ΕΚΤΥΠΩΣΗ
Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Πώς ο ΕΦΚ δίνει ώθηση στην καινοτομία και στο ταμείο

09:29 - 04 Δεκ 2020 | Φορολογία
Πώς ο ΕΦΚ δίνει ώθηση στην καινοτομία και στο ταμείο
Οι ειδικοί φόροι μπορούν με τον κατάλληλο σχεδιασμό και χρήση να φέρουν και τα έσοδα με την καινοτομία, π.χ. στρέφοντας τη ζήτηση σε λιγότερο επιβλαβή για την υγεία προϊόντα ή σε πιο «πράσινες» λύσεις. Όπως σημειώνει το ΙΟΒΕ η διαφορική φορολογία ενδέχεται να οδηγήσει σε αλλαγές στη συμπεριφορά των καταναλωτών (π.χ. σε σημαντική μείωση ή μετατόπιση της κατανάλωσης), αλλά, συγχρόνως, δύναται να τροφοδοτήσει την τεχνολογική και καινοτομική δραστηριότητα για τη δημιουργία προϊόντων που έχουν μικρότερες αρνητικές εξωτερικές επιδράσεις, υπό την προϋπόθεση ότι υφίστανται επαρκείς μηχανισμοί ελέγχου ενδεχόμενης διακίνησης παράνομων (αφορολόγητων) παρόμοιων προϊόντων, ώστε η όποια διαφορετική αντιμετώπιση εισάγεται μέσω της διαφορικής φορολόγησης, να οδηγεί στο επιθυμητό αποτέλεσμα.

Αυτό αναφέρει μελέτη που δημοσίευσε χτες το ΙΟΒΕ με τίτλο «η διαφορική φορολογία και η επίδρασή της στην προώθηση και την επίτευξη στόχων της δημόσιας πολιτικής».

Σημειώνεται ότι τα έσοδα από ειδικούς φόρους στην Ελλάδα το 2018 ανήλθαν σε περίπου €9 δισ. Περίπου το ήμισυ αυτών των εσόδων (47%) προερχόταν από τη φορολόγηση των ενεργειακών προϊόντων. Οι φόροι στα καπνικά προϊόντα απέδωσαν το ¼ των εσόδων από ειδικούς φόρους, ενώ τα έσοδα από τους φόρους στα οχήματα αντιπροσώπευσαν το 16%. Η φορολόγηση των οινοπνευματωδών ποτών απέφερε το 6% των εσόδων από ειδικούς φόρους, σχεδόν όσο και οι υπόλοιποι ειδικοί φόροι (τηλεφωνίας, διαμονής σε τουριστικά καταλύματα κ.λπ.).

Όπως τονίζεται σε σύγκριση με την υπόλοιπη ΕΕ, η συμμετοχή των εσόδων από τους βασικούς ειδικούς φόρους κατανάλωσης (σε ενέργεια, προϊόντα καπνού και αλκοόλ) είναι στην Ελλάδα υψηλότερη τόσο από τον μέσο όρο, όσο και έναντι των περισσότερο αναπτυγμένων κρατών μελών. Αυτό όπως σημειώνει το Ινστιτούτο, εντείνει κοινωνικές ανισότητες ενώ συχνά δημιουργεί υπόστρωμα για υποβάθμιση της δημόσιας υγείας.

Είναι ενδεικτικό ότι, όπως αναφέρει το ΙΟΒΕ, η ζήτηση νόμιμων προϊόντων καπνού επηρεάστηκε από την ύπαρξη λαθραίων προϊόντων, τις αγορές προϊόντων καπνού από γειτονικές χώρες με χαμηλότερες τιμές, την απαγόρευση του καπνίσματος σε δημόσιους χώρους, τη μείωση του πληθυσμού που καπνίζει και τη διαθεσιμότητα υποκατάστατων, όπως το ηλεκτρονικό τσιγάρο. Μάλιστα, η κατανάλωση παράνομων τσιγάρων σημείωσε εντυπωσιακή άνοδο, αποσπώντας αυξανόμενο μερίδιο στη συνολική κατανάλωση. Σε αυτό συνέβαλε η υψηλή ανταμοιβή του παράνομου εμπορίου ως αποτέλεσμα της υψηλής φορολόγησης, η δυσκολία φύλαξης των χερσαίων και θαλάσσιων συνόρων, η αναποτελεσματικότητα των ελεγκτικών μηχανισμών και οι μεγάλες διαφορές τιμών με τα προϊόντα καπνού σε γειτονικές χώρες.

Έτσι, παρά την αύξηση των συντελεστών, οι αποκλίσεις των εσόδων σε σχέση με τους στόχους του κρατικού προϋπολογισμού ήταν μεγάλες. Οι αποκλίσεις μάλιστα ήταν μεγαλύτερες όταν εφαρμόζονταν μεγάλες αυξήσεις στη φορολογία των προϊόντων καπνού.

Βέβαια, όπως αναφέρεται, παρά την αύξηση των συντελεστών, οι αποκλίσεις των εσόδων σε σχέση με τους στόχους του κρατικού προϋπολογισμού ήταν μεγάλες. Οι αποκλίσεις μάλιστα ήταν μεγαλύτερες όταν εφαρμόζονταν μεγάλες αυξήσεις στη φορολογία των προϊόντων καπνού.

Πώς ο διαφορικός φόρος οδήγησε τους Σουηδούς να κόψουν το τσιγάρο;

Το ΙΟΒΕ, επίσης, καταθέτει παραδείγματα διεθνών πρακτικών από όπου προκύπτει ότι ο συνδυασμός των διάφορων εργαλείων και μηχανισμών συνετέλεσε στην επίτευξη των στόχων πολιτικής που εξυπηρετούσαν. Παρόμοια αποτελέσματα υπάρχουν στη Σουηδία, όπου ο στόχος της πολιτικής για τα προϊόντα καπνού είναι να ωθεί τους καταναλωτές που δε θέλουν ή δε μπορούν να διακόψουν το κάπνισμα στο snus το οποίο θεωρείται λιγότερο επιβλαβής εναλλακτική επιλογή από τα τσιγάρα.         


Όπως αναφέρεται ο στόχος της διαφορικής φορολογικής μεταχείρισης ήταν να ωθήσει τους καταναλωτές που δε θέλουν ή δε μπορούν να διακόψουν το κάπνισμα, στη χρήση του snus, το οποίο θεωρείται λιγότερο επιβλαβής εναλλακτική επιλογή από τα τσιγάρα. Η διαφοροποίηση αυτή στη φορολογία είχε ιδιαίτερο αντίκτυπο στη συμπεριφορά των καταναλωτών, καθώς από το 1996 πωλούνταν περισσότερα κουτιά snus από ό,τι πακέτα τσιγάρων.

Έτσι το 1997 η Σουηδία ήταν η πρώτη χώρα παγκοσμίως που πέτυχε τον στόχο που είχε θέσει ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας για το 2000, αναφορικά με τη συγκράτηση του ποσοστού των ενηλίκων καπνιστών σε επίπεδο χαμηλότερο του 20%.

Το 2000 η Σουηδία κατέγραψε το χαμηλότερο ποσοστό θανάτων (10%) που σχετίζονται με το κάπνισμα ανάμεσα στις χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης όπου το ποσοστό ανερχόταν κατά μέσο όρο στο 23%.

Πιο πρόσφατα, το 2017, η Σουηδία είχε το μικρότερο ποσοστό καπνιστών καθημερινής χρήσης μεταξύ των χωρών της ΕΕ-28, με 7%, ενώ η δεύτερη χώρα ήταν το Ηνωμένο Βασίλειο με 17%. Συγχρόνως, είχε το χαμηλότερο ποσοστό θνησιμότητας στους άνδρες στην ΕΕ-28, με 41,4 θανάτους ανά 100.000 κατοίκους το 2016, σε σύγκριση με το επόμενο χαμηλότερο ποσοστό θνησιμότητας που ήταν 60,6 ανά 100.000 κατοίκους στη Φινλανδία. Χωρίς να αποκλείεται η επίδραση και άλλων παραγόντων στα ανωτέρω αποτελέσματα στην υγεία του πληθυσμού, υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις ότι η διαφορική φορολογική αντιμετώπιση των συγκεκριμένων καπνικών προϊόντων έχει διαδραματίσει σημαντικό ρόλο.

Γιώργος Αλεξάκης

Copyright © 1999-2024 Premium S.A. All rights reserved.