιδιαίτερα προικισμένη από τη φύση με ήλιο. Αν κατασκευασθούν τα διευρωπαϊκά ηλεκτρικά δίκτυα υψηλής ισχύος, θα μπορεί να εξάγει σημαντικές ποσότητες ηλεκτρισμού -όταν τα αιολικά και φωτοβολταϊκά πάρκα θα έχουν περίσσευμα παραγωγής- οικοδομώντας έτσι μια σταθερή και εξωστρεφή ανάπτυξη.
  • Δεύτερον, θα δημιουργηθούν προοπτικές βιομηχανικής ανάπτυξης σε νέους τομείς (όπως η κατασκευή εξαρτημάτων για ανεμογεννήτριες και φωτοβολταϊκά, ο σχεδιασμός και η κατασκευή υπεράκτιων πλωτών και μη πλωτών αιολικών πάρκων), τα πλεονεκτήματα των οποίων θα δεσπόσουν τα επόμενα χρόνια.
  • Τρίτον, θα υπάρξει θετική συμβολή στην καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής, η οποία -σύμφωνα με τις επικρατέστερες μετεωρολογικές προβλέψεις- παρουσιάζει περισσότερους κινδύνους για τον ελληνικό τουρισμό, τις ελληνικές πόλεις των επόμενων δεκαετιών και την ελληνική γεωργία, απ' ότι για άλλες χώρες της Ευρώπης.

Στην Ελλάδα, η παραγωγή από ορυκτά καύσιμα θα συρρικνωθεί, αλλά θα καλύπτεται από τα δίκτυα -όταν δεν υπάρχει αρκετός άνεμος ή φως- εξασφαλίζοντας ενεργειακή επάρκεια για κάθε πολίτη, ιδιαίτερα στα νησιά, με λογικό κόστος. Υψηλόβαθμη προτεραιότητα της ελληνικής κυβέρνησης θα έπρεπε να είναι η άμεση ηλεκτρική διασύνδεση της Κρήτης και των νησιών του Αιγαίου με την ηπειρωτική χώρα, καθώς επίσης και η κατασκευή δικτύων μεγαλύτερης ισχύος που θα συνδέουν την Ελλάδα προς τον Βορρά και προς τη Δύση με την υπόλοιπη Ευρώπη, με χρηματοδότηση της τεράστιας δαπάνης από ευρωπαϊκούς πόρους.

 

Η προοπτική μεγάλης κλίμακας παραγωγής και εξαγωγής ενέργειας από ελληνικές ανανεώσιμες πηγές ενέργειας είναι ένα ισχυρό επιχείρημα, απολύτως συμβατό με τις προτεραιότητες των προγραμμάτων κοινού ευρωπαϊκού ενδιαφέροντος. Ωστόσο, καλό θα ήταν να επισημανθεί ότι, από καθαρά ελληνική αμέλεια (σώπα καλέ, γίνονται αυτά τα πράγματα στην Ελλάδα; μάλλον θα πρόκειται για κακοήθειες...), τα έργα διασύνδεσης ελληνικού ενδιαφέροντος δεν περιλαμβάνονται στα ως σήμερα προτεινόμενα και υπό μελέτη προγράμματα - με μοναδική ίσως εξαίρεση το έργο διασύνδεσης της Κύπρου, το οποίο πρέπει υποχρεωτικά να περάσει από τη Κρήτη, αποκλειστικά και μόνο λόγω γεωγραφικής ιδιομορφίας. Καιρός λοιπόν να αναπτύξουμε τις κατάλληλες πρωτοβουλίες και να δράσουμε άμεσα, πριν χαθεί άλλη μια μεγάλη ευκαιρία για τη χώρα μας.

 

Τώρα θα μου πείτε ότι εμείς εδώ στην Ελλάδα ζούμε με τους δικούς μας ιδιορυθμούς, που έχουν έντονη οσμή και γεύση από Βαλκάνια (που δεν είναι παίξε-γέλασε, όπως μας τραγούδησε κι ο Σαββόπουλος). Εντάξει λοιπόν, να συμφωνήσουμε. Αλλά αν είναι έτσι τα πράγματα, ας μη παραπονιόμαστε που μετά από παρέλευση μιας εξαετίας διαρκούς κρίσης, και ενώ όλες οι υπόλοιπες χώρες της ευρωπαϊκής περιφέρειας έχουν βγεί απ' τα μνημόνια, εμείς ακόμη βρισκόμαστε μεσοπέλαγα, μονίμως σε κατάσταση συγχίσεως για το αν και πως θα ακολουθήσουμε την ήδη χαραγμένη πορεία στον χάρτη που οδηγεί στην έξοδο από την οικονομική δυσπραγία και εξασφαλίζει διατηρήσιμη οικονομική ανάκαμψη. Και ο νοών νοείτω.

 

Copyright © 1999-2024 Premium S.A. All rights reserved.