ΕΚΤΥΠΩΣΗ
Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Αλήθειες που στρεβλώνονται στο βωμό της τηλεθέασης

00:25 - 11 Ιουλ 2013
Πρέπει επιτέλους να σταματήσει αυτή η καραμέλα της παραπληροφόρησης από άσχετους με την πραγματικότητα σχολιαστές της αγοράς στην τηλεόραση. Με τις αβασάνιστες κριτικές τους για τις επιχειρήσεις και τα ρεπορτάζ, για τις αδικαιολόγητες αυξήσεις στις τιμές πολλών προϊόντων βασικής διατροφής και ευρείας κατανάλωσης, τα οποία διαθέτουν στην ελληνική αγορά ελληνικές και πολυεθνικές εταιρίες, αισθάνομαι ότι ορισμένοι από τους κυρίους που ασχολούνται με αυτά, ή δεν αρέσκονται στην αλήθεια, ή έχουν πλήρη άγνοια για τη σκληρή πραγματικότητα των παραγόντων που ευθύνονται για το ύψος των σημερινών τιμών στα προϊόντα. Αλλά και για το ρόλο των πολυεθνικών επιχειρήσεων και τη σημαντική προσφορά τους στη βελτίωση και τον εκσυγχρονισμό του επιχειρηματικού περιβάλλοντος και των συνθηκών που επικρατούσαν πριν από μερικές δεκαετίες στην Ελλάδα.

Σήμερα, απορούμε, πως είναι δυνατόν οι τιμές των προϊόντων να είναι πιο ακριβές από ότι σε άλλες χώρες της Ευρώπης. Και ανακουφιζόμαστε, θεωρώντας τους εαυτούς μας τυχερούς, που ευτυχώς τα ελληνικά, οπωροκηπευτικά προϊόντα είναι «φθηνά», χαρακτηρίζοντας τους βιομηχάνους, τους επιχειρηματίες και τις πολυεθνικές, συλλήβδην κερδοσκόπους.

Μα είναι σοβαρή, αντικειμενική ενημέρωση αυτή; Οι κύριοι αυτοί πρέπει να αντιληφθούν, ότι οι σοβαρές επιχειρήσεις και ιδιαίτερα οι πολυεθνικές, έτσι γενικά και αδικαιολόγητα, δεν συνηθίζουν να ανεβάζουν τις τιμές των προϊόντων τους χωρίς να συντρέχουν σοβαροί λόγοι, χωρίς πρώτα να εξετάζουν αν οι συνθήκες της αγοράς το επιτρέπουν, αν η αγοραστική δύναμη των καταναλωτών το αντέχει, αν οι τρέχουσες τιμές στη αγορά των πρώτων υλών, του κόστους ενέργειας και της μεταφοράς τους επιτρέπουν να διαχειριστούν το αυξημένο κόστος, χωρίς να αυξήσουν τις τιμές των προϊόντων τους ή όχι – βάσει της εταιρικής φιλοσοφίας και της τιμολογιακής τους πολιτικής. Δεν εξαρτάται μόνο από τη μείωση των μισθών των εργαζομένων, όπως πιστεύουν ορισμένοι άσχετοι σχολιαστές της τηλεόρασης.

Εδώ αξίζει να σημειώσουμε, ότι ενώ οι πολυεθνικές διατηρούν μια σωστή – ως επί το πλείστον – τιμολογιακή πολιτική, που φαίνεται από το γεγονός ότι πολλά ξένα προϊόντα είναι αρκετά φθηνότερα από τα ελληνικά, αντίθετα, ορισμένες δικές μας, από αυτές που έχουν απομείνει, προσπαθούν να καλύψουν τα σπασμένα με αδικαιολόγητες αυξήσεις κατά το δοκούν, με αποτέλεσμα να κατηγορούνται όλοι συλλήβδην.

Έχω γράψει πολλές φορές  στο παρελθόν και θα το επαναλάβω ότι, δεν πρέπει να ξεχνάμε τα θετικά αποτελέσματα της εισόδου των πολυεθνικών στη χώρα μας. Διότι, πρώτον, με τα κεφάλαια που διέθεταν, την εμπειρία και γνώση των διεθνών αγορών και τις εξειδικευμένες γνώσεις τους στην έρευνα και ανάπτυξη, στην παραγωγή, στο μάρκετινγκ και στις πωλήσεις, συνέβαλλαν στην αναβάθμιση όχι μόνο των προϊόντων και της αγοράς γενικότερα, αλλά και του επιπέδου μάνατζμεντ στην Ελλάδα. (Και για να μαθαίνουν οι νέοι και να θυμούνται οι παλαιοί, όταν αναφέρομαι στο επίπεδο μάνατζμεντ των επιχειρήσεων τις δεκαετίες του ’60 και του ’70, εννοώ, ότι πολλοί Έλληνες επιχειρηματίες, προσελάμβαναν απόστρατους αξιωματικούς για διευθυντές των επιχειρήσεων τους, προφανώς διότι νόμιζαν ότι η παραγωγικότητα και η απόδοση των εργαζομένων είναι θέμα πειθαρχίας). Και δεύτερον και πολύ πιο σημαντικό, δημιούργησαν επιπλέον χιλιάδες νέες θέσεις εργασίας. Οι οποίες σήμερα χάνονται, από τις αλλεπάλληλες αυξήσεις της φορολογίας των επιχειρήσεων, την βαθιά ύφεση, την έλλειψη ρευστότητας και την μείωση της αγοραστικής δυνατότητας των ελλήνων καταναλωτών.

Ορισμένοι, δήθεν προοδευτικοί, που καταδικάζουν τις πολυεθνικές στα διάφορα κανάλια το κάνουν - ίσως, διότι δεν γνωρίζουν ή γιατί εξυπηρετούν άλλα συμφέροντα –  χωρίς να λαμβάνουν υπόψη τη σημαντική συνεισφορά τους στην ανάπτυξη της βιομηχανίας, στην οικονομία, στην ποιότητα των προϊόντων, στην πρόοδο της ισότητας των φύλλων, στην αγορά εργασίας, στην εκπαίδευση και στο επίπεδο ζωής των σύγχρονων Ελλήνων. Επιπροσθέτως, όπως έχω γράψει κι άλλες φορές στο παρελθόν, ένα μεγάλο μέρος από τα κέρδη τους οι περισσότερες το επενδύουν στην περαιτέρω έρευνα και  ανάπτυξη, στον εκσυγχρονισμό των υφιστάμενων μονάδων παραγωγής για την παραγωγή των προϊόντων τους στη χώρα μας (βλ. Unilever Hellas, Philip Morris, κ.ά.).  καθώς και στη δημιουργία νέων προϊόντων, τα οποία θα είναι πιο φιλικά στο περιβάλλον και πιο ασφαλή για τους καταναλωτές, ενώ ταυτόχρονα κάποιες επενδύουν σε νέες μονάδες παραγωγής, δημιουργώντας έτσι νέες θέσεις εργασίας. Βέβαια, αυτά συμβαίνουν όταν οι συνθήκες της αγοράς είναι ευνοϊκές και όχι σε συνθήκες ύφεσης στις αγορές όπου δραστηριοποιούνται.

Ας μην αγνοούμε επίσης, ότι τα προϊόντα που παράγουν οι πολυεθνικές επιχειρήσεις στην Ελλάδα, τα τοποθετούν στην αγορά μετά από μακροχρόνιες έρευνες ανάπτυξης, αγοράς και καταναλωτών, σχεδιασμού επικοινωνίας και προώθησης, οι οποίες έχουν κοστίσει τεράστια ποσά και χρόνια σκληρής δουλειάς για να καταξιωθούν στη συνείδηση των καταναλωτών. Αυτό σημαίνει, ότι πίσω από αυτές και τα επώνυμα προϊόντα τους κρύβονται εκατοντάδες χιλιάδες έμμεσες θέσεις εργασίας, που τις καλύπτουν Έλληνες εργαζόμενοι.

Μη ξεχνάμε ακόμα, τον σημαντικό κοινωνικό ρόλο που διαδραματίζουν στη χώρα μας – βέβαια, μαζί με αρκετές ελληνικές επιχειρήσεις και χρηματοπιστωτικούς οργανισμούς. Αναδεικνύοντας, το κοινωνικό τους πρόσωπο μέσω των προγραμμάτων εταιρικής κοινωνικής ευθύνης, υποστηρίζοντας, πολιτιστικά, καλλιτεχνικά και αθλητικά γεγονότα, προγράμματα προστασίας του περιβάλλοντος και άλλες δράσεις που δεν μπορούν να αυτοχρηματοδοτηθούν. Αυτές, είναι  αλήθειες που όπως φαίνεται, σε κάποιους δήθεν προοδευτικούς, δεν αρέσουν. Αλλά, δεν παύουν όμως να είναι αλήθειες, οι οποίες δεν πρέπει να θυσιάζονται στο βωμό της τηλεθέασης.

Τελευταία τροποποίηση στις 12:22 - 11 Ιουλ 2013
Copyright © 1999-2024 Premium S.A. All rights reserved.