ΕΚΤΥΠΩΣΗ
Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Η ελληνική κοινωνική ασφάλιση υπό το πρίσμα της ισορροπίας Nash

09:56 - 23 Οκτ 2017 | ck
Σύμφωνα με την οπτική της θεωρίας των παιγνίων, στις διάφορες αποφάσεις κοινωνικής πολιτικής θα πρέπει απαραιτήτως να λαμβάνεται υπόψη η μεγιστοποίηση του οφέλους για το κράτος, τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις. Ταυτόχρονα, η δράση και η αντίδραση των βασικών πυλώνων του οικονομικού συστήματος -νοικοκυριών και επιχειρήσεων- αποτελούν μία σημαντική διάσταση της οικονομικής πολιτικής κατά τη σύγχρονη θεωρία των παιγνίων, που θεωρείται στις μέρες μας βασικό εργαλείο κατανόησης της πολιτικο-οικονομικής συμπεριφοράς ατόμων και επιχειρήσεων. Αλλά για να μην θεωρητικολογούμε αενάως, ας προχωρήσουμε με δύο συγκεκριμένα παραδείγματα που θα "καθαρίσουν την εικόνα" για τις επόμενες παραγράφους που ακολουθούν:

To πρώτο χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελούν οι φορολογικοί συντελεστές, όπου σύμφωνα με την καμπύλη του Λάφερ, ένας συντελεστής στο επίπεδο του 0% δεν θα εξασφαλίσει καθόλου έσοδα για το κράτος, αλλά το ίδιο αποτέλεσμα θα έχει και ένας φορολογικός συντελεστής στο επίπεδο του 100%, αφού ο φορολογούμενος δεν θα έχει κανένα κίνητρο να εργαστεί, δεδομένου ότι το κράτος θα απορροφήσει το σύνολο του εισοδήματός του. Άλλο ένα  παράδειγμα; Ένας υψηλός φορολογικός συντελεστής στα καύσιμα θα οδηγήσει πολλούς στη χρήση των μαζικών μέσων μεταφοράς, με αποτέλεσμα να μην εισπραχθούν τα έσοδα που προσδοκούσε το κράτος. Καλά μέχρι εδώ; - Πάμε παρακάτω.

Το ίδιο ακριβώς συμβαίνει και με την περίπτωση της κοινωνικής ασφάλισης, με την έννοια της επιβολής ασφαλιστικών εισφορών οι οποίες δεν επιφέρουν το αντίστοιχο ύψος αναλογικότητας στις συντάξεις. Σε αυτή την περίπτωση, ο εργαζόμενος δεν έχει κίνητρο να ασφαλιστεί, με αποτέλεσμα να αυξάνονται η εισφοροδιαφυγή και η εισφοροαποφυγή. Σε αυτήν ακριβώς την κατάσταση έχει περιέλθει η χώρα μας με το μνημονιακό νομοθετικό πλαίσιο του κοινωνικο-ασφαλιστικού συστήματος. Στο ελληνικό φορολογικό σύστημα διαπιστώνουμε ότι, για το έτος 2016, το 52% των νοικοκυριών δήλωσε εισόδημα κάτω των 10.000 ευρώ και το 67% δήλωσε εισόδημα κάτω των 15.000 ευρώ. Περισσότερο από 25.000 ευρώ εισόδημα δήλωσε μόλις το 11% των νοικοκυριών.

Στο κοινωνικο-ασφαλιστικό σύστημα των μνημονίων, το οποίο συνδέθηκε με το εισόδημα για τους ελεύθερους επαγγελματίες και τους αγρότες, υπάρχει ο ισχυρισμός ότι αυξήθηκε η εισπραξιμότητα και η δημιουργία ταμειακού πλεονάσματος, με συντελεστές αναπλήρωσης που υπερβαίνουν κατά μέσο όρο το 70% και προσεγγίζουν μέχρι και το 107%. Παράλληλα, για τα πολύ μεγάλα εισοδήματα, ο συντελεστής αναπλήρωσης μειώνεται κάτω του 40% και προσεγγίζει ως και το 34%, λόγω της εφαρμογής του ανώτερου ορίου σύνταξης. Ωστόσο, οι συντελεστές αναπλήρωσης στα συνταξιοδοτικά συστήματα δεν αποτελούν τον πιό σημαντικό δείκτη. Αντίθετα, το πραγματικό επίπεδο διαβίωσης των συνταξιούχων -το οποίο αντικατοπτρίζεται από το μέσο επίπεδο των συντάξεων- αποτελεί το κυρίαρχο μέγεθος στα συνταξιοδοτικά συστήματα. Η παρατήρηση αυτή σημαίνει ότι στο μνημονιακό κοινωνικο-ασφαλιστικό νομοθετικό πλαίσιο παρατηρούνται υψηλοί συντελεστές αναπλήρωσης με μέσο επίπεδο κύριων συντάξεων επιπέδου 600 ευρώ (μεικτά).

Από την άποψη αυτή, είναι φανερό ότι δεν μπορεί να υποστηρίζεται ως επιτυχής η επιλογή των υψηλών συντελεστών αναπλήρωσης οι οποίοι οδηγούν σε χαμηλό επίπεδο συντάξεων και σε γενικευμένη φτωχοποίηση των συνταξιούχων. Με την ίδια λογική, δεν μπορεί να θεωρείται ως επιτυχής επιλογή η αύξηση του επιπέδου εισπραξιμότητας των ελεύθερων επαγγελματιών, δεδομένου ότι η συντριπτική τους πλειοψηφία καταβάλλουν την κατώτερη εισφορά, η οποία θα τους οδηγήσει και σε αντίστοιχα χαμηλά επίπεδα συντάξεων. Επιπλέον, εάν ληφθεί υπόψη και η καταστρατήγηση της αρχής της αναλογικότητας εισφορών - παροχών, τότε γίνεται αντιληπτό ότι ουσιαστικά παρέχονται κίνητρα για έξοδο των ασφαλισμένων της συγκεκριμένης επαγγελματικής κατηγορίας από την κοινωνική ασφάλιση. Το όποιο ταμειακό πλεόνασμα πρέπει να εκλαμβάνεται ως βραχυπρόθεσμης και όχι ως μακροπρόθεσμης προοπτικής.

Tα δηλωθέντα εισοδήματα επαγγελματιών και αγροτών -με τα οποία υπολογίζονται οι εισφορές- είναι αισθητά μειωμένα σε σχέση με πέρυσι. Σύμφωνα με εκτιμήσεις ορισμένων οικονομολόγων, το "πλεόνασμα" οφείλεται στις διπλές εισφορές που καταβάλλουν εφέτος επαγγελματίες και αγρότες λόγω της μετάβασης στο νέο ασφαλιστικό καθεστώς. Στην πραγματικότητα δηλαδή έχουμε να κάνουμε με μία ακόμα λογιστική αλχημεία της κυβέρνησης - ενδεχομένως και των δανειστών, που θέλουν να αποδείξουν ότι το πρόγραμμα που σχεδίασαν "βγαίνει". Σύμφωνα με όλες τις ενδείξεις, η αύξηση των εσόδων του ΕΦΚΑ είναι συγκυριακή και δεν πρόκειται να επαναληφθεί, παρά τις προβλέψεις του προϋπολογισμού. Αυτό αποτελεί συνήθως το λάθος της κοινωνικο-ασφαλιστικής πολιτικής στην Ελλάδα, η οποία εστιάζεται στη βραχυπρόθεσμη ταμειακή-λογιστική απόδοση, παραγνωρίζοντας ότι στην κοινωνική ασφάλιση ισχύει η αρχή της αλληλεγγύης των γενεών, η οποία σημαίνει ότι θα πρέπει να εξασφαλίζεται η ισότητα των παροχών τόσο για τους σημερινούς ασφαλισμένους και συνταξιούχους, όσο και για τους μελλοντικούς συνταξιούχους.

Όμως, με το υπάρχον πλαίσιο, δεν εξασφαλίζεται η αλληλεγγύη των γενεών, αφού οι υφεσιακές πολιτικές, το αναμενόμενο baby booming και η γήρανση του πληθυσμού θα δημιουργήσουν μεσο-μακροπρόθεσμα νέα ελλείμματα. H παρατήρηση αυτή σημαίνει ότι η αποτυχημένη μνημονιακή κοινωνικο-ασφαλιστική πολιτική στην Ελλάδα θα δημιουργήσει μακροπρόθεσμα -έπειτα από μια δεκαετία περικοπών των συντάξεων κατά περίπου 50%- συνθήκες δίδυμων ελλειμμάτων (οικονομικών ελλειμμάτων & ελλειμμάτων παροχών), με ότι αυτό αρνητικά συνεπάγεται για την κοινωνικοπολιτική σταθερότητα και για τους όρους αποκατάστασης της χρηματοδοτικής και της κοινωνικής ισορροπίας του ασφαλιστικού συστήματος.

Στην κατεύθυνση αυτής της δυσμενούς προοπτικής της κοινωνικής ασφάλισης στην Ελλάδα αναδεικνύονται δύο βασικά ερωτήματα: 1ον. Ποια είναι τα βέλτιστα σημεία ισορροπίας για τη φορολόγηση των πολιτών τα οποία δεν θα τους οδηγούν στη φοροδιαφυγή; Kαι 2ον. Ποιες είναι οι αρχές στις οποίες θα πρέπει να βασίζεται ένα σύστημα κοινωνικής ασφάλισης, ώστε να μη δημιουργεί αντικίνητρα ασφάλισης και να μην οδηγεί στην εισφοροαποφυγή και την εισφοροδιαφυγή; Πράγματι, αναφορικά με τη φορολόγηση των πολιτών, απαιτείται να βρεθεί εκείνος ο φορολογικός συντελεστής ο οποίος, σε συνδυασμό με ένα ολοκληρωμένο και αποτελεσματικό σύστημα ελέγχου και ποινών, να δημιουργεί στους φορολογουμένους το κίνητρο να μην τους συμφέρει να φοροδιαφύγουν και να θέλουν από μόνοι τους να είναι συνεπείς στην καταβολή των φόρων.

Στην περίπτωση του Ασφαλιστικού, τα κίνητρα της ασφάλισης δημιουργούνται όταν ένα σύστημα βασίζεται στις αρχές της αλληλεγγύης των γενεών, της ισότητας των ασφαλισμένων και της αναλογικότητας εισφορών - παροχών. Σε αυτή την περίπτωση, και λαμβάνοντας υπόψη τον χαμηλό κίνδυνο του δημόσιου κοινωνικο-ασφαλιστικού συστήματος σε σχέση με την ιδιωτική ασφάλιση, οι εργαζόμενοι οδηγούνται στην επιλογή της συστηματικής καταβολής των εισφορών τους και όχι στην απόκρυψη των πραγματικών τους εισοδημάτων, στην εισφοροαποφυγή και στην εισφοροδιαφυγή, με ότι αυτό συνεπάγεται για τη μακροπρόθεσμη οικονομική βιωσιμότητα και τη κοινωνική αποτελεσματικότητα του συστήματος.

Ταυτόχρονα όμως, η κατάσταση διάβρωσης της κοινωνικής συνοχής κατά την τελευταία δεκαετία επιβάλλει την έγκαιρη, σοβαρή και μακράς πνοής ανάταξη του συστήματος κοινωνικής προστασίας, προκειμένου να αντιμετωπισθούν αποτελεσματικά τόσο οι κοινωνικές επιπτώσεις των ασκούμενων μνημονιακών πολιτικών, όσο και οι νέες προκλήσεις της γήρανσης του πληθυσμού, της ευελιξίας και της ανασφάλειας της εργασίας, καθώς και του υψηλού κόστους των ιδιωτικών υπηρεσιών ασφάλισης.

Τελευταία τροποποίηση στις 10:03 - 23 Οκτ 2017
Copyright © 1999-2024 Premium S.A. All rights reserved.