ΕΚΤΥΠΩΣΗ
Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Επαχθέστερα τα βάρη σε όλους τους δανειολήπτες

18:04 - 07 Δεκ 2006 | Οικονομία

Νέα βάρη σε δανειολήπτες, νοικοκυριά, επιχειρήσεις αλλά και στο ίδιο το ελληνικό δημόσιο επιφέρει η νέα – και ευρέως αναμενόμενη - αύξηση του παρεμβατικού επιτοκίου κατά 0,25% την οποία αποφάσισε σήμερα η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα προς «αναχαίτιση» των πληθωριστικών πιέσεων που «τροφοδοτεί» ο υψηλό ρυθμός ανάπτυξης στην ευρωζώνη.

Η νέα αναπροσαρμογή του παρεμβατικού επιτοκίου κατά 25 μονάδες βάσης είχε ως αποτέλεσμα την τελική διαμόρφωση αυτού στο 3,5%, από 3,25% που ήταν μέχρι πρότινος.

Πρόκειται για την έκτη κατά σειρά αύξηση του βασικού επιτοκίου της ΕΚΤ που πραγματοποιήθηκε μέσα σε ένα χρόνο ( από 2% που ήταν το βασικό επιτόκιο τον περασμένο Δεκέμβριο στο 3,5% σήμερα) κάνοντας έτσι ακόμη πιο επαχθέστερα τα βάρη του κόστους αποπληρωμής του δανεισμού, σε ιδιώτες, νοικοκυριά, επιχειρήσεις αλλά και για το ίδιο το ελληνικό δημόσιο λόγω του δυσθεώρητου δημοσίου χρέους.

Μάλιστα εάν συνυπολογιστεί αποτέλεσμα της έρευνας του Κέντρου Προγραμματισμού και Οικονομικών Μελετών (ΚΕΠΕ) ότι η αύξηση του δανεισμού κινείται τρεις φορές ταχύτερα από την αύξηση του εθνικού εισοδήματος και ότι ήδη έχουν προηγηθεί έξι αυξήσεις επιτοκίων τότε εύλογα αντιλαμβάνεται κανείς το πλήγμα που επέρχεται για όλους τους δανειολήπτες.

Αυτός είναι και ο λόγος για τον οποίο η Τράπεζα της Ελλάδος «κρούει» συνεχώς τον «κώδωνα του κινδύνου» για την υπερχρέωση των νοικοκυριών τα οποία δανείζονται με ρυθμό 1,5 δις. ευρώ το μήνα ή 30%.

Έτσι λοιπόν πολλά νοικοκυριά θα βρεθούν μπροστά σε αδυναμία εξόφλησης αυτών των δανείων και ιδιαίτερα όσα από αυτά έχουν πάρει στεγαστικά καθώς τα κυμαινόμενου επιτοκίου αποτελούν την πλειοψηφία των δανείων.

Αξίζει να σημειωθεί ότι μία αύξηση των στεγαστικών δανείων κατά 0,25% «ψηλώνει» το μηνιαίο κόστος αποπληρωμής των δανείων ύψους από 60.000 έως 350.000 ευρώ από 9 έως 36 ευρώ το μήνα ανάλογα με την διάρκεια αποπληρωμής του δανείου.

Ειδικότερα όμως η «δεινή» στην οποία θα περιέλθουν όσοι έχουν πάρει δάνεια κυμαινόμενου επιτοκίου αποτυπώνεται καλύτερα στο παρακάτω παράδειγμα.

Για ένα δάνειο 100.000 ευρώ διάρκειας 20 ετών, που ελήφθη πριν από έναν χρόνο με επιτόκιο ΕΚΤ+περιθώριο 1,5%, η δόση του ερχόμενου μήνα θα αυξηθεί στα 644 από 631 ευρώ.

Σχετικά με τις νέες χορηγήσεις, δεν αναμένονται μεταβολές στα σταθερά επιτόκια των στεγαστικών δανείων, καθώς εκτιμάται ότι θα ενταθεί περαιτέρω ο ανταγωνισμός στη συγκεκριμένη κατηγορία χορηγήσεων.

Στα κυμαινόμενα επιτόκια των στεγαστικών η αύξηση θα είναι της τάξεως του 0,25%. Με δεδομένο ότι το μικρότερο περιθώριο κέρδους που υπάρχει στην αγορά ανέρχεται σε 0,50%, το χαμηλότερο επιτόκιο της κατηγορίας θα φθάνει στο 4%.

Από την άλλη, αμετάβλητα αναμένεται να παραμείνουν τα επιτόκια των προγραμμάτων συγκέντρωσης οφειλών από καταναλωτικά δάνεια λόγω του ανταγωνισμού που υπάρχει στο συγκεκριμένο κομμάτι της λιανικής τραπεζικής.

Στις κάρτες εκτιμάται ότι αρκετές τράπεζες θα αυξήσουν κατά 0,25% τα επιτόκιά τους, επηρεάζοντας ανάλογα το κόστος δανεισμού.

Στις καταθέσεις, τέλος, θα γίνουν αυξήσεις επιλεκτικά, που κατά πάσα πιθανότητα στις περισσότερες περιπτώσεις θα είναι μικρότερες του 0,25% και θα αφορούν σε συγκεκριμένους λογαριασμούς και κυρίως στις υψηλότερες κλίμακες υπολοίπων.

Αυξήσεις 0,25% θα δοθούν μόνο στα καταθετικά προϊόντα, τα επιτόκια των οποίων είναι συνδεδεμένα με το επιτόκιο της ΕΚΤ, τα οποία βέβαια συμφέρουν συνήθως για ποσά άνω των 50.000 ευρώ, καθώς για χαμηλότερα υπόλοιπα δεν δίνονται τόκοι.

Τέλος, η άνοδος των επιτοκίων θα πλήξει και τους υπόχρεους των καταναλωτικών δανείων καθώς θα «απορροφήσει» μεγαλύτερο μέρος του μηνιαίου εισοδήματος.

Copyright © 1999-2024 Premium S.A. All rights reserved.