ΕΚΤΥΠΩΣΗ
Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Βιοκαύσιμα: Το ενεργειακό στοίχημα της Ευρώπης για τις ΑΠΕ

09:24 - 02 Μαρ 2010
Μαρίνα Φούντα

Από Μαρίνα Φούντα

Τα τελευταία χρόνια παρατηρείται έντονη ρητορική γύρω από το θέμα των Ανανεώσιμων Πηγών Ενέργειας και ιδιαίτερα των βιοκαυσίμων, στο πλαίσιο της Ευρωπαϊκής Ενεργειακής Πολιτικής, σύμφωνα με την οποία, η ΕΕ στοχεύει στη συνολική μείωση της παραγωγής αερίων θερμοκηπίου και την εξασφάλιση ενεργειακής επάρκειας με τη διείσδυση των ΑΠΕ στην παραγωγή ενέργειας. Η ΕΕ δεσμεύει τα κράτη – μέλη να περιλαμβάνουν ενέργεια από ανανεώσιμες πηγές σε ποσοστό 20% του ενεργειακού τους μείγματος στους τομείς του ηλεκτρισμού, της θέρμανσης και της ψύξης και τα υποχρεώνει να χρησιμοποιούν βιοκαύσιμα σε ποσοστό 10% στον τομέα των μεταφορών μέχρι το 2020.

Βιοκαύσιμα: Το μεγάλο στοίχημα

Τα βιοκαύσιμα, όπως ορίζονται στην ευρωπαϊκή οδηγία, είναι υγρά ή αέρια καύσιμα για τις μεταφορές, που παράγονται από βιομάζα, η οποία αποτελεί ανανεώσιμη πηγή ενέργειας. Επιπλέον αποτελούν τη μοναδική μορφή ΑΠΕ που μπορεί να αναμειχθεί ή να αντικαταστήσει πλήρως το πετρέλαιο κίνησης και τη βενζίνη, χωρίς να χρειάζεται μετατροπή των κινητήρων του στόλου μεταφοράς. Δεδομένου του ότι η ΕΕ αποτελεί το μεγαλύτερο εισαγωγέα πετρελαίου στον κόσμο, εισάγοντας αναγκαστικά το 82%  των καυσίμων που καταναλώνει, ότι οι οδικές μεταφορές ευθύνονται για το 23% των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου παγκοσμίως  και ότι ο αριθμός των οχημάτων αυξάνεται με ταχύτατους ρυθμούς, επομένως και η ρύπανση του περιβάλλοντος από αυτά, η παραγωγή βιοκαυσίμων έχει ιδιαίτερη σημασία για την ΕΕ.

Ήδη από το 2003 η ΕΕ έθεσε στόχο 2% βιοκαυσίμων στα καύσιμα μεταφοράς ως το 2005 και για 5,75% έως το 2010. Ωστόσο ο στόχος για το 2005 επετεύχθη κατά το ήμισυ όπως φαίνεται δύσκολο να επιτευχθεί και αυτός του 2010. Έτσι, αναγκάστηκε να αναθεωρήσει τους στόχους με 10% για το 2020 με την οδηγία του Ιανουαρίου του 2008. Με την ώθηση που έδωσε η ΕΕ, ο τομέας των βιοκαυσίμων άρχισε να αναπτύσσεται με γοργούς ρυθμούς σε αρκετές ευρωπαϊκές χώρες, αυξάνοντας τον ανταγωνισμό στον κλάδο και δίνοντας το κίνητρο δημιουργίας πολλών νέων εταιριών που δραστηριοποιούνται στον τομέα παραγωγής βιοκαυσίμων, δημιουργώντας νέες θέσεις εργασίας και αυξάνοντας παράλληλα τις ενεργειακές καλλιέργειες, δίνοντας νέα ώθηση στον αγροτικό τομέα.

Ωστόσο, η παραγωγή βιοκαυσίμων, εάν δεν τηρεί τις συγκεκριμένες προϋποθέσεις που θέτει η ΕΕ προκειμένου να υπάρχει ισορροπία με τον τομέα των τροφίμων και της αειφόρου ανάπτυξης, μπορεί να αποτελέσει τροχοπέδη στην επίτευξη του εθνικού στόχου των χωρών – μελών. Οι εθνικές νομοθεσίες είναι απαραίτητο να θέτουν όρια, περιορισμούς και ελέγχους προκειμένου να διατηρούν ισορροπία με την καλλιεργήσιμη γη και την απαιτούμενη από την ΕΕ παραγωγή βιοκαυσίμων.

Η ευρωπαϊκή καλή πρακτική

Στις περισσότερες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η παραγωγή και διάθεση βιοκαυσίμων έχουν ήδη αναπτυχθεί, η εμπειρία οδηγεί σε βελτίωση των πρακτικών και της νομοθεσίας, καθώς και στην αποδοτικότερη διακίνηση και χρήση του προϊόντος. Οι κυβερνητικές πολιτικές των ευρωπαϊκών χωρών ενισχύουν την παραγωγή βιοκαυσίμων, λαμβάνοντας δημοσιονομικά μέτρα στήριξης, θέτοντας σταδιακούς στόχους ανάμειξης και χρήσης βιοκαυσίμων στις μεταφορές καθώς και εμπορικούς περιορισμούς προκειμένου να προστατέψουν την εγχώρια αγορά βιοκαυσίμων. Το βιοντίζελ είναι συγκεκριμένα το κύριο βιοκαύσιμο που παράγεται στην ΕΕ, με την παραγωγή του να φτάνει το 80% της παγκόσμιας παραγωγής . Πολλές χώρες έχουν ξεκινήσει την πρόσμιξη συμβατικού ντίζελ με βιοντίζελ στοχεύοντας στην επιμήκυνση της «ζωής» της μηχανής και στην ταυτόχρονη μείωση της μόλυνσης του περιβάλλοντος. Παράλληλα, οι εταιρείες του κλάδου δράττονται της ευκαιρίας αυτής επενδύοντας σημαντικά κεφάλαια στην βελτίωση της αποτελεσματικότητας της μετατροπής ανανεώσιμων πηγών. Ενδεικτικά, ακολουθούν κυβερνητικές και επιχειρηματικές πρακτικές, υποστηρικτικές της εισαγωγής των βιοκαυσίμων στην ΕΕ.

Η νέα ενεργειακή και κλιματική στρατηγική της Σουηδίας αποτελεί την πιο αισιόδοξη ευρωπαϊκή στρατηγική για τη βελτίωση της αποτελεσματικότητας της ενέργειας και τη μείωση των εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου. Ο εθνικός στόχος της ανέρχεται σε 50% της παραγόμενης ενέργειας να προέρχεται από ΑΠΕ μέχρι το 2020, ενώ μέχρι το 2030 σκοπεύουν η χώρα να είναι πλήρως ανεξαρτητοποιημένη από τα ορυκτά καύσιμα κίνησης.

Η ΕΕ σκοπεύει να αποτελέσει σημαντικό αρωγό στην ανάπτυξη βιοκαυσίμων, επενδύοντας 2,7 δισεκατομμύρια ευρώ στα άλγη για τα επόμενα 7 χρόνια.  Με την έως σήμερα στήριξη της ΕΕ, οι κυβερνητικές πολιτικές έχουν επηρεάσει την βιομηχανία καυσίμων, καθώς προκάλεσαν ουσιαστικά την ανάπτυξη της ζήτησης βιοκαυσίμων. Σε περισσότερες από 36 κράτη /επαρχίες και 17 χώρες σε εθνικό επίπεδο έχουν τεθεί σε ισχύ κυβερνητικές εντολές για ανάμειξη βιοκαυσίμων με συμβατικά καύσιμα οχημάτων.

Το ελληνικό παράδοξο

Στην Ελλάδα, η παρουσία των βιοκαυσίμων ως εναλλακτική πηγή ενέργειας εμφανίστηκε με το νόμο Ν.3423/2005, περί «Εισαγωγής στην Ελληνική Αγορά των Βιοκαυσίμων και των και των Άλλων Ανανεώσιμων Καυσίμων», χωρίς όμως να διακινηθούν ή να καταναλωθούν βιοκαύσιμα μέχρι το τέλος εκείνης της χρονιάς, ενώ με τον ίδιο νόμο, καθορίστηκε και ο εθνικός στόχος 5,75%, έως 31 Δεκεμβρίου 2010. Τα χρόνια που ακολούθησαν, οι στόχοι που είχαν τεθεί δεν επετεύχθησαν στο μέγιστο με τα ποσοστά απορρόφησης βιοκαυσίμων στην ελληνική αγορά να διαγράφονται ως εξής:

Την ώρα που οι κυβερνήσεις των άλλων ευρωπαϊκών χωρών αγωνίζονται να εναρμονίσουν τη νομοθεσία τους με την ΕΕ, τηρώντας την ευρωπαϊκή οδηγία, η ελληνική κυβέρνηση φαίνεται να μην συμπεριλαμβάνει τα βιοκαύσιμα στην «Πράσινη Ανάπτυξη», παρά μόνο την παραγωγή του 20% της ενέργειας από άλλες ανανεώσιμες πηγές έως το 2020. Τα βιοκαύσιμα δεν αποτελούν προτεραιότητα στην πολιτική και επιχειρηματική ατζέντα της κυβέρνησης, ενώ δεν έχουν ακόμα καν ενταχθεί στις ΑΠΕ, όπως υπαγορεύει η ΕΕ. Τη στιγμή δε, που η προβλεπόμενη κατανομή παραγωγής βιοκαυσίμων τα προηγούμενα χρόνια δεν πραγματοποιήθηκε εντός ενδεδειγμένου ευρωπαϊκού χρονοδιαγράμματος, με αποτέλεσμα την δυσκολία απορρόφησης επαρκούς ποσότητας στην αγορά, κάποιες επιχειρήσεις του κλάδου διαγκωνίζονται και μονάδες παραγωγής υπολειτουργούν. Αποτέλεσμα της αμέλειας, των παραλείψεων και των καθυστερήσεων εκ μέρους της ελληνικής κυβερνητικής πολιτικής είναι να παραμένει η Ελλάδα σε χαμηλά επίπεδα στην ευρωπαϊκή κατάταξη απορρόφησης βιοκαυσίμων και να μην συμβαδίζει με την ευρωπαϊκή νομοθεσία.

Τα βιοκαύσιμα αποτελούν ένα ισχυρό εργαλείο για την εξασφάλιση της ενεργειακής προμήθειας και την προστασία του περιβάλλοντος. Χρειάζεται όμως μακροπρόθεσμος εθνικός σχεδιασμός, κινητοποίηση όλων των αρμοδίων φορέων, παράλληλα υποστηριζόμενους από την ελληνική νομοθεσία, εναρμονισμένη με την ευρωπαϊκή και ικανή να πετύχει τους στόχους που θέτει η ΕΕ, ακολουθώντας το παράδειγμα καλής πρακτικής των άλλων ευρωπαϊκών χωρών. Μόνο όταν τα εθνικά σχέδια δράσης όλων των χωρών – μελών της ΕΕ καταφέρουν να προσαρμοστούν πλήρως με την ευρωπαϊκή ενεργειακή πολιτική, μόνο τότε θα καταφέρει η ΕΕ να κερδίσει το πολυπόθητο στοίχημα των βιοκαυσίμων του 10% μέχρι το 2020.

Copyright © 1999-2024 Premium S.A. All rights reserved.