ΕΚΤΥΠΩΣΗ
Εκτύπωση αυτής της σελίδας

ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ «Ο ΠΡΩΤΟΣ ΚΥΒΕΡΝΗΤΗΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ»

09:03 - 10 Ιουν 2013 | Ιστορίες
ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ «Ο ΠΡΩΤΟΣ ΚΥΒΕΡΝΗΤΗΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΑΣ»
Αν και η βιβλιογραφία γύρω από την προσωπικότητα του Ιωάννη Καποδίστρια είναι πλουσιότατη, ωστόσο δεν έχει φωτίσει ιστορικά όλες τις πλευρές της πολυκύμαντης ζωής του. Ο Ιωάννης Καποδίστριας ήταν, είναικαι θα παραμείνει μια αμφιλεγόμενη προσωπικότητα, ίσως γιατί τα πενήντα έξι χρόνια της ζωής του τα πέρασε μέσα στο χάος της γένεσης της ελληνικής κοινωνίας. Ο τσάρος Αλέξανδρος τον τοποθέτησε στην κορυφή της ρωσικής πυραμίδας ως πρώτο σύμβουλό του. Δίχως υπερβολή, ο Καποδίστριας ως Υπουργός Εξωτερικών μιας από τις πιο μεγάλες δυνάμεις του τότε κόσμου, κατεύθυνε σχεδόν μονάχος του την εξωτερική πολιτική της Ρωσίας. Δεν δίστασε όμως να παραιτηθεί και να αναλάβει καθήκοντα του πρώτου κυβερνήτη της Ελλάδας.

«Η οικογένεια Καποδίστρια»

Στις 10 Φεβρουαρίου του 1776, η Διαμαντίνα, κόρη του Χριστόδουλου Γονέμη και σύζυγος του Αντώνιου-Μαρία Καποδίστρια, γέννησε το έκτο από τα δέκα της παιδιά, τον Ιωάννη. Ο πατέρας του Ιωάννη, ο Αντώνιος-Μαρία ή Αντωνομαρία όπως τον φώναζαν οι γνωστοί του, ήταν δικηγόρος, μέλος του Ανώτατου Συμβουλίου της Κέρκυρας, γερουσιαστής και επιτετραμμένος της Ιονίου Πολιτείας στην Πετρούπολη και Κωνσταντινούπολη. Η οικογένειά του πατέρα του ήταν γραμμένη στο παράρτημα του Libro d’oro της Κέρκυρας, την περίφημη Χρυσή Βίβλο των αριστοκρατικών οικογενειών. Πιθανότατα  η οικογένεια του Ιωάννη Καποδίστρια να κατάγεται από το ακρωτήριο Ίστρια της Αδριατικής (Capo d’Istria), το σημερινό Κόπερ της Σλοβενίας, ή από τη Βενετία, και να κατέφυγε στην Κέρκυρα στα τέλη του 14ου αιώνα. Η οικογένεια της μητέρας του, το γένος Γονέμη, ήταν ακόμα πιο παλιά γραμμένη στο Libro d’oro.

Στις 27 Μαΐου του 1796, μέλη της οικογένειας Καποδίστρια υπέβαλαν αίτηση στη βενετική υπηρεσία των Φέουδων, για να τους αναγνωριστεί ο τίτλος του κόμη που είχε απονείμει στις 13 Αυγούστου του 1689 στους αδελφούς Νικόλαο και Αντώνιο Καποδίστρια, ο Κάρολος-Εμμανουήλ, δούκας της Σαβοΐας και βασιλιάς της Κύπρου. Με απόφαση της 1ης Ιουνίου του 1796 ο δόγης Λουδοβίκος Μανίν επικύρωσε τον τίτλο του κόμη στους αιτούντες, όπως και στα παιδιά τους. Υπάρχει όμως μεγάλη αμφισβήτηση ότι από τον οίκο της Σαβοΐας ο τίτλος του κόμη ουδέποτε δόθηκε σε οποιοδήποτε μέλος της οικογένειας Καποδίστρια και ότι το ειδικό δίπλωμα που επικαλέστηκαν ήταν ψεύτικο γιατί ο Κάρολος-Εμμανουήλ ήταν πεθαμένος από το 1675. Πιθανότατα το έγγραφο να είχε λαθεμένη ημερομηνία, όμως από την 1η Ιουνίου του 1796 τα μέλη της οικογένειας Καποδίστρια μπορούσαν να τιτλοφορούνται απολύτως νομότυπα κόμητες.

«Τα πρώτα χρόνια»

Κανένα στοιχείο δεν βρέθηκε που να φανερώνει πως πέρασε τα παιδικά και εφηβικά του χρόνια ο Ιωάννης. Από την ημέρα που βαφτίστηκε ως την ημέρα που έφυγε για τη Βενετία, στα δεκαεπτά του χρόνια, υπάρχει απόλυτο σκοτάδι. Γνωρίζουμε ότι φοίτησε στο μοναστήρι της Αγίας Ιουστίνης όπου έμαθε Λατινικά, Ιταλικά και Γαλλικά. Αργότερα σπούδασε ιατρική στο περίφημο πανεπιστήμιο της Πάντοβα και πήρε το δίπλωμά του στις 10 Ιουνίου του 1797. Στα μέσα Σεπτεμβρίου του 1801 γύρισε στην Κέρκυρα και ίδρυσε μαζί με φίλους ιατρικό σύλλογο. Μέσω αυτού ασχολήθηκε με επιστημονική έρευνα, έγραψε κάποιες μελέτες, ενώ άσκησε και το ιατρικό επάγγελμα. Αμέσως έγινε πασίγνωστος για την αφιλοκέρδεια του και το ήθος του γιατί ποτέ του δεν συνδύασε το ιατρικό λειτούργημα με κερδοσκοπικά συμφέροντα.

Συνεργάστηκε από την πρώτη στιγμή με τον Ρώσο πληρεξούσιο του τσάρου Μοτσενίγο, ο οποίος ήθελε να διορίσει ξένους διοικητές σε κάθε νησί των Επτανήσων. Έτσι, προστατευόμενος του Μοτσενίγου, πολύ γρήγορα αφοσιώθηκε στην πολιτική και τη διπλωματία, και στις 4 Μαΐου του 1805 διορίστηκε γραμματέας της δεκαμελούς επιτροπής της Επτανήσου. Χάρη στην πολιτική του οξυδέρκεια απέτρεψε την εξέγερση της Κεφαλονιάς, η οποία ενδεχομένως να είχε πολύ άσχημες συνέπειες στη συνοχή της νεότευκτης Ιονίου Πολιτείας. Τον Μάρτιο του 1807 εστάλη στη Λευκάδα, την οποία απειλούσε με κατάληψη ο Αλή Πασάς. Εκεί αναδιοργάνωσε την άμυνα του νησιού και γνωρίστηκε με πολλούς οπλαρχηγούς που θα πρωτοστατήσουν μετέπειτα στην Επανάσταση του 1821. Αργότερα αρνήθηκε τις θέσεις που του προσφέρθηκαν στη διοίκηση της Επτανήσου και στις 3 Αυγούστου του 1808 αναχώρησε για την Αγία Πετρούπολη όπου η ρωσική αυλή κάλεσε τον Καποδίστρια. Σχεδόν φανατικά προσηλωμένος επί δέκα χρόνια στην ιδέα της συνεργασίας με τους Ρώσους, αποτέλεσμα ήταν η πρόσληψή του στη ρωσική διπλωματική υπηρεσία.

«Ο Καποδίστριας Ρώσος αξιωματούχος»

Από τον Μάιο του 1809 ως τον Ιούλιο του 1827 ο Καποδίστριας υπηρέτησε τη Ρωσία στο υπουργείο εξωτερικών. Αρχικά έζησε στην Αγία Πετρούπολη, τον Αύγουστο όμως του 1811 μετατέθηκε στη ρωσική πρεσβεία της Βιέννης όπου έμεινε ακόλουθος για οχτώ περίπου μήνες. Στις 15 Μαΐου του 1812 ο Καποδίστριας πήρε διαταγή να φύγει αμέσως για το Βουκουρέστι και να αναλάβει υπηρεσία κάτω από τις διαταγές του διοικητή της στρατιάς του Δούναβη κόμη Κουτούζωφ. Ο Καποδίστριας διακρίθηκε για την επιτυχημένη διεκπεραίωση εμπιστευτικών υποθέσεων και οι συνεχείς επιτυχίες του προκάλεσαν την εύνοια του τσάρου, ο οποίος τον έστειλε στην Ελβετία για να την αποσπάσει από την γαλλική επιρροή, πράγμα που τελικά πέτυχε εξασφαλίζοντας την ουδετερότητά της. Συνεισέφερε τα μέγιστα στη δημιουργία της ελβετικής ομοσπονδίας, καθώς τότε τα πλούσια καντόνια του βορρά αρνούνταν τη συνύπαρξη με τα φτωχά καντόνια του νότου. Ο Καποδίστριας ως διαμεσολαβητής πετυχαίνει τη συναίνεση ένα χρόνο μετά και η Ελβετία ενοποιείται μέσω 19 αυτόνομων κρατιδίων (καντόνια) ως συστατικά μέλη της ελβετικής ομοσπονδίας. Για τις υπηρεσίες του αυτές παρασημοφορήθηκε με το σταυρό του Αγίου Βλαδίμηρου β’ τάξεως και του ζητήθηκε να οργανώσει εσωτερικά την Ελβετία. Τόσο μεγάλη υπήρξε η επιτυχία του και στον τομέα αυτό, που για την μεγάλη του προσφορά στη δημιουργία του ελβετικού συντάγματος του απονεμήθηκαν ο τίτλος και τα δικαιώματα του Ελβετού επίτιμου πολίτη. Οι Ελβετοί, αν και εξαιρετικά δύσκολοι στην απονομή τιμητικών διακρίσεων σε ξένους, τίμησαν ιδιαίτερα τον Καποδίστρια με πανηγυρική αναγνώριση της προσφοράς του προς το έθνος τους, ανακηρύσσοντάς τον εθνικό ήρωα και επίτιμο συμπολίτη τους στην πόλη της Λωζάννης, στα καντόνια του Vaud και της Γενεύης.

Έκτοτε, πολλοί αυτοκράτορες και βασιλείς είχαν έμπρακτα εκδηλώσει την εκτίμησή τους προς τον Έλληνα διπλωμάτη με τη διεθνή ακτινοβολία. Ο αυτοκράτορας της Αυστρίας τον τίμησε με τον μεγαλόσταυρο της τάξεως του Λεοπόλδου και ο βασιλιάς της Πρωσίας με το μεγάλο παράσημο του Ερυθρού Αετού. Τον Ιανουάριο του 1816 ο ίδιος ο τσάρος του απένειμε το βαθμό του μυστικοσύμβουλου και κατά διαταγή του εγκαταστάθηκε στο μέγαρο του Υπουργείου Εξωτερικών της Ρωσίας. Σύμφωνα με ρητή επιθυμία του τσάρου, ο Καποδίστριας απευθυνόταν πάντοτε απευθείας σε αυτόν, για όλα τα θέματα όπου κι αν βρισκόταν. Σε μία από τις συχνές ακροάσεις του υπέβαλε και το γνωστό υπόμνημα «περί των Ιονίων Νήσων» με την παράκληση να μην αποφασίσει τίποτα για την πατρίδα του πριν του εκθέσει τις απόψεις του για αυτό το ζήτημα. Ο Αλέξανδρος το υποσχέθηκε, αργότερα όμως τήρησε πολύ παθητική στάση προκειμένου να αναλάβει εκ νέου την προστασία των Ιονίων νήσων, μιας που είχαν ήδη καταληφθεί από τους Άγγλους. Λόγω της αντιφατικής αυτής στάσης και αρρωστημένης αναποφασιστικότητας του τσάρου, ο Καποδίστριας ιδρύει στη Βιέννη την Φιλόμουσο Εταιρία, απώτερος σκοπός της οποίας ήταν η αποτίναξη του τουρκικού ζυγού.

Στις 5 Νοεμβρίου του 1815 υπογράφτηκε στο Παρίσι η συνθήκη για τα Ιόνια νησιά. Ο Καποδίστριας κατάφερε να ανακηρύξει τα Επτάνησα κράτος ελεύθερο και ανεξάρτητο με την επωνυμία «Ηνωμέναι Πολιτείαι των Ιονίων Νήσων», υπό την προστασία όμως της Μεγάλης Βρετανίας. Με όλους τους κοπιώδεις παρασκηνιακούς αγώνες του, αυτό ήταν ότι καλύτερο μπορούσε να γίνει.

«Ο Καποδίστριας και η Ελληνική Επανάσταση»

Είναι γνωστό ότι ο Καποδίστριας δύο φορές δεν δέχτηκε να αναλάβει την αρχηγία της Φιλικής Εταιρίας. Όμως αυτό είναι απολύτως κατανοητό και το αντίθετο μάλιστα θα ξένιζε. Κανένας άλλος Έλληνας τότε δεν γνώριζε σε τόσο βάθος τα παρασκήνια της ευρωπαϊκής πολιτικής και ειδικότερα της ρωσικής. Αν η Ελλάδα ξεσηκωνόταν, κανένα ευρωπαϊκό κράτος δεν θα της άπλωνε χείρα βοηθείας. Το πιθανότερο ήταν να έστελναν στρατεύματα εναντίον των επαναστατημένων Ελλήνων. Αν αναλάμβανε λοιπόν αρχηγός του απελευθερωτικού κινήματος, θα έπρεπε οπωσδήποτε να παραιτηθεί από τη θέση του υπουργού και τότε η εξέλιξη των γεγονότων για την Ελλάδα θα ήταν σαφώς δυσχερέστερη. Έτσι ο Καποδίστριας πολύ σωστά επέλεξε να παραμείνει στη θέση του και από εκεί είχε ασύγκριτα περισσότερες δυνατότητες να βοηθήσει θετικά τον αγώνα των Ελλήνων όταν αυτός θα ξεσπούσε. Μπορεί ακόμα ο Καποδίστριας να θεωρούσε πρώιμη μια τέτοια εξέγερση, δεν υπάρχει όμως η παραμικρή αμφιβολία ότι αντικειμενικά συνετέλεσε στην προετοιμασία της.

Ίσως η ουσιαστικότερη προσφορά του προς το ελληνικό έθνος ήταν οι εύστοχες προσπάθειές του για την τήρηση της «αυστηράς ουδετερότητος» από τις Μεγάλες Δυνάμεις κατά την έναρξη της ελληνικής επανάστασης. Η επιστολή που αποκήρυσσε τις ενέργειες του Υψηλάντη, όσο κι αν αποτελούσε μια πικρή ενέργεια του Καποδίστρια, συνετέλεσε ουσιωδώς στο να αποκλείσει μια στρατιωτική επέμβαση των κυβερνήσεων της Ευρώπης για την καταστολή της ελληνικής επανάστασης. Βασική επιδίωξή του, από τις πρώτες ημέρες του εθνικού ξεσηκωμού, ήταν ο διαχωρισμός της ελληνικής επανάστασης από τα υπόλοιπα επαναστατικά κινήματα της Ευρώπης.

Ο Καποδίστριας μπορεί να μην ήταν ένας ριζοσπάστης δημοκράτης, η πολιτική του τοποθέτηση όμως αποτελούσε το φιλελεύθερο αντίβαρο της αντιδραστικής πολιτικής του απόλυτου δεσποτισμού του παλαιού καθεστώτος, κύριος εκφραστής της οποίας υπήρξε ο φιλότουρκος αυστριακός καγκελάριος Metternich. Στο συνέδριο του Troppau μάλιστα, ο Metternich ένιωσε ιδιαίτερα ενοχλημένος από τις απόψεις του Καποδίστρια στο θέμα της αρχής της μη ένοπλης επέμβασης σε επαναστατημένες περιοχές γιατί αυτό δημιουργούσε εμπόδια στα δικά του σχέδια.

Ο Καποδίστριας κατεύθυνε όλες του τις ενέργειες για την έκρηξη ενός ρωσοτουρκικού πολέμου. Ακολουθούσε σκληρή γραμμή απέναντι στην Τουρκία για να υπερασπίσει τους ορθόδοξους Έλληνες και να καταδικάσει τις τουρκικές θηριωδίες. Όμως μετά από τα συνέδρια του Troppau και του Laibach, η συνέχιση της παραμονής του στο Υπουργείο Εξωτερικών της Ρωσίας έγινε προβληματική. Απέναντι στην ελληνική επανάσταση, η στάση της Αγγλίας και της Αυστρίας ήταν εχθρική, ενώ της Ρωσίας αρνητική. Αργότερα θα υποβάλλει και επίσημα την οικειοθελή παραίτησή του, πριν αρχίσει η τραγικότερη πορεία της ζωής του σαν πρώτος κυβερνήτης της Ελλάδας.

Ο Καποδίστριας έφυγε από την Αγία Πετρούπολη στις 19 Αυγούστου του 1822. Λίγο πριν φύγει όμως έστειλε ένα σπουδαιότατο υπόμνημα προς τους Έλληνες, ελεύθερο από κάθε λογής προσχήματα και διπλωματικές δεοντολογίες. Στο εθνικό του μανιφέστο τονίζει πως η ελευθερία των Ελλήνων εξαρτιέται από τους ίδιους τους Έλληνες και κάθε ελπίδα εξωτερικής βοήθειας είναι απατηλή. Αναλύει τα μέτρα που πρέπει να λάβουν για να επιτύχει η επανάσταση, δίνει έμφαση στην τακτική συμπεριφοράς προς τους Τούρκους και τους Αλβανούς, ενώ προτρέπει όλο το λαό της Ελλάδας να υποβληθεί οικειοθελώς σε οικονομικές θυσίες (κυρίως τους προκρίτους) δανείζοντας χρήματα εις το έθνος γιατί μόνο έτσι θα καταφέρουν να κερδίσουν την ελευθερία τους.

Ο Καποδίστριας στη συνέχεια της ζωής του έζησε στην Ελβετία, όπου ενεργοποίησε το κίνημα του φιλελληνισμού στους πολλούς και ισχυρούς φίλους του. Δουλεύοντας εντατικά προσπαθούσε να ξεσηκώσει τη συμπάθεια της Ευρώπης για τους αγωνιζόμενους Έλληνες. Αν και μπορούσε να εγκατασταθεί σε ένα μεγαλοπρεπές μέγαρο, νοίκιασε δύο φτωχικά δωμάτια σε ένα μέτριο διαμέρισμα στην οδό Δημαρχείου 10 της Γενεύης. Για όλες του τις ανάγκες ξόδευε πολύ λίγα και όλα τα υπόλοιπα τα διέθετε για τον αγώνα των Ελλήνων. Εν τω μεταξύ ο Metternich θριαμβολογούσε και πίστευε πως ο ελληνικός αγώνας ενταφιάστηκε.

«Ο μαρτυρικός κυβερνήτης της Ελλάδας»

Στην Γ’ Εθνοσυνέλευση της Τροιζήνας, ο Καποδίστριας εκλέχτηκε κυβερνήτης της Ελλάδας με θητεία επτά ετών. Το έργο της ανασυγκρότησης της καθημαγμένης από τον εμφύλιο χώρας, υπήρξε ίσως η μεγαλύτερη προσφορά του Καποδίστρια. Ως κυβερνήτης της Ελλάδας προώθησε σημαντικές μεταρρυθμίσεις για την ανόρθωση της κρατικής μηχανής, καθώς και για τη θέσπιση του νομικού πλαισίου της πολιτείας. Ως προς το εσωτερικό της χώρας είχε να αντιμετωπίσει τους ανύπαρκτους θεσμούς της εκπαίδευσης και της δικαιοσύνης, τη διάλυση του στρατού και του ναυτικού, την ισχνή οικονομική κατάσταση της χώρας καθώς και την πειρατεία του Αιγαίου. Ως προς την εξωτερική πολιτική της Ελλάδας υπέγραψε το πρωτόκολλο του Λονδίνου όπου αναγνωριζόταν η ανεξαρτησία της Ελλάδας. Προκειμένου να στηρίξει την οικονομία της χώρας πέτυχε τη σύναψη δανείου, ίδρυσε Εθνικό Νομισματοκοπείο και καθιέρωσε τον φοίνικα ως εθνικό νόμισμα, αντικαθιστώντας το τουρκικό γρόσι. Κατασκεύασε σχολεία, εκκλησιαστική σχολή στον Πόρο, ελληνικό και γαλλικό τυπογραφείο στην Αίγινα καθώς και το ορφανοτροφείο της Αίγινας. Μερίμνησε για την ανοικοδόμηση του Μεσολογγίου και των Πατρών, ίδρυσε τη Στρατιωτική Σχολή Ευελπίδων, ταχυδρομική υπηρεσία, ναυπηγεία στο Ναύπλιο και στον Πόρο, ενώ τον Οκτώβριο του 1829 ίδρυσε το πρώτο αρχαιολογικό μουσείο στην Αίγινα. Ίδρυσε Στατιστική Υπηρεσία, η οποία διενήργησε την πρώτη απογραφή, ενώ επίσης ίδρυσε τη Γεωργική Σχολή της Τίρυνθας όπου έγινε η πρώτη απόπειρα για την καλλιέργεια της πατάτας.

Αξίζει να επισημανθεί το γεγονός ότι ο Καποδίστριας ήταν ο πρώτος στην Ελλάδα που εισήγαγε την καλλιέργεια της πατάτας. Όταν εγκαταστάθηκε στο Ναύπλιο, διέταξε να αποθέσουν ένα φορτίο με πατάτες στο λιμάνι και προέτρεψε τους χωρικούς να πάρουν ελεύθερα όσες θέλουν. Οι φιλύποπτοι συμπατριώτες του όμως αδιαφόρησαν παγερά. Έτσι ο Καποδίστριας, μιμούμενος τον Μέγα Φρειδερίκο της Ρωσίας και τον Παρμαντιέ της Γαλλίας που είχαν μεταχειριστεί παρόμοια κόλπα, περιέφραξε το μέρος που ήταν αποθηκευμένες οι πατάτες και διέταξε φρουρούς να τις φυλάνε νυχθημερόν. Αμέσως κυκλοφόρησε η φήμη στο Ναύπλιο πως το φορτίο περιείχε κάτι εξαιρετικά πολύτιμο. Έτσι άρχισαν σιγά-σιγά να κλέβουν τις πατάτες κάτω από τη μύτη των φρουρών, οι οποίοι όμως είχαν εντολή να κάνουν τα στραβά μάτια. Με αυτήν την ευφυή κίνηση, μέσα σε μια βδομάδα δεν είχε μείνει ούτε μία πατάτα και μέχρι σήμερα η πατάτα αποτελεί βασικό μέρος της καθημερινής διατροφής του Έλληνα.

Σε μία επιστολή του ο Καποδίστριας γράφει απευθυνόμενος προς την Δ’ Εθνοσυνέλευση «...εφ'όσον τα ιδιαίτερα εισοδήματά μου αρκούν διά να ζήσω, αρνούμαι να εγγίσω μέχρι και του οβολού τα δημόσια χρήματα, ενώ ευρισκόμεθα εις το μέσον ερειπίων και ανθρώπων βυθισμένων εις εσχάτην πενίαν». Πέραν του γεγονότος ότι ο Καποδίστριας διέθεσε όλη του την περιουσία για τους σκοπούς της επανίδρυσης του κράτους, ως κυβερνήτης αρνήθηκε να δεχθεί μισθό. Η φιλοπατρία του αναγνωρίζεται από όλους σχεδόν τους ιστορικούς, του προσάπτουν όμως έντονη αυταρχικότητα με την οποία άσκησε εξουσία. Στις 18 Ιανουαρίου του 1828 πέτυχε ψήφισμα της Βουλής περί αναστολής του Συντάγματος. Έτσι κατέστη η μοναδική πηγή εξουσίας, συνεπικουρούμενος από το «Πανελλήνιον», ένα συμβουλευτικό σώμα αποτελούμενο από 27 μέλη. Επηρεασμένος ίσως από την πολύχρονη θητεία του στην απολυταρχική Ρωσία, εφάρμοσε για τη διακυβέρνηση του τόπου δικτατορικές αντιλήψεις, πιστεύοντας ότι μόνο έτσι θα μπορούσε να επιβάλει την τάξη. Αναμφίβολα προσπάθησε να επιβάλει με τρόπο αυταρχικό τη δημιουργική του δραστηριότητα στον ανήσυχο ελληνικό λαό, γι’ αυτό και γρήγορα άρχισε να εκδηλώνεται δυσαρέσκεια εναντίον του. Έντονη δυσαρέσκεια προκάλεσε επίσης το γεγονός ότι σε σημαντικές κρατικές υπηρεσίες διόριζε πρόσωπα από το στενό συγγενικό και φιλικό του περιβάλλον.

Το κράτος που θέλησε να δημιουργήσει ο Καποδίστριας καταργούσε τα άβατα των προκρίτων και ερχόταν σε πλήρη αντίθεση με τα ποταπά συμφέροντά τους. Οι προσπάθειες του να εξισώσει τις υποχρεώσεις όλων των πολιτών έναντι του κράτους ερέθιζε όσους είχαν ειδικές ελευθερίες και προνομιακή μεταχείριση προηγουμένως. Έτσι, η Ύδρα πρώτη έγινε το προπύργιο της αντικαποδιστριακής προπαγάνδας. Τα στασιαστικά κινήματα της Ύδρας το 1829 ζήτησαν από τον Μιαούλη να καταλάβει τον ναύσταθμο του Πόρου, πριν προλάβει ο διοικητής του Κανάρης να έλθει εναντίον της Ύδρας. Ο Ρώσος ναύαρχος Ρίκορντ, κατόπιν εντολής του Καποδίστρια, απέκλεισε το λιμάνι του Πόρου και ο Μιαούλης, προ του κινδύνου να συλληφθεί, ανατίναξε τη φρεγάτα «Ελλάς» και την κορβέτα «Ύδρα», τα δύο πιο αξιόλογα πλοία του ελληνικού στόλου.

Μοιραία όμως στάθηκε η αντιπαλότητα του Καποδίστρια με την ισχυρότερη οικογένεια της Μάνης, τους Μαυρομιχαλαίους. Με τη σύλληψη και τον εγκλεισμό στη φυλακή του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη στο όνομα της ισονομίας και της δικαιοσύνης, ο Καποδίστριας υπογράφει τη θανατική καταδίκη του.

Την Κυριακή 27 Σεπτεμβρίου του 1831, λίγο πριν τις 6 το πρωί, το αίμα του μεγάλου αυτού Έλληνα έβαψε τα σκαλοπάτια και την παραστάδα του ναού του Αγίου Σπυρίδωνος στο Ναύπλιο. Ο Καποδίστριας πήγαινε να εκκλησιαστεί στον πολιούχο άγιο της γενέτειράς του και δολοφονήθηκε στην είσοδο της εκκλησίας από τον Κωνσταντίνο Μαυρομιχάλη και τον υιό του Γεώργιο, σε αντίποινα της φυλάκισης του αδελφού του Κωνσταντίνου, Πετρόμπεη. Ο μόνος που συνόδευε τον Καποδίστρια ήταν ο απόμαχος Κρητικός μονόχειρας σωματοφύλακάς του, επ’ ονόματι Γεώργιος Κοκκώνης, ο οποίος πυροβόλησε τον Κωνσταντίνο Μαυρομιχάλη. Ο Γεώργιος κατάφερε να ξεφύγει προσωρινά και βρήκε προστασία στη Γαλλική πρεσβεία. Κατόπιν επιμόνου απαιτήσεως του συγκεντρωμένου πλήθους, που απείλησε ότι θα κάψει την πρεσβεία, ο αντιπρεσβευτής βαρόνος Ρουάν τον παρέδωσε στις αρχές. Τελικά καταδικάστηκε από το δικαστήριο εις θάνατον λίγες ημέρες αργότερα και θανατώθηκε δια τουφεκισμού το πρωί της 10ης Οκτωβρίου του 1831.

Στη θέση του δολοφονημένου Καποδίστρια διορίστηκε για μικρό διάστημα ο αδερφός του Αυγουστίνος και οι Προστάτιδες Δυνάμεις βρήκαν την ευκαιρία να εγκαθιδρύσουν βασιλεία, φοβούμενες την επικράτηση ενός φιλελεύθερου κινήματος.

Η είδηση της δολοφονίας του Καποδίστρια πάγωσε όχι μόνο ολόκληρη τη χώρα, αλλά και ολόκληρη την Ευρώπη. «Από σήμερα παύω να είμαι φιλέλληνας» δήλωσε λακωνικά ο Γκαίτε, ενώ ο φιλέλληνας ευεργέτης Εϋνάρδος έγραψε «Ὁ κακοῦργος ὅστις ἐδολοφόνησε τὸν Καποδίστριαν, ἐδολοφόνησε τὴν πατρίδα του». Εκείνη την ημέρα σε όλο το Ναύπλιο, οι νοικοκυρές έβαψαν τα σεντόνια τους μαύρα και τα κρέμασαν στις προσόψεις των σπιτιών. Κανένα παράθυρο ή πόρτα δεν άφηνε το φως να περάσει. Συμβολικά το σκοτάδι των σπιτιών ήταν το σκοτάδι στο οποίο βυθιζόταν ξανά ο τόπος. Ο Καποδίστριας είχε πλέον σταυρωθεί για την Ελλάδα.

Το πτώμα του Καποδίστρια το έθαψαν στην Κέρκυρα, όπου σώζεται ακόμα ο τάφος του. Σύμφωνα με την επιθυμία του ενταφιάστηκε πίσω από το ιερό της μονής της Παναγίας της Πλατυτέρας, την οποία υποστήριξε ότι είχε δει σε όραμα όταν έπεσε από ένα άλογο σε ηλικία δεκάξι χρονών.

Ο Καποδίστριας δεν παντρεύτηκε ούτε έφερε απογόνους, όμως ο έρωτας του με τη Ρωξάνδρα Στούρτζα ήταν φλογερός και άφησε εποχή. Η Ρωξάνδρα Στούρτζα, με εξαιρετικές σπουδές και κόρη ευγενών, διετέλεσε κυρία επί των τιμών στην τσαρική αυλή. Ωστόσο παρέμεινε ένας έρωτας ανεκπλήρωτος, καθώς ο Καποδίστριας έφυγε για την Ευρώπη και έπειτα για την Ελλάδα ως Κυβερνήτης.

ΤΟΥ ΜΠΟΥΤΑΤΟΥ ΧΡΗΣΤΟΥ*

* Επιχειρηματίας, αντιπρόεδρος Δ.Σ. της DMN A.E., κάτοχος μεταπτυχιακού τίτλου στο Μάνατζμεντ και στη Στρατηγική Επιχειρήσεων από το LSE.

Copyright © 1999-2024 Premium S.A. All rights reserved.