ΕΚΤΥΠΩΣΗ
Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Hellastat: Σημαντική η ανάπτυξη των ΑΠΕ στην Ελλάδα- Ο νέος Νόμος φιλοδοξεί να λύσει το πρόβλημα της γραφειοκρατίας

11:47 - 21 Ιουν 2010 | Επιχειρήσεις
Σημαντική ανάπτυξη έχουν καταγράψει στην Ελλάδα οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας (ΑΠΕ), εντασσόμενες σε ένα ευνοϊκό περιβάλλον επιχορηγήσεων και εγγυημένων τιμών πώλησης της παραγόμενης ενέργειας. Οι συνθήκες αυτές, σε συνδυασμό με το πλούσιο αιολικό και ηλιακό δυναμικό της χώρας, έχουν ενθαρρύνει την υλοποίηση ιδιωτικών επενδύσεων μεγάλης κλίμακας, ιδίως στον τομέα των αιολικών πάρκων, από εγχώριους και πολυεθνικούς ομίλους. Όμως παρά την εμφανή πρόοδο, η συνεισφορά τους στο ενεργειακό ισοζύγιο της χώρας διαμορφώνεται ακόμα σε χαμηλά επίπεδα. Βάσει των πιο πρόσφατων στοιχείων, η συμμετοχή τους στην ακαθάριστη εγχώρια κατανάλωση ενέργειας διαμορφώθηκε σε περίπου 2%.

Τα ανωτέρω αναφέρει μεταξύ άλλων η Hellastat, σε πρόσφατη μελέτη που εκπόνησε και η οποία εξετάζει την εγώρια αγορά ΑΠΕ και καυσίμων.

Αναλυτικά:

Σύμφωνα με τους τωρινούς ρυθμούς ανάπτυξης, η Ελλάδα υπολείπεται αρκετά από την επίτευξη του δεσμευτικού στόχου της συμμετοχής 20% για το 2020. Όμως ο Νόμος που ψηφίστηκε πρόσφατα εκτιμάται ότι σταδιακά θα λύσει το πρόβλημα της πολύπλοκης αδειοδοτικής διαδικασίας που ταλαιπωρεί τον κλάδο.

Μέχρι το Σεπτέμβριο του 2009 η συνολική εγκατεστημένη ισχύς των ΑΠΕ πλησίαζε τα 1.400 MW, έχοντας ενισχυθεί κατά 13,5% από τις αρχές του έτους. Το 81,5% της ισχύος (1.140 MW) αποτελείτο από αιολικά πάρκα, ενώ ακολούθησαν οι μικροί Υ/Η σταθμοί (12,9%), οι εγκαταστάσεις εκμετάλλευσης βιομάζας και τα Φ/Β συστήματα.

Το επενδυτικό ενδιαφέρον παραμένει σε ικανοποιητικά επίπεδα, όπως υποδεικνύουν και οι αιτήσεις που κατατίθενται στη ΡΑΕ σε κάθε νέο κύκλο. Ενδεικτικά, κατά τη διάρκεια του 2009 και στους δύο πρώτους κύκλους του 2010 υποβλήθηκαν αιτήσεις για έργα συνολικής ισχύος άνω των 19.000 MW.

Όσον αφορά την ευρύτερη αγορά καυσίμων, διαμορφώθηκε στους 17,7 εκ. τόνους, έχοντας υποχωρήσει κατά 5,8% από το προηγούμενο έτος. Αναφορικά με τα καύσιμα που διακινούνται από τις εταιρείες χονδρικής εμπορίας με άδεια κατηγορίας Α, το 2009 η καταναλωθείσα ποσότητα υποχώρησε κατά 0,6%, στους 10,58 εκ. τόνους.

Η αγορά βενζίνης το προηγούμενο έτος σταθεροποιήθηκε στους 4,06 εκ. τόνους. Όμως οι πρόσφατες αυξήσεις σε ΕΦΚ και ΦΠΑ μείωσαν την κατανάλωση το πρώτο τρίμηνο του 2010 κατά 10% περίπου σε ετήσια βάση, ενώ την τρέχουσα περίοδο εικάζεται ότι η μείωση είναι ακόμα μεγαλύτερη, καθώς και ότι ο αριθμός των πρατηρίων που έχουν διακόψει τη λειτουργία τους είναι σημαντικός.

Επίσης, το 2009 χαρακτηρίστηκε από την αποχώρηση των δύο πολυεθνικών ομίλων Shell και BP, τα δίκτυα των οποίων εξαγοράστηκαν από τις Motor Oil και ΕΛΠΕ αντίστοιχα. Το γεγονός αυτό οδηγεί σε συγκέντρωση μεριδίων στο ανώτερο τμήμα του κλάδου και δημιουργεί προϋποθέσεις για μελλοντικές συνεργασίες / εξαγορές στις μεσαίου και μικρότερου μεγέθους επιχειρήσεις.

Προβλήματα

Σύμφωνα με φορείς του κλάδου με τους οποίους συνεργάστηκε η Hellastat για την εκπόνηση της μελέτης, το κυριότερο πρόβλημα που έχει στερήσει την αγορά των ΑΠΕ από μεγαλύτερους ρυθμούς ανάπτυξης αποτελεί η χρονοβόρα διαδικασία αδειοδότησης (φτάνει έως και 5 χρόνια) λόγω της παρεμβολής πολλών φορέων.

Επίσης, η υλοποίηση των επενδύσεων καθυστερεί λόγω και των ανεπαρκών υποδομών πολλών περιοχών σε δίκτυα μεταφοράς ηλεκτρικής ενέργειας.

Ακόμα, επισημαίνουμε την αναποτελεσματική λειτουργία του χωροταξικού σχεδιασμού, καθώς και την ασάφεια αναφορικά με τις χρήσεις γης. Τα προηγούμενα χρόνια η έλλειψη χωροταξίας οδήγησε σε προσφυγές στο ΣτΕ από τοπικούς φορείς και επιχειρήσεις, με άμεσο αποτέλεσμα την καθυστέρηση ή αδυναμία υλοποίησης έργων που είχαν ήδη εγκριθεί.

Το αρχικό στάδιο εγκατάστασης δημιουργεί υψηλότερα κόστη έναντι των συμβατικών μορφών ενέργειας (ιδίως στα Φ/Β). Έτσι, η διασφάλιση της βιωσιμότητας των ΑΠΕ προϋποθέτει την παροχή επιδοτήσεων και την παρουσία ισχυρών επιχειρηματικών ομίλων.

Προοπτικές

Στη μελέτη της Hellastat εκτιμάται ότι ο Ν. 3851/2010 θα επιταχύνει και θα απλοποιήσει την αδειοδότηση μέσω της δυνατότητας διενέργειας παράλληλων διαδικασιών. Σύμφωνα με το ΥΠΕΚΑ, η συνολική διαδικασία θα μειωθεί σε λιγότερο από 8-10 μήνες.

Σε αρκετές κατηγορίες ΑΠΕ οι τιμές πώλησης αυξήθηκαν, ενώ υιοθετήθηκαν αλλαγές στη χωροθέτηση, όπως η δυνατότητα των αγροτών να τοποθετήσουν Φ/Β μικρής ισχύος στις εκτάσεις τους. Παράλληλα, αυξήθηκαν τα όρια ισχύος κάτω από τα οποία δεν απαιτείται άδεια παραγωγής.

Πάντως, οι πρώτες θετικές επιπτώσεις του νέου Νόμου θα προκύψουν σε μεσοπρόθεσμο επίπεδο, αφού η αγορά χρειάζεται να διέλθει από ένα αρχικό στάδιο προσαρμογής.

Η διείσδυση των ΑΠΕ στα νησιά μπορεί να ενισχυθεί μέσω της εγκατάστασης υποθαλάσσιων καλωδίων που θα συνδέουν την Εύβοια με την Αττική, καθώς και τις Κυκλάδες με την ηπειρωτική χώρα.

Ακόμα, η διαρκής εξέλιξη της τεχνολογίας θα οδηγήσει σε περαιτέρω μείωση του κόστους παραγωγής. Ο τομέας εκμετάλλευσης ηλιακής ενέργειας ενέχει μεγαλύτερες προοπτικές, καθώς η τεχνολογία δεν έχει φθάσει ακόμα στον ίδιο βαθμό ωριμότητας των υπόλοιπων ΑΠΕ (π.χ. ανεμογεννήτριες).

Μοχλό περαιτέρω ανάπτυξης μπορούν να αποτελέσουν οι πόροι του ΕΣΠΑ και άλλων συγχρηματοδοτούμενων προγραμμάτων, τα οποία μέχρι το 2013 θα διοχετεύσουν συνολικά στην αγορά €5,5 δισ.

Χρηματοοικονομική ανάλυση του κλάδου

Στη μελέτη της Hellastat αναλύονται οι οικονομικές καταστάσεις επιχειρήσεων του κλάδου για την περίοδο 2009-2006. Σύμφωνα με τα μέχρι στιγμής διαθέσιμα οικονομικά στοιχεία, 270 επιχειρήσεις ΑΠΕ εμφανίζουν το 2009 μέση αύξηση πωλήσεων της τάξης του 14,3%, έναντι μέσης αύξησης κατά 13,6% το διάστημα 08/07, επιβεβαιώνοντας τους ταχείς ρυθμούς ανάπτυξης. Θετική εξέλιξη επίσης η ισχυρή μέση άνοδος κατά 14,3% των καθαρών κερδών. Χαρακτηριστικό είναι δε ότι τα συνολικά κέρδη του δείγματος είναι σχεδόν διπλάσια το 2009 έναντι του 2007, αν και με σημαντική συγκέντρωση στις μεγάλες επιχειρήσεις του κλάδου.

Το μέσο καθαρό περιθώριο εκτιμάται σε 25,8% (14,3% το 2008), ενώ η αποδοτικότητα ιδίων κεφαλαίων βελτιώνεται στο υψηλό επίπεδο του 11,3% έναντι 7,7% (μόνο για τις επιχειρήσεις που εμφανίζουν δραστηριότητα).

Το 2009 καταγράφεται μικρή ενίσχυση της κεφαλαιακής μόχλευσης, καθώς τα ξένα κεφάλαια αυξάνουν στο 0,55 προς 1 έναντι των ιδίων κεφαλαίων (0,52 το 2008), σχέση η οποία πάντως χαρακτηρίζεται ως ασφαλής. Ωστόσο, οι 67 επιχειρήσεις του δείγματος που φέρουν βραχυπρόθεσμο τραπεζικό δανεισμό εμφανίζουν υπόλοιπο που κατά μέσο όρο αγγίζει το 45% των πωλήσεων.

Όσον αφορά τις εταιρείες χονδρικής εμπορίας καυσίμων, σύμφωνα με τα μέχρι στιγμής διαθέσιμα στοιχεία οι πωλήσεις εμφανίζουν μέση κάμψη το 2009 κατά 9,1%, ωστόσο τα καθαρά αποτελέσματα βελτιώνονται σημαντικά στην πλειοψηφία των περιπτώσεων.

Copyright © 1999-2024 Premium S.A. All rights reserved.