ΕΚΤΥΠΩΣΗ
Εκτύπωση αυτής της σελίδας

ΣΕΒ: Το «χαλινάρι» στον καπιταλισμό έχει συνέπειες- Τα δανεικά τελείωσαν

15:48 - 12 Ιαν 2017 | Οικονομία
ΣΕΒ: Το «χαλινάρι» στον καπιταλισμό έχει συνέπειες- Τα δανεικά τελείωσαν
«Καμπανάκι» για το καθεστώς υπερφορολόγησης και υπερρύθμισης της ιδιωτικής οικονομίας που επικρατεί σην Ελλάδα κρούει ο Σύνδεσμος Ελλήνων Βιομηχάνων (ΣΕΒ), στο εβδομαδιαίο οικονομικό του δελτίο. Ο Σύνδεσμος επισημαίνει ότι «το χαλινάρι στην ανάπτυξη του καπιταλισμού μέσω υπερφορολόγησης, υπερρύθμισης κτλ. έχει συνέπειες».

Και εξηγεί: «Μπορούμε να συνεχίσουμε να φυτοζωούμε στην Ελλάδα, διώχνοντας τις επενδύσεις, αλλά έτσι, δεν θα μπορέσουμε ποτέ να αναπτυχθούμε και να στηρίξουμε την οικονομία μας στις εσωτερικές διεργασίες αξιοποίησης της οικονομίας της αγοράς και όχι στον υπερδανεισμό, που ούτως ή άλλως δεν είναι πλέον στις επιλογές μας. Διότι η αναδιανομή του εισοδήματος που παράγεται αποκλειστικά από τους άλλους, χωρίς δανεικά, έχει πάντα ημερομηνία λήξης».

 

Σύμφωνα με τον ΣΕΒ, η οικονομική πολιτική στη χώρα παλινδρομεί τα τελευταία χρόνια μεταξύ δύο αντίρροπων δυνάμεων, της δημοσιονομικής εξυγίανσης και προσαρμογής στην οικονομία της αγοράς από τη μια πλευρά, και της προσκόλλησης σε αναδιανεμητικές πρακτικές με ξεπερασμένα εργαλεία και αναλύσεις του κοινωνικού ζητήματος, από την άλλη.

 

sev1

 

«Το αποτέλεσμα είναι η ασάφεια σε στόχους, μέσα και αποτελέσματα, οι καθυστερήσεις στις μεταρρυθμίσεις, και οι μόνιμες αναταράξεις στις σχέσεις της χώρας με την Ευρωπαϊκή Ένωση. Και όλα αυτά συμβαίνουν σε βάρος των αναπτυξιακών προοπτικών της Ελλάδας, που εξακολουθούν να είναι τεράστιες και αναξιοποίητες.

 

Σε αυτό το πλαίσιο, η αποταμίευση των νοικοκυριών παραμένει αρνητική, εξασθενίζοντας τις επενδύσεις και τη δημιουργία νέων εισοδημάτων και θέσεων

εργασίας.

 

Και η κατάσταση αυτή θα διαιωνίζεται εάν δεν αλλάξει άρδην το καθεστώς υπερφορολόγησης και υπερρύθμισης της ιδιωτικής οικονομίας, που εμποδίζει την ανάδειξη των αρετών του Έλληνα επιχειρηματία και εργαζόμενου».

 

Σοβαρή υστέρηση στη λειτουργία κράτους και αγορών

 

Προκειμένου να στηρίξουν τα επιχειρήματα τους, οι συντάκτες του οικονομικού δελτίου επικαλούνται δύο μελέτες.

 

Σύμφωνα με την πρώτη, των Rafael Di Tella και Robert Mac Culloch, η υπερφορολόγηση και η υπερρύθμιση (διάγραμμα μπροστινής σελίδας) της ελληνικής οικονομίας είναι συμπτώματα μιας κοινωνίας όπου κυριαρχεί η έλλειψη εμπιστοσύνης απέναντι στην οικονομία της αγοράς

Στη σημαντική αυτή ανάλυση, σύμφωνα με το δελτίο, παρατηρείται ότι σε φτωχές κυρίως χώρες, υπάρχει μια άνθιση περιορισμών στην επιχειρηματικότητα και κρατικής παρέμβασης στην οικονομία, και μία επικυριαρχία της αριστερής φρασεολογίας και ιδεοληψίας στην ανάλυση οικονομικών ζητημάτων. Τα φαινόμενα αυτά συνυπάρχουν, συνήθως, με εκτεταμένη διαφθορά που ωθεί τα άτομα να επιζητούν περιορισμούς στην οικονομική δραστηριότητα, παρόλο που αναγνωρίζεται ότι η υπερρύθμιση της οικονομίας μπορεί να οδηγεί σε ακόμη μεγαλύτερη διαφθορά.

 

«Σε περιόδους δε όξυνσης της διαφθοράς, παρατηρείται αύξηση του αισθήματος της οργής που νιώθουν οι ψηφοφόροι, και στροφή του εκλογικού σώματος προς ακραία πολιτικά κόμματα. Η εξήγηση που προβάλλεται στις χώρες αυτές είναι ότι, δεδομένης της ταύτισης των σκανδάλων με την επιχειρηματική τάξη, η στροφή προς υπερψήφιση ακραίων κομμάτων αντανακλά μία διάθεση τιμωρίας από τους ψηφοφόρουςπου συνδέεται με ασθενή δικαστικά συστήματα και αδράνεια στην απονομή δικαιοσύνης. Αυτό το φαινόμενο εκφράζεται, ενδεικτικά, μέσω της υψηλής, προοδευτικής και μη ανταποδοτικής φορολόγησης παραγωγικών δραστηριοτήτων όπως είναι οι επενδύσεις», σύμφωνα με τη μελέτη.

 

Στο πλαίσιο αυτό, ο ΣΕΒ εξηγεί: «Παρ’ όλο που οι συγγραφείς προσπαθούν να εξηγήσουν τι συμβαίνει σε φτωχές χώρες, η θεωρία που προβάλλουν φαίνεται να ισχύει και στην Ελλάδα, ιδίως μετά την φτωχοποίηση που έφερε η παρατεταμένη και υψηλού κοινωνικού κόστους ύφεση στη διάρκεια της δημοσιονομικής προσαρμογής των Μνημονίων. Ο ελληνικός πληθυσμός, σε ένα μεγάλο τμήμα του, θεωρεί τα συμβαίνοντα, και εκφράζει αντίστοιχα την οργή του, ως αποτέλεσμα διαφθοράς (κάποιοι τα φάγανε τα περασμένα χρόνια και παραμένουν ατιμώρητοι). Παρόλο που η αλήθεια είναι πιο περίπλοκη , η άνοδος «αντισυστημικών» σχηματισμών στην εξουσία στην Ελλάδα μπορεί κάλλιστα να ερμηνευθεί από την παρατεταμένη περίοδο προσοδοθηρίας που άνθησε στη δεκαετία που προηγήθηκε της κρίσης».

 

Όσον αφορά στη δεύτερη μελέτη που επικαλείται ο Σύνδεσμος, αυτή των Manuel Funke, Moritz Schularick και Christoph Trebesch, αυτή παρουσιάζει εμπειρικά αποτελέσματα, αναλύοντας οικονομικές κρίσεις και εκλογικά αποτελέσματα από το 1870 μέχρι σήμερα σε 20 προηγμένες οικονομίες, που αποδεικνύουν ότι κόμματα της άκρας δεξιάς κεφαλαιοποιούν τα μεγαλύτερα κέρδη από μία κρίση, ιδίως εάν αυτή έχει χρηματοοικονομικό περιεχόμενο. Μία χρηματοοικονομική κρίση ερμηνεύεται ως απόρροια φαινομένων διαφθοράς και όξυνσης των κοινωνικών ανισοτήτων, ιδίως εάν η κρίση περιλαμβάνει κατάρρευση λόγω αδυναμίας εξυπηρέτησης του χρέους και συνακόλουθη διάσωση και προσαρμογή της οικονομίας. Παράλληλα, η χρηματοοικονομική κρίση φέρνει κατακερματισμό του πολιτικού συστήματος, αστάθεια και εν πολλοίς ακυβερνησία, που είναι εντονότερη τα πρώτα 5 χρόνια.

 

«Οποιαδήποτε συσχέτιση των δύο ως ανωτέρω μελετών με τα συμβαίνοντα στην Ελλάδα δεν είναι, μάλλον, τυχαία. Το γεγονός ότι η σημερινή διακυβέρνηση της χώρας ασκείται από έναν συνασπισμό -μέχρι πρότινος μικρών- κομμάτων της αριστεράς και της δεξιάς, καθώς και το γεγονός ότι το τρίτο μεγαλύτερο κόμμα στην ελληνική βουλή θεωρείται από τα υπόλοιπα κόμματα ότι βρίσκεται εκτός του δημοκρατικού τόξου στα άκρα δεξιά του πολιτικού φάσματος, προσφέρει ισχυρές ενδείξεις για την ορθότητα των συμπερασμάτων των μελετών αυτών, ιδίως εάν ληφθεί υπόψη ότι η Ελλάδα συγκεντρώνει χαρακτηριστικά τόσο μιας προηγμένης-πλούσιας χώρας όσο και μιας χώρας με σοβαρή υστέρηση στη λειτουργία του κράτους, των θεσμών και της λειτουργίας των αγορών», σχολιάζει ο ΣΕΒ.

 

«Το χειρότερο που συμβαίνει, όμως, είναι ότι η οικονομική πολιτική στη χώρα, λόγω και των Μνημονίων, υπόκειται στις ασυνέχειες δύο αντίρροπων δυνάμεων, εκείνες της προσαρμογής και της εμβάθυνσης στην οικονομία της αγοράς και εκείνες της προσκόλλησης σε αναδιανεμητικές πρακτικές, με τις κυβερνήσεις να παραμένουν έωλες και αναποφάσιστες, να καθυστερούν τις αξιολογήσεις, να τρενάρουν τις μεταρρυθμίσεις, κ.ο.κ.

 

Σε κάθε περίπτωση, η ερμαφρόδιτη αυτή κατάσταση δεν βοηθά την οικονομία να ανακάμψει και την χώρα να αναπτυχθεί. Και το γεγονός ότι το 1/3 του εργατικού δυναμικού της χώρας δεν έχει ακόμη ενταχθεί στην μισθωτή εργασία σημαίνει υστέρηση στην οργάνωση της οικονομίας της αγοράς και, εν πολλοίς αδυναμία καπιταλιστικής ανάπτυξης», τονίζει ο ΣΕΒ.

 

Μαρία Μιχάλη

Τελευταία τροποποίηση στις 15:58 - 12 Ιαν 2017
Copyright © 1999-2024 Premium S.A. All rights reserved.