ΕΚΤΥΠΩΣΗ
Εκτύπωση αυτής της σελίδας
Θριαμβολογίες à la Παπαχριστόπουλος για την επενδυτική βαθμίδα  

Θριαμβολογίες à la Παπαχριστόπουλος για την επενδυτική βαθμίδα  

11:10 - 23 Οκτ 2023
Πιστοληπτική Διαβάθμιση (Credit Rating): Ονομάζεται η κατάταξη ενός ομολόγου με κριτήριο τον πιστωτικό κίνδυνο (χρεοκοπία, καθυστέρηση πληρωμής) που αυτό εμπεριέχει. Η φερεγγυότητα του εκδότη είναι η καθοριστική παράμετρος για την Πιστοληπτική Διαβάθμιση του ομολόγου. Όσο πιο φερέγγυος είναι ο εκδότης, τόσο πιο υψηλή Πιστοληπτική Διαβάθμιση (άρα και μικρότερο πιστωτικό κίνδυνο) έχει το ομόλογο.

Η αξιολόγηση της φερεγγυότητας των εκδοτών ομολόγων είναι συνεχής και διενεργείται ανά τακτά χρονικά διαστήματα και σε εκ των προτέρων καθορισμένες ημερομηνίες από τους Οίκους Αξιολόγησης της Πιστοληπτικής Ικανότητας (Credit Rating Agency). Οι πιο γνωστοί και κοινά αποδεκτοί διεθνώς Οίκοι Αξιολόγησης είναι οι Moody’s Investor Services (ΗΠΑ),  Standard and Poor’s (ΗΠΑ), Fitch (ΗΠΑ)  και DBRS (Καναδάς).

 

Ευνόητο είναι ότι εάν υποστεί πλήγμα η φερεγγυότητα ενός εκδότη, τότε η πιστοληπτική διαβάθμιση όλων των ομολόγων που έχει εκδώσει,  μειώνεται γιατί αυξάνεται ο πιστωτικός κίνδυνος.  

 

  

Επενδυτική Βαθμίδα (Investment Grade)

 

Είναι η ελάχιστη Πιστοληπτική Διαβάθμιση πάνω από την οποία ο πιστωτικός κίνδυνος του εκδότη άρα και του ομολόγου είναι σχετικά χαμηλός. Πάνω από το αυτό το ελάχιστο επίπεδο Επενδυτικής Βαθμίδας υπάρχουν και άλλες ακόμα πιο υψηλές που αντιστοιχούν σε ακόμα πιο φερέγγυους εκδότες ενώ και κάτω από αυτό το επίπεδο υπάρχουν και άλλες πολύ χαμηλότερες που αντικρίζονται σε πιο αφερέγγυους εκδότες. 

 

Οι κατηγορίες Επενδυτικής Βαθμίδας που χρησιμοποιούν οι τρείς οίκοι αξιολόγησης (S&P, Fitch και DBRS) είναι τέσσερεις και κατά φθίνουσα σειρά οι εξής (ΑΑΑ, ΑΑ, Α και ΒΒΒ) ενώ οι κατηγορίες χαμηλής Πιστοληπτικής Διαβάθμισης είναι οκτώ (8) και επίσης κατά φθίνουσα σειρά είναι (ΒΒ, Β, CCC, CC, C, R, SD-επιλεκτική χρεοκοπία, D-ολική χρεοκοπία). Παρόμοια λογική με διαφορετικό συμβολισμό χρησιμοποιεί και η Moody’s. Σε όλες τις παραπάνω κατηγορίας (εξαιρούνται η ΑΑΑ και η D-Ολική Χρεοκοπία) χρησιμοποιούνται και τρείς υποκατηγορίες («+», χωρίς πρόσημο, «-») που δηλώνουν την τρέχουσα τάση.

Τα Ελληνικά Κρατικά Ομόλογα είχαν χάσει την Επενδυτική Βαθμίδα τον Ιανουάριο 2011 όταν και η Fitch, τελευταία από τους τρείς (3) μεγάλους  Οίκους Αξιολόγησης εκείνης της εποχής υποβάθμισε το αξιόχρεο του Ελληνικού χρέους στην κατηγορία Σκουπίδια (Junk).

 

Από τότε έχουν περάσει περισσότερο από 12 χρόνια. Την Παρασκευή 8 Σεπτεμβρίου η DBRS αναβάθμισε το Ελληνικό αξιόχρεο από ΒΒ σε ΒΒΒ, δηλαδή τα Ελληνικά κρατικά ομόλογα επανεντάχθηκαν από την DBRS στην ελάχιστη Επενδυτική Βαθμίδα. Την Παρασκευή 20 Οκτωβρίου ακολούθησε και η S&P πού επίσης αναβάθμισε την πιστοληπτική αξιολόγηση της Ελληνικής Οικονομίας από ΒΒ σε ΒΒΒ, δηλαδή στην ελάχιστη κατηγορία Επενδυτικής Βαθμίδας.

Μία φαινομενικά θετική εξέλιξη που η κυβερνητική προπαγάνδα έσπευσε να εκμεταλλευθεί με διθυράμβους προβάλλοντας την συνήθη επιχειρηματολογία της μείωσης του κόστους εξυπηρέτησης τους χρέους και δανεισμού επειδή τα ελληνικά κρατικά ομόλογα θα μπορούν πλέον αφενός να γίνονται δεκτά στα προγράμματα ποσοτικής χαλάρωσης (QE) της ΕΚΤ αφετέρου να αγοράζονται από ισχυρούς διεθνείς θεσμικούς επενδυτές. Δηλαδή φθηνή χρηματοδότηση και full ανάπτυξη.

 

 

 

Θυμάστε εκείνο τον αλησμόνητο Βουλευτή των ΑΝΕΛ, τον Θανάση Παπαχριστόπουλο και την μνημειώδη δήλωση του ότι θα βρέξει δισεκατομμύρια μετά την ένταξη της χώρας στο πρόγραμμα Ποσοτικής Χαλάρωσης (QE) της ΕΚΤ (που δεν έγινε ποτέ). Αντίστοιχες θριαμβολογίες σε πιο τεχνοκρατική φρασεολογία διατυπώνει και σήμερα η κυβερνητική προπαγάνδα. 

 

Θεωρητικά ο πυρήνας αυτής της συλλογιστικής είναι σωστός αλλά υπάρχουν ορισμένες κρίσιμες λεπτομέρειες που μάλλον σκόπιμα δεν αναφέρονται γιατί με απόλυτα αντικειμενικό και τεκμηριωμένο τρόπο ανατρέπουν την κυβερνητική επιχειρηματολογία.

Όντως για να γίνουν κρατικά ομόλογα δεκτά χωρίς αστερίσκους και υποσημειώσεις από τα προγράμματα χρηματοδότησης (Ποσοτική Χαλάρωση-QE) της ΕΚΤ πρέπει να ισχύει η αναγκαία και ικανή συνθήκη της Επενδυτικής Βαθμίδας. Όμως όπως γνωρίζουμε, δεν «τρέχουν» πλέον  τέτοια προγράμματα. 

 

 

Οι καιροί ου μενετοί 

 

Όταν «έτρεχαν» τα χρηματοδοτικά προγράμματα Ποσοτικής Χαλάρωσης (QE) της ΕΚΤ το κυβερνητικό οικονομικό επιτελείο καθυστέρησε χαρακτηριστικά να πετύχει τον στόχο της Επενδυτικής Βαθμίδας. Τώρα, όταν….και άμα…η ΕΚΤ επαναφέρει και πάλι τις πολιτικές Ποσοτικής Χαλάρωσης (QE) και ανακοινώσει νέα χρηματοδοτικά προγράμματα ενίσχυσης της οικονομίας τότε τα ελληνικά κρατικά ομόλογα θα απολαύσουν τα προνόμια της Επενδυτικής Βαθμίδας. Έως τότε… ουδέν νεότερο… απ;o το μέτωπο της Φρανκφούρτης (έδρα της ΕΚΤ). 

 

Όσο αφορά τους ισχυρούς διεθνείς θεσμικούς επενδυτές. Για να αγοράσει και να εντάξει αυτή η κατηγορία επενδυτών κρατικά ομόλογα στα χαρτοφυλάκια της πρέπει αυτά να έχουν καταταχθεί στην κατηγορία της Επενδυτικής Βαθμίδα από δύο τουλάχιστον εκ των τριών αμερικανικών οίκων αξιολόγησης (S&P. Fitch, Moody’s). Σε απλά Ελληνικά περιμένουμε την αξιολόγηση της Fitch (1η Δεκεμβρίου) και εφ' όσον προκύψει αναβάθμισε σε Επενδυτική Βαθμίδα τότε θα δούμε πως...και αν...μπορούμε να χτυπήσουμε με αξιώσεις την πόρτα της Wall Street. Όμως όσο περιμένουμε θα ήταν χρήσιμο να επισημάνουμε τα σημαντικά που ξεχνά να αναφέρει και να ερμηνεύσει η κυβερνητική προπαγάνδα και τα οποία ίσως ανατρέψουν στην πράξη το κυβερνητικό αφήγημα.

Η αναβάθμιση πέρασε στο «ντούκου»

 

 

Την Παρασκευή 20 Οκτωβρίου 2021, την ημέρα δηλαδή που θα όλες οι προβλέψεις «μιλούσαν» για την επικείμενη αναβάθμιση του ελληνικού αξιόχρεου η απόδοση του 10-ετούς ελληνικού κρατικού ομολόγου ήταν 4,336% δηλαδή ήταν η 3η μεγαλύτερη στην ευρωζώνη, μικρότερη μόνο από την απόδοση των 10-ετών κρατικών ομολόγων της Ιταλίας (4,924%) και της Λιθουανίας (4,650%). Ο δε Γενικός Δείκτης του ΧΑΑ έπεσε οριακά (-0.02%) και έκλεισε στις 1.178,59 μονάδες. Αρκετά μακριά από την υψηλότερη τιμή περιόδου (25 Ιουλίου στις 1.345,90 μονάδες). Το χειρότερο όμως νέο για την χρηματιστηριακή αγορά δεν είναι ότι ο Γενικός Δείκτης έχει πλάγιο-καθοδική τάση αλλά ότι εν όψει επανά-ιδιωτικοποίησης των τραπεζών η αξία των τραπεζικών μετοχών πέφτει. Ενδεικτικά η μετοχή της Εθνικής Τράπεζας έκλεισε στις 20 Οκτωβρίου στα 5,47 Euro αρκετά μακριά από την υψηλότερη τιμή περιόδου (22 Αυγούστου στα 6,48 Euro). Δηλαδή όπως όλα δείχνουν μεγαλώνουν οι ζημιές από την επικείμενη επανά-ιδιωτικοποίηση των τραπεζών.

Θα επανέρθουμε στην υψηλή απόδοση των ελληνικών ομολόγων. Πριν λίγο καιρό (2 Οκτωβρίου, Η αλήθεια για την αναβάθμιση, τα ελληνικά ομόλογα και την επανιδιωτικοποίηση των τραπεζών) είχαμε επισημάνει το πρόβλημα θεωρώντας ότι πρόκειται για μία πολύ άσχημη ένδειξη αφού η αγορά ελληνικών ομολόγων δεν έχει «βάθος», δηλαδή δεν υπάρχει υψηλή συναλλακτική δραστηριότητα όποτε δεν είναι λογικό να πέφτουν οι τιμές (και να αυξάνονται οι αποδόσεις) όταν δεν προσφέρονται πολλοί τίτλοι για πώληση.

 

 

Η εικόνα του χρέους 

 

 

Ήταν μία εξαιρετικά ήπια προσέγγιση και περιγραφή του προβλήματος. Γιατί το λέμε αυτό; Ας δούμε την ποσοτική διάσταση του προβλήματος. Το συνολικό Ελληνικό Δημόσιο Χρέος είναι 404 δισ. Euro (περίπου). Το μέρος του χρέους που ανήκει σε ιδιώτες (εξαιρούνται τα 11,8 δισ. Euro των εντόκων γραμματίων) και αποτελεί αντικείμενο συναλλαγών στην χρηματαγορά είναι μόλις 45 δισ. Euro (περίπου). Το υπόλοιπο (εξαιρούνται τα 11,8 δισ. Euro των εντόκων γραμματίων) βρίσκεται στα χαρτοφυλάκια είτε της ΕΚΤ που αγόρασε ελληνικά κρατικά ομόλογα συνολικής αξίας περίπου 40 δισ. Euro την περίοδο της πανδημίας όταν αυτά έγιναν κατ’ εξαίρεση δεκτά στα έκτακτα προγράμματα Ποσοτικής Χαλάρωσης (QE) της Κεντρικής Τράπεζας είτε των θεσμικών ευρωπαϊκών φορέων (ESM, EFSF και κεντρικές τράπεζες κρατών της ευρωζώνης). Γι’ αυτά τα ομόλογα δεν υπάρχει κανένας πιστωτικός κίνδυνος αφού θεωρείται παραπάνω από σίγουρο ότι ούτε η ΕΚΤ, ούτε η χώρες της ευρωζώνης θα σπρώξουν την Ελλάδα στην χρεοκοπία εάν παρ’ ελπίδα υπάρξει οποιοδήποτε πρόβλημα πληρωμών. 

 

Αντίθετα, είναι σίγουρο ότι θα δεχθούν να αντικαταστήσουν τα παλαιά ομόλογα με νέα. Ουσιαστικά ο όποιος πιστωτικός κίνδυνος των επενδυτών που έχουν Ελληνικά ομόλογα αφορά αποκλειστικά και μόνο τα 45 δισ.  Euro που διαπραγματεύονται στην ελεύθερη αγορά. Δηλαδή ένας ελάχιστος έως μηδενικός πιστωτικός κίνδυνος. 

 

Παρ’ όλα αυτά η απόδοση των ελληνικών ομολόγων βρίσκεται στα ύψη (3η μεγαλύτερη στην ευρωζώνη). Ένα αδιανόητο γεγονός. Μία χώρα με 404 δισ. Euro χρέος αλλά με μηδενικό σχεδόν πιστωτικό κίνδυνο αφού μόλις 45 δισ. Euro διαπραγματεύονται στην ελεύθερη αγορά, δανείζεται με το 3ο υψηλότερο επιτόκιο της ευρωζώνης. 

 

Αυτή την αδιανόητη κατάσταση αποτυπώνουν οι πραγματικοί αριθμοί και όποιος εθελοτυφλεί με θριαμβολογίες à la Παπαχριστόπουλος, πολύ σύντομα θα διαψευσθεί από την οικονομική πραγματικότητα, όπως αυτή διαμορφώνεται αντικειμενικά από την μηδενική (αν συνυπολογισθεί και ο πληθωρισμός) πιστωτική επέκταση και το τοξικό και εκτρωματικό μοντέλο ανάπτυξης, που βασίζεται είτε στις κρατικές επιδοτήσεις είτε στην ασύδοτη κερδοσκοπία.

Copyright © 1999-2024 Premium S.A. All rights reserved.