ΕΚΤΥΠΩΣΗ
Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Νάρκη η «χύμα» αγορά για τις εξαγωγές

08:30 - 19 Νοε 2018 | Οικονομία
Νάρκη η «χύμα» αγορά για τις εξαγωγές
Αρρυθμία και υπονόμευση στη μεγάλη προσπάθεια για τόνωση των εξαγωγών και του brand Ελλάδα προκαλεί η μεγάλη έκταση των no name και χύμα προϊόντων που κυκλοφορούν στην αγορά σύμφωνα, με όσα αναφέρει σε συνέντευξή του στην εκπομπή «Επιχειρήματα» στην ΕΡΤ ο πρόεδρος και διευθύνων σύμβουλος του Enterprise Greece, Γρηγόρης Στεργιούλης

Όπως αναφέρει, πέρα από τους κινδύνους στην υγεία για τους καταναλωτές, η απουσία ταυτότητας κι επωνυμίας στο προϊόν δε δημιουργεί συνθήκες αναγνωρισιμότητας, που,  ειδικά σε μια χώρα, όπως η Ελλάδα με τον τουρισμό να είναι η πρώτη πύλη γνωριμίας με προϊόντα, είναι απαραίτητο.

«Οι επιχειρήσεις που παράγουν παραδοσιακά προϊόντα όπως ελαιόλαδο, κρασί, τσίπουρο πρέπει πρώτα να κατακτήσουν την ελληνική αγορά για να μπορούν να κάνουν και εξαγωγές. Οι τενεκέδες λάδι και το χύμα τσίπουρο σημαίνει ότι δεν έχουν την ελληνική αγορά και ότι λειτουργούν ατομικά» αναφέρει ο κ. Στεργιούλης σε μια άλλη συνέντευξή του στο ΑΠΕ - ΜΠΕ και την Εύη Παπαδοσηφάκη.

«Στόχος μας», τονίζει, «είναι να βρούμε παραγωγούς με ιδιαίτερα προϊόντα και να τους πείσουμε να βάλουν στο portfolio τους την εξαγωγική δραστηριότητα. Για παράδειγμα κάποιοι παραγωγοί μελιού που καταναλώνουν τις ποσότητες τους πουλώντας σε φίλους και συγγενείς. Η τυποποίηση, η συγκέντρωση και η εξαγωγή μεγάλων ποσοτήτων πιστεύω ότι θα αλλάξει εντελώς το τοπίο και θα μας βάλει σε τελείως διαφορετικές οργανωτικές δομές των επιχειρήσεων. Η εξαγωγική επιχείρηση πρέπει να είναι πιο αποτελεσματική, πιο λειτουργική να έχει την έννοια του κόστους, της σταθερής ποιότητας, της τυποποίησης» αναφέρει και προσθέτει:

H αξία του εθνικού σήματος

«Το brand «Ελλάδα» βελτιώνεται, ιδιαίτερα σε σχέση με την παρακμή στην οποία υπέπεσε κατά την διάρκεια της κρίσης. Η αξία του εθνικού σήματός της Ελλάδας έχει πλέον ανέβει στο 41% κατά το παρελθόν έτος, σύμφωνα με μία πρόσφατη μελέτη της εταιρείας Brand Finance. Αντανακλώντας λοιπόν αυτή την άνοδο, η εταιρεία  εκτιμά ότι το ελληνικό εμπορικό σήμα αξίζει τώρα περίπου 80 δισεκατομμύρια δολάρια, έναντι 57 δισεκατομμυρίων δολαρίων το 2016.

Όσον αφορά τα επιμέρους χαρακτηριστικά του brand «Ελλάδα», θεωρώ ότι πρέπει να προβάλλουμε τα φυσικά πλεονεκτήματα που κατέχει η χώρα ήτοι το Μεσογειακό τοπίο, κλίμα και καλλιέργειες. Για αυτό το λόγο άλλωστε έχουμε υιοθετήσει το slogan "Invest in Taste" για να προωθήσουμε τα αγροτοδιατροφικά μας προϊόντα. Με το μήνυμα "Invest in Taste" θέλουμε να στείλουμε το μήνυμα ότι η επιλογή των ελληνικών προϊόντων στην ουσία είναι επένδυση στη γεύση, στην ποιότητα και ουσιαστικά στο «Ευ ζην». Η Ελλάδα δημιουργεί σταδιακά ένα brand name. Αλλά πρέπει να το υποστηρίξουμε αυτό γιατί αν χάσουμε την ευκαιρία θα μπουν άλλοι στη μέση και θα ικανοποιήσουν τις ανάγκες που υπάρχουν αντί για εμάς».

Στην κατεύθυνση αυτή είναι και η προσπάθεια της πρωτοβουλίας ΕΛΛΑ-ΔΙΚΑ ΜΑΣ, που ήδη μετρά 47 μέλη και στόχο έχει την ανάδειξη της ελληνικής παραγωγής με χρήση του σήματος αναγνωρισιμότητας “ΕΛΛΑ-ΔΙΚΑ ΜΑΣ”.             

Το πλαίσιο εμπόδιο για την επωνυμία

Μια τέτοια προσπάθεια που ξεκίνησε από την ιδιωτική πρωτοβουλία είναι ίσως η πιο συντονισμένη για να στηριχθεί η επώνυμη ελληνική παραγωγή. Ωστόσο όπως τονίζουν παράγοντες της αγοράς θα πρέπει και η διαδικασία με το Ελληνικό σήμα να ενταθεί αλλά κυρίως να υπάρξουν παρεμβάσεις στο ρυθμιστικό πλαίσιο για την αντιμετώπιση της αρρύθμιστης αγοράς και των χύμα προϊόντων.

Άλλωστε, πέρα από τη μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος λόγω κρίσης, ένα από τα βασικά προβλήματα που εμποδίζουν την ανάπτυξη της αγοράς στη βάση των επώνυμων προϊόντων είναι  το αναχρονιστικό και ελλιπές ρυθμιστικό πλαίσιο για πολλές κατηγορίες.

Αυτό, όπως αναφέρουν παράγοντες της αγοράς, το ελλιπές πλαίσιο δε δημιουργεί μόνο εμπόδια στις εξαγωγές αλλά και νόθευση του υγιούς ανταγωνισμού στο εσωτερικό, απώλεια μεριδίων που είναι απαραίτητα για να στηριχθούν οικονομικά στην εξαγωγική τους δραστηριότητα, ενώ αφήνει έκθετο τον καταναλωτή σε προϊόντα που διαφεύγουν ποιοτικού ελέγχου και πλασάρονται ως δήθεν αγνά και παραδοσιακά, ενώ στην πραγματικότητα κανείς δεν ξέρει από που προέρχονται).

Τα προϊόντα

Νοθευμένο μέλι, ζάχαρη μολυσμένη με λιπάσματα, αποστάγματα από λαθραίο οινόπνευμα Βουλγαρίας, ελιές με θειικό χαλκό για να τονιστεί το χρώμα τους, χύμα λάδι, προϊόντα που έχουν παραχθεί άνευ συμμόρφωσης με το σύστημα διασφάλισης ποιότητας HACCP, ακόμη και μπανάνες είναι στη λίστα των προϊόντων που κυκλοφορούν με καθόλου η παραποιημένα στοιχεία ταυτότητας. Είναι ενδεικτικό ότι με βάση δηλώσεις στελεχών της εταιρίας Chiquita Ελλάς σε περίπου 10 εκατ. ευρώ ανέρχονται οι απώλειες από την πλαστογραφία ετικετών - κυρίως στις λαϊκές αγορές .

Επίσης, το εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο αποτελεί τόσο στην Ελλάδα (στη χύμα - ανώνυμη μορφή του) όσο και παγκοσμίως το τρόφιμο με τα υψηλότερα ποσοστά νοθείας ή υποβάθμισης χαρακτηριστικών, κυρίως με σπορέλαια.  Ταυτόχρονα, το (ανώνυμο κυρίως) μέλι βρίσκεται εντός των πρώτων 5 νοθευμένων προϊόντων σε επίπεδο Ε.Ε., παρά τις προσπάθειές ελέγχων και το σημαντικό έργο του εργαστηρίου αναφοράς του ΥΠΑΑΤ που λειτουργεί στα Χανιά.

Σε φάρμακα, καπνικά

Το όλο θέμα, πάντως, δεν περιορίζεται σε τρόφιμα-ποτά, αλλά συμβαίνει και π.χ. στην αγορά του φαρμάκου με μη εγκεκριμένα φαρμακευτικά σκευάσματα, συμπληρώματα διατροφής και παραϊατρικά είδη να πωλούνται μέσω Διαδικτύου. Τάση που παρατηρείται επίσης έντονα τα τελευταία χρόνια και στα καπνικά.  Έτσι, χύμα καπνός δήθεν «όπως βγαίνει από τα χωράφι» διακινείται μέσα σε πλαστική σακούλα με άγνωστες προσμείξεις· με κυριότερες πηγές το Αγρίνιο και την Αλβανία. Επίσης ηλεκτρονικά τσιγάρα πωλούνται ελεύθερα χωρίς άδειες σε καταστήματα χωρίς επωνυμία και brand, με χρήση μάλιστα και ισχυρισμών μειωμένου κινδύνου υγείας.  Από το 2008 που υπάρχει νομοθετική εκκρεμότητα, τα ηλεκτρονικά τσιγάρα όχι μόνο κυκλοφορούν ανεξέλεγκτα μέσα από 100δες σχετικά καταστήματα.

Όπως τονίζεται ο έλεγχος και η ρύθμιση της παράνομης και άναρχης υφιστάμενης αγοράς σε πολλές κατηγορίες προϊόντων θα λειτουργήσει σαφώς υπέρ του καταναλωτή, ο οποίος τώρα είναι συχνά σε σύγχυση και πέφτει θύμα παραπλάνησης.

Βάσει, μάλιστα, των πορισμάτων της τελευταίας έρευνας του ΟΟΣΑ/EUIPO, η Ελλάδα συγκαταλέγεται μεταξύ των χωρών που εμπλέκονται περισσότερο σε υποθέσεις διακίνησης παραποιημένων προϊόντων, με συνέπεια να κατατάσσεται στην πρώτη θέση μεταξύ των ευρωπαϊκών χωρών, όσον αφορά τον αντίκτυπο που έχει στην οικονομία της η κυκλοφορία προϊόντων – «μαϊμού».

Γιώργος Αλεξάκης

Copyright © 1999-2024 Premium S.A. All rights reserved.