«Σήμερα», είπε, «κοστολογούμε την «αξία» της εργασίας με έναν ιδιότυπο «εργασιακό αιώνα», δηλαδή για πλήρη σύνταξη, οφείλουμε να συμπληρώσουμε 100 χρόνια, είτε 60 ηλικίας και 40 εργασίας, είτε 65 ηλικίας και 35 εργασίας.
Σε ότι αφορά τις απολαβές των μισθωτών μας, πιστεύω ακράδαντα ότι, οι κοινωνικοί εταίροι τελικά θα συμφωνήσουμε, τόσο με την Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση, όσο και με τις κλαδικές συμβάσεις και θα υπογράψουμε με βάθος ρύθμισης 2ετίας ή ακόμη και 3ετίας.
Αναφορικά με το σχέδιο νόμου, εστιάσαμε τις προτάσεις μας στα βασικότερα σημεία και προτείναμε τις αναγκαίες βελτιώσεις.
Προσωπικά ωστόσο, δεν νομίζω ότι έχουμε κάποιο περιθώριο αλλαγών, αφού προτεραιότητα για την τρόικα έχουν οι ασφαλιστικές και εργασιακές αλλαγές, όπως ακριβώς περιγράφονται στο κατατεθέν νομοσχέδιο.
Το μόνο που μένει λοιπόν να κάνουμε, είναι να ευχηθούμε σε όλους μας καλά γηρατειά με το νέο ασφαλιστικό.»
Οι θέσεις της ΕΣΕΕ για ασφαλιστικό και εργασιακά
Η Εθνική Συνομοσπονδία Ελληνικού Εμπορίου συμμετείχε εξ’ αρχής σε όλα τα στάδια της διαβούλευσης για την αναμόρφωση του ασφαλιστικού συστήματος της χώρας με τεκμηριωμένες απόψεις. Ως εργοδότες αλλά και ταυτόχρονα ασφαλισμένοι στον ασφαλιστικό μας φορέα, τον ΟΑΕΕ, μεταφέραμε την εμπειρία μας και πολλές φορές προτείναμε πρακτικές λύσεις, στοχεύοντας σε ένα ασφαλιστικό σύστημα περισσότερο αποτελεσματικό και κυρίως βιώσιμο.
Πάγια θέση της ΕΣΕΕ αποτελούσε και αποτελεί ο εξορθολογισμός του ασφαλιστικού συστήματος. Πλην όμως διαπιστώνεται ότι, το υπό ψήφιση σχέδιο νόμου, απέχει τόσο από το βασικό στόχο του εξορθολογισμού, που αποτελεί άλλωστε αίτημα και του συνόλου της ελληνικής κοινωνίας, όσο ακόμα και από τις απαιτήσεις του Μνημονίου. Παρά την ευκαιρία για τον σχεδιασμό και την εφαρμογή ενός αποτελεσματικού συστήματος, βρισκόμαστε ενώπιον ενός «δημοσιονομικού εργαλείου», το οποίο θα προκαλέσει τεράστιο κοινωνικό κόστος, με αμφίβολα αποτελέσματα.
Σημειώνεται ότι, σύμφωνα με εκτιμήσεις, με το ισχύον καθεστώς ασφάλισης το συνολικό έλλειμμα θα ανέλθει κατά το 2060 σε περίπου 11% του ΑΕΠ, ενώ με την προτεινόμενη μεταρρύθμιση, υπολογίζεται ότι στην ίδια χρονική περίοδο, θα μειωθεί στο 6,5% του ΑΕΠ. Πρόκειται δηλαδή για ένα τεράστιο κόστος με πολύ μικρό και αμφίβολο αποτέλεσμα.
Γενικότερα, οι προσδοκίες του εμπορικού κόσμου για ένα ασφαλιστικό σύστημα δίκαιο και αποτελεσματικό, αν δεν διαψεύδονται, τουλάχιστον δεν επαληθεύονται.
Στο πλαίσιο αυτό, τα κυριότερα σημεία, που έχει επισημάνει η ΕΣΕΕ, είναι τα εξής:
- Χρηματοδότηση από τον κρατικό προϋπολογισμό: Δεδομένης της ανυπαρξίας σχετικής ρύθμισης, μένουν περιθώρια άρσης στην πράξη της υποχρέωσης χρηματοδότησης του ΟΑΕΕ από τον κρατικό προϋπολογισμό. Για να μην γίνει πραγματικότητα αυτό το λογικό συμπέρασμα, πρέπει να προσδιοριστεί με σαφήνεια η ετήσια υποχρέωση του κράτους, τόσο για το διάστημα πριν την εφαρμογή του νέου τρόπου υπολογισμού της σύνταξης, όσο και για μετά. Υπολογίζουμε ότι η κρατική χρηματοδότηση προς τον ΟΑΕΕ θα πρέπει να ανέλθει στο 0,65% του ΑΕΠ. Αυτονόητο είναι ότι η κρατική συμμετοχή δεν μπορεί να περιορίζεται μόνο στην κάλυψη της βασικής σύνταξης.
- Καταπολέμηση εισφοροδιαφυγής: Το σχέδιο νόμου δεν περιέχει ουσιαστικές ρυθμίσεις περί καταπολέμησης της εισφοροδιαφυγής. Αν και η αντιμετώπισή της, που αποτελεί μέγιστη πληγή για το ασφαλιστικό μας σύστημα, σχετίζεται κυρίως με την αποτελεσματικότερη οργάνωση των υπηρεσιών εσόδων, εντούτοις, το σχέδιο νόμου δεν περιέχει νομοθετικές παρεμβάσεις προς την κατεύθυνση αυτή. Γενικότερα, θεωρούμε ότι απαιτούνται άμεσα στοχευμένες βελτιώσεις της οργάνωσης και λειτουργίας του συστήματος, ώστε να γίνει παραγωγικότερο και να επιδιώξει αυτά που του οφείλονται με αποτελεσματικό τρόπο. Είναι γνωστό ότι –λίγες- μεγάλες και πολύ μεγάλες επιχειρήσεις, οφείλουν προς το ΙΚΑ περίπου 6 δις ευρώ.
Αναπροσαρμογή των συντάξεων -ΟΑΕΕ: Είναι ασαφές το τοπίο των αναπροσαρμογών συνολικά των συντάξεων, αφού συναρτάται με παραμέτρους που δεν είναι εκ των προτέρων προσδιορισμένες. Πρέπει να επισημάνουμε ότι ο τελικός ετήσιος συντελεστής αναπλήρωσης – υπολογισμού της σύνταξης, σύμφωνα με τους υπολογισμούς μας υπολείπεται του 1,2. Κατ’ επέκταση, μπορεί να βελτιωθεί χωρίς να αφιστάμεθα από τους ορισμούς του μνημονίου, με σκοπό τη βελτίωση των συνταξιοδοτικών παροχών, οι οποίες, με το νέο τρόπο υπολογισμού, σαφώς περιορίζονται. Βεβαίως, είναι γεγονός ότι οι ασφαλισμένοι του τέως ΤΑΕ δεν θίγονται τόσο με τις νέες ρυθμίσεις, αποκαθίσταται όμως αδικία σε σχέση με τους ασφαλισμένους άλλων Ταμείων.
- Υποχρεώσεις του ΟΑΕΕ προς το ΙΚΑ: Καλείται ο ΟΑΕΕ να καταβάλλει στο ΙΚΑ για το κομμάτι της υγείας, ένα τεράστιο ποσό, το οποίο κρίνεται υπερβολικό, παράλογο και σαφώς βρίσκεται εκτός πλαισίου αρχικής συμφωνίας ΙΚΑ και ΟΑΕΕ.
- Δαπάνες υγείας: Το πλαίσιο διατάξεων που αφορά στις δαπάνες υγείας κρίνεται καταρχήν θετικό, ωστόσο θα πρέπει να μας παρασχεθεί σαφής εικόνα των ουσιαστικών ρυθμίσεων, για να μορφώσουμε συνολική άποψη.
- Καταβολή εισφορών μέσω Τραπεζών: Σε ότι αφορά το ενδεχόμενο καταβολής από τον εργοδότη μισθών και ασφαλιστικών εισφορών, μέσω Τραπεζών, θεωρούμε ότι θα μπορούσε να ισχύσει προαιρετικά για τις επιχειρήσεις κάτω των 50 εργαζομένων και μόνο για το κομμάτι των ασφαλιστικών εισφορών, μετά την υιοθέτηση των κατάλληλων κινήτρων, τα οποία θα ωθήσουν τις επιχειρήσεις για την υιοθέτηση αυτής της πρακτικής.
- Διαδοχική ασφάλιση: Ελπίζαμε ότι οι παρεμβάσεις στο κομμάτι της διαδοχικής ασφάλισης θα αποκαθιστούσαν το μεγαλύτερο ποσοστό της αδικίας που υφιστάμεθα, τελικά όμως με τις προτεινόμενες ρυθμίσεις, η αποκατάσταση γίνεται σε πολύ μικρό ποσοστό. Επιπροσθέτως, θα πρέπει να διευκρινιστεί εάν τα χρόνια της διαδοχικής ασφάλισης θα προσμετρώνται στη θεμελίωση συνταξιοδοτικού δικαιώματος με 40ετία, διότι στην αντίθετη περίπτωση θα καταγραφεί μια νέα κατάφωρη αδικία σε βάρος των ασφαλισμένων.
Αναφορικά με τις διατάξεις του σχεδίου του Προεδρικού Διατάγματος για τις εργασιακές σχέσεις, η ΕΣΕΕ αφού τις μελέτησε προσεκτικά, κατέληξε στις παρακάτω προτάσεις:
Άρθρο 3 Π.Δ. – Αρθρα 73, 74 Ν/Σ
Διαδικασία προσφυγής στον Οργανισμό Μεσολάβησης και Διαιτησίας
Για την ΕΣΕΕ ο κοινωνικός διάλογος αποτελούσε και αποτελεί κρίσιμη παράμετρο της οικονομικής ανάπτυξης και της κοινωνικής συνοχής. Η δε υπογραφή της Ε.Γ.Σ.Σ.Ε. την ύψιστη έκφρασή του. Καταρχήν είναι σκόπιμο να επαναλάβουμε ότι οι διαδικασίες Μεσολάβησης και Διαιτησίας αποτέλεσαν μια νέα αντίληψη για τις συλλογικές διαπραγματεύσεις η οποία έχει αξιολογηθεί θετικά. Στην κατεύθυνση αυτή και με δεδομένη την παρούσα οικονομική συγκυρία θεωρούμε ότι η εν λόγω διαδικασία είναι σκόπιμο να προστατευτεί με τον επικαιροποίηση των αρμοδιοτήτων της.
Επομένως, θεωρούμε ότι θα πρέπει να δοθεί έμφαση στην ουσία και στο περιεχόμενο της διαμεσολάβησης. Στην κατεύθυνση αυτή το ζήτημα της συμφιλίωσης και του συλλογικού διακανονισμού αποκτούν ειδικό βάρος.
Αναφερόμενοι στη σημερινή επιστολή σας (23/06/2010), σχετική με την τροποποίηση των παρ. 2 & 3 του άρθρου 17 του Ν. 1896/1990, για την αλλαγή του τρόπου επιλογής μεσολαβητών και διαιτητών, συμφωνούμε με την πρότασή σας για τον ορισμό των Μεσολαβητών και Διαιτητών μόνο μετά από ομοφωνία του συνόλου των κοινωνικών εταίρων, της ΓΣΕΕ, ΕΣΕΕ, ΣΕΒ και ΓΣΕΒΕΕ, για την αποφυγή δυσλειτουργιών που εμφανίστηκαν στο θεσμό του ΟΜΕΔ.
Όσον αφορά στο θέμα της μεσολάβησης είναι σκόπιμο η προσφυγή να γίνεται είτε από κοινού, είτε εκατέρωθεν μονομερώς, αφού άλλωστε η όλη διαδικασία έχει περιορισμένες οικονομικές επιπτώσεις.
Στο ζήτημα της διαιτησίας απαιτείται ιδιαίτερη προσοχή. Θα πρέπει και σε αυτήν την περίπτωση να εφαρμόζεται η δυνατότητα προσφυγής είτε από κοινού, είτε μονομερώς αλλά και από την εργοδοτική πλευρά, εφόσον το άλλο μέρος αρνείται τη μεσολάβηση. Σε αυτήν όμως την περίπτωση να μην υπάρχει η δυνατότητα για μονομερή προσφυγή περισσότερες από μια φορά καθ’ όλη τη διάρκεια της τριετίας 2010-2013.
Επίσης, η διαιτητική απόφαση θα πρέπει να περιορίζεται μόνο στη ρύθμιση της μισθοδοτικής διαφοράς (οικονομικά αιτήματα) με υποχρεωτική επαρκή τεκμηρίωση αναφορικά με το οικονομικό κόστος που αυτή παράγει. Συνεπώς, θα πρέπει να αποκλείεται από την διαιτητική απόφαση η ικανοποίηση θεσμικών αιτημάτων που απαιτούν ευρύτερη συναίνεση των μερών. Για την εφαρμογή αυτής της αλλαγής στο επίπεδο της διαιτησίας, θα μπορούσαν να διαμορφωθούν σταδιακά μία σειρά κριτηρίων και κατάλληλων μηχανισμών τεκμηρίωσης με πρόβλεψη δημιουργίας Μονάδας Τεκμηρίωσης σε συνεργασία και με δικτύωση με τα Επιστημονικά Ινστιτούτα των κοινωνικών εταίρων. Παράλληλα, θα ήταν σκόπιμη η υιοθέτηση ενός δευτεροβάθμιου οργάνου ελέγχου των διαιτητικών αποφάσεων από τους κοινωνικούς εταίρους σε περίπτωση προσφυγής ενός από τα δύο μέρη (εργοδότες ή εργαζόμενοι) πριν την πιθανή κατάληξη της προσφυγής στο δικαστικό επίπεδο. Τέλος, πρέπει να καθιερωθεί ένας μηχανισμός αξιολόγησης-μελέτης της ετήσιας οικονομικής επίπτωσης των βασικών συλλογικών ρυθμίσεων κύρια σε κλαδικό επίπεδο.
Άρθρο 4 Π.Δ. – Άρθρο 75 Ν/Σ
Αύξηση του ορίου απολύσεων, στις περιπτώσεις ομαδικών απολύσεων
Όπως γνωρίζετε η πλειοψηφία των εμπορικών επιχειρήσεων απασχολούν κάτω από εννέα άτομα. Όμως με δεδομένη τη πρόθεσή μας να συμβάλλουμε ως εκ του θεσμικού μας ρόλου στην όλη συζήτηση, με βάση και τις νέες οικονομικές συνθήκες που έχουν οδηγήσει εκατοντάδες εμπορικές επιχειρήσεις σε δεινή θέση, διατηρούμε τις επιφυλάξεις μας για την πρόταση αύξησης του ποσοστού απολύσεων, η οποία ξεκάθαρα αφορά τις πολύ μεγάλες επιχειρήσεις.
Προτείνουμε, η όποια υπαγωγή στο καθεστώς ομαδικών απολύσεων να μπορεί να προκύπτει, υπό ορισμένες προϋποθέσεις, κυρίως για τις μεγάλες και προβληματικές επιχειρήσεις. Ειδικότερα ως προβληματική επιχείρηση περιγράφεται εκείνη η οποία: Έχει απολέσει άνω του μισού του εγγεγραμμένου κεφαλαίου ή άνω του ¼ του εγγεγραμμένου κεφαλαίου εντός των τελευταίων 12 μηνών. Έχει υπαχθεί ή πρόκειται να υπαχθεί σε πτωχευτική διαδικασία. Αποτελεί μικρομεσαία επιχείρηση με λειτουργία άνω των 3 χρόνων, που παρουσιάζει αισθητή μείωση τζίρου (να καθοριστούν %). Αποτελεί μεγάλη επιχείρηση, με μείωση κύκλου εργασιών ή σημαντική αύξηση ζημιών ή φθίνουσα ταμειακή ροή ή αυξανόμενη δανειοληψία ή αύξηση οικονομικών επιβαρύνσεων.
Άρθρο 5 Π.Δ. – Άρθρο 75 Ν/Σ
Καθορισμός του ύψους και του τρόπου καταβολής της αποζημίωσης του απολυόμενου
Σύμφωνα με στοιχεία μας σημαντικός αριθμός εμπορικών επιχειρήσεων αντιμετωπίζουν σοβαρά οικονομικά προβλήματα και πολλές από αυτές πρόβλημα επιβίωσης. Σε αυτή και μόνο την περίπτωση θα μπορούσε να εξεταστεί η μείωση του ύψους, έως κάποιου ποσοστού, της αρχικής αποζημίωσης είτε το ενδεχόμενο καταβολής της αποζημίωσης σε δόσεις. Πιστεύουμε ότι υπό τις παρούσες οικονομικές συνθήκες μια τέτοια ρύθμιση θα είναι ευνοϊκότερη για τον εργαζόμενο από την πτώχευση. Αποτελεί χαρακτηριστικό των μικρών και μεσαίων επιχειρήσεων του εμπορίου ότι πρώτα κλείνουν και μετά απολύουν το προσωπικό τους. Στην περίπτωση της μείωσης των αποζημιώσεων ο χρόνος προειδοποίησης και ο χρόνος αποζημιώσεων, όπως ορίζονται από το Προεδρικό Διάταγμα να μοιραστούν ισόποσα. Σας παραθέτουμε την εξής πρόταση:
Χρόνος Προειδοποίησης Αποζημίωση
Εργαζόμενος 4 ετών:
Ισχύει 3 μήνες 1 και ½ μήνες
Προεδρικό Διάταγμα 1 μήνας 1 και ½ μήνες
Πρόταση ΕΣΕΕ 1 και ½ μήνες + 1 και ½ μήνες = 3 μήνες
Εργαζόμενος 10 ετών:
Ισχύει 6 μήνες 3 μήνες
Προεδρικό Διάταγμα 2 μήνες 3 μήνες
Πρόταση ΕΣΕΕ 3 μήνες + 3 μήνες = 6 μήνες
Εργαζόμενος 16 ετών:
Ισχύει 12 μήνες 6 μήνες
Προεδρικό Διάταγμα 3 μήνες 6 μήνες
Πρόταση ΕΣΕΕ 6 μήνες + 6 μήνες = 12
Εργαζόμενος 20 ετών και άνω:
Ισχύει 16 μήνες 8 μήνες
Προεδρικό Διάταγμα 4 μήνες 8 μήνες
Πρόταση ΕΣΕΕ 8 μήνες + 8 μήνες = 16
Η παραπάνω πρόταση συμβάλλει στην ομαλή μετάβαση του εργαζόμενου είτε σε άλλη θέση εργασίας είτε στο χώρο της ανεργίας αλλά παραμένει για μεγαλύτερο χρονικό διάστημα παραγωγικός για την επιχείρηση.
Άρθρο 6 Π.Δ.
Μέτρα αποτροπής απολύσεων εργαζόμενων μεγάλης ηλικίας που βρίσκονται στο στάδιο πριν την συνταξιοδότησή τους, ανεξάρτητα αν πρόκειται για ομαδικές ή μεμονωμένες απολύσεις.
Θεωρούμε ότι τα μέτρα δεν θα πρέπει να κατατείνουν στην πλήρη απαγόρευση του δικαιώματος της επιχείρησης να προχωρήσει στην συγκεκριμένη απόλυση, ιδιαίτερα όταν αυτή είναι αιτιολογημένη. Θα πρέπει απλά να έχουν την μορφή αντικινήτρων. Ιδιαίτερη προσοχή θα πρέπει να δοθεί στους εργαζόμενους μεγάλης ηλικίας ώστε να μην απολύονται εφόσον είναι άνω των 60 χρόνων ενώ η προστασία θα πρέπει να εκτείνεται σε βάθος 5ετίας προ της συνταξιοδότησης. Σύμφωνα με τα παραπάνω και σε συνέχεια του προεδρικού διατάγματος έχουμε να παρατηρήσουμε τα ακόλουθα:
Α) Η πρόταση να υποχρεούται ο εργοδότης να καλύπτει έστω και μέρος των κόστους της αυτασφάλισης δεν μας βρίσκει σύμφωνους. Αντί αυτού θα μπορούσε να υιοθετηθεί η ίδια διαδικασία που προτείνεται για τους νέους 21-25 ετών, δηλαδή να καλύπτεται από τον ΟΑΕΔ αντίστοιχα με ποσοστό 15% επί της μισθοδοσίας και ασφάλισης για τους εργαζόμενους άνω των 50 ετών και 20% για τους εργαζόμενους άνω των 60 ετών.
Β) Εάν τελικά υιοθετηθεί τελικά με κάποιον τρόπο η αυτασφάλιση θα πρέπει να ληφθεί μέριμνα για τις επιπτώσεις που θα προκύψουν στην περίπτωση εκείνη της μη καταβολής της αυτασφάλισης στην αναγνώριση του χρόνου ασφάλισης.
Άρθρο 7 Π.Δ.
Καθορισμός των όρων απασχόλησης και του κατώτατου ημερομισθίου των νέων ηλικίας κάτω των 25 ετών, που εισέρχονται στην αγορά εργασίας για πρώτη φορά
Στην δύσκολη οικονομική συγκυρία, οφείλουμε να στηρίξουμε το εισόδημα όλων των εργαζομένων ιδιαίτερα των νέων πάντα στο πλαίσιο των συλλογικών συμβάσεων εργασίας. Άλλωστε στην παρούσα συγκυρία οφείλουμε να προνοήσουμε για ένα πλαίσιο ασφάλειας για τους νέους, το οποίο δεν μπορεί να είναι άλλο από το κατώτατο ημερομίσθιο που προσδιορίζεται από την ΕΓΣΣΕ.
Σε συνέχεια του Προεδρικού Διατάγματος θέλουμε να επισημάνουμε ότι και η αποζημίωση –σε περίπτωση απόλυσης- θα πρέπει να καταβάλλεται με την ίδια αναλογία και κατά τον ίδιο τρόπο.
Άρθρο 8 Π.Δ.
Καθορισμός των εν γένει όρων απασχόλησης και ασφάλισης των απασχολουμένων σε συμβάσεις μαθητείας, η διάρκεια των οποίων δεν μπορεί να είναι ανώτερη του έτους.
Ο θεσμός της μαθητείας μπορεί να αναδειχτεί θετικός για την ένταξη των νέων στην αγορά εργασίας. Κατ’ επέκταση οι συμβάσεις μαθητείας μπορούν να είναι χρήσιμες στην ελληνική αγορά εργασίας. Η αμοιβή των μαθητευόμενων θα πρέπει να καθορίζεται κατά ποσοστό της κατώτατης συμφωνημένης με την Εθνική Γενική Συλλογική Σύμβαση Εργασίας.
Καθορισμός της ανώτατης διάρκειας των συμβάσεων ορισμένου χρόνου.
Θεωρούμε ότι πρέπει να τεθεί ανώτατο όριο στην χρήση συμβάσεων ορισμένου χρόνου, προκειμένου να μην δημιουργούνται διενέξεις εργοδοτών και εργαζομένων και να αποφορτιστούν τα δικαστήρια από τις συγκεκριμένες υποθέσεις. Δεν θα πρέπει να παρέχεται δικαίωμα χρήσης των εν λόγω συμβάσεων άνω των 2 φορών και για χρονικά διαστήματα που δεν θα υπερβαίνουν τους 24 μήνες κατ’ ανώτατο όριο.( βλ. σχετική οδηγία Ε.Ε.)
Γενικότερη πρόταση για την αναδιοργάνωση του ΣΕΠΕ.
Θεωρούμε ότι ο ρόλος του Σώματος Επιθεώρησης Εργασίας πρέπει να αναβαθμιστεί και να βελτιωθεί ώστε να είναι πρωτίστως συμβουλευτικός και συμφιλιωτικός. Περαιτέρω προτείνουμε:
α) Κωδικοποίηση και απλούστευση της εργατικής Νομοθεσίας.
β) Διαφωνούμε με την μέχρι σήμερα ισχύουσα νομοθεσία κυρώσεων, όπου δεν υπάρχει επιμέτρηση των επιβαλλόμενων προστίμων.
γ) Δημιουργία ηλεκτρονικής Βάσης Δεδομένων στην Κεντρική Υπηρεσία του Υπουργείου.
δ) Μηχανοργάνωση του ΣΕΠΕ και βελτίωση της υλικοτεχνικής του υποδομής.
στ) Ενίσχυση των περιφερειακών υπηρεσιών του ΣΕΠΕ.
ζ) Ενδυνάμωση του ρόλου του Συμβουλίου Κοινωνικού Ελέγχου (ΣΚΕΕ).
η) Διεξαγωγή ελέγχων από μια και μοναδική αρχή.
θ) Βελτίωση της εκπαίδευσης των Επιθεωρητών.
ια) Δημιουργία ειδικής τηλεφωνικής γραμμής παροχής πληροφοριών.
ιβ) Συμμετοχή στα κλιμάκια ελέγχου και ενός εκπροσώπου των εργοδοτικών οργανώσεων.
ιγ) Πρόβλεψη δεύτερου βαθμού διοικητικής κρίσης του παραπτώματος
Καθορισμός αμοιβής υπερωριών.
Πιστεύουμε ότι η μείωση της αμοιβής των υπερωριών θα δώσει την ευκαιρία στους εργαζόμενους να αυξήσουν το εισόδημά τους και κίνητρο στον εργοδότη να καλύψει επιπλέον εργασιακές ανάγκες της επιχείρησής του με μικρότερη οικονομική επιβάρυνση.
Ενσωμάτωση 13ου & 14ου μισθού στον ιδιωτικό τομέα.
Κρίνουμε ότι η ενσωμάτωση του 13ου και 14ου μισθού στον ιδιωτικό τομέα, παρά τις τεχνικές δυσκολίες που δημιουργούν οι τριετίες, τα οικογενειακά και άλλα επιδόματα πιστεύουμε ότι τελικά θα προκύψουν θετικά αποτελέσματα, αφού θα διασφαλίσει το ετήσιο εισόδημα των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα και θα συμβάλλει στην ενδυνάμωση ενός θετικού κλίματος στην αγορά.
Παράλληλα, θεωρούμε ότι η πρόταση αυτή είναι μέσα στο πλαίσιο του Μνημονίου, αφού διατηρεί αμετάβλητες τις ετήσιες αποδοχές τουλάχιστον σε «ονομαστική» αξία για τρία χρόνια, ενώ εναρμονίζεται με τις εργασιακές συνθήκες της Ε.Ε..
Πιστεύουμε ότι οι συλλογικές διαπραγματεύσεις και η υπογραφή της ΕΓΣΣΕ πρέπει στην τρέχουσα συγκυρία να δώσουν απάντηση στην κρίση που βιώνει η ελληνική οικονομία.
Γνωρίζουμε ότι σύμφωνα με το Μνημόνιο δεν επιτρέπεται καμία αύξηση για τα επόμενα τρία χρόνια και γι’ αυτό η ΕΣΕΕ πρότεινε την ενσωμάτωση του 13ου και 14ου μισθού στους υπόλοιπους 12 μισθούς με μια διαδικασία απολύτως διαφανή, ώστε να γίνει αποδεκτή ακόμα και από την Τρόικα.
Υπολογίζεται ότι στην περίπτωση της ενσωμάτωσης, η μηνιαία αύξηση θα είναι της τάξεως του 16,66%, ενώ «αναλογιστικά» η ετήσια αύξηση θα είναι 1,38% και αντίστοιχα με τα επίπεδα του μέσου όρου του ευρωπληθωρισμού, που κυμαίνεται στο 1,2%
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr