ΕΚΤΥΠΩΣΗ
Εκτύπωση αυτής της σελίδας

Το φυσικό περιβάλλον της χώρας είναι ο βούρκος

15:15 - 10 Νοε 2022
Άγγελος Στάγκος

Γράφει ο Άγγελος Στάγκος

Κάποιοι το γνώριζαν αλλά απέφευγαν να το βροντοφωνάξουν, όμως οι αποδείξεις που προσφέρει η ιστορίες και αυτές που προσθέτει η σημερινή συγκυρία, είναι αδιάσειστες: η Ελλάδα δεν είναι απλά χώρα μη κυβερνήσιμη, είναι και χώρα που το φυσικό της περιβάλλον είναι ο βούρκος, αφού αδυνατεί να ξεφύγει από αυτόν. Και αν μερικές φορές καταφέρνει πρόσκαιρα να ξεφύγει, γρήγορα επανέρχεται στον βούρκο, καθώς εκεί αισθάνεται πιο άνετα.

Από τη γένεσή του το νεοελληνικό κράτος λειτουργεί με κατσαπλιάδικους και πειρατικούς όρους και έτσι λειτουργεί και σήμερα. Κατσαπλιάδικη και πειρατική παραμένει διαχρονικά η επικρατούσα νοοτροπία, κάτι που ισχύει για όλα τα στρώματα και όλους τους τομείς της ελληνικής κοινωνίας, από την κορυφή ως τη βάση.

Με την έννοια που περιγράφηκε παραπάνω, η Ελλάδα ζει και αναπνέει στις μέρες μας στα βαλτόνερα και τα λύματα των τηλεφωνικών υποκλοπών, δηλαδή σε βούρκο που τον γνωρίζει από το παρελθόν (Τόμπρας, Γρυλλάκης, Μαυρίκης κλπ), τότε που η τεχνολογία των τηλεφωνικών παρακολουθήσεων δεν ήταν τόσο προηγμένη. Η τεχνολογία σήμερα βρίσκεται σε τέτοιο επίπεδο, ώστε να κρύβει τα στοιχεία εκείνα που οδηγούν σε ασφαλή συμπεράσματα για το ποιος, που, πότε και πως. Επομένως το σοφό είναι να αρκεστούμε προς το παρόν σε παρατηρήσεις για το σκηνικό που έχει δημιουργηθεί.

Πρώτον. Ως πριν μερικές μέρες είχαμε ένα δεδομένο πέραν κάθε αμφισβήτησης, την ομολογία ότι η ΕΥΠ παρακολουθούσε για ένα διάστημα το τηλέφωνο του Ν. Ανδρουλάκη, πριν γίνει αρχηγός του ΠΑΣΟΚ, συν την διαπίστωση ότι έγινε απόπειρα παρακολούθησής του με χρήση του λογισμικού Predator, που όμως η κυβέρνηση αρνείται – μάλλον πειστικά – ότι το διαθέτουν οι κρατικές υπηρεσίες ασφαλείας. Ασφαλώς πάντως υπάρχει μεγάλη πολιτική ευθύνη της ηγεσίας τη κυβέρνησης σε αυτή την υπόθεση, ασχέτως των επιπτώσεων στην πράξη.

Δεύτερον. Η αντιπολίτευση και μέρος των media επικέντρωσαν τα πυρά τους στην υπόθεση Ανδρουλάκη για κάποιο διάστημα, όμως από τα ευρήματα των δημοσκοπήσεων στο σύνολό τους διαπιστώθηκε ότι το πολιτικό κόστος για την κυβέρνηση ήταν μικρό, αφενός γιατί οι πολίτες είναι εθισμένοι στην κατσαπλιάδικη και πειρατική πρακτική στην καθημερινότητα τόσο της πολιτικής, όσο και της κοινωνίας και αφετέρου γιατί τους απασχολεί κυρίως η  ακρίβεια που πλήττει την τσέπη τους. Το σκάνδαλο Πάτση που ξέσπασε στο μεταξύ ενόχλησε περισσότερο από τις υποκλοπές τους οπαδούς της κυβέρνησης. Έτσι, ενώ ο Σύριζα φάνηκε να μετατοπίζει για καναδυό εβδομάδες τα πυρά του από τις υποκλοπές ιδιαίτερα στην ακρίβεια – και περιέργως λιγότερο στον Πάτση, για την ύπαρξη του οποίου στις κυβερνητικές γραμμές υπάρχει πάλι πολιτική ευθύνη – εμφανίζεται ξαφνικά ο φοβερός Βαξεβάνης του «Ντοκουμέντο», κραδαίνοντας μία λίστα ονομάτων και καταγγέλλοντας τον πρωθυπουργό ότι με εντολή του παρακολουθούνται μέσω του Predator ή παρόμοιων λογισμικών και προκαλείται νέος βουρκώδης σάλος με νέες διαστάσεις.

Από τη μία πλευρά λοιπόν είναι λογικό να υπάρχουν μεγάλες αμφιβολίες για την αλήθεια των καταγγελιών όταν αυτές τις κάνει ένας Βαξεβάνης, όταν τις συνόδευσε με ένα απαράδεκτο «σόου» επίσκεψης στον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ντογιάκο για να του υποδείξει πώς να κάνει την έρευνα, όταν η οσμή συριζίλας είναι εξαιρετικά έντονη, όταν το περιεχόμενο της λίστας είναι φανερό ότι αποσκοπεί στη δημιουργία αναταραχής μέσα στη Νέα Δημοκρατία και την κυβέρνηση, αλλά  και στην εμπέδωση εντύπωσης ότι το «καθεστώς Μητσοτάκη» αποτελεί απειλή για τους πάντες και τα πάντα, όταν είναι σαφές ότι εμπλέκονται  επιχειρηματικές κόντρες και συμφέροντα (μεταξύ τους, αλλά και με την κυβέρνηση), όταν δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αν υπάρχουν πραγματικά στοιχεία, αυτά έφτασαν στον Βαξεβάνη από ιδιώτες και όταν είναι σχεδόν σίγουρο ότι δεν θα προσκομιστούν αποδείξεις αφού θα ενοχοποιήσουν και αυτόν που τις διαθέτει και τον άλλον που τις προσκομίζει (δηλαδή τον Βαξεβάνη), αλλά οι εντυπώσεις θα παραμείνουν για μεγάλο διάστημα, ίσως και μέχρις τις εκλογές.

Από την άλλη πλευρά, υπάρχουν εύλογα ερωτηματικά για τη συμπεριφορά της κυβέρνησης, με δεδομένο φυσικά ότι η υπόθεση Ανδρουλάκη έχει ενισχύσει την καχυποψία απέναντί της και η παραίτηση Δημητριάδη επιτρέπει να επικεντρώνεται η κριτική στο στενό περιβάλλον Μητσοτάκη.

Τα ερωτήματα είναι

α) πως και γιατί η κυβέρνηση έχει επιτρέψει την εμπορική διακίνηση και χρήση απαράδεκτων και παράνομων  λογισμικών τύπου Predator, ενώ γνώριζε την ύπαρξη και τη δραστηριότητά τους,

β) γιατί άφησε στο απυρόβλητο και εκτός ερευνών το δίδυμο των εμπόρων / διακινητών του Predator που ακούγεται επίμονα ότι έχουν σχέσεις με τον Δημητριάδη,

γ) πως και γιατί άφησε τον εαυτό της στο έλεος επικρίσεων όχι μόνο από τα κόμματα της αντιπολίτευσης, αλλά και από μήντια που γενικά την υποστηρίζουν,

δ) γiατί δεν ξεκαθάρισε τελείως ότι αποστολή συγκεκριμένων υπηρεσιών  είναι να παρακολουθούν όσους απαιτεί η ασφάλεια της χώρας να παρακολουθούνται, χωρίς εξαιρέσεις, αλλά και με προϋποθέσεις που θα εξασφαλίζουν αντικειμενικότητα, επαγγελματισμό και προστασία από παράνομες και παρακρατικές εκλογές (πολύ δύσκολο αυτό στην Ελλάδα βέβαια…).

Αναμφίβολα, όλα τα παραπάνω και αυτά που θα επακολουθήσουν, συμβάλλουν ώστε το βασίλειο του βούρκου να ακμάζει και ούτε η ξαφνική εξαγγελία των ερευνών για υδρογονάνθρακες στα νοτιοδυτικά της Κρήτης από την ExxonMobil, δεν πρόκειται να σταματήσει τη λειτουργία τους. Είναι εντελώς ξεκάθαρο ότι η Ελλάδα ασφυκτιά και δεν μπορεί να μεγαλουργήσει με διαφορετικό καθεστώς!

Copyright © 1999-2024 Premium S.A. All rights reserved.