ΕΚΤΥΠΩΣΗ
Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Εξ όνυχος…

10:45 - 27 Απρ 2015
Δημήτρης Καστριώτης

Γράφει ο Δημήτρης Καστριώτης

Σε αντίθεση με τις απόψεις του ΣΥΡΙΖΑ περί μεθοδευμένης δημοσιογραφικής επίθεσης, της οποίας είναι δήθεν στόχος, έχω την εντύπωση ότι η κυβέρνηση έχει μάλλον «απαλή» αντιμετώπιση από τον Τύπο – ακόμη και όταν εξεμεί κατηγορίες περί «προδοσίας» εναντίον παντός διαφωνούντος με τα (μη) πεπραγμένα της. Σύνηθες φαινόμενο αυτό σε νέα κυβερνητικά σχήματα (θυμηθείτε την ευνοϊκή στάση έναντι της κυβέρνησης του Γ.Α.Παπανδρέου αλλά και τα περί «ιδεολογικής ηγεμονίας» K. Καραμανλή Jr.), αλλά μάλλον μη προσήκον όποτε καλείται κανείς να σχολιάσει το παρόν χάος (ή δόλο; – γιατί το ερώτημα Σημίτη μήπως η κυβέρνηση επιζητεί τη ρήξη με την Ε.Ε. απασχολεί όλο και περισσότερους). Καθώς, λοιπόν, πιστεύω ότι η στάση μας οφείλει να είναι πολύ επιθετικότερη επειδή αυτό επιτάσσει η ειλικρίνεια, θα αρχίσω από έναν προσωπικό φίλο και παλιό συνάδελφο. Από τον αναπληρωτή υπουργό Πολιτισμού Ξυδάκη και την ενέργειά του να αποπέμψει τον καλλιτεχνικό διευθυντή του Εθνικού Χατζάκη.

Το αν ο υπουργός είχε βάσιμα καλλιτεχνικά επιχειρήματα είναι εντελώς αδιάφορο. Το αν ο Χατζάκης είχε σχέσεις με το Σαμαρά ομοίως. Με αυτήν τη λογική, ο διάδοχος του Χατζάκη Λιβαθινός έχει τουλάχιστον εμφανείς σχέσεις με τον Ξυδάκη και οφείλει να παραιτηθεί μόλις ο τελευταίος πάρει πόδι από το υπουργείο. Αυτή είναι η λογική που ενοχλεί στην Ελλάδα, αυτή που αντίκειται στην ίδια τη νομοθεσία της χώρας, αυτή που ελπίζαμε κάποτε να αλλάξει. Το κράτος και οι φορείς του έχουν συνέχεια, οι νόμοι υποτίθεται ότι (αυτο)δεσμεύουν την πολιτική εξουσία, οι επί θητεία συμβάσεις έχουν διάρκεια και δεσμευτικότητα. Και η περίφημη λαϊκή ετυμηγορία, για την οποία τόσα συνθηματολογικά έχουν ακουστεί εσχάτως (με αποκορύφωμα ότι θα έπρεπε να είναι σεβαστή από την UEFA λες και τα ευρωπαϊκά πρωταθλήματα διοργανώνονται από την ελληνική Βουλή), από κανέναν πάντως δεν ερμηνεύεται ως εντολή εν λευκώ στον κάθε υπουργό να αποπέμπει όποιο επί θητεία ή επί συμβάσει στέλεχος δεν του αρέσει και να διορίζει εμπίστους ή ινδάλματά του όπου επιθυμεί.

Υπάρχει και προβληματικότερο περιστατικό. Στο υπουργείο Δικαιοσύνης το επιτελείο Παρασκευόπουλου (έτερου αξιόλογου ανθρώπου) ζήτησε από τους δικαστές που υπηρετούν εκεί –αποσπασμένοι επί θητεία με αποφάσεις Δικαστικών Συμβουλίων- να παραιτηθούν, προκειμένου ο υπουργός να έχει άτομα της εμπιστοσύνης του. Όμως οι αποσπασμένοι στο υπουργείο δικαστές, ανεξάρτητοι εκ της θέσεώς τους, βρίσκονται εκεί ακριβώς ώστε να μην είναι οπωσδήποτε της εμπιστοσύνης εκάστου υπουργού – γιατί τότε δεν θα χρειαζόταν να είναι δικαστές, θα μπορούσε ο υπουργός να διορίσει …εμένα.

Και τα δύο ως άνω, παρότι λεπτομέρειες, αποκαλύπτουν νοοτροπία που βλέπουμε και στα σημαντικά. Και τα δύο αποτελούν ενδείξεις έλλειψης σεβασμού στην κρατική συνέχεια, στην αυτοδέσμευση του κράτους από τον νόμο, στην αίσθηση ορίων στην εξουσία κάθε υπουργού –ή σατραπίσκου.

Και, παρακαλώ, ας μην ακουσθεί η αντίρρηση πως δεν είναι η πρώτη φορά, πως και οι άλλοι ίδιοι ήταν. Γιατί τότε δικαιώνεται η εντύπωσή μου πως και τούτοι δω ίδιοι είναι – και λόγω απειρίας ή ιδεοληψιών πιθανώς χειρότεροι.

Υ.Γ. Περιττεύει νομίζω η ενασχόληση με τετριμμένα συμπτώματα νεποτισμού, όπως η ανταμοιβή συνταξιούχων τραπεζικών συνδικαλιστών με υψηλόμισθες θέσεις συμβούλων όπου θα έχουν ρόλο κυβερνητικού/ κομματικού φερέφωνου. Αυτά συμβαίνουν και εις Εσπερίαν. Θα άξιζε αντίθετα να κληθεί ο κ. Βαρουφάκης να διερωτηθεί μήπως, αν αυτός βαριέται τα δείπνα υπουργών, το ίδιο αισθάνονται και άλλοι ομόλογοί του, ίσως και ο Γερούν …himself. Αλλά όσο δεν επιλέγουν να οικουρούν (ή δεν τους στέλνουν σπίτιά τους οι πρωθυπουργοί ή οι λαοί τους), πάνε (και) στα δείπνα.

Copyright © 1999-2024 Premium S.A. All rights reserved.