Η μελέτη παρουσιάζει μία ανάλυση των έργων που έχουν ανατεθεί όσον αφορά την επίλυση αμφισβητήσεων από πελάτες στο παγκόσμιο δίκτυο εταιρειών της PricewaterhouseCoopers, και αποδεικνύει ότι ο αριθμός των αμφισβητήσεων των τιμών μεταβίβασης αυξήθηκε κατά 152% από το 2006 στο 2007 (με τιμές βάσης στοιχεία του 2005). Καθώς οι κυβερνήσεις ενέτειναν τις προσπάθειές τους, ο αριθμός των αμφισβητήσεων στις τιμές μεταβίβασης εκτοξεύτηκε στα ύψη.
Η δραματικότερη αύξηση παρουσιάζεται στον τομέα της αντιμετώπισης του ελέγχου των τιμών μεταβίβασης, όπου ο αριθμός των σχετικών έργων αυξήθηκε κατά 181% σε παγκόσμιο επίπεδο (με τιμές βάσης στοιχεία του 2005). Καθώς ο φορολογικός έλεγχος είναι τυπικά η πρώτη φάση σε μια αμφισβήτηση των τιμών μεταβίβασης, η παραπάνω μελέτη τονίζει το γεγονός ότι η ανοδική τάση θα συνεχιστεί.
Ο κ. Αντώνης Δεσύπρης, υπεύθυνος σε θέματα Transfer Pricing της PricewaterhouseCoopers στην Ελλάδα, σχολίασε σχετικά: «Τα σύννεφα της καταιγίδας πυκνώνουν. Η καλύτερη συνεργασία μεταξύ των φορολογικών αρχών, οι πιο αυστηρές προϋποθέσεις τεκμηρίωσης των τιμών μεταβίβασης και οι πιο εντατικοί φορολογικοί έλεγχοι ώστε να ερευνώνται και να αντιμετωπίζονται οι τυχόν υπερτιμολογήσεις και οι υποτιμολογήσεις, θα αποτελούν στο μέλλον τον κανόνα και όχι την εξαίρεση, όπως πρόσφατα επιβεβαιώθηκε και από τις εξαγγελίες του Υπουργού Ανάπτυξης κ. Φώλια περί του νέου πλαισίου του transfer pricing στην Ελλάδα. Καθώς η ελεύθερη ανταλλαγή πληροφοριών και η πίεση στις κυβερνήσεις να διατηρήσουν τη φορολογική τους βάση εντείνονται, ο αριθμός των φορολογικών ελέγχων και αμφισβητήσεων θα αυξάνεται. Κατά συνέπεια, οιπολυεθνικές εταιρείες χρειάζεται να σκεφτούν και να ενεργήσουν διαφορετικά σε αυτό το κλίμα αυξημένου κινδύνου, αβεβαιότητας και φορολογικής πίεσης. Η επίλυση μίας διαφοράς στις τιμές μεταβίβασης σε μία χώρα μπορεί να έχει σημαντικό αντίκτυπο για τον ίδιο φορολογούμενο σε άλλες οικονομίες.»
Οι εταιρείες αντιμετωπίζουν περισσότερους κανονισμούς, κυρώσεις, απαιτήσεις για διαφάνεια και αποκαλύψεις σε όλο τον κόσμο. Πάνω από 50 χώρες έχουν θεσπίσει ένα καθεστώς τεκμηρίωσης των τιμών μεταβίβασης. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα ένας μεγαλύτερος αριθμός χωρών να εξετάσει τις συναλλαγές και την τεκμηρίωση των τιμών μεταβίβασης και σε πολλές περιπτώσεις να προχωρήσει στις ανάλογες προσαρμογές και επανεκτιμήσεις.
Εξάλλου, η θέσπιση του FIN 48 στις ΗΠΑ, σύμφωνα με το οποίο οι πολυεθνικές εταιρείες απαιτείται να δίνουν μεγαλύτερη έμφαση στον προσδιορισμό, στην εκτίμηση και στη δημοσιοποίηση ασαφών φορολογικών στοιχείων, δημιούργησε ένα κλίμα μεγαλύτερης διαφάνειας. Το αποτέλεσμα είναι οι επιχειρήσεις να είναι περισσότερο ανοιχτές σε εξονυχιστικούς ελέγχους από τις κυβερνητικές αρχές.
Με βάση τα παραπάνω, οι εταιρείες είναι συνεχώς υπό πίεση να οργανώσουν τη δομή τους σε παγκόσμιο επίπεδο, τις λειτουργίες και τις συναλλαγές τους αποτελεσματικά, ενώ αγωνίζονται να δημιουργήσουν έναν πραγματικά ανταγωνιστικό και ικανό υπεράσπισης σε παγκόσμια κλίμακα φορολογικό συντελεστή.
Στο σημείο αυτό, ο κ. Δεσύπρης, επεσήμανε: «Αν θέλουμε να έχουμε αποτελέσματα, η λύση είναι μία συντονισμένη παγκοσμίως στρατηγική, με, τοπική, τακτική εφαρμογή. Οι εταιρείες πρέπει εκ των προτέρων να εκτιμήσουν και να αναλύσουν το επίπεδο κινδύνου σε όλες τις επιχειρηματικές δραστηριότητες για λόγους χρηματοοικονομικής πληροφόρησης, έτσι ώστε οι παγκόσμιοι εμπορικοί στόχοι να επιτευχθούν μέσα στα όρια κινδύνου που είναι αποδεκτά από τις τοπικές φορολογικές αρχές. Θα πρέπει να καθιερωθεί ένα κεντρικό σημείο επικοινωνίας μέσα στο παγκόσμιο δίκτυο, ενώ θα πρέπει να υπάρξει ένας συντονισμός μεταξύ παρακολούθησης και ανταπόκρισης στους ελέγχους και στις διαφορές των τιμών μεταβίβασης τόσο σε τοπικό όσο και σε παγκόσμιο επίπεδο.»