ΕΚΤΥΠΩΣΗ
Εκτύπωση αυτής της σελίδας

ΤτΕ: Στο 3,5% ανεβάζει την ανάπτυξη για το 2005

15:24 - 13 Οκτ 2005 | Οικονομία
Υψηλότερα, στο 3,5%, εκτιμά η ΤτΕ την ανάπτυξη για το σύνολο του 2005, στις φθινοπωρινές της εκτιμήσεις, καθώς προβλέπει ότι και ο πληθωρισμός θα είναι τελικά χαμηλότερος, γύρω στο 3,6%-3,7%, αλλά πάντα αρκετά υψηλότερος σε σχέση με τον μέσο όρο στην Ευρωζώνη, συνεχίζοντας να διαβρώνει την ανταγωνιστικότητα. Ο κ. Ν. Γκαργκάνας σημειώνει, πάντως ότι τα βασικά διαρθρωτικά προβλήματα δεν έχουν ακόμη θιγεί, ενώ για την αντιμετώπιση του δημοσιονομικού ελλείμματος χρειάζονται μακροπρόθεσμα μέτρα και όχι προσωρινά, όπως είναι η προείσπραξη εσόδων και η σημαντική περικοπή του Προγράμματος Δημοσίων Επενδύσεων.
Στην ενδιάμεση έκθεση για την οικονομία που κατέθεσε σήμερα ο κ. Ν. Γκαργκάνας στην πρόεδρο της Βουλής, προβλέπεται υψηλότερη αύξηση της ανάπτυξης, λόγω της μικρότερης αύξησης του πληθωρισμού, (τον Απρίλιο προέβλεπε τον πληθωρισμό στο 4%), της αύξησης του τουρισμού αλλά και της μικρότερης αύξησης του όγκου των εισαγωγών. Αξίζει να σημειωθεί, πάντως, ότι το ΚΕΠΕ σε μελέτη που κυκλοφόρησε χθες, βλέπει την ανάπτυξη να διαμορφώνεται φέτος στο 3,1%. Παρά τη βελτίωση των εκτιμήσεων για την ανάπτυξη, η ΤτΕ, εκτιμά ότι σοβαρά προβλήματα παραμένουν στην ελληνική οικονομία και είναι κυρίως διαρθρωτικά, με κύρια τη διατήρηση της ανεργίας σε υψηλά επίπεδα και τη νέα διεύρυνση που παρουσιάζει το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών, που οφείλεται κυρίως στη διαβρωμένη ανταγωνιστικότητα. Για τον διοικητή της ΤτΕ είναι ανησυχητικό ότι το έλλειμμα τρεχουσών συναλλαγών διατηρείται σε επίπεδα γύρω στο 7% του ΑΕΠ, τα οποία και κρίνει ως ιδιαίτερα υψηλά. Επιπλέον, ενισχύει τους φόβους το γεγονός ότι αντιστράφηκε η πτωτική τάση που είχε παρουσιάσει πέρσι. Μέσα στο 2005 διαμορφώνεται στο 7,5% του ΑΕΠ, όταν πέρσι είχε πέσει στο 6,3% έναντι 7,2% το 2003. Σε ότι αφορά στη συρρίκνωση της ανταγωνιστικότητας των ελληνικών προϊόντων, ο κ. Ν. Γκαργκάνας επεσήμανε τις δυσμενείς επιπτώσεις του αρκετά υψηλότερου πληθωρισμού σε σχέση με το μέσο όρο της Ευρωζώνης, υπενθυμίζοντας ότι για την αντιμετώπισή του, πάγια θέση της ΤτΕ είναι η αύξηση του ανταγωνισμού στις αγορές και η μείωση των περιθωρίων κέρδους, καθώς και η διαμόρφωση σταδιακά των μισθολογικών αυξήσεων στα επίπεδα που επιτρέπει η αύξηση της παραγωγικότητας επιπλέον του πληθωρισμού στην Ευρωζώνη. Επιπλέον στη βελτίωση των μεγεθών του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών, θα συμβάλλει και η περαιτέρω μείωση του δημοσιονομικού ελλείμματος, η οποία θα πρέπει να επιτευχθεί μέσω, κυρίως, της μείωσης των πρωτογενών δαπανών αλλά και της αύξησης των εσόδων. Οποια μακροπρόθεσμα διαθρωτικά μέτρα ληφθούν, θα πρέπει να ληφθούν αμέσως, σύμφωνα με την ΤτΕ, διότι θα οξυνθούν τα προβλήματα με δεδομένη τη δημογραφική γήρανση. Ως χρόνος σταθμός για το ασφαλιστικό εκτιμάται το 2015, και μέχρι τότε η κυβέρνηση θα πρέπει να έχει μειώσει το χρέος στο 60% του ΑΕΠ, για να μπορέσει να διατηρήσει τη βιωσιμότητα του οικονομικού συστήματος. Πιστωτική επέκταση Σε ότι αφορά στην πιστωτική επέκταση, ο κ. Γκαργκάνας σημείωσε ότι η οικονομική ανάπτυξη χρηματοδοτείται απρόσκοπτα και δεν υπάρχει κανένα πρόβλημα ρευστότητας αλλά ούτε και υπερχρέωσης των νοικοκυριών, ή επάρκειας των τραπεζών. Οπως τόνισε, οι πράξεις που εξέδωσε χθες η ΤτΕ είχαν ως στόχο την προστασία των νοικοκυριών, εν όψει μίας πιθανής αύξησης των επιτοκίων ή αλλαγής του οικονομικού κύκλου. Σημείωσε, πάντως, ότι καταγράφεται μία αύξηση των καθυστερούμενων δανείων στα καταναλωτικά δάνεια αλλά δεν είναι ανησυχητική και βέβαια δεν συνιστά με κανέναν τρόπο υπερχρέωσή τους. Kερδοσκοπικές οι αυξήσεις στα ακίνητα Ερωτηθείς σχετικά με τις εξελίξεις στην αγορά ακινήτων, ο κ. Γκαργκάνας ανέφερε ότι έχει ανιστραφεί η πτωτική πορεία που σημείωναν οι τιμές μέχρι και πέρσι, και η δυσμενής αυτής εξέλιξη οφείλεται κυρίως στο γεγονός ότι η συγκεκριμένη αγορά επηρεάζεται σε μεγάλο βαθμό από τις προσδοκίες, οι οποίες έχουν φουντώσει το τελευταίο διάστημα λόγω των νομοθετικών και φορολογικών αλλαγών που προωθούνται στη συγκεκριμένη αγορά και κατέληξε ότι σε μεγάλο βαθμό οι εξελίξεις αυτές οφείλονται σε κερδοσκοπικές κινήσεις. Σύμφωνα με τα στοιχεία που έδωσε ο κ. Γκαργκάνας, στην τριετία 2000 - 2002 οι τιμές των ακινήτων στην Αθήνα κατά μέσο όρο είχαν αυξηθεί περίπου κατά 16%, το 2003 υποχώρησαν σημαντικά και έφθασαν το 3% και το 2004 συνεχίστηκε η υποχώρηση και η αύξηση ήταν μόλις 0,3% κατά μέσο όρο. Στις αρχές του 2005 παρατηρείται, όμως, μία αύξηση, της τάξης του 5,1% κατά μέσο όρο.
Copyright © 1999-2024 Premium S.A. All rights reserved.