ΕΚΤΥΠΩΣΗ
Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Ζητούνται δικαστές με ανάστημα

18:38 - 23 Μαρ 2006 | Από θέσεως...
Το σκάνδαλο των υποκλοπών, ακόμη και αν τελικώς ξεχαστεί μέσα στα πολλά λόγια και τις υποθετικές σκέψεις (αλλά και στην τάση της επικαιρότητας να στρέφεται στο «επόμενο» θέμα), δεν παύει πάντως να εμπεδώνει στους πολίτες τη βεβαιότητα ότι δεν μπορούν να βασίζονται στην εκτελεστική εξουσία για τη διασφάλιση των ελευθεριών τους. Είτε η κυβέρνηση είχε άγνοια των υποκλοπών, είτε η υπόθεση είχε ξεκινήσει εν γνώσει της, οι μόνες δυνατές εκδοχές είναι επιβαρυντικές γι’ αυτήν. Ή γνώριζε και άρα ενέχεται στην υπόθεση ή, αν δεν γνώριζε, αποφάσισε πάντως να την «κουκουλώσει» επί έντεκα μήνες.
Με τον τρόπο αυτό, το ίδιο το γεγονός των υποκλοπών, όσο και η στάση της εκτελεστικής εξουσίας μετά την «αποκάλυψη» πιστοποιούν πόσο δίκιο είχαν όσοι προειδοποιούσαν πως οι ειδικές αντιτρομοκρατικές νομοθεσίες και η αύξηση των περιθωρίων κινήσεων των μυστικών (και μη) υπηρεσιών οδηγούν αναπόφευκτα σε χάος αυθαιρεσίας. Ουδείς ελέγχει γιατί κάποιοι φέρονται ύποπτοι, χαλινάρι στις βουλήσεις των «πρακτόρων» δεν υπάρχει – και βέβαια δεν μπαίνει φρένο στη ροή των κασσετών προς εκβιαστικά κυκλώματα, τηλεοπτικά ή μη. Μέσα στο περιβάλλον αυτό, αυξάνεται για τον πολίτη η σημασία μιας αληθινά ανεξάρτητης δικαστικής παρέμβασης, που –αυτή τουλάχιστον- θα προτάσσει τον νόμο και δεν θα τον κάμπτει στο όνομα του κάθε φορά δημοσίου συμφέροντος. Αφού η εκτελεστική εξουσία δεν (αυτο)συγκρατείται, πρέπει να τη συγκρατούν οι δικαστικές αρχές. Να βαρύνουν στις δικές τους επιλογές τα ατομικά δικαιώματα – και να μην αρκεί ο λόγος ενός αστυνομικού για να ανοίγουν τραπεζικοί λογαριασμοί και να παγιδεύονται τηλέφωνα. Προ ημερών, σε συζήτηση στην ΕΣΗΕΑ με αφορμή την έκδοση του βιβλίου του δικηγόρου Θ.Παπαϊωάννου «Οι Βρετανοί δικαστές και η τρομοκρατία», μεταξύ των ομιλητών ήταν και οι εισαγγελείς κ. Μπάγιας και Διώτης. Σημείωσαν και οι δύο πως η νομιμότητα πρέπει να τηρείται – και ο κ. Διώτης υπογράμμισε ότι οι δικαστές δεν πρέπει να γίνονται «μακρύ χέρι της εκτελεστικής εξουσίας». Δεν γνωρίζει κανείς αν ο κ. Διώτης είναι ικανοποιημένος με τον βαθμό, στον οποίο ο ίδιος δυνήθηκε να αντισταθεί στις πιέσεις της Αντιτρομοκρατικής για τον τρόπο ανάκρισης των υπόπτων της «17 Νοέμβρη». Ένα γύρω, όμως, οι ενδείξεις προδίδουν ότι οι Έλληνες δικαστές δεν ορθώνουν ιδιαίτερο τείχος αντίστασης στην εκτελεστική εξουσία, αλλ’ ούτε καν στις κραυγές των μέσων ενημέρωσης. Οι ενδείξεις δυστυχώς αφθονούν. Όπου το ενδιαφέρον είναι μεγάλο και ο πολιτικός στόχος σημαντικός (ή προβεβλημένος ως σημαντικός), διαπιστώνει κανείς παραβιάσεις των δικονομικών τύπων στις ανακρίσεις, προφυλακίσεις χωρίς περίσκεψη, ακόμη και κάμψη της νομικής λογικής. Έτσι και στην προκαταρκτική εξέταση για τις υποκλοπές (που νομικά μάλλον δεν χρειαζόταν καθόλου), μια που η κυβέρνηση ήθελε να συρθεί η υπόθεση, η εισαγγελία την «έκλωθε» άνευ λόγου επί έντεκα μήνες… Αν όμως σε πολλές περιπτώσεις είναι σημαντική η εξιχνίαση των εγκλημάτων ή η προάσπιση της δημόσιας ασφάλειας, είναι πάντοτε εξίσου σημαντικό όλα αυτά να γίνονται νόμιμα και με ανησυχία για το ενδεχόμενο καταπάτησης των ατομικών ελευθεριών. Οι στόχοι μπορεί να μοιάζουν αντικρουόμενοι, οι φιλελεύθερες δημοκρατίες είναι όμως θεμελιωμένες στην ανάγκη συνδυασμού τους: τα ατομικά δικαιώματα είναι σ’ αυτές αγαθό το ίδιο σημαντικό με την ασφάλεια και την ανίχνευση των εγκλημάτων. Οι δικαστές μας πρέπει να το συνειδητοποιήσουν – και να «τολμούν». Μόνος ο έπαινος στο θάρρος του Δικαστηρίου των Λόρδων ή κάποιων δικαστών της Γερμανίας δεν αρκεί. Δημήτρης Καστριώτης
Copyright © 1999-2024 Premium S.A. All rights reserved.