ΕΚΤΥΠΩΣΗ
Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Γιατί μεταβίβασε την Eυρωπαϊκή Πίστη στην Allianz ο Χρήστος Γεωργακόπουλος Κύριο

09:00 - 14 Φεβ 2022 | ΑΣΦΑΛΕΙΕΣ
Γιατί μεταβίβασε την Eυρωπαϊκή Πίστη στην Allianz ο Χρήστος Γεωργακόπουλος
Ο βασικός μέτοχος της Ευρωπαϊκής Πίστης είχε αποφασίσει να πουλήσει, είχε δώσει εδώ και αρκετό καιρό το σχετικό μήνυμα και οι διαπραγματεύσεις είχαν ξεκινήσει από το περασμένο καλοκαίρι και βρίσκονται στην τελική ευθεία με τουλάχιστον 3 ενδιαφερόμενους για να καταλήξει τελικά στο γερμανικό όμιλο. Η πωλούμενη εταιρία βασίζει τις επιδόσεις της στην ύπαρξη ενός ισχυρού δικτύου συνεργατών σε όλη την Ελλάδα μέσω των οποίων διαθέτει τα προϊόντα της. Το δίκτυο αριθμεί 5.500 άτομα και η εταιρία κόντρα στις σύγχρονες πρακτικές προώθησης και διάθεσης προϊόντων του ασφαλιστικού κλάδου, επιμένει να μην δραστηριοποιείται στις ηλεκτρονικές πωλήσεις αλλά να δίνει έμφαση στις παραδοσιακές τεχνικές.

Το 2021 η εταιρία έκλεισε τη χρονιά με αύξηση της παραγωγής ασφαλίστρων της τάξεως του 5% μέγεθος που κινείται ελαφρώς χαμηλότερα του μέσου όρου της ασφαλιστικής αγοράς.

Σε κάθε περίπτωση το ενδιαφέρον επικεντρώνεται στο ερώτημα αν μετά την εξαγορά, η οποία θεωρείται σχεδόν βέβαιη, η εταιρία θα παραμείνει στο Χρηματιστήριο ή λόγω αλλαγής ιδιοκτησίας και υποχρεωτικής δημόσιας πρότασης θα ακολουθήσει την πορεία που είχε πλήθος εταιριών τα τελευταία χρόνια αποψιλώνοντας από εισηγμένες την ελληνική Χρηματιστηριακή αγορά. Υπενθυμίζουμε ότι είναι και η μοναδική εταιρία που εκπροσωπεί το κλάδο στο Χρηματιστήριο Αθηνών.

Σύμφωνα με έγκυρους παράγοντες της αγοράς, κανείς δεν εξεπλάγη για την απόφαση του βασικού μετόχου της Ευρωπαϊκής Πίστης Χρήστου Γεωργακόπουλου να προχωρήσει στην πώληση του ποσοστού του σε μια εταιρεία που ο ίδιος ξεκίνησε από το μηδέν και συνέβαλε τα μέγιστα επί σειρά δεκαετιών, έτσι ώστε σήμερα να συγκαταλέγεται στις μεγαλύτερες και υγιέστερες της ελληνικής αγοράς.

Κανείς, επίσης, δεν μπορεί να παραβλέψει και τη συμμετοχή της EBRD με 15% στο κεφάλαιο της Ευρωπαϊκής Πίστης και το ενδεχόμενο να ρευστοποιήσει και αυτή τη συμμετοχή της. Η EBRD είχε εισέλθει το 2016 στην ελληνική ασφαλιστική εταιρεία, διευκολύνοντας την Τράπεζα Πειραιώς να αποεπενδύσει από την Ευρωπαϊκή Πίστη της οποίας κατείχε το 30%, προκειμένου να ενισχύσει τους εποπτικούς της δείκτες. Για τη συγκεκριμένη συμφωνία στην Tράπεζα Πειραιώς μάλλον θα πρέπει να έχουν μετανιώσει  σε αντίθεση με την EBRD που αγόρασε περίπου στο 1,5 ευρώ τη μετοχή, όταν η τρέχουσα τιμή του τίτλου υπερβαίνει σήμερα τα 5,5 ευρώ και όταν στο ενδιάμεσο χρονικό διάστημα έχει εισπράξει παχυλά μερίσματα.

Ποιοι συζητούν για εξαγορές  στον ασφαλιστικό κλάδο

Σε ό,τι αφορά τα «μεγάλα ψάρια», η φημολογία έφερε την Allianz να ενδιαφέρθηκε πέρυσι για την εξαγορά πολυεθνικής ασφαλιστικής εταιρείας που δραστηριοποιείται ενεργά και κερδοφόρα στη χώρα μας, χωρίς όμως μέχρι σήμερα να έχει προκύψει κάποιο απτό αποτέλεσμα. Επίσης, η Interamerican φέρεται να είχε ξεκινήσει κάποιες επαφές για να εξαγοράσει ελληνική εταιρεία του κλάδου, οι οποίες ωστόσο μέχρι τώρα δεν έχουν προχωρήσει. Επίσης, το γεγονός ότι προ διετίας η Υδρόγειος Ασφαλιστική είχε δεχτεί πρόταση εξαγοράς από ελβετικό όμιλο, έχει εντάξει την εταιρεία στο κάδρο εκείνων που ενδεχομένως θα μπορούσαν να πωληθούν μέσα στο 2022. Από την άλλη πλευρά όμως, κύκλοι της αγοράς εκτιμούν πως οι ιδιοκτήτες της Υδρόγειος ακόμη και αν είναι διατεθειμένοι να πουλήσουν -λόγω των οικονομικών της επιδόσεων και των συγκριτικών της πλεονεκτημάτων- δεν έχουν κανένα λόγο ούτε να βιάζονται ούτε να συμβιβαστούν με χαμηλά τιμήματα.

Γενικότερα, από τη μια πλευρά, θα μπορούσαν να υπάρξουν ελληνικές εταιρείες που θα συζητούσαν την πώλησή τους, ωστόσο στις πλείστες των περιπτώσεων δεν φαίνονται διατεθειμένες να «ξεπουληθούν», με δεδομένο ότι διαθέτουν ισχυρούς εποπτικούς δείκτες και αρκετά ικανοποιητική κερδοφορία. Το αντίθετο μάλιστα φαίνεται να συμβαίνει, με παράγοντες της αγοράς να υποστηρίζουν ότι πολλές φορές τα τιμήματα που ζητούνται είναι εξωπραγματικά υψηλά.

Οι αιτίες του κύκλου εξαγορών στον ασφαλιστικό κλάδο

Οι λόγοι που δικαιολογούν την τόσο έντονη κινητικότητα είναι κυρίως δύο: πρώτον, το γεγονός ότι η εκδήλωση της πανδημίας σε συνδυασμό με το περιβάλλον των αρνητικών-μηδενικών επιτοκίων έχει προκαλέσει πιέσεις σε αρκετούς πολυεθνικούς ομίλους, που είναι τώρα αναγκασμένοι να επανεξετάσουν τη γεωγραφική τους παρουσία.

Δεύτερον, το ότι το ολοένα και πιο απαιτητικό-«γραφειοκρατικό» εποπτικό πλαίσιο δυσκολεύει τη λειτουργία και την αποδοτικότητα των μικρότερων εταιρειών του κλάδου. Ειδικότερα για τις μικρές εταιρείες, εκτιμάται ότι κατά τα τελευταία χρόνια απέφυγαν τα deals, βασιζόμενες στα μεγάλα επενδυτικά κέρδη που αποκόμισαν από την αγορά ομολόγων, ή και από τα περιορισμένα τροχαία ατυχήματα στον κλάδο οχημάτων, είτε λόγω της κρίσης είτε εξαιτίας των περιοριστικών μέτρων για την αντιμετώπιση της πανδημίας. Οι ευνοϊκοί αυτοί παράγοντες ωστόσο θεωρείται εξαιρετικά δύσκολο να συνεχιστούν και στο μέλλον.

Η εξαγορά της Εθνικής Ασφαλιστικής

Επίσημα πλέον η Εθνική Ασφαλιστική περνά μέσα στο 2022 στο CVC Capital Partners, το οποίο κατέθεσε επίσημα αίτηση προς την Ευρωπαϊκή Αρχή Ανταγωνισμού (DgComp) για την εξέταση από την επιτροπή της πώλησης του 90,01% της Εθνικής Ασφαλιστικής στο fund.

Σύμφωνα με την ενημέρωση που έχουν οι εργαζόμενοι και ο Σύλλογός τους, αν η Dg Comp κρίνει ότι δεν πλήττεται καμία αρχή ανταγωνισμού πρέπει να εκδώσει την απόφασή της μέχρι τις 24/2/2022 και με την παράταση μπορεί να πάει μέσα στο δεκαήμερο του Μαρτίου.

Σε διαφορετική περίπτωση, θα εξεταστεί ενδελεχώς η συναλλαγή και αυτό θα κρατήσει 6 - 8 μήνες και πιθανά θα επιβληθούν όροι στην συναλλαγή. Είτε στην μία είτε στην άλλη περίπτωση, η Διοίκηση της Εταιρίας  δήλωσε ότι η όποια απάντηση για την Επιχειρησιακή Συλλογική Σύμβαση Εργασίας και τον Εσωτερικό Κανονισμό Εργασίας θα υπάρξει μετά της 10 Μαρτίου 2022, ημερομηνία που εκτιμούν ότι η Dg Compθα έχει εκδώσει τη θετική της απόφαση.

Ο Σύλλογος μπροστά σε αυτή την αντιμετώπιση, πρότεινε στο πλαίσιο της καλής πίστης, να δοθεί μια δίμηνη παράταση ισχύος, τόσο της ΕΣΣΕ όσο και του ΕΚΕ με τους ισχύοντες όρους, προκειμένου να συζητηθούν με το όποιο ιδιοκτησιακό καθεστώς τα αιτήματά που θέτει.

Οι προοπτικές του κλάδου και ο ρόλος των τραπεζών

Ο ασφαλιστικός κλάδος αναδεικνύεται «εντάσεως κεφαλαίου», επισημαίνουν χαρακτηριστικά στελέχη του κλάδου και η επιβίωσή του –εκτός από την ανάγκη απόκτησης της κρίσιμης μάζας– προϋποθέτει τη θεσμοθέτηση κινήτρων που θα διευκολύνουν την ανάπτυξη ασφαλιστικής συνείδησης για τις ασφαλίσεις περιουσίας, δηλαδή για καταστροφικούς κινδύνους, όπως ο σεισμός και τα φυσικά φαινόμενα.

Πρόκειται για κινδύνους που μπορεί να εξελιχθούν σε μια επώδυνη καθημερινότητα για σημαντικό μέρος του πληθυσμού και η κάλυψή τους παρά το γεγονός ότι έχει τεθεί στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος του ασφαλιστικού κλάδου, προϋποθέτει τη στήριξη της πολιτείας με την υιοθέτηση φοροαπαλλαγών, που θα καταστήσουν προσιτές τις σχετικές καλύψεις. Εξίσου σημαντικό στοίχημα για τον κλάδο αποτελεί η ενίσχυση του τρίτου πυλώνα ασφάλισης, δηλαδή η ενίσχυση της αποταμίευσης μέσω ασφαλιστικών προγραμμάτων κεφαλαιοποιητικού χαρακτήρα. Οι φοροαπαλλαγές για τη συγκεκριμένη κατηγορία καλύψεων, μέσω έκπτωσης από το φορολογητέο εισόδημα αποτελεί μια δοκιμασμένη πολιτική στις περισσότερες ευρωπαϊκές χώρες. Με τον τρόπο αυτό επιμερίζεται το βάρος για τις συντάξεις των επόμενων γενεών μεταξύ δημόσιου και ιδιωτικού τομέα και ενισχύεται η αποταμίευση σε μια περίοδο κατά την οποία τα αρνητικά επιτόκια δεν επηρεάζουν μόνο την επιχειρηματική δραστηριότητα, αλλά εξανεμίζουν και τις αποδόσεις παραδοσιακών μορφών τοποθετήσεων, όπως οι καταθέσεις. Αξίζει να σημειωθεί ότι το 35% των δαπανών υγειονομικής περίθαλψης χρηματοδοτείται απευθείας από τα νοικοκυριά των Ελλήνων. Οι σχετικές μελέτες αναφέρουν ότι μόλις το 5% των ιδιωτικών δαπανών υγείας περνάει μέσα από τα ασφαλιστήρια συμβόλαια, γεγονός που σημαίνει ότι ο πολίτης πληρώνει απευθείας πολλά χρήματα για την υγεία του. Υπάρχει, λοιπόν, η ανάγκη επανακαθορισμού της όλης κατάστασης.

Η αγορά συγκεντρώνεται σε ολοένα και λιγότερους παίκτες μέσω των εξαγορών, ο ανταγωνισμός εντείνεται ολοένα και περισσότερο, οι απαιτήσεις των εποπτικών αρχών αυξάνουν και σ’ αυτό το περιβάλλον, οι ασφαλιστικές εταιρείες καλούνται να μειώσουν δραστικά τα κόστη τους μέσα από την ψηφιοποίηση των εργασιών τους. Η ψηφιοποίηση όμως δεν εξυπηρετεί μόνο το ψαλίδισμα του κόστους, αλλά πλέον αποτελεί λύση και για τους νέους τρόπους επικοινωνίας και συναλλαγών με τους πελάτες. Μια δεύτερη πρόκληση για τις εταιρείες μπορεί να προέλθει από μια άνοδο των διεθνών επιτοκίων, η οποία θα επηρεάσει αρνητικά τις αποτιμήσεις των ομολόγων που διαθέτουν στα επενδυτικά τους χαρτοφυλάκια.

Ο ρόλος των τραπεζών

Οι τράπεζες αναμένεται να διαδραματίσουν σημαντικό ρόλο ως κανάλι διανομής και αξιόπιστου παρόχου τέτοιων προϊόντων. Αυτός είναι και ο λόγος που οι συμφωνίες bancassurance αποτελούν αναπόσπαστο πλέον τμήμα των επιχειρηματικών κινήσεων που συζητούνται μεταξύ του ασφαλιστικού και τραπεζικού κλάδου, ξεδιπλώνοντας υπεραξίες και οφέλη και για τις δύο πλευρές.

ΑΝΕΣΤΗΣ ΝΤΟΚΑΣ

Τελευταία τροποποίηση στις 12:47 - 14 Φεβ 2022
Copyright © 1999-2024 Premium S.A. All rights reserved.