ΕΚΤΥΠΩΣΗ
Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Προγράμματα ασφάλισης υγείας και συνταξιοδοτικά έχουν τη μεγαλύτερη ζήτηση Κύριο

07:17 - 31 Αυγ 2017 | ΑΣΦΑΛΕΙΕΣ
Προγράμματα ασφάλισης υγείας και συνταξιοδοτικά έχουν τη μεγαλύτερη ζήτηση
Η κατάρρευση του κοινωνικοασφαλιστικού συστήματος έχει αναζωπυρώσει το ενδιαφέρον για τα συνταξιοδοτικά προγράμματα που προωθούν οι ασφαλιστικές εταιρείες ενώ έντονη ήταν και εξακολουθεί να είναι η ζήτηση για ασφαλιστήρια συμβόλαια υγείας.
Το τελευταίο διάστημα κινητικότητα υπάρχει και στον κλάδο ασφάλισης αυτοκινήτου λόγω της έναρξης των ελέγχων για τα ανασφάλιστα αυτοκίνητα.
Στο τομέα των συντάξεων οι εταιρείες προωθούν συμβόλαια με πολλές εναλλακτικές επιλογές για τον καταναλωτή.
Μπορούν να χωρισθούν σε κάποιες μεγάλες κατηγορίες, όπως είναι τα εφάπαξ καταβολής και τα περιοδικής καταβολής.
Επίσης μπορούν να χωριστούν σε συμβόλαια που παρέχουν μία ελάχιστη εγγύηση αποδόσεων π.χ. 2% σε ετήσια βάση και συνεπώς ο ασφαλιζόμενος γνωρίζει τι ποσό θα πάρει στη λήξη, ή συμβόλαια που δεν παρέχουν καμία εγγύηση για το ποσό που θα έχει συγκεντρωθεί στη λήξη του συμβολαίου.
Μια άλλη διάκριση που χρησιμοποιούν οι ασφαλιστές είναι αυτή των κλασικών ασφαλιστηρίων συμβολαίων (δηλαδή συμβόλαια περιοδικής καταβολής ασφαλίστρων με εγγυημένη απόδοση) και των unit Linked, δηλαδή συμβολαίων περιοδικής η εφάπαξ καταβολής μη εγγυημένης απόδοσης. Τα χρήματα του ασφαλιζόμενου επενδύονται κυρίως σε αμοιβαία κεφάλαια, ομόλογα, ομολογίες, μετοχές, κ.λ.π. ανάλογα με το ρίσκο που θέλει ο ασφαλισμένος να αναλάβει και στη λήξη του συμβολαίου, εισπράττει το ποσό που έχει συγκεντρωθεί ανάλογα με την απόδοση που είχαν οι επενδύσεις που επέλεξε.
Επίσης να σημειωθεί ότι, σε ένα συνταξιοδοτικό συμβόλαιο, συνήθως τα δυο πρώτα χρόνια δεν δημιουργούν κανένα απόθεμα ή είναι πολύ μικρό καθώς τα χρήματα που καταβάλλονται ως ασφάλιστρα αξιοποιούνται από την ασφαλιστική εταιρεία για την κάλυψη των διαχειριστικών εξόδων και των προμηθειών των ασφαλιστών.
Για το λόγο αυτό και δεν έχει νόημα η εξαγορά του συμβολαίου καθώς σε αυτή την περίπτωση ο ασφαλισμένος χάνει όσα χρήματα κατέβαλε. Από τον τρίτο χρόνο αρχίζει και δημιουργείται η επονομαζόμενη αξία εξαγοράς. Επίσης οι ασφαλισμένοι πρέπει να έχουν υπόψη τους ότι όσο μεγαλύτερη η χρονική διάρκεια ενός συμβολαίου τόσο υψηλότερο και το ποσό που θα συγκεντρωθεί στη λήξη. Σε κάθε περίπτωση ένα συμβόλαιο για να ωριμάσει επενδυτικά θα πρέπει να είναι διάρκειας τουλάχιστον δέκα ετών.
Ένα ιδιαίτερο πρόβλημα που αντιμετωπίζουν αυτή την περίοδο τα συνταξιοδοτικά συμβόλαια είναι η χαμηλή πτήση των επιτοκίων. Αποτέλεσμα της εξέλιξης αυτής  είναι οι ασφαλιστικές  να μην αναλαμβάνουν να εγγυηθούν επιτόκιο και απόδοση υψηλότερη του 2-3%, ή απόδοση όμως και πάλι είναι υψηλότερη από την τραπεζική κατάθεση.
Το γεγονός ότι οι αποδόσεις είναι χαμηλές, έχει στρέψει άλλωστε την αγορά σε επενδυτικά προγράμματα τα οποία στην πλειονότητά τους δεν έχουν εγγυήσεις, αλλά μπορούν να μεγιστοποιήσουν την απόδοση, ανάλογα με το ρίσκο που ενσωματώνουν, παρότι τα επενδυτικά προϊόντα δεν προϋποθέτουν την ύπαρξη ενός μεγάλου κεφαλαίου.
Στο τομέα της ασφάλισης υγείας η οικονομική κρίση έχει αλλάξει ριζικά το τοπίο στο δημόσιο σύστημα υγείας, το οποίο τελεί υπό κατάρρευση σύμφωνα με τους ειδικούς. Παράλληλα όμως έχει μειώσει αισθητά την αγοραστική δύναμη του μέσου έλληνα πολίτη ο οποίος βιώνει ένα τραγικό αδιέξοδο, στην προσπάθει’α του να εξασφαλίσει μία αξιοπρεπή νοσοκομειακή κάλυψη, αν και εφόσον τη χρειαστεί. Η προσφυγή στην ασφαλιστική εταιρεία πολλές φορές είναι μία «ακριβή» επιλογή. Να σημειωθεί εδώ ότι και οι ασφαλιστικές εταιρείες είναι «θύματα» του υψηλού κόστους των υπηρεσιών υγείας καθώς υποχρεούνται συχνά, να προχωρούν σε αυξήσεις στα ασφάλιστρα υγείας που καταβάλλει ο ασφαλισμένος για να ανταπεξέλθουν στο αυξημένο κόστος αποζημίωσης.
Παράλληλα το αυξημένο κόστος ασφάλισης αφήνει «εκτός» όλο και μεγαλύτερο τμήμα του πληθυσμού, εξέλιξη που δεν ικανοποιεί τον κλάδο της ιδιωτικής ασφάλισης. Προκειμένου να καλυφθεί αυτή η διελκυστίνδα οι ασφαλιστικές εταιρείες προχωρούν σε νέες προϊοντικές πολιτικές. Η πρώτη είναι ότι τα ασφαλιστήρια συμβόλαια υγείας ισχύουν πλέον για ένα χρόνο αλλά η ασφαλιστική εταιρεία υποχρεώνεται να ανανεώνει κάθε χρόνο το ίδιο πρόγραμμα για όλους όσοι το έχουν επιλέξει (πελατολόγιο) και δεν μπορεί να αρνηθεί την ανανέωση του (σε ότι αφορά τους όρους) σε κάποιο πελάτη της μεμονωμένα.  Η εξέλιξη αυτή έγινε «υποχρεωτική» και από τις απαιτήσεις του νέου εποπτικού πλαισίου . Η νέα κοινοτική οδηγία για το Solvency II, υποχρεώνει την ασφαλιστική επιχείρηση να διακρατεί πολλά κεφάλαια για προϊόντα μακροχρόνιας διάρκειας, όπως ήταν τα «ισόβια» νοσοκομειακά προγράμματα. Ως εκ τούτου αυτά τα προϊόντα καθίστανται πολύ ακριβά και για την εταιρεία και για τον καταναλωτή.
Εκτός από την διάρκεια των συμβολαίων, οι ασφαλιστικές εταιρείες υιοθέτησαν  και την λογική των «απαλλαγών». Δηλαδή η εταιρεία απαλλάσσεται από ένα μέρος της αποζημίωσης , δεν πληρώνει π.χ. τα πρώτα 1.000 ευρώ. Έτσι αν ένας ασφαλισμένος  υποστεί μία ιατρική επέμβαση κόστους 3.000 ευρώ, θα αποζημιωθεί από την εταιρεία τα 2.000 ενώ ο ίδιος θα καταβάλλει τα 1.000 ευρώ. Όμως σε πολλές περιπτώσεις δεν καταβάλει αυτά τα χρήματα, καθώς στη αποζημίωση συμμετέχει με ένα ποσό και ο δημόσιος φορέας ασφάλισης (ΕΟΠΥΥ).
Μία τρίτη στρατηγική που υλοποιούν τα τελευταία χρόνια οι ασφαλιστικές εταιρείες είναι η διάθεση ασφαλιστικών προϊόντων υγείας που είναι συνδεδεμένα με συγκεκριμένα νοσοκομεία.  Τα συμβόλαια αυτά προφέρονται με ασφάλιστρα φθηνότερα έως και 40% περίπου, σε σχέση με τα παλιά παραδοσιακά ασφαλιστικά συμβόλαια υγείας. Το μειονέκτημα του προγράμματος αυτούς, είναι ότι δεν ισχύει η ελεύθερη επιλογή γιατρού, στην περίπτωση που ο γιατρός του δεν συνεργάζεται με το συγκεκριμένο νοσοκομείο, αφού ο ασφαλισμένος καλύπτεται μόνο εφόσον απευθυνθεί στο νοσηλευτικό ίδρυμα που αναφέρεται στο συμβόλαιο. Από την άλλη πλευρά όμως, αποκτά πρόσβαση σε ένα κατά τεκμήριο πιο σύγχρονο νοσηλευτικό ίδρυμα με ελάχιστο για αυτόν κόστος.
Τελευταία τροποποίηση στις 08:02 - 31 Αυγ 2017
Copyright © 1999-2024 Premium S.A. All rights reserved.