ΕΚΤΥΠΩΣΗ
Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Κορονοϊός και κόκκινα δάνεια: Τα σχέδια των ελληνικών τραπεζών ανατρέπονται

19:45 - 11 Απρ 2020 | ΤΡΑΠΕΖΕΣ
Κορονοϊός και κόκκινα δάνεια: Τα σχέδια των ελληνικών τραπεζών ανατρέπονται
Ισχυρές πιέσεις από τον κορονοϊό δέχεται το ελληνικό τραπεζικό σύστημα, το οποίο επιστρατεύει όλα τα «όπλα» του για την επιτυχή αντιμετώπιση αυτής της πρωτόγνωρης κατάστασης. Οι ελληνικές τράπεζες, εκτός από τον κομβικό ρόλο τους για την αντιμετώπιση της οικονομικής κρίσης που προκαλεί ο κορονοϊός, έχουν να αντιμετωπίσουν και το στοίχημα της διαχείρισης της νέας γενιάς κόκκινων δανείων.

Βασικός παράγοντας για την επίδοση του τραπεζικού συστήματος αποτελεί η ευελιξία σε ό,τι αφορά την αντιμετώπιση των νέων μη εξυπηρετούμενων δανείων. Η ευελιξία δίνει τη δυνατότητα στις τράπεζες να προχωρήσουν σε γενικευμένες αναστολές πληρωμών, επιτρέποντάς τους να κατατάξουν όσα κόκκινα δάνεια δημιουργηθούν λόγω της κρίσης σε ξεχωριστή κατηγορία, χωρίς να απαιτείται για αυτά ο σχηματισμός πρόσθετων προβλέψεων. Βέβαια, αυστηρή προϋπόθεση για τη διακριτή μεταχείριση των κόκκινων δανείων είναι οι επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά για τα οποία θα υπάρξει αναστολή πληρωμών να ήταν, μέχρι πριν από το ξέσπασμα της κρίσης, ήδη συνεπείς στις υποχρεώσεις τους προς τις τράπεζες.

Μετά τη μείωση των κεφαλαιακών απαιτήσεων κατά 2,5% που αποφάσισε η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), οι ελληνικές τράπεζες θωρακίζουν τα κεφάλαιά τους, προστατεύοντας το κεφαλαιακό τους απόθεμα. Σύμφωνα με τις ανακοινώσεις των τεσσάρων συστημικών τραπεζών κατά τη δημοσιοποίηση των οικονομικών αποτελεσμάτων του 2019, το κεφαλαιακό μαξιλάρι διαμορφώνεται στα 3,5 δισ. ευρώ για την Alpha Bank, στα 4,8 δισ. ευρώ για την Εθνική Τράπεζα, στα 2 δισ. ευρώ για την Eurobank και στα 2,3 δισ. ευρώ για την Τράπεζα Πειραιώς. 

Ωστόσο, σε έκθεσή της, η DBRS δηλώνει πως το ξέσπασμα του κορονοϊού έπληξε το θετικό outlook των ελληνικών τραπεζών, εξαιτίας της αυξημένης αβεβαιότητας σε συνδυασμό με τις επιπτώσεις του στην εγχώρια οικονομία και τις σημαντικές αναταράξεις στις διεθνείς χρηματαγορές.

Σύμφωνα με την DBRS, τα υψηλά επίπεδα των NPEs συνεχίζουν να επιβαρύνουν τους ισολογισμούς των τεσσάρων τραπεζών, με το συνολικό απόθεμα ΝΡΕs σχεδόν στα 70 δισ. ευρώ στα τέλη του 2019 που αντιστοιχεί σε ποσοστό 39,7% του συνολικού δανειακού χαρτοφυλακίου των τραπεζών σε ενοποιημένη βάση.

Από την πλευρά της, η Goldman Sachs, με αφορμή τα αποτελέσματα των τραπεζών για το 2019 και τις οικονομικές εξελίξεις λόγω του κορονοϊού, δίνει νέες τιμές-στόχους για τις μετοχές των τεσσάρων συστημικών τραπεζών. Στις περιπτώσεις της Alpha Bank και της Eurobank, η αμερικανική τράπεζα ανεβάζει την τιμή-στόχο, ενώ αντίθετα κατεβάζει την τιμή-στόχο για την Εθνική Τράπεζα και την Τράπεζα Πειραιώς.

Επιπλέον, σύμφωνα με την έκθεσή της, η αμερικανική τράπεζα εκτιμά ότι η μείωση των μη εξυπηρετούμενων ανοιγμάτων (NPEs) θα είναι πιο αργή, καθώς και ότι οι ελληνικές τράπεζες θα εμφανίσουν ζημιές την περίοδο 2020-2021.

Τέλος, σύμφωνα με τα στατιστικά στοιχεία που έδωσε στη δημοσιότητα η ΕΚΤ, η Ελλάδα διατηρεί την αρνητική πρωτιά στα μη εξυπηρετούμενα δάνεια. Ειδικότερα, η Ελλάδα εμφανίζει το μεγαλύτερο ποσοστό στην ευρωζώνη επί του συνολικού δανειακού χαρτοφυλακίου (35,15%). Ακόμη, ο δείκτης ρευστότητας των ελληνικών τραπεζών (130,25%) κυμαίνεται σε επίπεδα κατώτερα του μέσου όρου της ευρωζώνης (145,96%).

Αριστοτέλης Παππάς

Τελευταία τροποποίηση στις 20:13 - 11 Απρ 2020
Copyright © 1999-2024 Premium S.A. All rights reserved.