ΕΚΤΥΠΩΣΗ
Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Πολιτική υπονόμευση της οικονομίας

11:46 - 17 Ιουν 2015
Δημήτρης Καστριώτης

Γράφει ο Δημήτρης Καστριώτης

«Ας αναλογιστούμε μία ριζοσπαστική εξισωτική πολιτική η οποία συγκεντρώνει όλους τους πόρους μιας κοινωνίας μία φορά το χρόνο και τους αναδιανέμει εξίσου στον καθένα, έτσι ώστε να ακυρώνει όλες τις συναλλαγές της προηγούμενης χρονιάς και να αφήνει τους ανθρώπους ελεύθερους να ξεκινήσουν από την αρχή επί ίσοις όροις. Θα ήταν σαν να μαζεύαμε όλα τα χρήματα και τις ιδιοκτησίες στο επιτραπέζιο παιχνίδι Μονόπολη ανά τέταρτο της ώρας και να ξεκινούσαμε από την αρχή, πράγμα που φυσικά θα κατέστρεφε το παιχνίδι, γιατί τότε καμία επιλογή δεν θα είχε καμία συνέπεια για κανέναν. (…) Σε έναν τέτοιο κόσμο  (…) δεν θα μπορούσα να αναλάβω την οικονομική ευθύνη των προσωπικών μου επιλογών.»

«Αν [οι πολίτες] πίστευαν ότι είναι σημαντικό να υπάρχουν καλύτερα επιχειρήματα, τότε οι πολιτικοί τουλάχιστον θα προσπαθούσαν περισσότερο να τους τα παρέχουν.»

Και τα δύο αποσπάσματα προέρχονται από το βιβλίο  «Η αμερικανική δημοκρατία σε κίνδυνο» του Ρόναλντ Ντβόρκιν (στα ελληνικά εκδόσεις Πόλις 2010 σε μτφ. Ευαγγελίας Γούση), νομικού και φιλοσόφου που για τα αμερικανικά μέτρα λογίζεται μάλλον «αριστερός» - και πάντως υπερασπίζεται με συνέπεια την ανάγκη ισχυρής κοινωνικής πολιτικής. Για τον λόγο αυτό έχει, πιστεύω, αυξημένη σημασία η εκ μέρους του υπογράμμιση ότι, όπου γίνεται δεκτό ότι η οικονομική ελευθερία περιλαμβάνεται στις κρίσιμες ελευθερίες, δεν νοείται κρατική πολιτική που θα αίρει πλήρως την προσωπική ευθύνη εκάστου για τις επιλογές του – επιλογές που ενδέχεται να έχουν δυσμενείς επιπτώσεις ή να αποφέρουν καρπούς.

Στην Ελλάδα της κρίσης η επισήμανση της ευθύνης αυτής – τόσο σε συλλογικό όσο και σε ατομικό επίπεδο- παραμερίστηκε σε εντυπωσιακό βαθμό. Και σίγουρα, για να υιοθετήσει κανείς τη μάλλον ανατριχιαστική διατύπωση του συρμού, δεν κατέστη επικρατούσα …αφήγηση. Ως ευθύνη δεν εννοώ τις ηθικές επικρίσεις αλά Σόιμπλε περί δήθεν άφρονος σπατάλης εν ραθυμία, αλλά το γεγονός ότι η χώρα δια χειρός Κ.Καραμανλή (νεότερου) εξακολούθησε εν μέσω κρίσης να κινείται στη γραμμή «όλα τα κιλά, όλα τα λεφτά», με αποτέλεσμα να περιέλθει σε μη βιώσιμα επίπεδα χρέους και ελλείμματος. Η κατάληξη ήταν, βεβαίως, απότοκη και της διεθνούς κρίσης και της διαχείρισης του ευρώ ως κοινού νομίσματος, ήταν όμως και άμεση συνέπεια δικών μας συλλογικών επιλογών.

Αυτό το τελευταίο, μέγα μέρος των Ελλήνων δεν θέλαμε να το ακούμε και, πιστοί στο δεύτερο ως άνω απόσπασμα από τον Ντβόρκιν, οι πολιτικοί μας, σαρξ εκ της σαρκός μας επί τα χείρω, φρόντισαν να το υποβαθμίσουν. Οι έκτακτες ανάγκες δανεισμού βάσει επώδυνων συμβάσεων-μνημονίων προβλήθηκαν ως προϊόν διεθνούς συνωμοσίας ή πολιτικής ανεντιμότητας / ανικανότητας ή, στην καλύτερη περίπτωση, ως ιδεοληπτική εμμονή των δανειστών-εταίρων μας και πρόθεσή τους να μας ταπεινώσουν. Αναμενόμενη συνέπεια, καθώς τα επιβαλλόμενα μέτρα ήταν οδυνηρά, υπήρξε η υποκατάσταση κάθε σοβαρής συζήτησης για τη δέουσα και εφικτή κατανομή των αναγκαίων θυσιών από την ανεδαφική αξίωση επιστροφής στο 2008 (θυμηθείτε όχι μόνο τον ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και τα Ζάππεια της Ν.Δ. και τα περί «κοινωνικού μερίσματος» του περασμένου καλοκαιριού) και την πεποίθηση ότι το όποιο κόστος έπρεπε να αναληφθεί από άλλους – τους δανειστές (αλλά όχι τους Έλληνες μικρο-ομολογιούχους), τους πλούσιους, τους κλέφτες, τον Χατζηπετρή…

Τέτοιων θέσεων ήταν οι εκλογείς που μετατοπίστηκαν από το πολιτικό κέντρο προς τον ΣΥΡΙΖΑ, επόμενο συνεπώς ήταν και ο τελευταίος να εξαντλείται σε συνθήματα και προτάσεις του αέρα: τόσο οι ψηφοφόροι όσο και οι επιτελείς του είναι ανέτοιμοι και συνάμα αλλεργικοί σε κάθε επώδυνη συζήτηση – και οι διαθέσιμες συζητήσεις για το ελληνικό μέλλον είναι δυστυχώς όλες επώδυνες.

Αν προσθέσει κανείς στα παραπάνω το γεγονός ότι στη χώρα η πολιτική ισχύς ανήκει κυρίως στους έχοντες σχέση με τον ευρύτερο δημόσιο τομέα, εξηγείται και το γεγονός ότι η πολιτική στην Ελλάδα υποσκάπτει σταθερά την ιδιωτική οικονομία (άρα την παραγωγική βάση) καθώς και το –φαινομενικό- παράδοξο ότι, ενώ πτώχευσε το κράτος, το κόστος της πτώχευσης το πλήρωσε κυρίως ο ιδιωτικός τομέας. Ενδεικτικό είναι ότι η σχετική επισήμανση στην πρόσφατη έκθεση που επιμελήθηκαν οι Γιαννίτσης και Ζωγραφάκης (για το ινστιτούτο ΙΜΚ του ιδρύματος Μπέκλερ) υποβαθμίστηκε ακόμη και από πλευράς δημοσιογραφικής προβολής. Και όμως το έλεγε καθαρά: οι απασχολούμενοι στην ιδιωτική οικονομία υπέστησαν αισθητά μεγαλύτερες εισοδηματικές περικοπές και επλήγησαν πολύ περισσότερο από την ανεργία απ’ ό,τι οι απασχολούμενοι στον δημόσιο τομέα.» Τέτοια μαθαίνοντας οι Άλλοι, σφόδρα ταράχτηκαν: επαναπροσλήφθηκαν οι καθαρίστριες και οι σε διαθεσιμότητα και επαναλειτούργησε η ΕΡΤ.

Ο πρωθυπουργός μίλησε –και πάλι- προ ημερών για πολιτική υπονόμευση. Ίσως ισχύει. Αυτό που σίγουρα αληθεύει είναι ότι η κυβέρνησή του (όπως και οι προηγούμενες) σε συνδυασμό με την πολιτική της πελατεία υπονομεύουν πολιτικά την οικονομία.

Copyright © 1999-2024 Premium S.A. All rights reserved.