ΕΚΤΥΠΩΣΗ
Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Deutsche Bank: Αγωνία για την αναζήτηση «επόμενου στόχου»

10:58 - 25 Μαρ 2023 | Επιχειρήσεις
Deutsche Bank: Αγωνία για την αναζήτηση «επόμενου στόχου»
Η συγκυρία συνεχών αυξήσεων επιτοκίων, οδηγεί σε νέα δεδομένα στον χρηματοπιστωτικό κλάδο και όχι μόνο ξυπνώντας «φαντάσματα» του παρελθόντος.

Έτσι, μετά την Credit Suisse, ήρθε η σειρά της Deutsche Bank, της μεγαλύτερης γερμανικής τράπεζες και εκ των μεγαλύτερων της Ευρώπης, που είδε τις μετοχές της να καταγράφουν τη μεγαλύτερη πτώση της τριετίας, έχοντας μάλιστα από τις αρχές του Μαρτίου, επιπλέον, χάσει περίπου το 20% της αξίας τους.

Κι όλα αυτά παρά το γεγονός ότι η οικονομική εικόνα της είναι σημαντικά βελτιωμένη τα τελευταία χρόνια. Ενδεικτικά αναφέρεται ότι τα καθαρά κέρδη ανήλθαν το 2022 στο ύψος των 6,1 δισ. δολαρίων, που ήταν και η καλύτερη επίδοσή του από το 2007.

Ο δείκτης κεφαλαιακής επάρκειας CET1 διαμορφώθηκε στο 13,4% στο τέλος του 2022, ενώ ο δείκτης κάλυψης ρευστότητας ήταν 142% και ο καθαρός δείκτης σταθερής χρηματοδότησής της διαμορφώθηκε στο 119%. Αυτά τα στοιχεία δείχνουν ότι δεν υπάρχει λόγος ανησυχίας σχετικά με τη φερεγγυότητα ή τη ρευστότητα της τράπεζας. Ωστόσο οι επενδυτές εστίασαν περισσότερο σε κάποια σημεία που δημιουργούν ακόμη προβληματισμό.

Να σημειωθεί ότι για τη Deutsche Bank ο λόγος κόστους προς κέρδη ήταν στο 75% το 2022, όταν ο ευρωπαϊκός μέσος όρος ήταν κοντά στο 61%, ενώ βέβαια δε λείπουν ανησυχίες για το πόσο επηρεάζει την εικόνα της η «κακή» τράπεζα που δημιούργησε το 2019 για να κλείσει ανεπιθύμητα περιουσιακά στοιχεία

Είναι προφανές οι τράπεζες, ειδικά όσες στο παρελθόν είχαν κάποια ζητήματα , έχουν βρεθεί στο «στόχαστρο». Μάλιστα διάχυτο είναι το ερώτημα, σε αυτό το κλίμα έντονης αμφισβήτησης, για το ποιο θα είναι ο επόμενος «στόχος».

Είναι χαρακτηριστικό ότι, ήδη χθες, η Citigroup υποβάθμισε τον Ευρωπαϊκό Τραπεζικό τομέα σε «neutral», από «overweight» προειδοποιώντας ότι «οι ταχύτατες αυξήσεις των επιτοκίων θα επιβαρύνουν περαιτέρω την οικονομική δραστηριότητα και τα κέρδη των Τραπεζών και η αναμενόμενη συνέχιση της νομισματικής σύσφιξης, ενισχύει τις ανησυχίες που πυροδοτήθηκαν από την τελευταία αναταραχή στον Παγκόσμιο Τραπεζικό τομέα».

Σύμφωνα με όσα αναφέρει η Wall Street Journal σε ανάλυσή της αναφερόμενη στη «φουρτούνα» που γνώρισε η γερμανική τράπεζα , οι πιστωτές αυξάνουν το κόστος χρηματοδότησης της Deutsche Bank και κάνουν τους αντισυμβαλλομένους της επενδυτικής τραπεζικής πιο απρόθυμους να το αντιμετωπίσουν.

Δεν έχουμε να κάνουμε με εκροές καταθέσεων όπως στην SVB ή περιουσιακών στοιχείων όπως στην Credit Suisse. Παρόλα αυτό ο φαύλος κύκλος που άνοιξε μπορεί να αποδειχθεί επικίνδυνος για τη Deutsche Bank. Συνολικά, πάντως, βρίσκονται στο στόχαστρο συνολικά οι τραπεζικές μετοχές. Οι μετοχές των Barclays και BNP Paribas υποχώρησαν περίπου 5%.

Όπως αναφέρεται, ένας σχετικός παράγοντας είναι η αγορά των ομολόγων διάσωσης -bail-in, γνωστών ως AT1. Τα AT1 της Credit Suisse είδαν την αξία τους να μηδενίζεται στον γάμο σωτηρίας, που οργάνωσαν οι ρυθμιστικές αρχές με τη UBS. Μετά την εξέλιξη αυτή και παρά τις διαβεβαιώσεις ρυθμιστικών αρχών ότι στην Ε.Ε. δεν θα συνέβαινε ποτέ κάτι τέτοιο, οι τίτλοι σε όλο τον κλάδο έχουν υποβαθμιστεί, γεγονός που συνεπάγεται υψηλότερο κόστος χρηματοδότησης για τις τράπεζες στο μέλλον.

Για αυτό και βρίσκονται στο στόχαστρο συνολικά οι τραπεζικές μετοχές. Οι μετοχές των Barclays και BNP Paribas υποχώρησαν περίπου 5%. Αξίζει να σημειωθεί ότι η Deutsche Bank προσφέρθηκε να εξαγοράσει ένα junior ομόλογο την Παρασκευή στην ονομαστική αξία σε μια προφανή προσπάθεια να ενισχύσει την εμπιστοσύνη των επενδυτών.

«Σε έναν τομέα όπου μια νευρική αγορά μπορεί να μετατρέψει μια χαμηλή αποτίμηση σε μια αυτοεκπληρούμενη προφητεία, τα παλιά προβλήματα της Deutsche Bank επιστρέφουν για να την στοιχειώσου» σχολιάζει η WSJ και καταλήγει, αναφερόμενη στο πόσο ισχυρή μπορεί να είναι η αρνητική ψυχολογία στις αγορές: «Η Deutsche Bank αυτές τις μέρες μπορεί να μην φοβάται πολλά, πέρα από τον φόβο αυτόν καθαυτό».

Η Αμερική

Πάντως εν μέσω τέτοιου κλίματος με άνοδο έκλεισαν την Παρασκευή οι μετοχές στη Wall Street, αντιστρέφοντας τις αρχικές τους απώλειες καθώς η Deutsche Bank κατάφερε να “μαζέψει” τις απώλειές της.

Ο Dow Jones ενισχύθηκε 132,28 μονάδες ή 0,41% στις 32.238,15 μονάδες. Ο S&P 500 έκλεισε με άνοδο 0,57%, ενώ ο Nasdaq παρουσίασε μικρότερη άνοδο 0,3%. Και οι τρεις δείκτες κατέγραψαν κέρδη σε εβδομαδιαία βάση, με το Dow ενισχύεται 0,4%, ενώ ο S&P 500 και ο Nasdaq σημειώνουν κέρδη 1,4% και 1,6% αντίστοιχα.

Οι εισηγμένες στις ΗΠΑ μετοχές της Deutsche Bank υποχώρησαν σήμερα 3,11%, μετριάζοντας τις αρχικές απώλειες του 7%. 

«Θεωρώ ότι η κατάσταση στην αγορά δεν είναι ούτε τρομακτική ούτε αισιόδοξη – απλώς προκαλεί σύγχυση. H κίνηση των τραπεζικών μετοχών τον τελευταίο μήνα, συμπεριλαμβανομένης και της σημερινής συνεδρίασης, προκαλεί μπέρδεμα χωρίς να υπάρχει κάποια κατεύθυνση ή κάποιο στοιχείο που να πείθει», ανέφερε με αφορμή τα γεγονότα ο Τζορτζ Μπαλ, πρόεδρος της Sanders Morris Harris.

«Θα με ξάφνιαζε εάν προκαλείτο ένα μεγάλο ρήγμα εμπιστοσύνης και μαζικές εκροές κεφαλαίου. Δεν υπάρχει κάποιος θεμελιώδης λόγος που θα μπορούσε να συμβεί κάτι τέτοιο πέραν της νευρικότητας», προσέθεσε.

«Οι μικροεπενδυτές αλλά και οι θεσμικοί παρακολουθούν στενά το τραπεζικό σύστημα διεθνώς. Και αυτό είναι επικίνδυνο. Οι τράπεζες υπάρχουν χάρη στην εμπιστοσύνη ως προς τη σταθερότητά τους και η εμπιστοσύνη αυτή μπορεί να υπονομευθεί όπως βλέπουμε να συμβαίνει τώρα, μέσω των social media και της τεχνολογίας μέσα σε λίγα μόλις λεπτά», αναφέρει ο Μπαλ.

Ο Τζόναθαν Κρίνσκι, αναλυτής της BTIG, αναφέρει ότι ο τραπεζικός τομέας αρχίζει να ασκεί πιέσεις και σε άλλους κλάδους. Πρώτα άρχισαν οι τράπεζες να υποχωρούν τον Φεβρουάριο, εν συνεχεία η πτώση εξαπλώθηκε στις επενδυτικές εταιρείες του real estate και τώρα είναι η σειρά των ασφαλιστικών, των σιδηροδρόμων και των αεροπορικών εταιρειών.

Όπως επισημαίνει, επίσης, ο Μάνος Χατζηδάκης της ΒΕΤΑ, «η FED μπορεί να μην τρόμαξε τις Αγορές με τα επιτόκια, ωστόσο η Τραπεζική κρίση δείχνει να έχει διάρκεια και να αγγίζει συστημικά μεγέθη και άλλων Ευρωπαϊκών Τραπεζών, που κάθε άλλο παρά εύκολα διαχειρίσιμα μπορούν να θεωρηθούν».

Οι Αγορές ήδη τιμολογούν υψηλότερες ανταμοιβές κινδύνου στο κόστος χρηματοδότησης των ομολόγων και αυτό δημιουργεί ανησυχίες για την δυνατότητα αναχρηματοδότησης σε λογικά επίπεδα, με ότι αυτό συνεπάγεται για την ευστάθεια του Συστήματος, αλλά και το ρίσκο των Αντισυμβαλλόμενων.

Το Χρηματιστήριο της Αθήνας

Στο κλίμα αυτό το ελληνικό χρηματιστήριο που, ως ρηχή και σημαντικά εξαρτώμενη από τις τράπεζες αγορά, κατέγραψε σημαντική πτώση την Παρασκευή, με το Γενικό Δείκτη vα κλείνει στις 1.021,16 μονάδες με απώλειες 2,97%, πολύ κοντά στο χαμηλό ημέρας, ενώ ουδέποτε πέρασε σε θετική τροχιά. 

Στο σύνολο της αγοράς μόνο 19 τίτλοι έκλεισαν θετικά, έναντι 89 που υποχώρησαν με τον τραπεζικό δείκτη να καταγράφει συντριπτικές απώλειες 5,78% με κλείσιμο στις 736,22 μονάδες. 

Γιώργος Αλεξάκης

Copyright © 1999-2024 Premium S.A. All rights reserved.