ΕΚΤΥΠΩΣΗ
Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Α. Καρβέλας - Λ. Στέφανος - Λ. Κεστεκίδης - Τρεις Έλληνες που κυριάρχησαν στο χώρο του παγωτού και της σοκολάτας

10:47 - 06 Αυγ 2012 | Ιστορίες
Ο Αθανάσιος Καρβέλας (Thomas A. Carvelas) γεννήθηκε στις 14 Ιουλίου του 1906 στην Αθήνα, αλλά έφτασε πολύ μικρός στην Αμερική μαζί με τους μετανάστες γονείς του. Ξεκίνησε κυριολεκτικά από το μηδέν, πουλώντας παγωτά ως πλανόδιος στο Hartsdale της Νέας Υόρκης.

Ένα καλοκαιρινό σαββατοκύριακο του 1934 έσπασε μία ρόδα από το καροτσάκι των παγωτών κι έτσι εκείνη την ημέρα αναγκάστηκε να πουλήσει τα παγωτά στο σημείο όπου συνέβη το ατύχημα, ακριβώς μπροστά από ένα εργαστήριο αγγειοπλαστικής. Συνειδητοποίησε ότι τα παγωτά πουλήθηκαν πολύ πιο γρήγορα από κάθε άλλη φορά. Σκέφτηκε, λοιπόν, πως αντί να περιφέρεται, θα ήταν επικερδέστερο ν’ αρχίσει να πουλά παγωτά μόνο σ’ εκείνο το πόστο (location, location, location!). Κατόπιν έπεισε τον αγγειοπλάστη να του παραχωρήσει ένα μέρος του καταστήματός του έναντι μικρού ενοικίου και οι δουλειές πήγαν περίφημα! Έχοντας δανειστεί χρήματα από τη μελλοντική του σύζυγο, Agnes, τελικά αγόρασε το εργαστήριο κεραμικής και το μετέτρεψε στο πρώτο κατάστημα “Carvel” (από το όνομά του: Καρβέλας). Στα επόμενα χρόνια κατάφερε να γιγαντώσει την εταιρεία του χρησιμοποιώντας τη μέθοδο της δικαιόχρησης (franchising) και ν’ αναδειχθεί  ως μεγιστάνας του παγωτού από τα αμερικανικά Μ.Μ.Ε., που τον χαρακτήριζαν ως “ice cream magnate”.

Το 1989 ο Tom Carvel πούλησε την επιχείρηση έναντι 80 εκατομμυρίων δολαρίων στον όμιλο Investcorp, κολοσσό στο είδος του, που εδρεύει στο Μπαχρέιν και στον οποίο ανήκουν πολλά γνωστά brands – Gucci, Tiffany’s κ.λπ. Μετά την πώληση, όμως, διατήρησε στην ατομική του περιουσία πάγια περιουσιακά στοιχεία της εταιρείας, όπως το γήπεδο γκολφ στο Dutchess County της Νέας Υόρκης, ένα ξενοδοχείο 100 δωματίων και κάποιες ακόμη εγκαταστάσεις. Σήμερα η εταιρεία Carvel διατηρεί περισσότερα από 500 franchisee καταστήματα στην Αμερική, ενώ παγωτό Carvel πωλείται σε περισσότερα από 8.500 σημεία μόνο στην Αμερική. Το management της επιχείρησης ανήκει στη FOCUS Brands Inc. η οποία διαχειρίζεται επίσης την αλυσίδα Cinnabon.

Ο Αθανάσιος Καρβέλας άφησε το στίγμα του στον κόσμο του «επιχειρείν» καθώς θεωρείται διεθνώς ως «πατέρας του franchising». Το 1947 ήταν ο πρώτος στον κόσμο που εισήγαγε τη μέθοδο αυτή. Το 1936 εισήγαγε πρώτος την προσφορά 1+1 δώρο (BOGOF: Buy One, Get One Free). Αργότερα προέκυψε η προσφορά BOGOH (Buy One, Get One Half-price), όπου αγοράζοντας ένα προϊόν έπαιρνες το δεύτερο μισοτιμής. Οι συγκεκριμένοι τύποι προσφορών υπάγονται σ’ ένα ευρύτερο εργαλείο marketing: τις «δέσμες» προϊόντων ή υπηρεσιών (bundling), όπου γίνεται έκπτωση εφόσον αγοραστούν περισσότερες μονάδες του ίδιου προϊόντος. Σημαντικότερο απ’ όλα, όμως, είναι ότι το 1936 ο Αθανάσιος Καρβέλας ανακάλυψε πρώτος μία ξεχωριστή συνταγή του παγωτού μηχανής (soft-serve ή soft ice-cream) κι εκεί βασίστηκε η μεγάλη επιτυχία του. Η εκπληκτική πορεία της εταιρείας στηρίχθηκε ακόμη στις μοναδικές τούρτες-παγωτό που παράγονταν σε σχήματα διάφορων ζώων.

Ο μεγιστάνας των παγωτών δεν σταμάτησε να πηγαίνει στην δουλειά του μέχρι τα 84 χρόνια του και να ζει λιτά, χωρίς περιττές πολυτέλειες. Ο Καρβέλας, με τα γαλάζια μάτια και το τσιγκελωτό μουστάκι, απεβίωσε στις 21 Οκτωβρίου του 1990. Θάφτηκε σε τάφο δίπλα στη γυναίκα του, λίγα μόλις μίλια από το σημείο όπου πρωτοξεκίνησε να πουλά παγωτά το 1934, στο Ferncliff Cemetery του Hartsdale στη Νέα Υόρκη.

Αν και παρέμεινε άτεκνος, η περιουσία (το 1990 ανερχόταν επισήμως σε 67 εκατομμύρια δολάρια) πέρασε στις οικογένειες των 6 αδελφών του. Η ανιψιά του, Pamela, κόρη του Bruce Carvel, αρνήθηκε πεισματικά ότι ο θείος της πέθανε από καρδιακή προσβολή. Μέσα από δικαστικό κυκεώνα προσπάθησε ν’ αποδείξει πως ο θείος της δολοφονήθηκε από τη συνεργάτιδά του, Mildred Arcadipane, και τον σύμβουλό του, Robert Davis. Η Pamela Carvel υποστήριζε πως η περιουσία του θείου της ξεπερνούσε τα 250 εκατομμύρια δολάρια αλλά τα υπόλοιπα χρήματα υπεξαιρέθηκαν κυρίως μέσω της διαχείρισης του Carvel Foundation.

Ένα ακόμη επιχειρηματικό πεδίο, λοιπόν, στο οποίο οι έλληνες έχουν λαμπρή ιστορία παγκοσμίως, είναι αυτό των παγωτών.

Άλλος έλληνας μετανάστης, ο Leo Stefanos, δημιούργησε το 1956 στο προάστιο Burr Ridge του Σικάγο των Η.Π.Α. την περίφημη μπάρα παγωτού “Dove”. Το 1985 o γιος του, Mike Stefanos, πούλησε τελικά την επιχείρηση στη M&M/Mars Inc. Μέχρι τότε το παγωτό Dove πουλιόταν με τεράστια επιτυχία αποκλειστικά όμως σε τοπικό επίπεδο, στην Αγορά του Σικάγο. Υπολογίζεται, μάλιστα, πως στα τέλη της δεκαετίας του ’70 παράγονταν ετησίως άνω του ενός εκατομμυρίου παγωτά Dove. Το 1986 η Mars ανέδειξε τη συνταγή του Leo Stefanos σ’ όλη την Αμερική, ενώ το 1988 το λάνσαρε με επιτυχία και στην Ευρώπη. Στην Αγορά της Μεγάλης Βρετανίας το παγωτό Dove προωθήθηκε με τον τίτλο “Galaxy”.

Τέλος, ένας ακόμη Έλληνας με ιστορία στο χώρο της σοκολάτας είναι ο Leonidas Kestekides, γνωστός για τη μεγαλύτερη εταιρεία παραγωγής πραλινών στο Βέλγιο. Γεννημένος το 1856 στη Νίγδη της Καππαδοκίας, έζησε σε πολλά κράτη του κόσμου (Τουρκία, Ελλάδα, Ιταλία, Αμερική) μέχρι να κερδίσει το διεθνές βραβείο ζαχαροπλαστικής στις Βρυξέλλες. Εγκαταστάθηκε εκεί, παντρεύτηκε μια Βελγίδα κι έστησε το πρώτο του εργαστήριο στην Marché Aux Grains. Η εταιρεία πέρασε στα ανίψια του, Βασίλη και Αλέξανδρο Κεστεκίδη, που ως άξιοι συνεχιστές δημιούργησαν μια «αυτοκρατορία» με περισσότερα από 80 διαφορετικά είδη σοκολάτας και 1.400 σημεία πώλησης παγκοσμίως.

Του Χρήστου Μπουτάτου 

Ο κ. Μπουτάτος είναι επιχειρηματίας, Αντιπρόεδρος Δ.Σ. της DMN A.E., κάτοχος μεταπτυχιακού τίτλου στο Management και τη Στρατηγική Επιχειρήσεων από το LSE. Ο κ. Μπουτάτος αρθρογραφεί επίσης σε ιστολόγιο της οικονομικής εφημερίδας “Voria.gr”.

Copyright © 1999-2024 Premium S.A. All rights reserved.