ΕΚΤΥΠΩΣΗ
Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Γραφείο Προϋπολογισμού Βουλής: Ανάκαμψη... έκτακτης ανάγκης- Όχι σε μόνιμα μέτρα

13:50 - 21 Σεπ 2021 | Οικονομία
Γραφείο Προϋπολογισμού Βουλής: Ανάκαμψη... έκτακτης ανάγκης- Όχι σε μόνιμα μέτρα
"Θεωρούμε απόλυτα λογική την αναθεώρηση της ανάπτυξης από το 3,6% στο 5,9% αλλά δεν υπερθεματίζουμε", τονίζει το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής. Σημειώνει δηλαδή πως η ανάκαμψη είναι μεν μία θετική εξέλιξη, ωστόσο, υπογραμμίζει ότι δεν πρέπει να ξεχνάμε πως βασίζεται σε έκτακτες συνθήκες.

Στην έκθεση τονίζεται ότι η σχετικά γρήγορη επαναφορά της ελληνικής οικονομίας δεν θα πρέπει να λειτουργήσει καθησυχαστικά καθώς στηρίζεται σε έκτακτους παράγοντες που δεν είναι βέβαιο ότι θα διατηρηθούν μεσοπρόθεσμα, όπως η γενική ρήτρα διαφυγής του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης και το έκτακτο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων λόγω της πανδημίας (PEPP) της ΕΚΤ.

Η επαναλειτουργία των περισσότερων οικονομικών δραστηριοτήτων, από την πλευρά της προσφοράς, σε συνδυασμό με τις συσσωρευμένες αποταμιεύσεις των νοικοκυριών και την επεκτατική δημοσιονομική πολιτική, από την πλευρά της ζήτησης, λειτούργησαν συμπληρωματικά προς την κατεύθυνση της επιτάχυνσης του ρυθμού μεγέθυνσης. Ωστόσο, σημειώνεται πως τα παραπάνω δεν έχουν μόνιμα χαρακτηριστικά.

Στην έκθεση του β' τριμήνου υπογραμμίζεται για το λόγο αυτό η ανάγκη παρακολούθησης των βασικών μεγεθών της ελληνικής οικονομίας πριν τη λήψη αποφάσεων συνέχισης της επεκτατικής οικονομικής πολιτικής με μέτρα μόνιμου χαρακτήρα τονίζει σε έκθεσή του το Γραφείο Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή.

Σημειώνεται ακόμα ότι ενδεχόμενη απόκλιση του ελλείμματος σε ονομαστικούς όρους, πιθανότατα θα αντισταθμιστεί σαν ποσοστό του ΑΕΠ εξαιτίας της ταχύτερης του αναμενόμενου οικονομικής μεγέθυνσης. Οι σημαντικότερες αβεβαιότητες είναι μεσοπρόθεσμες και αφορούν τα έτη από το 2022 και μετά. Οι αποφάσεις της ΕΚΤ σχετικά με το έκτακτο πρόγραμμα αγορών κρατικών ομολόγων και η αναθεώρηση των κανόνων του Συμφώνου Σταθερότητας θα καθορίσουν το πλαίσιο εντός του οποίου θα κινηθεί η ελληνική οικονομία και ειδικότερα η δημοσιονομική πολιτική. Η στάση της ΕΚΤ θα εξαρτηθεί σε μεγάλο βαθμό από την πορεία του πληθωρισμού, όπως αναφέραμε παραπάνω. Σημειώνουμε ωστόσο ότι το PEPP έχει ημερομηνία λήξης, τον Μάρτιο του 2022, και μένει να διευκρινιστούν τα επόμενα βήματα. Το Σύμφωνο Σταθερότητας – που βρίσκεται σε αναστολή μέχρι το τέλος του 2022 – αποτελεί ήδη αντικείμενο συζήτησης. Όπως υποστηρίξαμε στη γνώμη που καταθέσαμε σχετικά με την αναθεώρησή του, οι κανόνες πρέπει να κινηθούν προς την κατεύθυνση της απλούστευσης και της μεγαλύτερης ευελιξίας ώστε να λαμβάνουν υπόψη τις ειδικές συνθήκες που αντιμετωπίζει κάθε κράτος-μέλος. Επιμένουμε, ωστόσο, ότι ανεξάρτητα από τις εξωτερικές συνθήκες, η χώρα πρέπει να σχεδιάσει τη διαδικασία επαναφοράς στη δημοσιονομική ισορροπία προκειμένου να απορροφήσει μεσοπρόθεσμα τους κραδασμούς που προκάλεσε η πανδημία, χωρίς να επιβραδύνει την ανάκαμψη της οικονομίας.
 
 Για το λόγο αυτό, απαιτείται η γρήγορη απορρόφηση και αποδοτική αξιοποίηση των πόρων του Ευρωπαϊκού Ταμείου Ανάκαμψης. Τομείς όπου θα μπορούσαν να αξιοποιηθούν οι ανωτέρω πόροι περιλαμβάνουν τις επενδύσεις στη μακροπρόθεσμη ενίσχυση της δημόσιας υγείας (πρωτοβάθμιας, δευτεροβάθμιας), τις επενδύσεις βελτίωσης του περιβάλλοντος και καταπολέμησης των συνεπειών της κλιματικής αλλαγής (‘πράσινες’ επενδύσεις), τις επενδύσεις σε εφαρμογές ψηφιακού μετασχηματισμού, τις επενδύσεις στην ταχύτερη απονομή δικαιοσύνης, και σε επενδύσεις ενίσχυσης της εγχώριας αμυντικής βιομηχανίας."

Αναλυτικά η έκθεση:

Εγχώριο περιβάλλον - ΑΕΠ και συνιστώσες

Σύμφωνα με τα προσωρινά στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, το Ακαθάριστο Εγχώριο Προϊόν (ΑΕΠ) αυξήθηκε κατά 16,2% το δεύτερο τρίμηνο του 2021 σε ετήσια βάση (έναντι αύξησης κατά 14,3% στην Ευρωζώνη). Η οικονομική δραστηριότητα αυξήθηκε, ωθούμενη τόσο από την κατανάλωση όσο και από τις επενδύσεις και τις εξαγωγές.

Πιο συγκεκριμένα, η αύξηση του ΑΕΠ οφείλεται κυρίως στην αύξηση των Εξαγωγών Αγαθών και Υπηρεσιών (22,6% συνολικά, 28,8% για υπηρεσίες και 17,1% για αγαθά), της Ιδιωτικής Κατανάλωσης (13,2%) και των Επενδύσεων (Ακαθάριστος Σχηματισμός Παγίου Κεφαλαίου 12,9%) ενώ σημαντική ήταν η άνοδος της Δημόσιας Κατανάλωσης (6,1%). Αντίθετα, αρνητική επίπτωση είχε η σημαντική αύξηση των Εισαγωγών Αγαθών και Υπηρεσιών (22,5%)

Η αύξηση των Επενδύσεων για το δεύτερο τρίμηνο του 2021 οφείλεται κυρίως στις κατηγορίες Μεταφορικός Εξοπλισμός (ετήσια αύξηση 336,6%), Εξοπλισμός Τεχνολογίας Πληροφορικής και Επικοινωνίας (ετήσια αύξηση 18,1%), Άλλα Προϊόντα (ετήσια αύξηση 13,4%), Μηχανολογικός Εξοπλισμός και Οπλικά Συστήματα (ετήσια αύξηση 12,0%), Άλλες Κατασκευές (ετήσια αύξηση 4,3%), Αγροτικά Προϊόντα (ετήσια αύξηση 3,6%) ενώ μικρή αρνητική συμβολή παρουσίασε η κατηγορία Κατοικίες (ετήσια μείωση 1,1%).

Βραχυχρόνιοι δείκτες

Αναφορικά με τους βραχυχρόνιους δείκτες, ο Δείκτης Οικονομικού Κλίματος (Economic Sentiment Indicator, ESI) διαμορφώθηκε στις 113,0 μονάδες τον Αύγουστο του 2021 αυξημένος σημαντικά σε σχέση με τον Αύγουστο του 2020 (91,0) αλλά και σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα (111,2). Ο Δείκτης Υπευθύνων Προμηθειών στη Μεταποίηση (PMI) διαμορφώθηκε στις 59,3 μονάδες τον Αύγουστο του 2021 από τις 57,4 μονάδες τον Ιούλιο, καταγράφοντας τη μεγαλύτερη αύξηση στον ελληνικό μεταποιητικό τομέα από τον Απρίλιο του 2000. Η παραγωγή και οι νέες παραγγελίες ενισχύθηκαν από την εντονότερη ζήτηση των πελατών καθώς και από την επανεκκίνηση της οικονομίας και την αύξηση της ζήτησης σε βασικές αγορές του εξωτερικού.

Ο Γενικός Δείκτης Βιομηχανικής Παραγωγής παρουσίασε τον Ιούλιο του 2021 αύξηση κατά 7,8% σε σχέση με τον αντίστοιχο μήνα του 2020, κυρίως λόγω της αύξησης κατά 19,8% του δείκτη παροχής ηλεκτρικού ρεύματος, της αύξησης κατά 5,2% του δείκτη μεταποίησης, της αύξησης κατά 1,7% του δείκτη παροχής νερού και λόγω της μείωσης κατά 6,1% του δείκτη ορυχείων – λατομείων

Ο Δείκτης Κύκλου Εργασιών στο Λιανικό Εμπόριο τον Ιούνιο του 2021 παρουσίασε αύξηση σε ετήσια βάση κατά 11,7% ενώ σε εποχικά διορθωμένους όρους μειώθηκε κατά 0,6% σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα. Ο Δείκτης Όγκου στο Λιανικό Εμπόριο κατά τον ίδιο μήνα αυξήθηκε κατά 10,8% σε ετήσια βάση, ενώ σε εποχικά διορθωμένους όρους μειώθηκε κατά 1,4% σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα.

Προβλέψεις και προοπτικές

Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή αναθεώρησε προς τα πάνω τις προβλέψεις για την Ελλάδα για το 2021 στο 4,3% (από 4,1% στις Εαρινές Προβλέψεις) ενώ για το 2022 διατήρησε την ίδια πρόβλεψη στο 6%. Το ΔΝΤ στην τελική έκθεσή του στο Πλαίσιο των διαβουλεύσεων του άρθρου IV (Ιούλιος 2021) προβλέπει μεγέθυνση 3,3% το 2021 και 5,4% το 2022 (αμετάβλητη από την ανακοίνωση του Ιουνίου). Επισημαίνεται ότι το ΔΝΤ αναθεώρησε καθοδικά την πρόβλεψή του για το 2021 (από 3,8%) και ανοδικά την πρόβλεψή του για το 2022 (από 5,0%) σε σχέση με την έκθεση του World Economic Outlook του Απριλίου του 2021. Από την πλευρά της κυβέρνησης, η πρόβλεψη για τον ρυθμός μεγέθυνσης του 2021 αναθεωρήθηκε από 3,6% σε 5,9%

Ρευστότητα

Ο συνολικός δανεισμός του ιδιωτικού τομέα (επιχειρήσεις και νοικοκυριά) από τα εγχώρια πιστωτικά ιδρύματα συνεχίζει την καθοδική του πορεία. Σύμφωνα με τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, τον Ιούλιο του 2021 το υπόλοιπο των δανείων ήταν 122,1 δις ευρώ, μειωμένο κατά 25,1 δις ευρώ (-17,1%) σε ετήσια βάση και κατά 7,3 δις ευρώ (-5,6%) σε σύγκριση με τον Απρίλιο του 2021. Σημειώνουμε ότι μέρος της μείωσης των δανείων οφείλεται στις τιτλοποιήσεις των μη εξυπηρετούμενων δανείων που αφαιρούνται από τους ισολογισμούς των τραπεζών.

Οι ακαθάριστες ροές νέων δανείων (δηλαδή, το σύνολο δανείων τακτής λήξης χωρίς την αφαίρεση των αποπληρωμών εκ μέρους των δανειοληπτών) μειώθηκαν κατά το επτάμηνο Ιανουάριος-Ιούλιος του 2021 (6.448 εκατ. ευρώ σε σύγκριση με την αντίστοιχη περίοδο του 2020 που διαμορφώθηκαν στα 9.189 εκατ. ευρώ). Τα νέα δάνεια προς μη χρηματοπιστωτικές επιχειρήσεις μειώθηκαν (από 8.123 εκατ. ευρώ σε 5.098 εκατ. ευρώ), ενώ τα λοιπά νέα δάνεια (στεγαστικά, καταναλωτικά, ελεύθεροι επαγγελματίες) αυξήθηκαν από 1.066 εκατ. ευρώ σε 1.350 εκατ. ευρώ.

Αναφορικά με τις καταθέσεις επιχειρήσεων και νοικοκυριών, τα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος καταγράφουν το ποσό των 171,6 δις ευρώ τον Ιούλιο του 2021, αυξημένες κατά 20,1 δις ευρώ (13,3%) σε ετήσια βάση και αυξημένες κατά 3,9 δις ευρώ (2,3%) σε σχέση με τον Απρίλιο του 2021. Η αύξηση στις καταθέσεις των μη χρηματοοικονομικών επιχειρήσεων και των νοικοκυριών αποδίδεται στην προληπτική αποταμίευση, στην αναστολή φορολογικών και άλλων υποχρεώσεων καθώς και στα μέτρα στήριξης.

Πληθωρισμός

Ο πληθωρισμός (ετήσια ποσοστιαία μεταβολή του Εναρμονισμένου Δείκτη Τιμών Καταναλωτή) ανήλθε τον Αύγουστο του 2021 στο 1,2% σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, αυξημένος σε σχέση με τον Αύγουστο του 2020 (-2,3%) και σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα (0,7%)

Ο «πυρήνας» του πληθωρισμού (δεν περιλαμβάνει την ενέργεια και τα μη επεξεργασμένα τρόφιμα), παραμένει χαμηλός στο -0,4% τον Αύγουστο του 2021 από -1,8% τον Αύγουστο του προηγούμενου έτους και είναι ελαφρώς αυξημένος σε σχέση με τον προηγούμενο μήνα (- 0,7%). Στην Ευρωζώνη, τον Αύγουστο ο εναρμονισμένος δείκτης αυξήθηκε σε ετήσια βάση κατά 3,0%, ενώ ο «πυρήνας» του πληθωρισμού διαμορφώθηκε σε 1,6%

Εξωτερικός τομέας

Στο πρώτο εξάμηνο του 2021, σύμφωνα με τα τελευταία διαθέσιμα στοιχεία της Τράπεζας της Ελλάδος, το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών (ΙΤΣ) παρουσίασε επιδείνωση κατά 446 εκατ. ευρώ σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2020. Συγκεκριμένα, το έλλειμμα 7.061 εκατ. ευρώ κατά το πρώτο εξάμηνο του 2020 αυξήθηκε σε έλλειμμα 7.507 εκατ. ευρώ την αντίστοιχη περίοδο το 2021. Η διεύρυνση του ελλείμματος οφείλεται κυρίως στην αύξηση των εισαγωγών αγαθών και υπηρεσιών κατά 22,0% (έναντι μείωσης 14,3% το πρώτο εξάμηνο του 2020). Οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών αυξήθηκαν κατά 22,5% (έναντι μείωσης 24,0% το πρώτο εξάμηνο του 2020), οι εισπράξεις πρωτογενών και δευτερογενών εισοδημάτων αυξήθηκαν κατά 10,3% (έναντι μείωσης 7,9% το πρώτο εξάμηνο του 2020) και οι πληρωμές πρωτογενών και δευτερογενών εισοδημάτων μειώθηκαν κατά 8,6% (έναντι αύξησης 1,3% το πρώτο εξάμηνο του 2020).

Ειδικά για τον μήνα Ιούνιο του 2021, το έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών μειώθηκε κατά 88 εκατ. ευρώ σε ετήσια βάση, εξέλιξη που οφείλεται κυρίως στη βελτίωση των ισοζυγίων υπηρεσιών (αύξηση πλεονάσματος κατά 522 εκατ. ευρώ), πρωτογενών εισοδημάτων (μείωση ελλείμματος κατά 223 εκατ. ευρώ) και δευτερογενών εισοδημάτων (αύξηση πλεονάσματος κατά 88 εκατ. ευρώ) η οποία αντιστάθμισε ως ένα βαθμό την επιδείνωση του ισοζυγίου αγαθών (αύξηση ελλείμματος κατά 745 εκατ. ευρώ)

Ανεργία

Το ποσοστό ανεργίας το δεύτερο τρίμηνο του 2021 διαμορφώθηκε στο 15,8%, μειωμένο σε ετήσια βάση σε σύγκριση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2020 (16,7%), όσο και σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο (17,1%). Στην Ευρωζώνη, το ποσοστό ανεργίας το πρώτο τρίμηνο του 2021 διαμορφώθηκε στο 8,5%, αυξημένο κατά 0,9 ποσοστιαίες μονάδες σε ετήσια βάση και κατά 0,5 ποσοστιαίες μονάδες σε τριμηνιαία βάση.

Σύμφωνα με τη Μηνιαία Έρευνα Εργατικού Δυναμικού της ΕΛΣΤΑΤ, το εποχικά διορθωμένο ποσοστό ανεργίας τον Ιούλιο του 2021 διαμορφώθηκε σε 14,2% έναντι 16,8% τον ίδιο μήνα του προηγούμενου έτους και 15,0% τον Ιούνιο του 2021. Ο αριθμός των ανέργων τον Ιούλιο του 2021 ανήλθε σε 664.384 άτομα, μειωμένος κατά 108.058 άτομα σε σχέση με τον Ιούλιο του 2020 (μείωση 14,0%) και κατά 40.485 άτομα σε σχέση με τον Ιούνιο του 2021 (μείωση 5,7%). Τα μέτρα στήριξης, σε συνδυασμό με τη μεγάλη μείωση του εργατικού δυναμικού, συνέβαλαν στο να αποτραπεί μια αύξηση της ανεργίας.

Η ανεργία στους νέους κάτω των 25 ετών ήταν 38,2% το δεύτερο τρίμηνο του 2021, αυξημένη σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2020 (36,0%), αλλά μειωμένη σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο (43,3%). Το αντίστοιχο ποσοστό στην Ευρωζώνη το πρώτο τρίμηνο του 2021 ήταν 18,9%, αυξημένο σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2020 (15,6%) και σε σχέση με το προηγούμενο τρίμηνο (17,4%). Επιπλέον, σύμφωνα με τη Μηνιαία Έρευνα Εργατικού Δυναμικού της ΕΛΣΤΑΤ, η ανεργία των νέων κάτω των 25 ετών στην Ελλάδα διαμορφώθηκε σε 32,3% τον Ιούλιο του 2021 έναντι 35,8% τον Ιούλιο του 2020.

Απασχόληση

Με βάση τα μηνιαία στοιχεία, το σύνολο των απασχολούμενων τον Ιούλιο του 2021 ανήλθε σε 4.011.357 άτομα, αριθμός αυξημένος κατά 182.886 άτομα σε σχέση με τον Ιούλιο του 2020 (αύξηση 4,8%) και κατά 8.221 άτομα σε σχέση με τον Ιούνιο του 2021 (αύξηση 0,2%)

Η μερική και η προσωρινή απασχόληση στο πρώτο τρίμηνο του 2021 παρουσίασαν πτώση σε ετήσια βάση. Πιο συγκεκριμένα, η μερική απασχόληση διαμορφώθηκε στο 7,7% του συνόλου της απασχόλησης (έναντι 9,4% στο πρώτο τρίμηνο του 2020) ενώ το αντίστοιχο ποσοστό στην Ευρωζώνη είναι 21,1% (έναντι 21,7% πέρσι). Η προσωρινή απασχόληση αντιστοιχούσε στο 9,1% του συνόλου των μισθωτών (έναντι 10,5% στο πρώτο τρίμηνο του 2020) ενώ στην Ευρωζώνη διαμορφώθηκε στο 14,5% (έναντι 14,7% το προηγούμενο έτος).

Ροές μισθωτής εργασίας

Σύμφωνα με τα στοιχεία του Υπουργείου Εργασίας που τηρούνται στο σύστημα ΕΡΓΑΝΗ, το επτάμηνο Ιανουάριος-Ιούλιος του 2021 καταγράφηκαν 1.282.489 προσλήψεις και 1.007.484 αποχωρήσεις διαμορφώνοντας ένα θετικό ισοζύγιο 275.005 θέσεων μισθωτής εργασίας (από θετικό ισοζύγιο 111.305 την αντίστοιχη περίοδο του 2020). Η βελτίωση στις ροές της αγοράς εργασίας κατά 163.700 θέσεις εργασίας οφείλεται στην αύξηση των προσλήψεων (125.280 περισσότερες από το προηγούμενο έτος) και στη μείωση των αποχωρήσεων (38.420 λιγότερες από το προηγούμενο έτος). Η μερική (και εκ περιτροπής) απασχόληση αντιστοιχούσε στο 42,6% των νέων προσλήψεων κατά το επτάμηνο Ιανουάριος-Ιούλιος του 2021, μειωμένη σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2020 (49,4%).

Αμοιβές

Με βάση τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, ο (εποχικά διορθωμένος) Δείκτης Μισθολογικού Κόστους στο σύνολο της οικονομίας1 παρουσιάζει αύξηση κατά 2,5% το δεύτερο τρίμηνο του 2021 σε σύγκριση με το δεύτερο τρίμηνο του 2020, έναντι ετήσιας αύξηση 3,9% κατά την αντίστοιχη σύγκριση του 2020 με το 2019.

Διαθέσιμο εισόδημα

Σύμφωνα με τα προσωρινά στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ για τους τριμηνιαίους μη χρηματοοικονομικούς λογαριασμούς θεσμικών τομέων (για το πρώτο τρίμηνο του 2021) το διαθέσιμο εισόδημα του τομέα των νοικοκυριών και των μη κερδοσκοπικών ιδρυμάτων που εξυπηρετούν νοικοκυριά (ΜΚΙΕΝ) (S.1M) αυξήθηκε κατά 5,1% σε σύγκριση με το αντίστοιχο τρίμηνο του προηγούμενου έτους, από 28,71 δισ. ευρώ σε 30,17 δισ. ευρώ., υποστηριζόμενο από τα έκτακτα μέτρα στήριξης.

Δημοσιονομικές εξελίξεις 2.1. Δημοσιονομικά στοιχεία Ιανουαρίου - Ιουλίου 2021

Σύμφωνα με την εκτίμηση του Γραφείου Προϋπολογισμού του Κράτους στη Βουλή, το Πρωτογενές Αποτέλεσμα Γενικής Κυβέρνησης με προσαρμογές το επτάμηνο Ιανουαρίου – Ιουλίου του 2021 καταγράφει πρωτογενές έλλειμμα 10.579 εκατ. ευρώ και επιδείνωση 3.102 εκατ. ευρώ σε σύγκριση με το αντίστοιχο επτάμηνο του προηγούμενου έτους.

Ο Κρατικός Προϋπολογισμός παρουσιάζει ταμειακό πρωτογενές αποτέλεσμα (πρωτογενές έλλειμμα 9.063 εκατ. ευρώ) μειωμένο κατά 1.600 εκατ. ευρώ σε σύγκριση με το αντίστοιχο επτάμηνο του 2020. Στην πλευρά των εσόδων, εμφανίζονται αυξημένα τα μη φορολογικά και μη τακτικά έσοδα κατά 544 εκατ. ευρώ και αυξημένα τα φορολογικά έσοδα κατά 1.748 εκατ. ευρώ, ενώ τα έσοδα του ΠΔΕ εμφανίζονται αυξημένα κατά 493 εκατ. ευρώ.

Στην πλευρά των δαπανών του Κρατικού Προϋπολογισμού παρατηρείται αύξηση κατά 4.727 εκατ. ευρώ σε σύγκριση με το αντίστοιχο επτάμηνο του 2020, η οποία αποδίδεται στην αύξηση των πρωτογενών δαπανών του τακτικού προϋπολογισμού κατά 4.499 εκατ. ευρώ, και στην αύξηση των δαπανών για τόκους κατά 168 εκατ. ευρώ

Αναφορικά με τους υπόλοιπους υποτομείς της Γενικής Κυβέρνησης, τα Νομικά Πρόσωπα εμφανίζουν μειωμένα έσοδα κατά 481 εκατ. ευρώ και αυξημένες δαπάνες κατά 353 εκατ. ευρώ, καταλήγοντας σε ένα ταμειακό πρωτογενές αποτέλεσμα (πλεόνασμα 844 εκατ. ευρώ) μειωμένο κατά 839 εκατ. ευρώ σε σύγκριση με το αντίστοιχο επτάμηνο του 2020. Η μείωση των εσόδων των Νομικών Προσώπων οφείλεται κυρίως στην μείωση των μεταβιβάσεων (κυρίως από τον Κρατικό Προϋπολογισμό) κατά 919 εκατ. ευρώ.

Οι Οργανισμοί Τοπικής Αυτοδιοίκησης (ΟΤΑ) καταγράφουν αυξημένα έσοδα κατά 332 εκατ. ευρώ και αυξημένες δαπάνες κατά 355 εκατ. ευρώ, με συνέπεια το πρωτογενές πλεόνασμά τους (173 εκατ. ευρώ) να είναι μειωμένο κατά 24 εκατ. ευρώ σε σύγκριση με το αντίστοιχο επτάμηνο του 2020. Η αύξηση των εσόδων των Οργανισμών Τοπικής Αυτοδιοίκησης οφείλεται κυρίως στην αύξηση των μεταβιβάσεων (κυρίως από τον Κρατικό Προϋπολογισμό) κατά 432 εκατ. ευρώ. Η αύξηση των εξόδων των ΟΤΑ οφείλεται κυρίως σε αυξημένες αγορές μη χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων κατά 267 εκατ. ευρώ (το τελευταίο δεν φαίνεται στη συνοπτική ταξινόμηση του πίνακα που ακολουθεί).

Οι Οργανισμοί Κοινωνικής Ασφάλισης (ΟΚΑ) καταγράφουν αυξημένα έσοδα κατά 414 εκατ. ευρώ και αυξημένες δαπάνες κατά 1.259 εκατ. ευρώ, με συνέπεια την μείωση του πρωτογενούς αποτελέσματος τους (πρωτογενές έλλειμμα 712 εκατ. ευρώ) κατά 843 εκατ. ευρώ σε σύγκριση με το αντίστοιχο επτάμηνο του 2020. Η αύξηση των εσόδων των Οργανισμών Κοινωνικής Ασφάλισης οφείλεται κυρίως στην αύξηση των μεταβιβάσεων (κυρίως από τον Κρατικό Προϋπολογισμό) κατά 578 εκατ. ευρώ. Η αύξηση των εξόδων των ΟΚΑ οφείλεται κυρίως σε αυξημένες δαπάνες για κοινωνικές παροχές κατά 922 εκατ. ευρώ (το τελευταίο δεν φαίνεται στη συνοπτική ταξινόμηση του πίνακα που ακολουθεί).

Τέλος, η μικρότερη αύξηση των ληξιπρόθεσμων υποχρεώσεων της Γενικής Κυβέρνησης κατά 441 εκατ. ευρώ το επτάμηνο του 2021 έναντι μεγαλύτερης αύξησης κατά 455 εκατ. ευρώ το αντίστοιχο επτάμηνο του 2020 είχε μικρότερη αρνητική επίπτωση στο πρωτογενές αποτέλεσμα της Γενικής Κυβέρνησης το επτάμηνο του 2021.

Δημόσιο χρέος Οι αποδόσεις των δεκαετών τίτλων

Παρά τις αβεβαιότητες στις διεθνείς αγορές, οι αποδόσεις των δεκαετών τίτλων του ελληνικού κράτους παραμένουν σταθερά χαμηλές και τείνουν να εξισωθούν με εκείνες της Ιταλίας.

Η διαφορά (spread) των ελληνικών 10ετών τίτλων από τους αντίστοιχους της Ευρωζώνης έχει περιοριστεί. Συγκεκριμένα, στις 10 Σεπτεμβρίου, η διαφορά από τους γερμανικούς τίτλους είχε διαμορφωθεί στις 113,2 μονάδες βάσης, από τους πορτογαλικούς τίτλους στις 57,4 μονάδες βάσης και ήταν πάνω ιταλικούς τίτλους κατά 9,9 μονάδες βάσης.

Καταλυτικό ρόλο στη μείωση των αποδόσεων των ελληνικών κρατικών ομολόγων και στη σύγκλισή τους προς τις αποδόσεις των άλλων χωρών της Ευρωζώνης έπαιξε η συμπερίληψή τους στο έκτακτο πρόγραμμα αγοράς τίτλων λόγω της πανδημίας (PEPP) της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας. Ωστόσο, η αβεβαιότητα για την εποχή μετά το PEPP αναμένουμε να αρχίσει να ενσωματώνεται στις αποδόσεις. Από την άλλη πλευρά, οι πρόσφατες αναβαθμίσεις της πιστοληπτικής αξιολόγησης της ελληνικής οικονομίας (S&P, Scope Ratings, DBRS) αντανακλούν τις θετικές προοπτικές της οικονομίας.

Γιώργος Αλεξάκης - Σπύρος Πολυχρονόπουλος

Τελευταία τροποποίηση στις 13:55 - 21 Σεπ 2021
Copyright © 1999-2024 Premium S.A. All rights reserved.