Οι τρείς υπουργοί αποκάλυψαν ότι σε τεχνικό έλεγχο που έγινε στις 4 Μαρτίου 2005 στο δίκτυο της εταιρείας ανακαλύφθηκε λογισμικό που επέτρεπε την διενέργεια τηλεφωνικών υποκλοπών. Οι τεχνικοί της Vodafone αλλά και της προμηθεύτριας εταιρείας Ericsson, μετά από τρείς ημέρες, δηλαδή στις 7 Μαρτίου 2005, καταφέρνουν να προσδιορίσουν πως ακριβώς λειτουργεί το συγκεκριμένο λογισμικό που «απομακρύνεται» από το δίκτυο της εταιρείες την επόμενη ημέρα 8 Μαρτίου με απόφαση του Γ. Κορωνιά.
Παρ’ ότι η απόφαση της «απομάκρυνσης» επικροτήθηκε από τους τρείς υπουργούς, αντικειμενικά ήταν μία μοιραία απόφαση επειδή κατέστρεψε πολύτιμα στοιχεία. Στις 10 Μαρτίου 2005 ο Γ. Κορωνιάς ενημερώνει την κυβέρνηση. Την ίδια ημέρα εκδίδεται και το Προεδρικό Διάταγμα που επιτρέπει για λόγους εθνικής ασφάλειας τις συνακροάσεις και τυπικά νομιμοποιεί την ύπαρξη συστημάτων συνακροάσεων στο δίκτυα κινητής τηλεφωνίας.
Έρευνα δίχως ευρήματα
Στις 11 Μαρτίου 2005 ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου Δ. Λινός αναθέτει αυτοπροσώπως στον τότε προϊστάμενο της Εισαγγελίας Αθηνών, τον Δ. Παπαγγελόπουλο (μετέπειτα Αναπληρωτή Υπουργό Δικαιοσύνης της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ) την διενέργεια προκαταρτικής εξέτασης για την υπόθεση. Η έρευνα που παραμένει απόρρητη και τελειώνει τυπικά μία ημέρα μετά από την συνέντευξη των τριών υπουργών, στις 3 Φεβρουαρίου 2006, δεν καταλήγει πουθενά, αφού ασκείται δίωξη κατ’ αγνώστων «για παραβίαση του απορρήτου των τηλεφωνημάτων κατά συρροή και κατ’ εξακολούθηση με περαιτέρω παραγγελία για διερεύνηση πιθανής εκτέλεσης και άλλων αξιοποίνων πράξεων, όπως κατασκοπεία».
Σύμφωνα με όσα γίνονται επίσημα γνωστά στο σύστημα συνακροάσεων που βρίσκονταν εγκαταστημένο ήδη στο δίκτυο της εταιρείας αλλά παρέμενε ανενεργό και «κλειδωμένο», αφού ακόμα δεν είχε νομιμοποιηθεί η χρήση του είχε εγκατασταθεί παράνομα ειδικό λογισμικό υψηλής τεχνολογίας και άγνωστης προέλευσης. Το συγκεκριμένο παράνομο λογισμικό είχε ενεργοποιήσει το σύστημα συνακροάσεων χωρίς κανείς από τους υπευθύνους να το γνωρίζει και παρακολουθούσε από τον Ιούνιο-Αύγουστο 2004 περίπου 100 κινητά τηλέφωνα στα οποία συμπεριλαμβάνονταν μεταξύ άλλων τα κινητά τηλέφωνα κρατικών αξιωματούχων, υπουργών καθώς και του Πρωθυπουργού Κ. Καραμανλή
Προκαλείται πανελλήνιος θόρυβος. Η αντιπολίτευση εγκαλεί την κυβέρνηση για συγκάλυψη επειδή ενημερώνει την κοινή γνώμη 11 μήνες μετά. Η κυβέρνηση επικαλείται το απόρρητο της ανάκρισης για να πάρει την εύλογη απάντηση ότι παρ’ ότι όλα κρατήθηκαν απόρρητα η εισαγγελική έρευνα δεν αποκάλυψε τους ενόχους.
Αντιφάσεις
Το θέμα φθάνει στην Βουλή (Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας) όπου καλούνται και καταθέτουν και όλες οι συναρμόδιες κρατικές υπηρεσίες. Μοιραία προκύπτουν αντιφάσεις που τροφοδοτούν σενάρια συνομωσίας. Η υπόθεση κλείνει πολιτικά στις 30 Νοεμβρίου 2006 στην Επιτροπή Θεσμών και Διαφάνειας με την ψήφιση από την κυβερνητική πλειοψηφία πορίσματος που επιρρίπτει ευθύνες στην Vodafone χωρίς να αποκλείει συνυπευθυνότητα της Ericsson και διοικητικά στις 14 Δεκεμβρίου 2006 ΑΔΑΕ που επιβάλει πρόστιμο 76 εκατ. ευρώ στην Vodafone για τις ευθύνες στην υπόθεση αλλά και για τους μετέπειτα χειρισμούς. Για παράδειγμα, ο Γ. Κορωνιάς σύμφωνα με την νομοθεσία έπρεπε να ενημερώσει την ΑΔΑΕ και όχι το Γραφείο του Πρωθυπουργού. Η Vodafone απορρίπτει τις κατηγορίες και προσφεύγει στα δικαστήρια. Τελικά το 2015 το ΣτΕ κρίνει τελεσίδικα νόμιμη την απόφαση της ΑΔΑΕ και επικυρώνει πρόστιμο 50,6 εκατ. Euro στην Vodafone.
Ο θάνατος Τσαλικίδη
Ταυτόχρονα με την αποκάλυψη των υποκλοπών γίνεται γνωστή μία τραγωδία. Ο διευθυντής ανάπτυξης του δικτύου της Vodafone Κ. Τσαλικίδης, ένας ταλαντούχος (απόφοιτος του Πολυτεχνείου) άνθρωπος 39 ετών είχε βρεθεί στις 9 Μαρτίου 2005 (μια ημέρα μετά την αφαίρεση του παράνομου λογισμικού από το δίκτυο της Vodafone και μία ημέρα πριν ενημερωθεί η κυβέρνηση) απαγχονισμένος στο σπίτι του. Ο θάνατος εκείνη την περίοδο που δεν ήταν γνωστή η υπόθεση των υποκλοπών αποδίδεται από την ΕΛ.ΑΣ σε αυτοκτονία και δεν απασχολεί τα ΜΜΕ και την κοινή γνώμη.
Όμως μετά την συνέντευξη των τριών (3) υπουργών και την αποκάλυψη των λεπτομερειών της υπόθεσης των υποκλοπών ξεσπά σάλος. Ο Κ. Τσαλικίδης «αυτοκτονεί» ταυτόχρονα με την κορύφωση των διεργασιών στο εσωτερικό της Vodafone για την υπόθεση των υποκλοπών. Ο εισαγγελέας του Αρείου Πάγου Δ. Λινός αναθέτει στις 13 Φεβρουαρίου 2006 την διερεύνηση του θανάτου του Κ. Τσαλικίδη στο ανακριτή Γ. Ακτύπη και τον γνωστό στο πανελλήνιο από την υπόθεση 17 Νοέμβρη, εισαγγελέα πρωτοδικών Ιωάννη Διώτη. Η αντιπολίτευση, η κοινή γνώμη και ο κάθε καλοπροαίρετος και σκεπτόμενος άνθρωπος θέτει το αυτονόητο ερώτημα. «Γιατί ένα ολόκληρο χρόνο ο Παπαγγελόπουλος δεν έκανε το αυτονόητο; Γιατί δεν συσχέτισε την υπόθεση Τσαλικίδη με την υπόθεση των υποκλοπών; Γιατί άφησε να χαθεί πολύτιμος χρόνος και στοιχεία.»
Η καταδίκη στο Ευρωπαϊκό Δικαστήριο
Στις 21 Ιουνίου 2006 ο εισαγγελέας πρωτοδικών Ι. Διώτης εκδίδει το πολύ αναμενόμενο πόρισμα που αποδίδει τον θάνατο του Κ. Τσαλικίδη σε αυτοκτονία η οποία δεν θα είχε συμβεί αν δεν είχε αποκαλυφθεί η υπόθεση των υποκλοπών και η εγκατάσταση του παράνομου λογισμικού στο δίκτυο της εταιρείας για την οποία ο εκλιπών είχε γνώση. Η οικογένεια Τσαλικίδη διαφωνεί και αποδίδει τον θάνατο σε δολοφονική ενέργεια. Ξεκινά πολυετή νομικό αγώνα που φθάνει έως το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων (ΕΔΑΔ) που δικαιώνει τον Νοέμβριο 2017 την οικογένεια καταδικάζοντας ομόφωνα την Ελλάδα επειδή οι αρχές απέτυχαν να ερευνήσουν επαρκώς τον θάνατο του Κ. Τσαλικίδη συνεπώς παραβίασαν το άρθρο 2 (σεβασμός και προστασία της ανθρώπινης ζωής) και επιδικάζει αποζημίωση 50.000 Euro και δικαστικά έξοδα 4.000 Euro. Κόλαφος για την Ελληνική δικαιοσύνη και ιδιαίτερα για τον τότε Αναπληρωτή Υπουργό Δικαιοσύνης της κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ τον Δ. Παπαγγελόπουλο που ήταν ο επικεφαλής των αποτυχημένων ερευνών για τις υποκλοπές.
Αυτονόητα η υπόθεση ανοίγει και πάλι. Η εισαγγελέας πρωτοδικών Σωτηρία Παπαγεωργακοπούλου ασκεί κακουργηματική δίωξη για το αδίκημα της ανθρωποκτονίας μετά από παραγγελία του Εισαγγελέα Εφετών Γρηγόρη Πεπόνη. Μέχρι σήμερα και απ’ όσα έχουν γίνει γνωστά δεν έχει προκύψει καμία πρόοδος στις έρευνες.
Υποκλοπές τότε και τώρα
Αν προσπαθήσουμε να εντοπίσουμε τις διαφορές και τις ομοιότητες εκείνης της υπόθεσης υποκλοπών και αυτής που απασχολεί αυτή την περίοδο την κοινή γνώμη, θα αντιληφθούμε ότι σε διάρκεια 17 και πλέον ετών έχει προκύψει μία μόνο ουσιαστική διαφορά αποκλειστικά τεχνικής φύσεως. Τότε για να γίνει η παράνομη υποκλοπή έπρεπε να παραβιασθεί το δίκτυο της τηλεφωνικής εταιρείας και να εγκατασταθεί το παράνομο και άγνωστης προέλευσης παράνομο λογισμικό.
Τώρα δεν χρειάζεται να παραβιασθεί το δίκτυο της τηλεφωνικής εταιρείας αφού το παράνομο λογισμικό έχει αντικατασταθεί από επώνυμο και γνωστής προέλευσης, που εγκαθίστανται παρά την θέληση του χρήστη, άρα παράνομα στο τηλέφωνο του. Σήμερα ακόμα και ο Παπαγγελόπουλος μπορεί να βρει τους ενόχους των υποκλοπών.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr