ΕΚΤΥΠΩΣΗ
Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Όταν θα πέσει ο Κυνόδοντας...

09:44 - 27 Ιαν 2011
Νικηφόρος Μαλεβίτης

Γράφει ο Νικηφόρος Μαλεβίτης

Τριάντα τρία χρόνια μετά την «Ιφιγένεια» του Κακογιάννη, μία ελληνική παραγωγή, ο Κυνόδοντας, έχοντας ήδη αποσπάσει πλήθος βραβείων στη μέχρι τώρα πορεία του, είναι υποψήφιος για το Όσκαρ καλύτερης ξένης ταινίας. Καθώς η ταινία του 2009 μπαίνει αυτές τις ημέρες σε οσκαρική τροχιά, τα ερωτήματα που θέτει φαίνονται πιο επίκαιρα από ποτέ, λαμβάνοντας υπ’ όψιν και τις ραγδαίες κοινωνικές αλλαγές που έχει υποστεί η χώρα μας τους τελευταίους μήνες.

Ο Γιώργος Λάνθιμος αναμφίβολα δημιούργησε ένα έργο δυνατό και μεστό σε νοήματα που προξενεί ανάμεικτα συναισθήματα στο θεατή, από την αμηχανία έως την αποστροφή για τον Πατέρα τύραννο, ο οποίος αυθαίρετα τιμωρεί όσους προσπαθούν να διαταράξουν τον απόλυτα ελεγχόμενο μικρόκοσμο που έχει δημιουργήσει για την οικογένειά του.

Η πρώτη - και βασική - ανάγνωση του σκοτεινού και τολμηρού αυτού έργου αφορά στην αποδόμηση του θεσμού της ελληνικής οικογένειας, το ξύπνημα της σεξουαλικότητας, την καταπίεση των πρωταρχικών ενστίκτων, την τυφλή υπακοή στη βούληση του Ενός και την τιμωρία από τον Πατέρα.

Όμως, κάθε καλλιτεχνικό έργο αυτονομείται από τον δημιουργό του και επιδέχεται πολλαπλές και, πολλές φορές, αντιφατικές αναγνώσεις από τους αποδέκτες του. Από την αρχέγονη Βιβλική ιστορία του προπατορικού αμαρτήματος και την Ρουσσωική κραυγή για την αλλοτριωτική επίδραση του σύγχρονου πολιτισμού στην ανθρώπινη ψυχή, έως τις εκφάνσεις του φασισμού και της βίας που πρωτοφύονται στον πυρήνα της οικογένειας, η ταινία αποτελεί πεδίο για πληθώρα αναζητήσεων και προβληματισμών.
Στο πλαίσιο των πολλαπλών αυτών αναγνώσεων, το έργο του Λάνθιμου αποτελεί και ταινία κοινωνικής κριτικής που ξεφεύγει από τον μικρόκοσμο της ελληνικής οικογένειας και αναδεικνύεται σε λόγο βαθιά πολιτικό.

Η μεγάλη οικογένεια της ελληνικής κοινωνίας, βυθισμένη στην εσωστρέφεια και τον αναχρονισμό, θεώρησε επί δεκαετίες τον κόσμο που την περιβάλλει ως απειλή και κλείστηκε στο καβούκι της. Οι αιρετοί της άρχοντες δημιούργησαν μια κρατικοδίαιτη οικονομία, δαιμονοποίησαν την υγιή ανάπτυξη και επιχειρηματικότητα, έδειξαν ανοχή στην αναξιοκρατία, στην απάτη και την αδιαφάνεια. Ενέμειναν με πείσμα πρωτόγνωρο σε σκανδαλώδη προνόμια που θεωρούσαν κεκτημένα και αντιτάχθηκαν σθεναρά σε κάθε είδους προτάσεις και μεταρρυθμίσεις που θα τους ανάγκαζαν να εξέλθουν από τον χρόνια περιφρουρημένο παράδεισο της ανομίας και της διαφθοράς.

Σαν τη σφιχταγκαλιασμένη οικογένεια του Κυνόδοντα, όπου οι δεσμοί κατέληξαν δεσμά, η ελληνική κοινωνία δίδαξε στα παιδιά της τον συντηρητισμό που καταπνίγει κάθε διάθεση εξερεύνησης του περιβάλλοντα κόσμου, την ανελευθερία, το βόλεμα και την εξασφάλιση σε βάρος της αυτονόμησης και της δημιουργίας. Σε ένα κατ΄όψιν και κατ΄επίφασιν ευνομούμενο και τακτοποιημένο περιβάλλον - όπως εκείνο της ταινίας - διαπράχθηκαν εγκλήματα ειδεχθή - οικονομικά, πολιτικά, ηθικά. Η ελληνική κοινωνία, με την αυτιστική προσήλωσή της στη μονάδα, που προπαγανδίζει την αυθαίρετη και ωφελιμιστική καλοπέραση εις βάρος του συνόλου- «εμείς να ‘μαστε καλά» - οδηγήθηκε στην απομόνωση και τον αυταρχισμό, αδύναμη να αντισταθεί και να ανατρέψει τους πατέρες που με οίηση την οδήγησαν στην παρακμή.

Στο έργο του Λάνθιμου, η ανατροπή έρχεται όταν η «πόρνη» Χριστίνα προσκαλείται  από τον πατέρα στο σπίτι για να εκτονώσει τις σεξουαλικές ορμές του γιου. Στην Ελλάδα, το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο, ως άλλος όφις, συνέβαλε καθοριστικά στην εκδίωξή μας από τον επίπλαστο παράδεισο και στην απότομη αφύπνισή μας ως προς τις ευθύνες που μας αναλογούν για τα δεινά του τόπου και των συμπατριωτών μας. Ο απογαλακτισμός, που έρχεται αιφνίδια όταν το πιο δυνατό μας δόντι, ο Κυνόδοντας, είναι έτοιμος να πέσει, σηματοδοτεί το γκρέμισμα των μύθων που για χρόνια γαλούχησαν την ελληνική κοινωνία - του ατομικισμού, των πελατειακών σχέσεων και των συντεχνιών, της ανυπακοής σε νόμους και κανόνες, της υπερπροστασίας και της καλοπέρασης - και το οριστικό τέλος της «κακής εκπαίδευσης». Ορφανοί πια, με σπασμένο τον κυνόδοντα, βαδίζουμε αβέβαια προς το μέλλον, προσδοκώντας στην εκμάθηση της συλλογικότητας, ενώ η κατάληξη παραμένει ανοιχτή, όπως και στην ταινία.

Το επιβεβαιώνει άλλωστε και το μότο του ίδιου του σκηνοθέτη: Home is the most dangerous place..
Copyright © 1999-2024 Premium S.A. All rights reserved.