ΕΚΤΥΠΩΣΗ
Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Alpha Bank: Οι τρέχουσες τάσεις και προοπτικές της ελληνικής οικονομίας

09:59 - 05 Δεκ 2019 | Οικονομία
Alpha Bank: Οι τρέχουσες τάσεις και προοπτικές της ελληνικής οικονομίας
Η ελληνική οικονομία συνεχίζει να δημιουργεί νέες θέσεις εργασίας, στηριζόμενη στη σημαντική βελτίωση του επιχειρηματικού κλίματος, στις μεταρρυθμίσεις που έλαβαν χώρα στην αγορά εργασίας κατά την περίοδο εφαρμογής των προγραμμάτων προσαρμογής και στην ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας, κυρίως ως αποτέλεσμα του περιορισμού του κόστους εργασίας, επισημαίνει η Alpha Bank στο εβδομαδιαίο δελτίο Οικονομικών Εξελίξεων.

Κατανάλωση, Αποταμίευση και Καταθετικές Ροές: Τρέχουσες Τάσεις και Προοπτικές

Ως συνέπεια αυτής της δυναμικής, το ποσοστό απασχόλησης αυξήθηκε στο υψηλότερο επίπεδο των τελευταίων εννέα ετών, ενισχύοντας σημαντικά το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών, το οποίο παράλληλα υποστηρίζεται από τα πρόσφατα ευνοϊκά φορολογικά μέτρα. Η ιδιωτική κατανάλωση, ωστόσο, αναμένεται να αυξηθεί τα επόμενα έτη, με ελαφρώς ασθενέστερο ρυθμό σε σχέση με το εισόδημα, καθώς η αποταμίευση θα επανέρχεται σταδιακά στην κανονικότητα, δηλαδή σε θετικό έδαφος και τα νοικοκυριά θα επιχειρούν να απομοχλεύσουν τους ισολογισμούς τους. 

Από το 2010 μέχρι και το 2016, κατεγράφη πτώση με την αποταμίευση να περνάει από το δεύτερο τρίμηνο του 2012 σε αρνητικό έδαφος. Το τελευταίο μπορεί να ερμηνευθεί ως απόρροια της οικονομικής κρίσης στη χώρα, καθώς στα χρόνια που ακολούθησαν η ανεργία βρισκόταν σε πολύ υψηλά επίπεδα (25,4%, κατά μέσο όρο, την περίοδο 2012-2016), ενώ, παράλληλα, στο πλαίσιο των προγραμμάτων οικονομικής προσαρμογής που εφαρμόστηκαν, μειώθηκε το εισόδημα των νοικοκυριών (μειώσεις σε μισθούς και συντάξεις) και αυξήθηκε το φορολογικό βάρος.

Ως εκ τούτου, στο διάστημα αυτό, τα νοικοκυριά χρησιμοποίησαν τις αποταμιεύσεις των προηγουμένων ετών προκειμένου να καλύψουν, πρώτον, μέρος των καταναλωτικών αναγκών τους, ώστε να συγκρατήσουν το βιοτικό τους επίπεδο και δεύτερον, τις αυξημένες φορολογικές υποχρεώσεις, οι οποίες διογκώθηκαν σε αυτήν την περίοδο. Αξίζει να σημειωθεί ότι η συνολική μείωση του αποθέματος των αποταμιεύσεων των νοικοκυριών, από το 2012 έως τα μέσα του 2019, διαμορφώθηκε σε €39,3 δισ. (σε όρους κινητών μέσων τεσσάρων τριμήνων).

Τη διετία 2017-2018 η ιδιωτική κατανάλωση στήριξε την οικονομική ανάκαμψη, σημειώνοντας θετικούς ετήσιους ρυθμούς μεταβολής. Παράλληλα, αυξήθηκε και το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών, στηριζόμενο στην αύξηση της απασχόλησης. Ο ρυθμός ενίσχυσης του διαθέσιμου εισοδήματος, μάλιστα, επιταχύνθηκε στο πρώτο και το δεύτερο τρίμηνο του 2019, καθώς διαμορφώθηκε σε 3,5% και 3,9%, αντίστοιχα, γεγονός που συνάδει και με την αύξηση του κατώτατου μισθού που εφαρμόστηκε στην αρχή του έτους. Η ιδιωτική κατανάλωση, ωστόσο, συνεχίζει να υπερβαίνει το συνολικό διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών κατά το πρώτο εξάμηνο του 2019, καθώς τα νοικοκυριά εξακολουθούν, κατά μέσο όρο, να αναλώνουν παρελθούσες αποταμιεύσεις. Ο ρυθμός αύξησης του διαθέσιμου εισοδήματος στη χώρα μας, ωστόσο, υπερέβαινε, από τις αρχές του 2018 έως και το δεύτερο τρίμηνο του 2019, τον αντίστοιχο ρυθμό μεταβολής της ιδιωτικής κατανάλωσης, με αποτέλεσμα η αποταμίευση των νοικοκυριών να ανακάμπτει, παρά το γεγονός ότι διατηρεί το αρνητικό της πρόσημο. Τέλος, το ποσοστό αποταμίευσης των νοικοκυριών στην Ελλάδα αποκλίνει σημαντικά από την πορεία του αντίστοιχου ποσοστού στην Ευρωζώνη, ενώ το ποσοστό αποταμίευσης των επιχειρήσεων ακολουθεί την ίδια περίπου πορεία με αυτό της Ευρωζώνης.

Καταθέσεις και Περιθώριο Απόδοσης των Κρατικών Ομολόγων

Τα πρόσφατα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος για τις τραπεζικές καταθέσεις επιβεβαιώνουν τη σταδιακή πορεία αποκατάστασης της εμπιστοσύνης στην ελληνική οικονομία, η οποία ενισχύει την επιστροφή στο εγχώριο τραπεζικό σύστημα των καταθέσεων από το εξωτερικό, ή και εκείνων που έχουν αποθησαυρισθεί. Συγκεκριμένα, η σωρευτική αύξηση των καταθέσεων του ιδιωτικού τομέα στο τραπεζικό σύστημα, κατά το δεκάμηνο Ιανουαρίου-Οκτωβρίου έφθασε τα  €5,4 δισ., ενώ ο ετήσιος ρυθμός μεταβολής της καταθετικής βάσης διατηρήθηκε σε θετικό έδαφος (+6,4% τον Οκτώβριο του 2019). Η εξέλιξη αυτή είναι απολύτως συμβατή  με τη μείωση του περιθωρίου απόδοσης του δεκαετούς ομολόγου (-62% κατά το δεκάμηνο Ιανουαρίου-Οκτωβρίου) και διαμορφώνει, μεταξύ άλλων, τις συνθήκες για τη βελτίωση των μακροοικονομικών προοπτικών της χώρας. Σε ένα τέτοιο πλαίσιο και δεδομένου ότι οι ευνοϊκές φορολογικές μεταρρυθμίσεις θα συνεχισθούν σε ένα πολιτικά ευσταθές περιβάλλον, καθίσταται εφικτή η ενίσχυση των επενδυτικών σχεδίων μέσω τόσο της αύξησης της ρευστότητας του εγχώριου τραπεζικού συστήματος, όσο και της ισχυροποίησης της προοπτικής της χώρας, ως ελκυστικού επενδυτικού προορισμού.  

Οι καταθετικές ροές ακολουθούν την αναμενόμενη αντίστροφη πορεία, σε σχέση με το περιθώριο  αποδόσεων (spread) των ελληνικών κρατικών ομολόγων, το οποίο συνιστά μέτρο του κινδύνου χώρας.

Η αντίστροφη αυτή σχέση αντανακλάται και στην πρόθεση των νοικοκυριών για αποταμίευση, η οποία, ενώ παραμένει σε εξαιρετικά χαμηλά επίπεδα, παρουσιάζει τάση ελαφράς ανάκαμψης, έως και τον Νοέμβριο του 2019. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με την έρευνα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής, οι προσδοκίες των νοικοκυριών για αποταμίευση εντός των επόμενων 12 μηνών διαμορφώθηκαν τον Νοέμβριο στις -59 μονάδες, από -66 μονάδες τον Νοέμβριο του προηγούμενου έτους.

Τραπεζικές Καταθέσεις Ιδιωτικού Τομέα

Οι καταθέσεις του ιδιωτικού τομέα παρουσίασαν ετήσια αύξηση κατά 6,4%, τον Οκτώβριο, έναντι ανόδου κατά 5,7%, τον Σεπτέμβριο και διαμορφώθηκαν στα €139,7 δισ. Η εξέλιξη αυτή οφείλεται, κυρίως, στην αύξηση των καταθέσεων των νοικοκυριών κατά 6,5%, στα €114,8 δισ., καθώς αποτελούν το 82% των καταθέσεων του ιδιωτικού τομέα, ενώ ανοδικά (+6,1%) κινήθηκαν και οι καταθέσεις των επιχειρήσεων, σε σύγκριση με τον Οκτώβριο του 2018. Η μηνιαία καθαρή ροή των καταθέσεων του ιδιωτικού τομέα τον Οκτώβριο ήταν θετική και ίση με €643 εκατ. και προήλθε από την αύξηση των καταθέσεων των επιχειρήσεων και των νοικοκυριών κατά €186 εκατ. και €457 εκατ., αντίστοιχα.

Το σύνολο των καταθέσεων της εγχώριας οικονομίας στο τραπεζικό σύστημα, το οποίο περιλαμβάνει εκτός από τις καταθέσεις των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων και τις καταθέσεις της Γενικής Κυβέρνησης, διαμορφώθηκε τον Οκτώβριο στα €153,3 δισ., καθώς οι καταθέσεις της Γενικής Κυβέρνησης διαμορφώθηκαν στα €13,6 δισ., μειωμένες κατά €593 εκατ., τον Οκτώβριο, σε σχέση με τον Σεπτέμβριο.

Τραπεζική Χρηματοδότηση του Ιδιωτικού Τομέα

Το υπόλοιπο των χορηγήσεων προς τον ιδιωτικό τομέα διαμορφώθηκε στα €156,6 δισ., τον Οκτώβριο, παρουσιάζοντας οριακά αρνητικό ετήσιο ρυθμό μεταβολής (-0,2%). Από το σύνολο των πιστώσεων προς τον ιδιωτικό τομέα, το 48% αφορά επιχειρηματικά δάνεια, το 34% στεγαστικά δάνεια, το 11% καταναλωτικά και λοιπά δάνεια και το 7% δάνεια προς ελεύθερους επαγγελματίες, αγρότες και ατομικές επιχειρήσεις.

Συγκεκριμένα, το υπόλοιπο των χορηγήσεων προς τις επιχειρήσεις διαμορφώθηκε στα €74,6 δισ., τον Οκτώβριο (+2,5%, σε ετήσια βάση), εκ των οποίων τα €68,0 δισ. αποτελούν πιστώσεις προς μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις (+2,5%, σε ετήσια βάση) και τα €6,5 δισ. πιστώσεις προς ασφαλιστικές επιχειρήσεις και λοιπά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα (+2,5%, σε σύγκριση με τον Οκτώβριο του 2018).

Ως προς την ανάλυση ανά κλάδο δραστηριότητας, αύξηση σημειώθηκε  στη χρηματοδότηση των επιχειρήσεων στους κλάδους του Τουρισμού, της Ναυτιλίας, της Ενέργειας-Ύδρευσης, της Βιομηχανίας, των Αποθηκεύσεων και Μεταφορών πλην Ναυτιλίας, της Γεωργίας και της Διαχείρισης Ακίνητης Περιουσίας. Αντίθετα, μείωση, σε ετήσια βάση, καταγράφηκε στις χορηγήσεις προς τις επιχειρήσεις των Κατασκευών και του Εμπορίου.

Αναφορικά με τα δάνεια προς τα νοικοκυριά, το υπόλοιπό τους διαμορφώθηκε στα €71,2 δισ., σημειώνοντας ετήσια μείωση κατά 2,8%. Όσον αφορά τις επιμέρους κατηγορίες, τα στεγαστικά δάνεια, τα οποία αποτελούν το 75% του συνόλου των δανείων προς τα νοικοκυριά, μειώθηκαν κατά 3,3%, ετησίως, ενώ τα καταναλωτικά δάνεια υποχώρησαν κατά 1,3%.

Τέλος, οι πιστώσεις προς τους ελεύθερους επαγγελματίες, τους αγρότες και τις ατομικές επιχειρήσεις μειώθηκαν κατά 2,0%, τον Οκτώβριο, σε ετήσια βάση.

Εξελίξεις στο Ισοζύγιο Πληρωμών και στην Ταξιδιωτική Κίνηση

Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, κατά το πρώτο εννεάμηνο του 2019, το Ισοζύγιο Τρεχουσών Συναλλαγών (ΙΤΣ) ήταν σχεδόν ισοσκελισμένο, καθώς το έλλειμμα διαμορφώθηκε σε χαμηλά επίπεδα, στα €24 εκατ., μειωμένο κατά €1,3 δισ., σε σύγκριση με το αντίστοιχο διάστημα του 2018. Η μείωση του ελλείμματος των τρεχουσών συναλλαγών, οφείλεται στη βελτίωση πρωτίστως του ισοζυγίου υπηρεσιών και δευτερευόντως των ισοζυγίων πρωτογενών και δευτερογενών εισοδημάτων, η οποία εν μέρει αντισταθμίστηκε από την επιδείνωση του ισοζυγίου αγαθών.

Αναλυτικότερα, το έλλειμμα του ισοζυγίου αγαθών διευρύνθηκε κατά €0,9 δισ. ή 5,4%, σε ετήσια βάση, λόγω, κυρίως, της αύξησης κατά €794 εκατ. του ελλείμματος στο σχετικό ισοζύγιο εκτός καυσίμων, ενώ και το ισοζύγιο καυσίμων επιδεινώθηκε κατά €107 εκατ. Οι εισαγωγές αγαθών, κατά το πρώτο εννεάμηνο του 2019, αυξήθηκαν συνολικά κατά 3,1%, σε σχέση με την ίδια περίοδο πέρυσι και ανήλθαν στα €41,7 δισ. Παράλληλα, οι εξαγωγές αγαθών αυξήθηκαν λιγότερο, κατά 1,5%, στα €24,3 δισ., ενώ την ίδια περίοδο πέρυσι είχαν αυξηθεί σημαντικά περισσότερο (+16,5%).

Η αύξηση των εισαγωγών αγαθών προέρχεται κυρίως από τα αγαθά εκτός καυσίμων και πλοίων (+4,8%), ενώ, αντίθετα, οι εισαγωγές καυσίμων μειώθηκαν κατά 2,6%. Οι εισαγωγές πλοίων σχεδόν διπλασιάστηκαν (+97,7% ή +€168 εκατ.), κατέχοντας, όμως, ένα πολύ μικρό μερίδιο στις συνολικές εισαγωγές αγαθών. Από την άλλη πλευρά, η αύξηση των συνολικών εξαγωγών αγαθών προήλθε από την αύξηση των εξαγωγών χωρίς καύσιμα (+€769 εκατ. ή +4,6%). Η άνοδος αυτή αντισταθμίστηκε, εν μέρει, από τη μείωση των εξαγωγών καυσίμων κατά €404 εκατ.

Το πλεόνασμα στο ισοζύγιο υπηρεσιών αυξήθηκε κατά 12%, σε ετήσια βάση, κατά το πρώτο εννεάμηνο του έτους, φθάνοντας στα €18,4 δισ., εξέλιξη η οποία οφείλεται, κυρίως, στην άνοδο των εισπράξεων από ταξιδιωτικές υπηρεσίες (συμπεριλαμβανομένης της κρουαζιέρας) κατά 14,0% και μεταφορές κατά 5,5%. Σημειώνεται ότι οι εισπράξεις από ταξιδιωτικές υπηρεσίες είχαν αυξηθεί ηπιότερα το αντίστοιχο διάστημα του 2018 (+8,4%).

Ανά χώρα προέλευσης, οι εισπράξεις από κατοίκους χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσης αυξήθηκαν κατά 13,6%, ετησίως, ενώ αξιοσημείωτη ήταν και η αύξηση των εισπράξεων από κατοίκους χωρών εκτός ΕΕ (+15,8%). Σημαντική ετήσια αύξηση σημειώθηκε στις εισπράξεις από το Ηνωμένο Βασίλειο (+39,2%), την Γαλλία (+19%), αλλά και την Ρωσία (+19,9%) και τις ΗΠΑ (+16,6%), ενώ οι εισπράξεις από την Γερμανία κατέγραψαν μείωση κατά 5,6% (Γράφημα 7).

Παράλληλα, το πρώτο εννεάμηνο του 2019, αυξήθηκε κατά 3,8% και ο αριθμός των τουριστών, οι οποίοι έφθασαν τα 27 εκατ. Το αντίστοιχο περυσινό διάστημα, ωστόσο, οι αφίξεις των τουριστών είχαν αυξηθεί κατά 10,3%, σε σχέση με το χρονικό διάστημα Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου του 2017. Η εισερχόμενη ταξιδιωτική κίνηση από τις χώρες της ΕΕ αυξήθηκε κατά 3,2%, ενώ αύξηση κατά 5,4% κατέγραψαν οι τουριστικές αφίξεις από τις χώρες εκτός ΕΕ. Αξιοσημείωτη ετήσια άνοδος σημειώθηκε στις αφίξεις από το Ηνωμένο Βασίλειο (+20,3%), οι οποίες κατά το αντίστοιχο διάστημα του 2018 ήταν μειωμένες. Επίσης αύξηση κατά 15,5% κατέγραψαν οι αφίξεις από τις ΗΠΑ, ενώ η εισερχόμενη κίνηση από την Γερμανία, όπως και οι αντίστοιχες εισπράξεις ήταν μειωμένη κατά 9,2%, σε σύγκριση με πέρυσι.

Ως προς το ισοζύγιο των πρωτογενών εισοδημάτων, αυτό παρουσίασε έλλειμμα ύψους €1,1 δισ., έναντι ελλείμματος €1,2 δισ., κατά το αντίστοιχο χρονικό διάστημα πέρυσι, ενώ το ισοζύγιο δευτερογενών εισοδημάτων κατέγραψε πλεόνασμα ύψους €151,3 εκατ., έναντι ελλείμματος  €9,2 εκατ., το πρώτο εννεαμήνου 2018. Τέλος, το πλεόνασμα στο ισοζύγιο κεφαλαίων αυξήθηκε κατά 28,7%, σε σύγκριση με το χρονικό διάστημα Ιανουαρίου-Σεπτεμβρίου του 2018.

Δείκτης Οικονομικού Κλίματος

Ο Δείκτης Οικονομικού Κλίματος (ESI) στην Ελλάδα διαμορφώθηκε τον Νοέμβριο στις 107,0 μονάδες, από 106,7 μονάδες τον Οκτώβριο και από 101,1 μονάδες τον Νοέμβριο του 2018. Αξίζει να σημειωθεί ότι η επίδοση αυτή, η τρίτη καλύτερη κατά τη διάρκεια του τρέχοντος έτους, επιβεβαιώνει το περιβάλλον υψηλών προσδοκιών στο οποίο έχει εισέλθει η χώρα, καθώς είναι σημαντικά υψηλότερη από το μέσο όρο τόσο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (100,0 μονάδες) όσο και της Ευρωζώνης (101,3 μονάδες).

Από τους επιμέρους δείκτες, βελτίωση κατέγραψε ο δείκτης επιχειρηματικών προσδοκιών στις υπηρεσίες και ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης, ενώ πτώση σημειώθηκε στους δείκτες επιχειρηματικών προσδοκιών στη βιομηχανία, το λιανικό εμπόριο και τις κατασκευές. Συγκεκριμένα:

(i) στη βιομηχανία, ο δείκτης διαμορφώθηκε σε +1,4 μονάδα, σημειώνοντας μηνιαία μείωση ίση με 0,5 της μονάδας, παραμένοντας σε θετικό έδαφος για πέμπτο συνεχή μήνα. Ειδικότερα, από τις βασικές μεταβλητές του δείκτη, το ισοζύγιο των εκτιμήσεων για τις παραγγελίες και τη ζήτηση μειώθηκε κατά 2,0 μονάδες, ενώ αρνητική ήταν η συμβολή του αυξημένου κατά 0,4 της μονάδας ισοζυγίου για τα αποθέματα. Αντίθετα, το ισοζύγιο των προβλέψεων για την παραγωγή τους προσεχείς μήνες αυξήθηκε κατά 1,1 μονάδα.

(ii) στις υπηρεσίες, ο δείκτης προσδοκιών κατέγραψε ήπια αύξηση και διαμορφώθηκε στις 17,8 μονάδες, από 15,4 μονάδες τον Οκτώβριο. Βελτίωση σημείωσαν οι εκτιμήσεις για την τρέχουσα κατάσταση των επιχειρήσεων (+0,5 μονάδες) και την τρέχουσα ζήτηση (+5,6 μονάδες), καθώς και οι προβλέψεις για την εξέλιξη της ζήτησης τους επόμενους 3 μήνες (+1,0 μονάδες).

(iii) στο λιανικό εμπόριο, οι προσδοκίες επιδεινώθηκαν για τρίτο συνεχή μήνα, με το σχετικό δείκτη να διαμορφώνεται στις 25,0 μονάδες, έναντι 26,3 μονάδων τον Οκτώβριο και 32,9 μονάδων τον Σεπτέμβριο. Η μείωση προήλθε από την αρνητική μεταβολή των ισοζυγίων στις τρέχουσες πωλήσεις (-2,9 μονάδες) και τη βραχυπρόθεσμη εξέλιξή τους (-6,0 μονάδες).

(iv) στις κατασκευές, σημειώθηκε μικρή επιδείνωση των προσδοκιών, με το σχετικό δείκτη να παραμένει σε έντονα αρνητικό έδαφος (-51,7, από 50,4 μονάδες). Από τις δύο βασικές μεταβλητές του δείκτη, οι προβλέψεις για το πρόγραμμα εργασιών των επιχειρήσεων χειροτέρεψαν κατά 6,3 μονάδες, ενώ οι προβλέψεις για την απασχόληση βελτιώθηκαν κατά 3,6 μονάδες.

Τέλος, ο δείκτης καταναλωτικής εμπιστοσύνης βελτιώθηκε τον Νοέμβριο, στις -6,8 μονάδες, από -8,4 μονάδες τον Οκτώβριο και -6,8 μονάδες τον Σεπτέμβριο, σημειώνοντας εκ νέου την καλύτερη επίδοση των τελευταίων 19 ετών. Αναφορικά με τους επιμέρους δείκτες που συνθέτουν το δείκτη καταναλωτικής εμπιστοσύνης, αύξηση παρουσίασαν οι εκτιμήσεις των καταναλωτών για την τρέχουσα οικονομική τους κατάσταση (+1,8 μονάδα), όσο και οι προβλέψεις τους για την εξέλιξή της τους προσεχείς 12 μήνες (+2,7 μονάδες). Παράλληλα, βελτιωμένες είναι οι προβλέψεις τους για την οικονομική κατάσταση της χώρας το επόμενο 12μηνο (+5,3 μονάδες), ενώ, αντίθετα, ήπια υποχώρηση κατέγραψαν οι προβλέψεις των νοικοκυριών για την πραγματοποίηση μείζονων αγορών (-4,0 μονάδες).

 

Τελευταία τροποποίηση στις 10:19 - 05 Δεκ 2019
Copyright © 1999-2024 Premium S.A. All rights reserved.