Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr

Τα οικονομικά αποτελέσματα για το 2024 παρουσίασε ο όμιλος της Εθνικής Τράπεζας. Αναλυτικότερα:
Κύρια Χρηματοοικονομικά Μεγέθη
Οργανικά κέρδη μετά φόρων σε επίπεδο Ομίλου ύψους ~€1,3 δισ. το 2024, ενισχυμένα κατά +10% σε ετήσια βάση, με καλύτερη του αναμενομένου ανθεκτικότητα των εσόδων
Ισχυρός και υψηλής ρευστότητας Ισολογισμός, χρηματοδοτούμενος κυρίως από καταθέσεις όψεως και ταμιευτηρίου
Ο δείκτης ΜΕΑ διαμορφώθηκε σε 2,6% σε επίπεδο Ομίλου, μειωμένος κατά -1,2 π.μ. ετησίως, με το δείκτη κάλυψης ΜΕΑ να αγγίζει το 100%
Ο δείκτης CET1 ανήλθε σε 18,3%, με το Συνολικό Δείκτη Κεφαλαιακής Επάρκειας να διαμορφώνεται σε 21,1%
Το Πρόγραμμα Μετασχηματισμού λειτουργεί ως μοχλός για βιώσιμες αλλαγές
Κερδοφορία
Tα εγχώρια οργανικά κέρδη μετά φόρων αυξήθηκαν κατά +11% σε ετήσια βάση, ανερχόμενα σε €1.281 εκατ. το 2024, αντανακλώντας την ανθεκτικότητα των οργανικών εσόδων (+5% σε ετήσια βάση) και τη συνεχιζόμενη αποκλιμάκωση του κόστους πιστωτικού κινδύνου κοντά στις 50 μ.β.
Τα καθαρά έσοδα από τόκους διαμορφώθηκαν σε €2.254 εκατ. το 2024, ενισχυμένα κατά +4% σε ετήσια βάση, οδηγώντας το καθαρό επιτοκιακό περιθώριο στις 315 μ.β. (+16 μ.β. ετησίως). Κύριοι συντελεστές αυτής της εντυπωσιακής επίδοσης ήταν η ισχυρή επέκταση του χαρτοφυλακίου εξυπηρετούμενων δανείων (+€3 δισ. σε ετήσια βάση στην Ελλάδα, εκ των οποίων €2,1 δισ. το Δ’ τρίμηνο 2024), καθώς και η ανθεκτικότητα έναντι των μειούμενων επιτοκίων Euribor (~100 μ.β. μείωση στο τέλος του 2024 σε σχέση με το τέλος του 2023), αντανακλώντας την οπισθοβαρή μείωση των επιτοκίων. Το Δ’ τρίμηνο 2024, τα καθαρά επιτοκιακά έσοδα υποχώρησαν ελαφρώς (-2% χαμηλότερα σε τριμηνιαία βάση), καθώς η αρνητική επίπτωση της μείωσης των επιτοκίων προηγήθηκε της ισχυρής αύξησης του όγκου των δανείων προς το τέλος του τριμήνου.
Τα καθαρά έσοδα από προμήθειες παρέμειναν σε σταθερή πορεία ανάπτυξης, σημειώνοντας αύξηση +7% σε τριμηνιαία βάση και +12% σε ετήσια βάση το 2024, ανερχόμενα σε σχεδόν 60 μ.β. επί του Ενεργητικού έναντι 51 μ.β. το 2023. Αυτό αντικατοπτρίζει κυρίως την αύξηση των προμηθειών Λιανικής κατά +15% σε ετήσια βάση, με αιχμή του δόρατος τα επενδυτικά προϊόντα (+47% σε ετήσια βάση), με εντυπωσιακή αύξηση του μεριδίου αγοράς των αμοιβαίων κεφαλαίων (ομολογιακά αμοιβαία κεφάλαια: +6 π.μ., σύνολο: +4 π.μ.). Στην Εταιρική Τραπεζική, οι προμήθειες αυξήθηκαν επίσης κατά +6% σε ετήσια βάση, αντανακλώντας τις προμήθειες χρηματοδοτήσεων (+14% σε ετήσια βάση).
Οι λειτουργικές δαπάνες διαμορφώθηκαν σε €831 εκατ. το 2024, αυξημένες κατά +5% ετησίως σε συγκρίσιμη βάση, αντανακλώντας το στρατηγικό σχέδιο επενδύσεων της Τράπεζας στον τομέα της πληροφορικής και τις αυξημένες αμοιβές. Ο δείκτης κόστους προς οργανικά έσοδα διαμορφώθηκε σε 31,2% το 2024.
Οι προβλέψεις για επισφαλείς απαιτήσεις μειώθηκαν κατά -11% σε ετήσια βάση, σε €168 εκατ. το 2024 (Δ’ τρίμηνο 2024: €45 εκατ.), με το κόστος πιστωτικού κινδύνου να διαμορφώνεται στις 52 μ.β. από 62 μ.β. το 2023 (Δ’ τρίμηνο 2024: 54 μ.β.).
Στις διεθνείς δραστηριότητες, τα οργανικά κέρδη μετά φόρων διαμορφώθηκαν σε €40 εκατ. το 2024, αντανακλώντας την ανθεκτικότητα των καθαρών επιτοκιακών εσόδων, τα υψηλότερα καθαρά έσοδα από προμήθειες, τα ισχυρά έσοδα από χρηματοοικονομικές πράξεις και λοιπά έσοδα, καθώς και τις μειωμένες προβλέψεις για επισφαλείς απαιτήσεις.
Πιστωτική επέκταση
Τα υπόλοιπα των εξυπηρετούμενων δανείων σε επίπεδο Ομίλου αυξήθηκαν στα €33,6 δισ. στο τέλος Δεκεμβρίου 2024, σημειώνοντας αύξηση ρεκόρ ύψους +€3,1 δισ. σε ετήσια βάση και +€2,2 δισ. σε τριμηνιαία βάση, ξεπερνώντας σημαντικά τις προβλέψεις μας για πιστωτική επέκταση >€1,5 δισ. για το 2024.
Η ισχυρή αυτή επίδοση αντανακλά τις εκταμιεύσεις δανείων ύψους €9,3 δισ. το 2024 (€4,1 δισ. το Δ’ τρίμηνο 2024), ενισχυμένες κατά +31% σε ετήσια βάση, εκ των οποίων πλέον του 80% αφορά σε νέες χορηγήσεις Εταιρικής Τραπεζικής (€7,8 δισ. το 2024, αυξημένες κατά +32% σε ετήσια βάση), κατανεμημένες σε πλήθος κλάδων, με στρατηγική έμφαση στην ενέργεια, τις μεταφορές, τη ναυτιλία, τα ξενοδοχεία, το εμπόριο και τη μεταποίηση. Οι εκταμιεύσεις Λιανικής Τραπεζικής αυξήθηκαν επίσης κατά +30% σε ετήσια βάση, ανερχόμενες σε €1,5 δισ. το 2024, με ηγετικά μερίδια αγοράς στη νέα παραγωγή (στεγαστικά: ~32%, καταναλωτικά: ~25%, μικρές επιχειρήσεις: ~26% το 2024).
Ρευστότητα
Οι καταθέσεις σε επίπεδο Ομίλου παρέμειναν σε ανοδική τροχεία, αυξημένες κατά +€0,5 δισ. σε ετήσια βάση σε €57,6 δισ. τον Δεκέμβριο 2024, αποτελώντας το ~93% της συνολικής καθαρής χρηματοδότησής μας. Στην Ελλάδα, η αύξηση των καταθέσεων αποτυπώνει τις εισροές από πελάτες Λιανικής που αντιστάθμισαν τη στροφή των προθεσμιακών καταθέσεων προς αμοιβαία κεφάλαια, καθώς και τη μείωση των καταθέσεων Εταιρικής Τραπεζικής λόγω χρήσης κεφαλαίων κίνησης, ενώ το 80% των καταθέσεών μας αποτελείται από λογαριασμούς όψεως και ταμιευτηρίου.
Το ισχυρό προφίλ ρευστότητάς μας αποτυπώνεται επίσης στους δείκτες Κάλυψης Ρευστότητας (LCR) και Δανείων προς Καταθέσεις, οι οποίοι διαμορφώθηκαν σε 261% και 63% τον Δεκέμβριο 2024, αντίστοιχα, ενώ τα καθαρά ταμειακά μας διαθέσιμα παραμένουν υψηλά, υπερβαίνοντας τα €6 δισ., παρά την ισχυρή πιστωτική επέκταση, καθώς και την αύξηση των κεφαλαίων υπό διαχείριση (FuM) και των χρεογράφων σταθερής απόδοσης.
Κεφαλαιακή επάρκεια
Ο δείκτης CET1 διαμορφώθηκε σε 18,3%, ενισχυμένος κατά 0.5 π.μ. σε ετήσια βάση, απορροφώντας πρόβλεψη για διανομή 50% επί των κερδών του 2024, καθώς και την ισχυρή αύξηση των σταθμισμένων στοιχείων του Ενεργητικού λόγω της ενίσχυσης των δανείων. Ο Συνολικός Δείκτης Κεφαλαιακής Επάρκειας (CAD) ενισχύθηκε κατά +1 π.μ. σε ετήσια βάση, σε 21,1%.
Ο δείκτης MREL του Ομίλου ανήλθε σε 28,0%, υπερβαίνοντας την ελάχιστη απαίτηση για τα Ίδια Κεφάλαια και τις Επιλέξιμες Υποχρεώσεις (Minimum Requirement for own funds and Eligible Liabilities, «MREL») του Ιουνίου 2025 ύψους 26,8% κατά 1,2 π.μ.
Παύλος Μυλωνάς: Η ελληνική οικονομία επιδεικνύει ανθεκτικότητα
Ο Διευθύνων Σύμβουλος της ΕΤΕ Παύλος Μυλώνας με σημείωμα του αναφέρει: «Η ελληνική οικονομία συνέχισε να επιδεικνύει ανθεκτικότητα έναντι της στασιμότητας που επικράτησε σε ολόκληρη την Ευρώπη, καταγράφοντας ισχυρή ανάπτυξη με ρυθμό ~2,5%, ως αποτέλεσμα των επενδύσεων παγίου κεφαλαίου και του τουρισμού, και παρά τις ισχυρές δημοσιονομικές επιδόσεις. Ακόμη πιο σημαντικό είναι ότι οι επίσημες προβλέψεις συγκλίνουν ότι οι υψηλές αυτές επιδόσεις θα συνεχιστούν και στο μέλλον.
Τα αποτελέσματα της Εθνικής Τράπεζας για το οικονομικό έτος 2024 αποτυπώνουν τη σταθερά ενισχυμένη πορεία σε όλους του τομείς δραστηριοτήτων μας, αξιοποιώντας την αναπτυξιακή δυναμική της ελληνικής οικονομίας, τον ισχυρό ισολογισμό και τον επιτυχημένο ψηφιακό και λειτουργικό μετασχηματισμό μας. Πράγματι, υπερβήκαμε τους στόχους που είχαμε θέσει για το 2024 – οι οποίοι αναθεωρήθηκαν προς τα πάνω τον Αύγουστο – σε όλα τα επίπεδα. Είναι ενδεικτικό ότι, τα οργανικά κέρδη μετά φόρων ανήλθαν σε €1,3 δισ., με την απόδοση ενσώματων ιδίων κεφαλαίων να διαμορφώνεται σε 17,5%, υπερβαίνοντας κατά πολύ τον στόχο ύψους >16% που είχαμε θέσει.
Καθοριστικό παράγοντα των ισχυρών αυτών αποτελεσμάτων αποτέλεσε η ανθεκτικότητα των καθαρών εσόδων από τόκους έναντι των μειούμενων επιτοκίων της αγοράς, επωφελούμενα από την εντυπωσιακή επέκταση των εξυπηρετούμενων δανείων μας κατά +€3,1 δισ. σε ετήσια βάση και +€2,2 δισ. το Δ’ τρίμηνο 2024. Επιπλέον, η αύξηση των εσόδων από προμήθειες διαμορφώθηκε σε υψηλά ποσοστά, ως αποτέλεσμα της αυξημένης οικονομικής δραστηριότητας και των σταυροειδών πωλήσεων επενδυτικών προϊόντων σε πελάτες μας. Η αύξηση των δαπανών ήταν συγκρατημένη παρά τις υψηλότερες αμοιβές και τις σημαντικές επενδύσεις της Τράπεζας στον τομέα της πληροφορικής, ενώ το κόστος πιστωτικού κινδύνου ομαλοποιήθηκε σε επίπεδα κοντά στις 50 μ.β. έναντι στόχου<60 μ.β. για το 2024, αντανακλώντας την ποιότητα του δανειακού μας χαρτοφυλακίου.
Οι κεφαλαιακοί μας δείκτες συνεχίζουν διατηρούνται σε επίπεδα που υπερβαίνουν κατά πολύ τους στόχους μας, με το δείκτη CET1 και το Συνολικό Δείκτη Κεφαλαιακής Επάρκειας να ανέρχονται σε 18,3% και 21,1% αντίστοιχα, μετά από πρόβλεψη για διανομή στους μετόχους μας ύψους 50% από τα κέρδη του 2024 έναντι 30% που καταβλήθηκε πέρυσι. Πρόθεσή μας είναι η ανταμοιβή των μετόχων μας να περιλαμβάνει την αυξημένη διανομή μερίσματος (35%) και την επαναγορά μετοχών (15%).
Οι αναθεωρημένοι στόχοι μας με βάση το νέο επιχειρηματικό σχέδιο για την περίοδο 2025-2027 εστιάζουν στην ανθεκτικότητα των καθαρών εσόδων από τόκους, παρά την απότομη πτώση των επιτοκίων της Κεντρικής Τράπεζας, με τη μέση αύξηση των δανείων να ανέρχεται σε ~8% ετησίως για την περίοδο αυτή. Ως αποτέλεσμα, αναμένουμε ισχυρή και διατηρήσιμη κερδοφορία (δείκτης απόδοσης ενσώματων ιδίων κεφαλαίων άνω του 18% το 2027, με βάση τους εσωτερικούς στόχους για τον δείκτη CET1), καθώς και συνεχιζόμενη οργανική δημιουργία κεφαλαίων, ακόμη και μετά τις περαιτέρω αυξήσεις στις διανομές στους μετόχους συγκριτικά με το επίπεδο του 2025.
Το λειτουργικό μοντέλο της Τράπεζας θα συνεχίσει να αξιοποιεί το προβάδισμα που έχουμε όσον αφορά στις σημαντικές επενδύσεις στην τεχνολογία – έργα τα οποία αναμένεται να αποδώσουν καρπούς το αμέσως επόμενο διάστημα –, συντελώντας στην παροχή ασφαλών και αποτελεσματικών τραπεζικών προϊόντων και υπηρεσιών. Σε συνδυασμό με τις επενδύσεις μας σε ανθρώπινο δυναμικό, στόχος μας είναι να αναβαθμίσουμε την εμπειρία του πελάτη μέσω εξατομικευμένων υπηρεσιών που ανταποκρίνονται στις εξελισσόμενες ανάγκες του, διαμορφώνοντας το μέλλον του τραπεζικού κλάδου στην Ελλάδα».