ΕΚΤΥΠΩΣΗ
Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Επενδύσεις: Το «Γαλλικό» κλειδί, τα «κέρδη» της πανδημίας, οι προκλήσεις

09:29 - 28 Ιουλ 2020 | Οικονομία
Επενδύσεις: Το «Γαλλικό» κλειδί, τα «κέρδη» της πανδημίας, οι προκλήσεις
Ενδιαφέροντα συμπεράσματα για τις επενδύσεις, τους τομείς στόχους και το τι αξιολογούν επενδυτές ως «κόκκινο χαλί» δίνει η τελευταία ετήσια πανευρωπαϊκή μελέτη της Ernst&Young, για την ελκυστικότητα των οικονομιών όσον αφορά την προσέλκυση άμεσων ξένων επενδύσεων.

Ουσιαστικά, η μελέτη συνεισφέρει σημαντικά στο να αναδειχθεί προς τα πού θα πρέπει να κινηθεί ο σχεδιασμός για την αξιοποίηση των κοινοτικών πόρων, που αναμένεται να έλθουν στην Ελλάδα από το Ταμείο Ανάκαμψης και το ΕΣΠΑ την επόμενη επταετία.

Το «Γαλλικό» μοντέλο

Χρήσιμο είναι να δει κανείς ότι πλέον η βιωσιμότητα φυσικού και κοινωνικού περιβάλλοντος, η διαχείριση της κλιματικής αλλαγής, η κοινωνική ευημερία, η ποιότητα ζωής, η τεχνολογική εξέλιξη είναι σημεία που δίνουν έμφαση οι επενδυτές. Πλέον αντιλήψεις για παροχή κινήτρων μέσω φορολογικών ή εργασιακών ρυθμίσεων που παραπέμπουν σε λογικές αποικιοκρατίας είναι εκτός πλαισίου, όπως καταφαίνεται από τη μελέτη.

Άλλωστε δεν είναι τυχαίο ότι χώρες με υψηλό δείκτη κοινωνικής ευημερίας, ισχυρές κρατικές δομές (σύστημα υγείας), αναπτυγμένες δημόσιες πολιτικές σε παιδεία κοινωνική ασφάλιση, όπως η Γαλλία είναι στην κορυφή των χωρών που υποδέχονται επενδύσεις στην Ευρώπη.

Σύμφωνα με την έρευνα το 2019, η Γαλλία βρέθηκε, για πρώτη φορά, στην πρώτη θέση ως προς τον αριθμό των επενδυτικών σχεδίων (1.197), καταγράφοντας αύξηση 17%, εκτοπίζοντας, έτσι, το Ηνωμένο Βασίλειο από την κορυφή της σχετικής κατάταξης. Η αβεβαιότητα που προκάλεσε το Brexit, εξηγεί, εν μέρει μόνο, αυτήν την εξέλιξη, καθώς, παρά τους κραδασμούς, οι ΑΞΕ στο Ηνωμένο Βασίλειο αυξήθηκαν κατά 5%.

Στην πραγματικότητα, οι ΑΞΕ στη Γαλλία ακολουθούν μια δυναμικά ανοδική πορεία ήδη από το 2017, εξαιτίας των μεταρρυθμίσεων στην εργατική νομοθεσία και την εταιρική φορολογία, που εισήγαγε η κυβέρνηση Macron.

Σημαντική αύξηση κατέγραψαν, ακόμη, η Πορτογαλία (+114%), η Ισπανία (+55%) και η Ολλανδία (+11%), ενώ ο αριθμός των επενδύσεων μειώθηκε στην Τουρκία (-33%), την Πολωνία (-26%), τη Ρωσία (-9%) και την Ιρλανδία (-7%). Στη Γερμανία, οι ξένες επενδύσεις παρέμειναν στα ίδια επίπεδα, αντικατοπτρίζοντας τις διαρθρωτικές δυσκολίες που αντιμετωπίζουν οι νεοεισερχόμενοι επενδυτές ως προς την πρόσληψη προσωπικού, και το γεγονός ότι οι αλυσίδες εφοδιασμού είναι ήδη πολύ καλά οργανωμένες και ενοποιημένες.

Βιομηχανία στην Ελλάδα

Άλλο ένα ενδιαφέρον στοιχείο είναι η τάση των επενδυτών, που φαίνεται, ένεκα και πανδημίας, να δίνουν έμφαση στη βιομηχανία. Σύμφωνα με την ΕΥ, ως προς το είδος των προγραμματιζόμενων επενδύσεων, εντυπωσιάζει θετικά η αυξημένη συμμετοχή της βιομηχανίας (26% από 9% πέρσι). Την ίδια ώρα, το ποσοστό όσων θεωρούν ότι ο τουρισμός θα αποτελέσει την κινητήριο δύναμη της ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας, μειώθηκε, από 69% στο 52%.

Σε σχέση με την Ελλάδα καταφαίνεται ότι η χώρα έχει καταγράψει πρόοδο τα τελευταία χρόνια σε τομείς όπως η δημόσια διοίκηση, η φορολογία, ενώ παραμένει ισχυρό χαρτί της το ανθρώπινο δυναμικό της, το περιβάλλον της με τις αδυναμίες να καταγράφονται σε θέματα λειτουργίας του κράτους τεχνολογικής εξέλιξης κα.

Πάντως αν και η Ελλάδα συνεχίζει να κατατάσσεται χαμηλά όσον αφορά την προσέλκυση ξένων επενδύσεων καταφέρνοντας μόλις το 2019 να μπει στην 30άδα (καταλαμβάνοντας την 29η θέση), εν τούτοις η μελέτη καταγράφει μια νέα τάση –κυρίως από τον χώρο της βιομηχανίας- όπου εκδηλώνεται μεγαλύτερο ενδιαφέρον για πιθανές επενδύσεις στη χώρα.

Με βάση τα στοιχεία του EY European Investment Monitor (EIM), μίας εκτεταμένης βάσης δεδομένων που επεξεργάζεται η ΕΥ, η οποία παρακολουθεί τις επενδύσεις σε έργα που δημιουργούν νέες εγκαταστάσεις και νέες θέσεις εργασίας, η Ελλάδα, το 2019, απέσπασε μόλις το 0,34% των ευρωπαϊκών ΑΞΕ, ποσοστό δυσανάλογα μικρό σε σχέση με τον πληθυσμό και το ΑΕΠ της. Παρόλα αυτά, βελτίωσε την κατάταξή της σε σχέση με πέρσι, αλλά και τη δεκαετία 2009-2018, καθώς κατέλαβε την 29η θέση για το 2019, έναντι της 35ης το 2018, και της 32ης θέσης που κατείχε σε βάθος δεκαετίας. Έχει, επίσης, βελτιώσει ορισμένους ποιοτικούς δείκτες, όπως, για παράδειγμα, τη συμμετοχή του κρίσιμου τομέα της ψηφιακής τεχνολογίας στο σύνολο των ΑΞΕ, που διαμορφώθηκε στο 15% την τελευταία τριετία, πλησιάζοντας τον ευρωπαϊκό μέσο όρο (19%) για το ίδιο διάστημα

Οι επενδύσεις στην Ελλάδα

Με βάση την έρευνα παρατηρούμε ότι η Ελλάδα παρακολουθεί κάποιες από τις τάσεις που διαμορφώνονται στην Ευρώπη τα τελευταία χρόνια, ενώ διαφοροποιείται αισθητά ως προς άλλες. Στην πρώτη θέση της κατάταξης στην Ελλάδα με ποσοστό 17% των επενδύσεων, έναντι της πέμπτης θέσης στην Ευρώπη, με 6%, βρίσκεται ο αγροδιατροφικός τομέας, που παρουσιάζει πράγματι σημαντικές προοπτικές εξωστρεφούς ανάπτυξης. Ο κρίσιμος τομέας της ψηφιακής τεχνολογίας καταλαμβάνει τη δεύτερη θέση της κατάταξης στη χώρα μας και την πρώτη πανευρωπαϊκά, με χαμηλότερο, όμως, ποσοστό (15% έναντι 19%). Είναι χαρακτηριστικό και ενθαρρυντικό ότι από τις συνολικά εννέα επενδύσεις στον τομέα αυτόν στη χώρα μας, οι έξι πραγματοποιήθηκαν το 2019. Στην τρίτη και τέταρτη θέση στην Ελλάδα βρίσκονται οι υπηρεσίες προς επιχειρήσεις και ο κλάδος των μεταφορών και logistics, με ποσοστό 14% και 12%, έναντι 12% και 6%, αντίστοιχα, στην Ευρώπη.

Η χώρα υστερεί ως προς τις επενδύσεις σε μηχανολογικό εξοπλισμό και παραγωγή εξοπλισμού μεταφορών, ενώ συγκεντρώνει σημαντικά υψηλότερο ποσοστό επενδύσεων σε σχέση με την Ευρώπη, στις χρηματοοικονομικές υπηρεσίες. Συνολικά, οι πέντε πρώτοι κλάδοι στην Ελλάδα συγκέντρωσαν το 70% των επενδυτικών σχεδίων, ενώ οι πέντε κλάδοι που κυριάρχησαν στην Ευρώπη, στη διάρκεια της ίδιας τριετίας, αναλογούν στο 52%, μια σύγκριση που αναδεικνύει τη σχετικά μεγάλη εξάρτηση της χώρας μας από λίγους τομείς.

Ο τουρισμός

Οι επιπτώσεις της πανδημίας στην οικονομική δραστηριότητα ήταν αισθητά διαφορετικές από κλάδο σε κλάδο. Αντίστοιχες διαφοροποιήσεις αναμένονται και στην επενδυτική δραστηριότητα. Έτσι, κλάδοι, όπως ο τουρισμός και η εστίαση, οι μεταφορές, η αυτοκινητοβιομηχανία, οι κατασκευές και τα είδη πολυτελείας, έχουν πληγεί σημαντικά, ενώ άλλοι κλάδοι, συμπεριλαμβανομένων των φαρμακευτικών υλικών και υπηρεσιών, των τροφίμων, του λιανεμπορίου, των ειδών προσωπικής φροντίδας και υγιεινής, των ψηφιακών υπηρεσιών και του ηλεκτρονικού εμπορίου, επηρεάσθηκαν λιγότερο ή και καθόλου.

Θετική διάθεση

Σε αντίθεση, μάλιστα, με τις χαμηλές διαχρονικές επιδόσεις της χώρας, η διάθεση των επενδυτών, όπως την κατέγραψε και η περσινή έρευνα, παραμένει θετική και, παρά τη στάση αναμονής που δημιουργεί η πανδημία, βελτιώνεται σε ορισμένους κρίσιμους δείκτες, ιδιαίτερα μεταξύ των επιχειρήσεων που έχουν ήδη επενδύσει στην Ελλάδα. Αντίθετα, οι επενδυτές που δεν έχουν παρουσία στη χώρα, παραμένουν επιφυλακτικοί, με ένα αυξημένο μερίδιό τους να μην τοποθετείται επί του θέματος.

Οι επενδυτές απαντούν και πάλι, σε ποσοστό 38%, ότι η εικόνα της χώρας ως πιθανού επενδυτικού προορισμού έχει βελτιωθεί τον τελευταίο χρόνο, ποσοστό ενθαρρυντικό, αν και μειωμένο σε σχέση με πέρσι (47%). 62% των επιχειρήσεων, από 50% πέρσι, θεωρούν ότι η χώρα μας ακολουθεί, σήμερα, μια πολιτική για τις επενδύσεις, η οποία την καθιστά ελκυστική, υποδηλώνοντας ότι οι επενδυτές αποδίδουν, πλέον, τη συνεχιζόμενη βελτίωση της εικόνας της χώρας, στην ύπαρξη μιας σαφούς πολιτικής προσέλκυσης επενδύσεων, και όχι απλώς στην αλλαγή της συγκυρίας και τη λήξη μιας περιόδου αστάθειας και αβεβαιότητας. Παράλληλα, 69% εκτιμούν ότι η εικόνα της χώρας θα βελτιωθεί κατά την επόμενη τριετία, ενώ 28% σκοπεύουν να επενδύσουν στην Ελλάδα τον επόμενο χρόνο — μακράν τα υψηλότερα ποσοστά μεταξύ των χωρών όπου πραγματοποιήθηκαν παρόμοιες έρευνες φέτος

Βασικά στοιχεία της ελκυστικότητας της χώρας, αναδεικνύονται η ποιότητα ζωής, οι υποδομές τηλεπικοινωνιών και οι δεξιότητες του ανθρώπινου δυναμικού, ενώ ένας αυξημένος αριθμός επιχειρήσεων αναφέρονται και στο σταθερό πολιτικό και κοινωνικό περιβάλλον, αλλά και τις πολιτικές της χώρας για τη βιωσιμότητα και την κλιματική αλλαγή.

Την ίδια ώρα, οι επενδυτές εκτιμούν ότι, για να βελτιώσει τη θέση της, η Ελλάδα πρέπει να επικεντρωθεί στη στήριξη της καινοτομίας και της υψηλής τεχνολογίας (πρώτη επιλογή φέτος, με ποσοστό 38% από 25% πέρσι), τη μείωση της φορολογίας (στη δεύτερη θέση με 36% από 49%), τη βελτίωση της διαδικασίας απονομής δικαιοσύνης (33%) και την ενίσχυση της παιδείας και των δεξιοτήτων (31%).

Η πανδημία

Η συμπληρωματική δειγματοληπτική έρευνα που διεξήχθη τον Απρίλιο, επιχείρησε να διερευνήσει τον αντίκτυπο της πανδημίας ως προς τις επιλογές των επενδυτών σε ό,τι αφορά τη χώρα προορισμού των μελλοντικών επενδύσεών τους. Τα κριτήρια που κυριαρχούσαν τα τελευταία χρόνια, όπως ο βαθμός ενσωμάτωσης της τεχνολογίας από τις επιχειρήσεις, την κοινωνία και τον δημόσιο τομέα (71%), οι δεξιότητες του ανθρώπινου δυναμικού (62%) και το μέγεθος και η ανθεκτικότητα της εσωτερικής αγοράς (61%) εξακολουθούν να κυριαρχούν. Σε αυτά έρχονται να προστεθούν και οι πολιτικές απέναντι στην κλιματική αλλαγή (60%) και, στην πρώτη θέση, η βαρύτητα και ο αντίκτυπος των εθνικών προγραμμάτων στήριξης της οικονομίας (80%). Αν αυτό ισχύει, τα πακέτα στήριξης  μπορούν να αποτελέσουν ένα σημαντικό εργαλείο στα χέρια των κυβερνήσεων για να ενισχύσουν, έστω και βραχυπρόθεσμα, την ελκυστικότητα των οικονομιών τους, στον βαθμό που το επιτρέπει η δημοσιονομική τους κατάσταση. Παράλληλα, ο βαθμός επιτυχίας της κάθε χώρας ως προς την αντιμετώπιση της πανδημίας (31%) φαίνεται να ενισχύει την εικόνα των χωρών που διαχειρίστηκαν αποτελεσματικά την κρίση.

Με βάση το εύρημα αυτό, στον βαθμό που επιβεβαιωθεί, φαίνεται ότι, ιδιαίτερα στο δυσμενές σενάριο ενός δεύτερου κύματος της πανδημίας του κορωνοϊού, οι χώρες που μέχρι σήμερα έχουν επιδείξει μεγαλύτερη ανθεκτικότητα, όπως η Γερμανία, οι χώρες της Ανατολικής Ευρώπης, αλλά και η Ελλάδα, θα ενισχύσουν τη θέση τους έναντι οικονομιών που επλήγησαν περισσότερο μέχρι σήμερα, όπως η Ιταλία, η Ισπανία, η Γαλλία και το Ηνωμένο Βασίλειο, μια εκτίμηση που φαίνεται να επιβεβαιώνεται και από τα ευρήματα της έρευνας για την Ελλάδα.

Το ίδιο ερώτημα τίθεται και ως προς την ελκυστικότητα ορισμένων μεγαλουπόλεων, ιδιαίτερα του Λονδίνου και του Παρισίου που, με βάση τα ευρήματα της έρευνας τον Ιανουάριο του 2020, φαίνεται να ενίσχυαν τη θέση τους. Το γεγονός ότι οι αστικές περιοχές αποδείχθηκαν πιο ευάλωτες στην πανδημία, πιθανότατα να οδηγήσει σε στροφή των επενδύσεων προς λιγότερο αστικοποιημένες περιοχές, ή προς ανερχόμενες ανταγωνίστριες πόλεις, όπως η Φρανκφούρτη, το Άμστερνταμ και το Μόναχο.

 

Γιώργος Αλεξάκης

Copyright © 1999-2024 Premium S.A. All rights reserved.