ΕΚΤΥΠΩΣΗ
Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Διακομματική διαπραγμάτευση στα ελληνικά και στα γερμανικά

10:15 - 07 Οκτ 2013
Ντίνος Κουτσολιούτσος

Γράφει ο Ντίνος Κουτσολιούτσος

Τον Μάιο του 2012, στις πρώτες από τις δύο βουλευτικές εκλογές στην Ελλάδα, και εν μέσω τεράστιου συστημικού κινδύνου για την χώρα, ο αρχηγός της Νέας Δημοκρατίας έλαβε πρώτος την εντολή από τον πρόεδρο της Δημοκρατίας να σχηματίσει κυβέρνηση συνασπισμού, αφού το κόμμα του είχε πάρει τους περισσότερους ψήφους.

Ο κ. Σαμαράς κατάφερε να επιστρέψει την εντολή στον κ. Παπούλια, κυριολεκτικά, μέσα σε ώρες! Αφού είχε σε τάχιστο χρόνο επικοινωνήσει με άλλα κόμματα και είχε αποφανθεί ότι δε μπορούσε να διαπραγματευθεί μία κυβέρνηση υπό την αρχηγεία του. Οι αρχηγοί των άλλων κομμάτων που με την σειρά τους έλαβαν από τον κ. Παπούλια την σκυτάλη σχηματισμού κυβέρνησης, άργησαν σημαντικά, σε σύγκριση με τον χρόνο ρεκόρ του κ. Σαμαρά, και επέστρεψαν την εντολή στον πρόεδρο της δημοκρατίας (με μικρό δέλτα), ακόμα και μετά από ένα ολόκληρο εικοσιτετράωρο. Οποία ολιγωρία!
Μέσα σε μία εβδομάδα, εάν θυμάμαι καλά, αλλά είμαι και περασμένης ηλικίας, ο κ. Παπούλιας είχε αναγκαστεί να προχωρήσει την χώρα σε νέες εκλογές το επόμενο μήνα. Οι εκλογές του Ιουνίου 2012, προσέφεραν σχετικά παρόμοια αποτελέσματα, και αυτή την φορά, ο κ. Σαμαράς σχημάτισε κυβέρνηση συνασπισμού με το ΠΑΣΟΚ και την ΔΗΜΑΡ, κάτι που από απόψεως αριθμών είχε την δυνατότητα να είχε κάνει ήδη στις προηγούμενες εκλογές. Το πρώτο πράγμα που η τρικομματική κυβέρνηση φρόντισε να κάνει είναι να συνεδριάσουν οι τρείς αρχηγοί και να συντάξουν μία λίστα προγραμματικών προθέσεων και προσπαθειών, την οποία λίστα η τρεις συναρχηγοί αγνόησαν και αναίρεσαν πλήρως, μαζί με όλες τους τις προεκλογικές υποσχέσεις, μόλις ο κ. Σαμαράς είχε την πρώτη του επαφή με την ευρωζωνική ηγεσία. Και από εκείνη την αποφράδα στιγμή, η Χρυσή Αυγή διπλασίασε την δημοτικότητα της τους επόμενους 12 μήνες. Και μερικοί, εθελοντικά τυφλοί, ακόμα αναρωτιόνται γιατί, και πώς βρέθηκαν τόσοι υποστηρικτές του φασισμού.
Ας έρθουμε τώρα στην Γερμανία, αυτή την χώρα που σε τόσα πολλά χαρακτηριστικά αποτελεί την αντι-Ελλάδα, δηλαδή την διαμετρικά αντίθετη χώρα σε πολλά σημαντικά σημεία με την πατρίδα μας. Στις πρόσφατες βουλευτικές εκλογές, τα εκλογικά αποτελέσματα ήταν αξιοσημείωτα και διότι δεν παρουσίασαν ξεκάθαρα αποτελέσματα. Το μεν κόμμα της Μέρκελ ανέβηκε σημαντικά, αλλά δεν έπιασε την πλειοψηφία για να σχηματίσει αυτοδύναμη κυβέρνηση και είναι αναγκασμένη η Μέρκελ να σχηματίσει κυβέρνηση συνασπισμού, εάν θέλει να παραμείνει στην ηγεσία της χώρας. Το πολιτικό σκηνικό είναι τέτοιο, που διάφοροι πιθανοί συνασπισμοί θεωρούνται δυνατοί, με πιο πιθανό την συνεργασία των δύο μεγάλων κομμάτων, δεύτερο σε πιθανότητα μία συνεργασία Μέρκελ και Πρασίνων, και με τελευταίο, αρκετά απίθανο, αουτσάιντερ μία τρικομματική κυβέρνηση σοσιαλδημοκρατών, πρασίνων και της αριστεράς.
Δύο χαρακτηριστικά στραβώνουν τον γράφοντα, με την εκκωφαντική τους ιδιαιτερότητα και τρομακτική διαφορετικότητα από τα ελληνικά πολιτικά διακομματικά δεδομένα. Πρώτο εκκωφαντικό χαρακτηριστικό διαφοράς είναι η επίσημη πρόβλεψη και από τα πολιτικά κόμματα, αλλά και από τους βασικούς πολιτικούς αναλυτές, ότι οι διαπραγματεύσεις ανάμεσα στα διάφορα κόμματα για τον σχηματισμό κυβέρνησης συνασπισμού, κατά πάσα πιθανότητα θα διαρκέσουν έως το τέλος του έτους. Δηλαδή, το πολιτικό σύστημα δεν περιμένει να ξεκινήσει η επόμενη κυβέρνηση στην Γερμανία πριν από την αρχή του 2014!
Το δεύτερο χαρακτηριστικό έχει να κάνει με την διαπραγματευτική στρατηγική του κόμματος των σοσιαλδημοκρατών. Αυτό το κόμμα είναι και ο πιο πιθανός μελλοντικός συνεργάτης της Μέρκελ, όπως προτιμούν ακόμα και οι δημοσκοπήσεις του γερμανικού λαού. Σαν πιθανός αδύναμος κυβερνητικός συνέταιρος της Μέρκελ, με ιδιαίτερα αρνητική ιστορία κυβερνητικής συνεργασίας με την Μέρκελ το 2005-2009, οι σοσιαλδημοκράτες, αμέσως μετά τις εκλογές συγκρότησαν συνέδριο του κόμματος για να χαράξουν διαπραγματευτική ατζέντα. Ιδιαίτερο σημείο στην διαπραγματευτική τους ατζέντα είναι η απόφαση του κόμματος, να θέσουν τα αποτελέσματα της διαπραγμάτευσης που η ηγεσία τους θα έχει συμφωνήσει με την Μέρκελ, σε δημοψήφισμα με τα μέλη του κόμματος, που αριθμούν περίπου μισό εκατομμύριο, στα μέσα Νοεμβρίου. Είναι επίσης ιδιαίτερα αξιοσημείωτο ότι προτού πάρει το συνέδριο του κόμματος αυτήν την απόφαση, είχαν φροντίσει να κάνουν μία άμεση δημοσκόπηση των επιθυμιών των μελών του κόμματος περί κυβέρνησης συνασπισμού με την Μέρκελ, και η δημοσκόπηση είχε δείξει ότι η μεγάλη πλειοψηφία των μελών, πάνω από τα δύο στα τρία μέλη, αντιτίθενται σε κυβέρνηση συνασπισμού με το κόμμα της Μέρκελ.
Τι συμπεράσματα μπορεί να κάνει κανείς από αυτή την πρόχειρη αντιπαράθεση ανάμεσα στις διαφορές των μετεκλογικών πολιτικών σκηνικών για διακομματικές διαπραγματεύσεις προς τον σχηματισμό κυβερνήσεων συνασπισμού στις δύο χώρες; Με πρώτη ματιά, θα έλεγα ότι η στάση των ελληνικών πολιτικών κομμάτων χαρακτηρίζεται από μία εγκληματική ελαφρότητα, ανευθυνότητα, και ασυνέπεια προς τους ιερούς εθνικούς σκοπούς, τους οποίους υποτίθεται ότι επέλεξαν και ψηφίστηκαν να υπηρετήσουν. Σε αντίθεση με τους έλληνες πολιτικούς, οι γερμανοί πολιτικοί, και ολόκληρο το πολιτικό τους σύστημα, φαίνεται να διέπεται από μία ασυνήθιστα ισχυρή δόση εθνικής υπευθυνότητας, πολιτικής σοβαρότητας, και επαγγελματικής συνέπειας. Οι γερμανοί πολιτικοί φαίνονται να δουλεύουν για την πατρίδα τους, και για αυτό η συνεργασία, η διαπραγμάτευση και η συναίνεση ανάμεσα στα διάφορα πολιτικά κόμματα αποτελούν ιερά καθήκοντα των δημοσίων λειτουργών. Οι έλληνες πολιτικοί, από την αντίθετη μεριά, φαίνονται να δουλεύουν για τις καρέκλες τους και τα προνόμια τους, συμπεριλαμβανομένης και της συνταγματικά κατοχυρωμένης ασυλίας και ανευθυνότητας. Και το αποτέλεσμα στο ελληνικό πολιτικό σύστημα είναι ένας διάχυτος αναρχισμός, όπου κάθε ένας πολιτικός ονειρεύεται να ηγηθεί του δικού του προσωπικού κόμματος και κινήματος. Και μετά αναρωτιέται κανείς γιατί τα μέλη της Χρυσής Αυγής υπακούουν με χαρά και πίστη στους αυταρχικούς θεσμούς της φασιστικής στρατιωτικής νοοτροπίας και ιδεολογίας, και γιατί τόσοι έλληνες ψηφοφόροι διαλέγουν ακόμα και την Χρυσή Αυγή, για να βρουν ένα ίχνος ελπίδας στο μέλλον των παιδιών τους.
Και όσο οι Έλληνες αδυνατούν να ανακαλύψουν ανάμεσα στους πολιτικούς τους, τους λίγους, τους ελάχιστους, που θέλουν να πολιτευτούν τίμια και για το εθνικό συμφέρον, η Ελλάδα θα συνεχίσει την αυτοκαταστροφική της πορεία. Και όσο το υπάρχον πολιτικό σύστημα, συμπεριλαμβανομένων και των στενά και σφικτά εμπεδωμένων μέσων μαζικής ενημέρωσης, με μικρά μι, εξακολουθούν να απαγορεύουν υγιείς πολιτικές τάσεις και προσπάθειες μέσα στα σπλάχνα τους, κόμματα και κινήματα σαν την Χρυσή Αυγή, και όχι μόνο, θα συνεχίσουν να κυριαρχούν, εάν όχι στους αριθμούς, τουλάχιστον στην συνείδηση και στις φαντασίες του σχεδόν πλήρως παραδομένου λαού.

Copyright © 1999-2024 Premium S.A. All rights reserved.