ΕΚΤΥΠΩΣΗ
Εκτύπωση αυτής της σελίδας

ΣΕΒ:Πώς η αύξηση των αποδοχών προ κρίσης «σκότωσε» την ανταγωνιστικότητα

16:39 - 30 Οκτ 2017 | Επιχειρήσεις
ΣΕΒ:Πώς η αύξηση των αποδοχών προ κρίσης «σκότωσε» την ανταγωνιστικότητα
Η άσκηση της πολιτικής μισθών, και το πλαίσιο διαμόρφωσης αυτών, στα χρόνια πριν την εκδήλωση της κρίσης συνέβαλε ουσιαστικά στη διάβρωση της ανταγωνιστικότητας της χώρας, υπογραμμίζει ο Σύνδεσμος Ελληνικών Βιομηχανιών σε σχετική έκθεση που δίνει στη δημοσιότητα.

Όπως τονίζεται στη μελέτη του ΣΕΒ για τους μισθούς και την ανταγωνιστικότητα, η διαμόρφωση των μισθών λειτούργησε προστατευτικά προς το μέρος της οικονομίας το οποίο δεν εκτίθεται στο διεθνή ανταγωνισμό και δεν παράγει διεθνώς εμπορεύσιμα αγαθά και υπηρεσίες, φέρνοντας τους κλάδους που προσπαθούσαν να παραμείνουν διεθνώς ανταγωνιστικοί σε συγκριτικά δυσμενή θέση. Το αποτέλεσμα ήταν μια προσωρινή βελτίωση αποδοχών και του βιοτικού επιπέδου, που όμως για τους περισσότερους δεν ήταν διατηρήσιμη και η οποία κατέρρευσε με την εκδήλωση της κρίσης.

Η αύξηση των μισθών από μόνη της δεν ήταν το πρόβλημα, σύμφωνα με τον ΣΕΒ. Ωστόσο, η κρίση κατέδειξε με τον πλέον επώδυνο τρόπο πως εάν οι αυξήσεις των μισθών δεν είναι συνεπείς με την πραγματικότητα που διαμορφώνουν παράγοντες όπως το μη μισθολογικό κόστος, η ικανότητα μετασχηματισμού της παραγωγής, το ρυθμιστικό και διοικητικό περιβάλλον, το κόστος χρηματοδότησης, η μακροοικονομική αβεβαιότητα και η λειτουργία «του κράτους δικαίου», τότε η εσωτερική και διεθνής ανταγωνιστικότητα της χώρας χειροτερεύει, αποθαρρύνεται η οικονομική ανάπτυξη και οδηγούμαστε σε απώλεια διεθνούς ανταγωνιστικότητας, απώλεια θέσεων εργασίας και μείωση εισοδημάτων για όλο και περισσότερα νοικοκυριά.

Γιατί η αύξηση των αποδοχών στα χρόνια πριν την κρίση αποδείχθηκε μη διατηρήσιμη

Την περίοδο 1995-2010 το ωρομίσθιο στην Ελλάδα εμφάνισε την υψηλότερη αύξηση φτάνοντας στο 142%, ενώ στην ΕΕ28 συνολικά αυξήθηκε κατά 58,6%. Η δε αύξηση της παραγωγικότητας εργασίας την ίδια περίοδο ανήλθε στην Ελλάδα στο 29%, ενώ στην ΕΕ28 στο 25%. Αποτέλεσμα αυτών των εξελίξεων ήταν να καταστεί η χώρα μας πρωταθλήτρια στην αύξηση του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος ή, ισοδύναμα, στη χειροτέρευση της ανταγωνιστικότητας κόστους εργασίας, σύμφωνα με τα συμπεράσματα του ΣΕΒ.

Αντίστοιχα, την περίοδο 1995-2010 η ελληνική μεταποίηση υπήρξε πρωταθλήτρια στην αύξηση του ωρομισθίου φτάνοντας το 97% έναντι αύξησης της παραγωγικότητας κατά 18%, η οποία σημειωτέον είναι το ένα τρίτο της αύξησης της παραγωγικότητας της μεταποίησης στην ΕΕ28 συνολικά. Αντίθετα σε πολλές χώρες, όπως Γερμανία, Ιρλανδία και Γαλλία, οι αυξήσεις του ωρομισθίου στη μεταποίηση ήταν σαφώς μικρότερες από την εκεί αύξηση της παραγωγικότητας, συμβάλλοντας έτσι στη σημαντική βελτίωση της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της μεταποίησης αυτών των χωρών.  

Τα παραπάνω άλλαξαν δραστικά από το 2010 για αρκετές χώρες. Οι αυξήσεις στους μισθούς περιορίστηκαν, ενώ στην Ελλάδα επήλθε απότομη μείωση του επιπέδου των μισθών οδηγώντας σε σημαντική μείωση του δείκτη μοναδιαίου κόστους εργασίας, ο οποίος το 2016 είναι σαφώς μικρότερος από τον μέσο της ΕΕ28. Οι μειώσεις των μισθών στην Ελλάδα συνδυάστηκαν με μικρότερες μειώσεις στην παραγωγικότητα, οπότε και το μοναδιαίο κόστος εργασίας μειώθηκε τόσο στο σύνολο της οικονομίας όσο και στη μεταποίηση.

Το 2016 το μοναδιαίο κόστος εργασίας στη μεταποίηση στην Ελλάδα είναι πλέον το δεύτερο χαμηλότερο στις εξεταζόμενες χώρες. Φαίνεται ότι οι δραστικές μειώσεις στους μισθούς στην Ελλάδα από το 2010 έχουν πλέον αποκαταστήσει την απώλεια της διεθνούς ανταγωνιστικότητας της χώρας με βάση το κόστος εργασίας την προηγούμενη δεκαπενταετία για το σύνολο της οικονομίας και τη μεταποίηση.

Όπως τονίζει ο ΣΕΒ, η σύγκλιση στα επίπεδα ευημερίας των ανεπτυγμένων χωρών ήταν πάντα ένας στόχος για την Ελλάδα, και δηλωμένος στόχος της Ε.Ε. στα χρόνια πριν την κρίση. Συνεπώς η αύξηση των μισθών από μόνη της δεν ήταν το πρόβλημα. Το πρόβλημα ήταν ότι η αύξηση αυτή δε βασίστηκε σε ένα συνεχή μετασχηματισμό μιας δυναμικής οικονομίας, την ανάπτυξη μιας ισχυρής παραγωγικής βάσης και την ενδυνάμωση του παραγωγικού ιστού της χώρας ώστε να είναι σε θέση να προσφέρει αυτές τις αποδοχές στους εργαζόμενους της χώρας.

Το πρόβλημα ήταν ότι η χώρα επιχείρησε να θεσμοθετήσει αποδοχές ανεπτυγμένης χώρας, χωρίς όμως να προσφέρει το πλαίσιο λειτουργίας αγορών, τη θεσμική ωριμότητα και τη δυνατότητα ανάπτυξης της ιδιωτικής οικονομίας και του τομέα «διεθνώς εμπορευσίμων» αγαθών και υπηρεσιών που προσφέρουν οι ανεπτυγμένες χώρες και χωρίς να λαμβάνει υπόψη της τους συγκριτικά υψηλότερους μισθούς που είναι σε θέση να αποδίδει, και αποδίδει,  η εργασία στη μεταποίηση και γενικότερα τη βιομηχανία σε σχέση με το εμπόριο και τις κατασκευές αλλά και πολλούς άλλους κλάδους υπηρεσιών.

Copyright © 1999-2024 Premium S.A. All rights reserved.