Με αυτά τα λόγια την 1η Ιουλίου 1940 ανακοίνωσε ο Χίτλερ στους στρατηγούς του την κατ’ αρχήν απόφαση του να εισβάλει στην Ρωσία το επόμενο έτος. Λίγες ημέρες μετά, στις 31 Ιουλίου 1940 σε συνάντηση με την ανώτατη στρατιωτική ηγεσία ο Χίτλερ οριστικοποίησε αυτή την απόφαση και έδωσε την τελική διαταγή για την προετοιμασία της επίθεσης εναντίον της Ρωσίας, την άνοιξη 1941.
Μοιραία επιλογή
Έχουν γραφεί πολλά γι’ αυτή την μοιραία επιλογή που προκάλεσε την πιο αιματηρή σύγκρουση της ιστορίας, που στοίχισε περισσότερες από 25 εκατ. ζωές Σοβιετικών και Γερμανών, ερήμωσε τεράστιες εκτάσεις στην Κεντρική Ευρώπη και τελείωσε με την αυτοκτονία του Γερμανού δικτάτορα, και την κυριαρχία της Σοβιετικής Ένωσης για περίπου μισό αιώνα στην κέντρο-ανατολική Ευρώπη. Οι περισσότεροι ιστορικοί την χαρακτηρίζουν ακατανόητη, επειδή εξανάγκασε την Γερμανία να πολεμά σε δύο μέτωπα, εξέλιξη που απέρριπταν όλοι οι Γερμανοί σχεδιαστές πολιτικής και αναλυτές.
Όταν ο Χίτλερ παίρνει την απόφαση να εισβάλει στην Ρωσία, δηλαδή το καλοκαίρι του 1940, η Γερμανία βρίσκεται στο απόγειο της δύναμης της. Είχε κατακτήσει κατά σειρά Δανία, Νορβηγία (9 Απριλίου 1940-9 Ιουνίου 1940) και Λουξεμβούργο, Βέλγιο, Ολλανδία και Γαλλία (10 Μάϊου 1940-22 Ιουνίου 1940) και ετοιμάζονταν για την «Μάχη της Βρετανίας», τις αεροπορικές επιθέσεις εναντίον της Αγγλίας (10 Ιουλίου 1940-31 Οκτωβρίου 1940), που στόχευαν να καταστρέψουν την μαχητική ικανότητα της RAF και να κάμψουν το φρόνημα των Βρετανών αλλά τελικά τελείωσαν με ήττα των ναζί.
Γιατί λοιπόν ο Γερμανός δικτάτορας παίρνει αυτή την απόφαση; Γιατί δεν περιμένει το προφανές; Να ολοκληρωθούν δηλαδή οι αεροπορικοί βομβαρδισμοί εναντίον της Αγγλίας, να αποτιμηθούν τα αποτελέσματα και σε εκείνη την χρονική στιγμή να αποφασισθεί η επόμενη κίνηση που θα μπορούσε να είναι ακόμα και χερσαία επίθεση εναντίον του αγγλικού νησιού (Επιχείρηση Θαλάσσιος Λέων). Μετά την πεισματική άρνηση των Βρετανών να δεχθούν ειρηνευτικές διαπραγματεύσεις, υπήρχε όντως εναλλακτική επιλογή; Είναι μερικά από τα αυτονόητα ερωτήματα στα οποία ακόμα και σήμερα δεν έχει απαντήσει επαρκώς και τεκμηριωμένα η ιστορική μελέτη.
«Ζωτικός χώρος»
Η Γερμανία επιτίθεται στην ΕΣΣΔ το καλοκαίρι 1941 και επανα-καταλαμβάνει όλα εκείνα τα εδάφη που είχαν κερδίσει οι Γερμανοί από τους Ρώσους κατά την διάρκεια του Α’ Παγκόσμιου Πολέμου (Πολωνία-Βαλτικά κράτη-Λευκορωσία-Ουκρανία) και την μετέπειτα (ταπεινωτική για τους Σοβιετικούς) συνθήκη του Μπρέστ-Λιτόφσκ (3 Μαρτίου 1918). Ο Χίτλερ σε πολλά δημόσια κείμενα του πριν την έναρξη του Παγκόσμιου πολέμου και την εισβολή στην Ρωσία εκθειάζει αυτή την συμφωνία επειδή θεωρεί έδωσε «το έδαφος και το χώμα» που χρειάζονταν ο Γερμανικός λαός για να ευημερήσει. Το δηλώνει για πρώτη φορά το 1922 « Θα πρέπει με την βοήθεια της Αγγλίας να καταστρέψουμε την Ρωσία. Η Ρωσία προσφέρει άφθονα εδάφη για εποικισμό και επαρκή πεδίο για την Γερμανική βιομηχανία». Επαναλαμβάνει αυτή την θέση λίγα χρόνια αργότερα (1926) όταν την αναφέρει στο περιβόητο βιβλίο του «Ο Αγών μου» (Mein Kampf) ως το ιδεολογικό δόγμα του «Ζωτικού Χώρου» (Lebensraum).
«Εμείς οι εθνικοσοσιαλιστές τραβάμε συνειδητά μία γραμμή στην εξωτερική πολιτική της προπολεμικής περιόδου. Συνεχίζουμε από εκεί που σταματήσαμε πριν 600 χρόνια. Σταματάμε την ατέρμονη γερμανική αναζήτηση προς τα νότια και τα δυτικά. Στρέφουμε το βλέμμα μας στην γη που βρίσκεται στα ανατολικά. Από εδώ και πέρα όταν μιλάμε για εδαφικές κατακτήσεις θα εννοούμε την Ρωσία και τα υποτελή (στην Ρωσία) μεθοριακά κράτη».
Εκείνη την εποχή κανείς δεν δίνει σημασία στις συγκεκριμένες απόψεις του Χίτλερ. Θεωρείται ένας περιθωριακός ηγέτης ενός μικρού κόμματος που ποτέ δεν πρόκειται να κυβερνήσει. Όμως στα μετέπειτα χρόνια, οι αδυναμίες της δημοκρατίας της Βαϊμάρης σε συνδυασμό με τις επιπτώσεις της οικονομικής κρίσης και τα συνεπακόλουθα καθημερινά προβλήματα επιβίωσης, φέρνουν τους ναζί στο κέντρο της πολιτικής ζωής. Οι Γερμανοί στηρίζουν εκλογικά τους εθνικοσοσιαλιστές για μία νέα αρχή με ενότητα και δύναμη.
Επανεξοπλισμός και εκγερμανισμός
Ο Χίτλερ ορκίζεται καγκελάριος στις 30 Ιανουαρίου 1933. Μόλις τέσσερις ημέρες μετά, στις 4 Φεβρουαρίου 1933 μιλά στους Γερμανούς στρατηγούς για την ανάγκη να επανεξοπλιστεί η χώρα ώστε να αποκτήσει και πάλι status μεγάλης δύναμης και αυτονόητη αναπτυξιακή δυναμική είτε μέσω της αύξησης των εξαγωγών είτε μέσω του επιλόγου εκείνης της προφητικής ομιλίας που αναφέρει «ίσως και πιθανότατα καλύτερα, με την κατάκτηση ζωτικού χώρου στα ανατολικά και τον αδίστακτο εκγερμανισμό του». Οι στρατηγοί συμφωνούν, ο κύβος είχε ριφθεί.
Μερικά χρόνια αργότερα, το καλοκαίρι του 1937 όλα τα παραπάνω γίνονται πλέον διακηρυγμένη πολιτική. Δημοσιεύεται το 4-ετές οικονομικό πλάνο που σχεδιάζεται βάσει των δημόσιων παραδοχών ότι στα επόμενα 5-6 χρόνια η «αναμέτρηση με την Ρωσία είναι αναπόφευκτη» γιατί «ο Στάλιν είναι άρρωστος στο μυαλό» και «ο μπολσεβικισμός είναι ένας κίνδυνος που πρέπει να θέσουμε εκτός μάχης κάποια στιγμή».
Ο κυνισμός είναι χαρακτηριστικό της ναζιστικής (αλλά και της μπολσεβίκικης) πρακτικής. Το σύμφωνο Μολότωφ-Ρίμπεντροπ (23 Αυγούστου 1939) δεν αναιρεί τις απόψεις του Χίτλερ για την Σοβιετική ένωση. Συμφωνεί με τους Ρώσους λίγο πριν επιτεθεί στην Πολωνία για να είναι απερίσπαστος στην περίπτωση που Βρετανοί και Γάλλοι αντιδράσουν. Παραχωρεί στους Ρώσους εδάφη (Πολωνία, Φινλανδία, Βαλτικά κράτη) που σκοπεύει να καταλάβει αργότερα. Οι Μπολσεβίκοι δέχονται την συμφωνία για να κερδίσουν χρόνο στην κούρσα αναδιοργάνωσης και επανεξοπλισμού του κόκκινου στρατού που ήδη έχει ξεκινήσει.
Λίγες ημέρες πριν την υπογραφή του συμφώνου, ο Χίτλερ δηλώνει «προφητικά» στον Ελβετό εκπρόσωπο στην ΚΤΕ, Καρλ Μπουρκχάρντ (Karl Burkhard) «Όλα όσα κάνω στρέφονται εναντίον της Ρωσίας. Εάν στην Δύση είναι υπερβολικά βλάκες και τυφλοί για να το καταλάβουν, θα αναγκαστώ να συνεννοηθώ με τους Ρώσους για να νικήσω την Δύση και μετά να στραφώ με όλες τις δυνάμεις κατά της Σοβιετικής Ένωσης».
Η (ρεαλιστική) εναλλακτική πρόταση
Υπήρχε εναλλακτική κίνηση του καλοκαίρι του 1940; Φυσικά ΝΑΙ. Την παρουσιάζει στον ίδιο τον Χίτλερ στο κρίσιμο χρονικό διάστημα του καλοκαιριού 1940 ο αρχηγός του Γερμανικού Πολεμικού Ναυτικού, ορχιναύαρχος Έριχ Ραίντερ (Erich Raeder).
Η πρόταση του Ναυτικού προβλέπει την κατάληψη του Γιβραλτάρ, των γαλλικών κτήσεων της Βορείου Αφρικής και την ενίσχυση των Ιταλών που εκείνη την εποχή ξεκινούσαν από την Λιβύη την εκστρατεία τους εναντίον των Βρετανών στην Αίγυπτο. Απολύτως ρεαλιστική κίνηση, που συγκέντρωνε πολλές πιθανότητες να εξελιχθεί ευνοϊκά και να μετατρέψει την Μεσόγειο και τα πετρέλαια της Μέσης Ανατολής σε Γερμανική υπόθεση.
Ο Χίτλερ απέρριψε την πρόταση γιατί όπως είπε δεν ήταν δυνατόν να πείσει τους δικτάτορες Μουσολίνι (Ιταλία), Φράνκο (Ισπανία) και Πεταίν (Γαλλία) να συνεργαστούν. Αστεία πράγματα. Ακόμα και χωρίς την συνεργασία τους, μπορούσε να καταλάβει το Γιβραλτάρ και να αποβιβαστεί στις Γαλλικές αποικίες της Βορείου Αφρικής στις οποίες είχε ήδη εδραιώσει την κυριαρχία του ο εκπρόσωπος της γερμανόφιλης κυβέρνησης του Βισύ, στρατάρχης Μαξίμ Βεϊγκάν (Maxime Weygand). Είχε πάρει όμως διαφορετικές αποφάσεις πολλά χρόνια πριν.
Όπως είδαμε στο προηγούμενο άρθρο η επέκταση στην Κίνα και τις Θερμές Θάλασσες (Ινδοκίνα, Ολλανδικές Ανατολικές Ινδίες), προβάλλονταν από τους ιάπωνες μιλιταριστές ως αναγκαία και ικανή συνθήκη για να αποκτήσει η Ιαπωνία πρόσβαση σε εκείνες τις κρίσιμες πρώτες ύλες που θα της παρείχαν οικονομική αυτάρκεια και θα την αναδείκνυαν σε αποικιακή αυτοκρατορία. Σχεδόν όμοια είναι και η ναζιστική κόσμο-θεωρία. Επέκταση στα ανατολικά για να κατακτηθούν οι τεράστιες πλούσιες εκτάσεις και οι άφθονοι πλουτοπαραγωγικοί πόροι που θα στηρίξουν μια γερμανική αυτοκρατορία που θα μπορεί να νικήσει την Μ. Βρετανία και σε κάποια στιγμή στο μέλλον να ανταγωνιστεί ευθέως τις ΗΠΑ. Αυτή ήταν η στρατηγική του Χίτλερ για να αντιμετωπίσει τις ΗΠΑ. Και οι ναζί και οι ιάπωνες στρατοκράτες μισούν την Βρετανική αυτοκρατορία που αντλεί δύναμη και ισχύ από τις αποικίες αλλά προσπαθούν να την αντιγράψουν και να δημιουργήσουν τις δικές τους αποικιακές αυτοκρατορίες.
Επίλογος
Οι δικτάτορες και οι χώρες που προκάλεσαν τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο ηττήθηκαν καθοριστικά και αμετάκλητα στα πεδία των μαχών, αλλά οι μεταπολεμικές εξελίξεις τους έδωσαν το τελικό, το οριστικό και τελεσίδικο ιδεολογικό χτύπημα.
Οι τρείς χώρες που προκάλεσαν τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, δηλαδή Γερμανία, Ιταλία, Ιαπωνία αναδεικνύονται σε παγκόσμιες οικονομικές υπέρ-δυνάμεις με σημαντικό ρόλο στο παγκόσμιο γίγνεσθαι, όταν μετά την ήττα τους εξαναγκάζονται από τους νικητές να υιοθετήσουν εντελώς αντίθετες πολιτικές αρχές από αυτές που είχαν επιβάλει τα δικτατορικά καθεστώτα. Η Γερμανία, η Ιταλία και η Ιαπωνία ακμάζουν και οι πολίτες τους ευημερούν όταν ασπάζονται τις αρχές της φιλελεύθερης δημοκρατίας. Του σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, της εδαφικής ακεραιότητας των γειτονικών κρατών και της διεθνούς οικονομικής συνεργασίας.
Έχουν περάσει 80 χρόνια από εκείνη την εποχή. Οι ηγέτες και οι γενιές που έζησαν την φρίκη και του πολέμου και τα δύσκολα μεταπολεμικά χρόνια έχουν φύγει (η φεύγουν) από την ζωή.
Είναι ίσως κοινοτυπία να επαναλάβουμε ότι οι νεότεροι που δεν γνώρισαν την φρίκη του πολέμου και τα δύσκολα μεταπολεμικά χρόνια, δεν μπορούν να εκτιμήσουν πόσο πολύτιμα είναι τα αγαθά της δημοκρατίας και της οικονομικής ευμάρειας που απόλαυσαν και συνεχίζουν να απολαμβάνουν όλες οι μεταπολεμικές γενιές.
Τα θεωρούν δεδομένα και δεν τα υπερασπίζονται με την πίστη και την αφοσίωση που πρέπει. Τελικά, όπως διδάσκει ο Θουκυδίδης, είναι η φύση (χαρακτήρας) του ανθρώπου που τον καταδικάζει να ξαναζήσει τις ίδιες φρικτές πλευρές της ιστορίας.
Δείτε όλες τις τελευταίες Ειδήσεις από την Ελλάδα και τον Κόσμο, τη στιγμή που συμβαίνουν, στο reporter.gr